ΕΠΙΛΟΓΕΣ
2. Λειτουργικὴ ζωή Θέματα ὁμιλητικῆς Λόγοι εἰς τὰ εὐαγγέλια τῆς μεγάλης ἑβδομάδος μεγάλη τρίτη, «Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι ὑποκριταί» (εὐαγγέλιον)

«Οα μν, γραμματες

κα φαρισαοι ποκριταί»


Ὄρθρος Μ. Τρίτης (Μ. Δευτέρα βράδυ) (Μθ 23,1-39)

 

Στὸ τελευταῖο μέρος τοῦ εὐαγγελίου τοῦ ὄρθρου τῆς μ. Τρίτης (= μ. Δευτέρας βράδυ) ὁ Ἰησοῦς κάνει τὰ ἀποκαλυπτήρια τῶν γραμματέων καὶ φαρισαίων. Σχεδὸν «ξιφουλκεῖ». Δημοσιεύει τὴν ὑποκριτικὴ ζωή τους καὶ προστατεύει τὸ λαὸ ἀπὸ τὴν κακή τους ἐπίδραση.

«Στὸ διδασκαλικὸ θρόνο τοῦ Μωϋσέως, λέει, κάθισαν νομοδιδάσκαλοι καὶ φαρισαῖοι. Ὅλα ὅσα σᾶς λένε οἱ ἀνάξιοι αὐτοὶ ἐκπρόσωποι τοῦ Μωϋσέως μέσα ἀπὸ τὸ νόμο εἶναι σωστὰ καὶ σᾶς προτρέπω νὰ τὰ ἐφαρμόζετε· κατὰ τὰ ἔργα τους ὅμως νὰ μὴν κάνετε τίποτε. Διότι λένε συνήθως τὰ πρέποντα, ἀλλὰ δὲν τὰ πιστεύουν καὶ δὲν τὰ ἐφαρμόζουν». Διδάσκουν δικές τους διδασκαλίες ποὺ δὲν εἶναι τοῦ Θεοῦ. Γίνονται σοῦπερ διδάσκαλοι, λεπτολόγοι καὶ σχολαστικοί, γιὰ τοὺς ἄλλους βέβαια.

«Ὅλα τὰ ἔργα τους τὰ κάνουν γιὰ τὸ θεαθῆναι. Φαρδαίνουν τὰ φυλαχτά τους καὶ μεγεθύνουν τὸν ποδόγυρο τῶν φορεμάτων τους. Ὅπως κάποιοι δένουν μία κλωστὴ στὸ δάχτυλο, γιὰ νὰ μὴν ξεχάσουν κάτι, ἔτσι καὶ αὐτοί, γιὰ νὰ μὴν ξεχνοῦν τάχα τὶς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ, γράφουν σὲ μεγέθυνση ρητὰ στὰ φορέματά τους, γιὰ νὰ ἐφαρμόζουν τάχα τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα γιὰ νὰ φαίνονται εὐσεβεῖς στοὺς ἀνθρώπους. Τὴ νηστεία τὴ φιλανθρωπία τὴν προσευχὴ καὶ ὅλα τὰ ἱερὰ πράγματα τὰ κάνουν ὄχι γιὰ τὸ Θεό, ἀλλὰ γιὰ νὰ θαυμάζονται».

«Ἀγαποῦν τὸ πρῶτο ντιβάνι στὰ δεῖπνα καὶ τὴν πρώτη καρέκλα στὶς συναγωγές, καὶ τὶς ἐπιδεικτικὲς χαιρετοῦρες στὶς πολυσύχναστες ἀγορὲς καὶ τὶς προσφωνήσεις τῶν ἀνθρώπων Διδάσκαλε, διδάσκαλε». Μὲ μία λέξι, «ψοφοῦν» γιὰ διακρίσεις.

Ὁ Ἰησοῦς ποὺ δὲν θέλει τοὺς μαθητάς του σὰν τοὺς φαρισαίους, διακόπτει λίγο τὴν κριτικὴ κατὰ τῶν φαρισαίων σὰν σὲ παρένθεση, στρέφεται πρὸς αὐτούς, καὶ τοὺς συμβουλεύει νὰ μὴν ὀνομαστοῦν ποτὲ διδάσκαλοι πατέρες καὶ ἡγήτορες, γιατὶ τὰ ὀνόματα αὐτὰ ἀνήκουν μόνο στὸ μεσσία. «Καὶ αὐτὸς ποὺ εἶναι μεγαλύτερος ἀνάμεσά σας, προσθέτει, θὰ πρέπει νὰ εἶναι διάκονος, καὶ ἐκεῖνος ποὺ θὰ ὑψώσει τὸν ἑαυτό του θὰ ταπεινωθεῖ, ἐνῷ ἐκεῖνος ποὺ θὰ τὸν ταπεινώσει θὰ δοξασθεῖ».

Ἂς σημειωθεῖ ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἐννοεῖ πατέρα αὐτὸν ποὺ πιστεύει ὅτι γέννησε καὶ ἔσωσε τὴν ἐκκλησία. Τέτοιος πατέρας εἶναι μόνο ὁ Χριστός. Ὅποιος ὀνομάσει τὸν ἑαυτό του πατέρα μὲ τέτοια ἔννοια, σφετερίζεται τὴν πατρότητά του. Διδάσκαλο ἐννοεῖ αὐτὸν ποὺ πιστεύει ὅτι ἡ σοφία του εἶναι ὑπέρτατος νόμος. Ὅποιος ὀνομάζει τὸν ἑαυτό του διδάσκαλο μὲ τὴν ἔννοια αὐτὴ σφετερίζεται τὸ διδασκαλικό του ἀξίωμα. Καθηγητὴν ἐννοεῖ τὸν καθοδηγητὴ τῆς ἐκκλησίας. Ὅποιος ὀνομάσει τὸν ἑαυτό του καθηγητὴ μὲ τέτοια ἔννοια, ὅπως ὁ πάπας τῶν παπικῶν, σφετερίζεται τὸ μεσσία. Συνιστᾶ στοὺς μαθητάς του νὰ μὴ δέχονται νὰ προσφωνοῦνται ἔτσι, σὲ ἀντίθεση πρὸς τοὺς γραμματεῖς καὶ τοὺς φαρισαίους ποὺ τὸ ἐπιδίωκαν μανιασμένα.

Ὁ Ἰησοῦς ἤδη λίγο ἀπέχει ἀπὸ τὸ πάθος του. Ὁ φθόνος καὶ ἡ κακία τῆς θρησκευτικῆς ἡγεσίας ἐναντίον του ἔχουν ξεπεράσει κάθε ὅριο. Γνωρίζει ὅτι ἔφθασε ἡ ὥρα τοῦ ἀτιμωτικοῦ θανάτου του. Ἐντούτοις οὔτε δειλιάζει οὔτε φεύγει. Μιλάει μὲ θάρρος στοὺς γραμματεῖς καὶ φαρισαίους καὶ τοὺς καυτηριάζει. Ἀφήνει νὰ ἐκδηλωθεῖ ὅλη ἡ ἱερὴ ἀγανάκτησή του ἐναντίον τῶν ἐλεεινῶν ἐμπόρων τῆς εὐσεβείας. Τίποτε δὲν προκάλεσε τόσο τὴν ὀργή του ὅσο ἡ ὑποκρισία τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν.

«Ἀλίμονό σας, γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι ὑποκριταί, τοὺς λέει, διότι ἐμφανιζόμενοι σὰν ἄνθρωποι προσευχῆς κατατρῶτε τὰ σπίτια τῶν χηρῶν. Γι’ αὐτὸ θὰ καταδικασθεῖτε περισσότερο ἀπὸ τοὺς κοινοὺς κλέφτες». Ἂς σημειωθεῖ ὅτι οἱ ὑποκριταὶ αὐτοὶ προσεύχονταν σὲ πολυσύχναστα μέρη, γιὰ νὰ τοὺς θαυμάζουν οἱ ἄνθρωποι. Προσεύχονταν ἀκόμη καὶ γιὰ ν’ ἀποσποῦν τὴν ἐμπιστοσύνη τῶν ἀνθρώπων καὶ στὴ συνέχεια νὰ τρῶνε τὶς περιουσίες τους.

«Ἀλίμονό σας, γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι ὑποκριταί, διότι σεῖς μὲν δὲν μπαίνετε στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν γιὰ τὴν ἀπιστία σας, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους τοὺς κλείνετε τὴν πόρτα τῆς βασιλείας». Ὑπόψιν ὅτι ἀλλιῶς περιέγραφαν τὸ μεσσία οἱ προφῆτες καὶ ἀλλιῶς τοὺς τὸν παρουσίαζαν αὐτοί, γιὰ νὰ μὴν τὸν πιστέψουν. Ἀντὶ νὰ φωτίζουν τοὺς ἀνθρώπους, τοὺς σκότιζαν. Ἀντὶ νὰ τοὺς ὁδηγοῦν στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τοὺς παρέσυραν στὴν ἀπιστία.

«Ἀλίμονό σας, γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι ὑποκριταί, διότι γυρίζετε γῆ καὶ θάλασσα, ὅλη τὴ γῆ, γιὰ νὰ κάνετε ἕναν κατηχούμενο, κι ὅταν γίνει, τὸν κάνετε γιὸ τῆς κολάσεως δυὸ φορὲς χειρότερο ἀπὸ σᾶς, διότι τοῦ μεταδίδετε τὶς κακίες τὶς πονηρίες καὶ τὶς διαστροφές σας».

«Μωροὶ καὶ τυφλοί, κάνετε τὰ οὐσιώδη ἐπουσιώδη καὶ τὰ ἐπουσιώδη οὐσιώδη. Ὁ ναός, λέτε, δὲν ἔχει ἀξία, ἐνῷ τὸ χρυσάφι τοῦ ναοῦ ἔχει. Ὅποιος ὁρκιστεῖ στὸ ναό, δὲν ἁμαρτάνει καὶ δὲν ὀφείλει· ὅποιος ὁρκιστεῖ στὸ χρυσάφι τοῦ ναοῦ, ἁμαρτάνει καὶ ὀφείλει νὰ πληρώσει χρῆμα, γιὰ νὰ ἐξιλεωθεῖ. Τὸ θυσιαστήριο, λέτε, δὲν ἔχει ἀξία, ἐνῷ τὸ προσφερόμενο στὸ θυσιαστήριο ζῷο ἔχει. Ὅποιος ὁρκιστεῖ στὸ θυσιαστήριο δὲν ἁμαρτάνει καὶ δὲν ὀφείλει· ὅποιος ὁρκιστεῖ στὸ δῶρο ἁμαρτάνει καὶ ὀφείλει νὰ προσφέρει δῶρο, γιὰ νὰ ἐξιλεωθεῖ».

᾿Εκ πρώτης ὄψεως νομίζει κανεὶς ὅτι οἱ φαρισαῖοι ἐνδιαφέρονται γιὰ τὴν τήρηση τῆς ἱερότητος τοῦ ὅρκου. Ἀλλὰ δὲν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Οἱ φαρισαῖοι καπηλεύονται τὸν ὅρκο γιὰ τὸν πλουτισμό τους, πρᾶγμα ποὺ ὁ Ἰησοῦς τὸ θεωρεῖ ἱεροκαπηλεία καὶ τὸ ἐλέγχει. Διότι ποιός δὲν ξέρει ὅτι ὁ ναὸς εἶναι πιὸ ἅγιος ἀπὸ τὸ χρυσὸ τοῦ ναοῦ, καὶ τὸ θυσιαστήριο πιὸ ἅγιο ἀπὸ τὸ προσφερόμενο ζῷο; Τί εἶναι ἀνώτερο; Τὸ ξύλο πάνω στὸ ὁποῖο χύθηκε τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ ἢ τὸ ἴδιο τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ κοινωνοῦμε; Μιὰ κάποια εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ ἢ ὁ ἴδιος ὁ Χριστός; Τὰ ἀντικείμενα ποὺ ἁγιάστηκαν ἀπὸ τὸ Χριστὸ ἢ ὁ Χριστὸς ποὺ τὰ ἁγιάζει;

«Ἀλίμονό σας, γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι ὑποκριταί, διότι προσφέρετε τὸ ἕνα δέκατο ἀπὸ τὸ δυόσμο καὶ τὸ ἄνηθο καὶ τὸ κύμινο, ἀλλὰ τὶς πιὸ οὐσιώδεις ἐντολὲς τοῦ νόμου γιὰ δίκαιη κρίση καὶ ἐλεημοσύνη καὶ ἐντιμότητα τὶς ἔχετε παρατήσει. Καὶ αὐτὰ ἔπρεπε νὰ τὰ κάνετε καὶ ἐκεῖνα νὰ μὴν τὰ ἀφήσετε. Εἶστε ὁδηγοὶ τυφλοὶ ποὺ στραγγίζετε τὸ κουνοῦπι ἀπὸ τὸ κρασί, ἀλλὰ καταπίνετε τὴν καμήλα». Προφανῶς τὰ μάτια τῶν φαρισαίων τὰ μεγάλα ἁμαρτήματα, ποὺ τὰ παρομοιάζει ὁ Κύριος μὲ καμήλα, δὲν τὰ ἔβλεπαν καὶ τὰ διέπρατταν σκανδαλίζοντας τὸ λαό, ἐνῷ τὰ μικρὰ καὶ ἐπουσιώδη ποὺ ἀντιστοιχοῦσαν μὲ τὸ κουνοῦπι τὰ πρόσεχαν καὶ τὰ τηροῦσαν μὲ σχολαστικότητα.

Στὴ συνέχεια ὁ Κύριος τοὺς ἐλέγχει, διότι δίνουν σημασία στὰ ἐξωτερικὰ καὶ ὄχι στὰ ἐσωτερικά, διότι ἀπ’ ἔξω φαίνονται ὡραῖοι, ἀλλ’ ἀπὸ μέσα βρομοῦν σὰν τοὺς τάφους, διότι ὁμολογοῦν ὅτι εἶναι φονιᾶδες, ὅπως οἱ πρόγονοί τους καὶ χειρότεροι ἀκόμη, διότι καὶ στὸ μέλλον θὰ συνεχίσουν τὴ φονική τους διάθεση κατὰ τῶν κηρύκων ποὺ θὰ τοὺς στείλει. Καὶ θρηνεῖ ὁ Κύριος γιὰ τὴν ᾿Ιερουσαλὴμ ποὺ τὴν κατοικοῦν τέτοιοι κακοὶ ἄνθρωποι, ποὺ πολλὲς φορὲς θέλησε νὰ τοὺς μαζέψει κάτω ἀπὸ τὰ φτερὰ τῆς ἀγάπης του, ἀλλ’ αὐτοὶ δὲν θέλησαν. Τελειώνει τὸν ἔλεγχο ὁ Ἰησοῦς μὲ τὴν προφητεία ὅτι κάποτε θὰ συνέλθουν καὶ αὐτοί, καὶ ἐννοεῖ μετὰ τὴ δευτέρα παρουσία του, ὅταν ἀναγκαστικὰ θὰ τὸν παραδεχτοῦν ὡς εὐλογημένο ποὺ ἔρχεται στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ τότε θὰ εἶναι ἀργά.

 

θανάσιος Γ. Σιαμάκης, ρχιμανδρίτης

 

(δημοσίευσις 30/3/2010)