ΕΠΙΛΟΓΕΣ
2. Λειτουργικὴ ζωή Θέματα ὁμιλητικῆς Λόγοι εἰς ἑόρτια ἀποστολικὰ ἀναγνώσματα 20 ἰουλίου, προφήτου ᾿Ηλία (ἀποστολικὸν ἀνάγνωσμα)

PostHeaderIcon 20 ἰουλίου, προφήτου ᾿Ηλία (ἀποστολικὸν ἀνάγνωσμα)

 

άκωβος γι τν προφήτη λία

 

20 ουλ., ᾿Ηλιού (Ἰα 5,10-20)

 

Στὴ μνήμη τοῦ προφήτου ᾿Ηλιοὺ ὁρίστηκε νὰ διαβάζεται ἀποστολικὴ περι­κοπὴ ἀπὸ τὴν Καθολικὴ Ἐπιστολὴ τοῦ Ἰακώβου, τὴν πρώτη καὶ ἀρχαι­ότερη ἀπὸ τὶς ἑφτὰ Καθολικές. Οἱ ἄλλες ἓξ εἶναι δύο τοῦ Πέτρου, τρεῖς τοῦ Ἰωάννου καὶ μία τοῦ Ἰούδα. Ἡ Ἐπιστολὴ τοῦ Ἰακώβου εἶναι μία συρ­ραφὴ ἀπὸ δώδεκα διδαχὲς ποὺ ξεχωρίζουν σαφῶς μεταξύ τους καὶ ἀπευ­θύνονται πρὸς τὸ σύνολο τῶν Χριστιανῶν. Εἶναι δηλαδὴ ἡ Ἐπιστολὴ ἐγκύκλιος, γενική, καθολική.

Ἡ περικοπή μας εἶναι ἀπὸ τὸ τελευταῖο μέρος τῆς Ἐπιστολῆς τοῦ Ἰα­κώ­βου καὶ περιλαμβάνει τέσσερις ἀπὸ τὶς δώδεκα διδαχές της. Αὐτὲς εἶναι α) ἡ 9η (στ. 7-11), ὅπου γίνεται λόγος γιὰ τὴ μακροθυμία τῶν φτωχῶν ποὺ πιστεύουν, β) ἡ 10η (στ. 12), ὅπου γίνεται λόγος γιὰ τὸν ὅρκο καὶ τὸ ψέμα, γ) ἡ 11η (στ. 13-18), ὅπου γίνεται λόγος γιὰ τὴν ἐξομολόγηση, τὸ εὐχέλαιο καὶ τὴν προσευχή, καὶ δ) ἡ 12η (στ. 19-20), ὅπου γίνεται λόγος γιὰ τὸν ἀγῶνα τοῦ κάθε Χριστιανοῦ γιὰ τὴν ἐπιστροφὴ τῶν ἁμαρτωλῶν.

Στὴν 11η ὁ Ἰάκωβος ἀναφέρει τὸ ὄνομα τοῦ προφήτου ᾿Ηλιοὺ σὰν παρά­δειγμα προσευχῆς. Εἶναι προφανὲς ὅτι ἡ περικοπὴ διαλέχτηκε γιὰ τὸ λόγο αὐτό. Βέβαια γιὰ τὸν Ἠλία ὑπάρχουν πολλὲς καὶ ὑπεύθυνες πληρο­φορίες στὴν Παλαιὰ Διαθήκη (Γ΄ Βα, κεφ. 17, 18 καὶ 19). Στὴν Καινὴ Διαθήκη ὅμως, ἂν καὶ ἀναφέρεται 30 φορές, οἱ πληροφορίες εἶναι λίγες, ἀλλὰ οὐσι­ώ­δεις. Μία ἀπ’ αὐτὲς εἶναι καὶ ὅσα λέγονται γι’ αὐτὸν στὴν περικοπή μας.

Ὁ Ἰάκωβος, ὁ συγγραφεὺς τῆς Ἐπιστολῆς, εἶναι γιὸς τοῦ μνήστορος Ἰωσὴφ ἀπὸ προηγούμενη γυναῖκα. Γι’ αὐτὸ καὶ ἀναφέρεται στὰ Εὐαγ­γέλια καὶ στὶς Ἐπιστολὲς ὡς «ἀδελφὸς τοῦ Κυρίου». Ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ ἀδερφός του Ἰούδας ἀρχικὰ δὲν ἐκτιμοῦσαν καὶ δὲν πίστευαν στὸ Χριστό. Ὅταν ὅμως ὁ Χρι­στὸς ἀναστημένος ἐμφανίστηκε καὶ σ’ αὐτούς, πίστεψαν ὅτι εἶναι ὁ Κύριος καὶ ἔγιναν ἀπόστολοί του. Ὁ Ἰάκωβος στὶς Πράξεις ἀναφέρεται ὡς ἐπὶ κεφαλῆς τῆς ἐκκλησίας τῶν ᾿Ιεροσολύμων καὶ ὡς ἕνας ἀπὸ τοὺς τρεῖς στύλους της. Οἱ ἄλλοι δύο ἦταν ὁ Πέτρος καὶ ὁ Ἰωάννης. Κάποτε ἐμφα­νί­ζεται πιὸ σεβαστὸς καὶ ἀπὸ τὸν Πέτρο. Τὴν Ἐπιστολή του τὴν ἔγραψε περίπου τὸ 55-60. Ἀποκεφαλίστηκε ἀπὸ τὸν Ἡρῴδη τὸ 62-64.

Στὴν 9η διδαχή, στοὺς στίχους 10 καὶ 11, λέει ὁ Ἰάκωβος· «Ἀδελφοί μου, ὡς παράδειγμα κακοπαθείας καὶ μακροθυμίας λάβετε τοὺς προφῆτες, οἱ ὁποῖοι κήρυξαν ἐξ ὀνόματος τοῦ Κυρίου». Παρ’ ὅλο δηλαδὴ ποὺ ἦταν ἄν­θρωποι τοῦ Κυρίου, συνάντησαν τὸν ὀνειδισμὸ καὶ τὸ διωγμὸ ἀπὸ τοὺς συγ­χρόνους τους, καὶ μερικοὶ φονεύτηκαν. Οἱ ἄντρες αὐτοὶ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀποτελοῦν ὑπέροχα παραδείγματα γιὰ ὅλους.

Μετὰ τὴ γενικὴ ἀναφορὰ στοὺς προφῆτες ὁ Ἰάκωβος ἔρχεται στὸ συγκε­κρι­μένο παράδειγμα τοῦ Ἰώβ· «Γιὰ δεῖτε, λέει, πόσο μακαρίζουμε αὐτοὺς ποὺ ὑπομένουν! Ἔχετε ἀκούσει στὰ μαθήματα τῆς συναγωγῆς γιὰ τὴν ὑ­πο­μονὴ ποὺ ἔδειξε ὁ Ἰώβ, καὶ ἔχετε μάθει γιὰ τὴν ἀγαθὴ ἔκβαση ποὺ ἔδωσε ὁ Κύριος στὴν ὑπόθεσή του. Καὶ αὐτό, διότι ὁ Κύριος εἶναι πολυ­εύσ­πλαχνος στὰ παιδιά του καὶ τὰ ἀμείβει γιὰ τὴν ὑπομονή τους».

Στὴ 10η διδαχή, ποὺ περιλαμβάνει μόνο ἕνα στίχο, ὁ Ἰάκωβος μιλάει κατὰ τοῦ ὅρκου· «Πρὸ πάντων, ἀδελφοί μου, λέει, μὴν ὁρκίζεστε οὔτε στὸν οὐρανὸ οὔτε στὴ γῆ οὔτε κανέναν ἄλλον ὅρκο· ὅταν πρέπει νὰ λέτε ναί, νὰ λέτε ναί, κι ὅταν πρέπει νὰ λέτε ὄχι, νὰ λέτε ὄχι, γιὰ νὰ μὴν πέσετε στὴν ὑποκρισία».

Οἱ Χριστιανοὶ δὲν πρέπει νὰ λένε ψέματα. Ὁπότε δὲν ὑπάρχει ἀνάγκη νὰ ὁρκίζονται. Ὁ ὅρκος ὑπάρχει ἐκεῖ ὅπου ἡ ἐμπιστοσύνη εἶναι κλονισμένη, καὶ εἶναι κλονισμένη ἐκεῖ ὅπου συνηθίζεται τὸ ψέμα. Ἡ ρίζα λοιπὸν τοῦ ὅρκου εἶναι τὸ ψέμα. Ὅλα τὰ πρὸς ἀποφυγὴν παραπτώματα εἶναι σοβαρά. Ἀλλὰ δὲν ὑπάρχει πιὸ σοβαρὸ ἁμάρτημα καὶ γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ γιὰ τὸ σύνολο ἀπὸ τὴν ὑποκρισία. Αὐτὴ διέστρεψε καὶ τοὺς φαρισαίους, ποὺ στὴν ἀρχὴ ἦταν καλοί, ἀλλὰ μὲ τὴν ὑποκρισία ἔγιναν ἀνάλγητοι ἀσεβεῖς καὶ ἐπι­κίνδυνοι. Γι’ αὐτὸ λέει τὸ «πρὸ πάντων», γιὰ ν’ ἀποφεύγουν περισ­σό­τε­ρο ἀπ’ ὅλα τὴν ὑποκρισία. Ὅλα τ’ ἁμαρτήματα τὰ συγχώρησε ὁ Χρι­στός, ἀλλὰ τὴν ὑποκρισία δὲν τὴ συγχώρησε. Τὴν κατακεραύνωσε.

Στοὺς 6 στίχους τῆς 11ης διδαχῆς ὁ Ἰάκωβος μιλάει γιὰ τὴν προσευχή, τὴν ἐξομολόγηση καὶ τὸ εὐχέλαιο. Λέει· «Πάσχει κανεὶς ἀπὸ ἐξωτερικοὺς πει­ρασμούς, ἀπὸ κακοπάθειες; Ἂς προσεύχεται. Εἶναι εὔθυμος; Ἂς ψάλλει τοὺς Ψαλμοὺς καὶ ἄλλες αὐτοσχέδιες προσευχές». Μὲ τὴν ἰδιωτικὴ καὶ δημόσια προσευχὴ ὁ Χριστιανὸς βρίσκει καταφύγιο ἀπὸ τοὺς κινδύνους καὶ λύση στὰ προβλήματά του. Μὲ τὴν ψαλμῳδία Ψαλμῶν καὶ ὕμνων καὶ πνευματικῶν τραγουδιῶν ἐξαγιάζει τὴν εὐθυμία του, σὲ ἀντίθεση μὲ τοὺς κοσμικούς, ποὺ ἡ εὐθυμία τοὺς ἐξωθεῖ στὴν ἁμαρτία.

«Εἶναι κανένας ἄρρωστος ἀνάμεσά σας; Ἂς προσκαλέσει τοὺς πρεσβυ­τέρους τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἂς προσευχηθοῦν ἐπάνω του, ἀφοῦ τὸν ἀλεί­ψουν μὲ λάδι στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου. Καὶ ἡ προσευχὴ τῆς ἐκκλησίας θὰ σώσει τὸν πνευματικὰ ἄρρωστο καὶ θὰ τὸν σηκώσει ὁ Κύριος ἀπὸ τὸ κρε­βάτι τῆς ἀρρώστιας του. Κι ἂν ἔχει διαπράξει ἁμαρτίες ποὺ προκάλεσαν τὴν ἀρρώστια του, θὰ τοῦ συγχωρηθοῦν. Νὰ ἐξομολογεῖστε μεταξύ σας τὰ παραπτώματά σας καὶ νὰ προσεύχεστε ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλο, γιὰ νὰ θερα­πευθεῖτε ἀπὸ τὶς σωματικὲς καὶ ψυχικές σας ἀρρώστιες».

Ἐδῶ γίνεται σαφῶς λόγος γιὰ τὸ μυστήριο τοῦ εὐχελαίου, ὅπως τὸ ξέ­ρουμε σήμερα, καὶ φαίνεται καθαρὰ ἡ διπλὴ ἐνέργειά του στὶς σωματικὲς καὶ ψυχικὲς ἀσθένειες. Φαίνεται ὅτι ἔχει μέσα του καὶ τὸ στοιχεῖο τῆς ἐξο­μολογήσεως, ποὺ σήμερα σχεδὸν τὸ ἔχασε. Διαφέρει ἀπὸ τὴν ἐξομολόγηση κατὰ τὸ ὅτι ἐκεῖ ὑπάρχει ἕνα αἴτημα, ἡ ἄφεση τῶν ἐξαγορευμένων ἁμαρ­τη­μάτων, ἐνῷ στὸ εὐχέλαιο τὸ δεύτερο αἴτημα εἶναι ἡ ἀποκατάσταση τῆς σωματικῆς ὑγείας. Δὲν ἐννοεῖ νὰ ἀλληλοεξομολογοῦνται οἱ Χριστιανοὶ με­ταξύ τους, διότι αὐτὸ θὰ ἦταν ἐπικίνδυνο, ἀλλὰ νὰ ἐξομολογοῦνται οἱ ἁ­πλοὶ Χριστιανοὶ στοὺς πρεσβυτέρους, καὶ οἱ πρεσβύτεροι στὸν ἐπίσκοπο ἢ σὲ ἄλλους πρεσβυτέρους. Καὶ μπαίνει ὁ Ἰάκωβος στὸ θέμα τῆς προσευχῆς.

«Ἔχει μεγάλη δύναμη, λέει, ἡ δέηση τοῦ δικαίου ὅταν εἰσακούεται καὶ ἐνεργεῖται ἀπὸ τὸ Θεό. Ὁ προφήτης Ἠλίας δὲν ἦταν οὔτε θεὸς οὔτε ἄγγε­λος, ἀλλὰ ἄνθρωπος σὰν ἐμᾶς. Κι ἔκανε τὴν προσευχή του νὰ μὴ βρέξει, καὶ δὲν ἔβρεξε 3,5 χρόνια στὶς γύρω χῶρες. Καὶ πάλι προσευχήθηκε, καὶ ὁ οὐρανὸς ἔδωσε βροχή, καὶ ἔβγαλε ἡ γῆ τοὺς καρπούς της».

Στὴ 12η διδαχὴ ὁ Ἰάκωβος κάνει λόγο γιὰ τὸ χρέος τοῦ Χριστιανοῦ νὰ ὁδηγήσει κάποιον, ἔστω καὶ ἕναν, στὴ μετάνοια. Λέει· «Ἀδελφοί μου, ἂν κάποιος ἀπὸ σᾶς ξεφύγει ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ πίστη καὶ ζωή, καὶ τὸν ξανα­φέρει ἕνας στὴ δογματικὴ ἀλήθεια καὶ τὴν ἠθικὴ τάξη, ἂς γνωρίζει ὅτι αὐτὸς ποὺ συνετέλεσε νὰ ξαναγυρίσει ὁ ἁμαρτωλὸς ἀπὸ τὴν πλανεμένη ζωή του, θὰ σώσει μία ψυχή, τὴν ψυχὴ τοῦ πλανεμένου, καὶ θὰ σβήσει πλῆθος ἁμαρτιῶν ποὺ διέπραξε ὁ ἁμαρτωλός».

Αὐτὰ τὰ λίγα ἀλλὰ σπουδαῖα μᾶς λέει ὁ Ἰάκωβος ἐδῶ γιὰ τὸν προφήτη Ἠλία καὶ γιὰ τὰ ἄλλα ζητήματα.

 

Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης, ἀρχιμανδρίτης

 

 

(δημοσίευσις 15/7/2010)