Oι σχέσεις
Χριστιανισμού και Ισλάμ
στη σύγχρονη πολιτική
Γιώργος Αθ. Τσούτσος,
πολιτικός επιστήμων, ιστοριοδίφης, δημοσιογράφος
Πρόθεσή μας είναι να παρουσιάσουμε εδώ με συντομία, μιά παράλληλη εξέταση της πολιτικής δραστηριότητας στον ισλαμικό και χριστιανικό κόσμο και όχι μια παρουσίαση των σχέσεων Χριστιανισμού και Ισλάμ από πλευράς δογματικής.
Από πολιτική σκοπιά στον ισλαμικό κόσμο παρατηρείται έντονη δραστηριότητα κινημάτων με εθνικούς στόχους (π.χ. Παλαιστίνη, Φιλιππίνες, Ινδονησία), στα οποία γίνεται σαφής επίκληση της θρησκείας με σκοπό την ενίσχυση της συσπείρωσης του πληθυσμού και της μαχητικότητάς του. Επιπλέον διεθνιστικές ισλαμικές οργανώσεις τύπου "Αλ-Κάιντα" επιχειρούν την εξέγερση των μουσουλμανικών πληθυσμών ανεξαρτήτως εθνικής καταγωγής εναντίον των καθεστώτων τους και εναντίον της Δύσεως εν γένει. Μεταξύ των δύο τάσεων (των εθνικοϊσλαμικών και των "διεθνών" οργανώσεων) υπάρχει ενίοτε συνεργασία αλλά και σαφής διάκριση στόχων και αντιλήψεων. Οι αντιλήψεις που διαχέονται στις ισλαμικές κοινωνίες από οργανώσεις τύπου "Αλ-Κάιντα" μέχρι στιγμής δεν επηρεάζουν παρά ένα μικρό ποσοστό του πληθυσμού. Οι οργανώσεις αυτές επιδιώκουν να προσεταιριστούν την μετριοπαθή πλειοψηφία των μουσουλμάνων εκμεταλλευόμενες την δυτική πολιτικο-στρατιωτική παρουσία στις ισλαμικές χώρες.
Το παράδειγμα Ιράν-Τουρκίας
Η σημαντικότερη όμως αιτία ανησυχίας τόσο μεταξύ των δυτικόφιλων αραβικών καθεστώτων όσο και του Ισραήλ και άλλων δυτικών συμφερόντων αποτελεί η δραστηριότητα του Ιράν. Το κράτος αυτό με σιϊτική πλειοψηφία χρησιμοποιεί κατά κόρον τη θρησκεία στην εξωτερική πολιτική με έμφαση την αμφισβήτηση του δικαιώματος ύπαρξης του Ισραήλ. Υπάρχει βεβαίως δυσχέρεια διακρίσεως μεταξύ της πολιτικής ρητορείας ορισμένων Ιρανών ηγετών και της πραγματικής δραστηριότητας του Ιράν. Ο τρόπος όμως αντιμετωπίσεως του Ιράν από τη διεθνή κοινότητα εξελίσσεται σε πρωταρχικό ζήτημα, από το οποίο εξαρτάται εν πολλοίς ο γεωπολιτικός χάρτης μιας τεράστιας σε έκταση, πληθυσμό και οικονομική-ενεργειακή σημασία περιοχής.
Η περίπτωση της Τουρκίας είναι εξόχως ενδιαφέρουσα. Στη χώρα αυτή υπάρχει μια κοινωνική δυναμική υπέρ του Ισλάμ. Οι κεμαλικές μεταρρυθμίσεις όμως σε συνδυασμό με την θρησκευτική ανομοιογένεια του μουσουλμανικού πληθυσμού δυσχεραίνουν την εξεύρεση μιας αμοιβαία αποδεκτής λύσεως μεταξύ του κοσμικού κατεστημένου και του ισλαμικού κινήματος. Στην Τουρκία από τη δεκαετία του 70 και εντεύθεν ακολουθείται μια πολιτική συνδυασμού του τουρκικού εθνικισμού και του θρησκευτικού αισθήματος. Ειναι δυσχερής όμως η εξεύρεση μιας κοινής συνισταμένης μεταξύ των δύο που θα ικανοποιεί και τους θιασώτες του κοσμικού κράτους και εκείνους που επιθυμούν μια στροφή προς τις ισλαμικές αξίες. Παρά τις δυσκολίες αυτές προωθείται σήμερα διεθνώς ο μεσολαβητικός ρόλος της Τουρκίας όχι μόνο ως κράτους-θεματοφύλακα της ασφάλειας της Δύσης αλλά και ως φορέα ενός εκσυγχρονιστικού-μετριοπαθούς Ισλάμ, πρότυπου για τις άλλες ισλαμικές χώρες.
Είναι γεγονός ότι σήμερα οι ενεργητικότερες δυνάμεις πολιτικής αλλαγής στον ισλαμικό κόσμο εμφανίζονται με φιλοϊσλαμικό προσανατολισμό, ενώ στο παρελθόν θα συναντούσαμε διακηρύξεις σοσιαλιστικού και εθνικιστικού περιεχομένου. Εν πάση περιπτώσει η αντίθεση προς τα υπάρχοντα καθεστώτα αντανακλά μία γενικευμένη λαϊκή δυσφορία για τη μη επίλυση χρονιζόντων κοινωνικών προβλημάτων, έναντι των οποίων οι ισλαμικές πολιτικές κινήσεις-κινήματα εκφράζουν μία αντίδραση "ηθικής φύσεως" χωρίς σαφή προγραμματικό λόγο. Το υψηλό ποσοστό αναλφαβητισμού μεταξύ του μουσουλμανικού πληθυσμού λόγου χάρη στην Εγγύς Ανατολή (άνω του 40%) προσφέρεται για την άνθιση παντός είδους φανατισμού και πολιτικής χειραγώγησης. Ο θρησκευτικός παράγων χρησιμοποιείται κατά κόρον στην εξυπηρέτηση πολιτικών επιδιώξεων (π.χ. Αίγυπτος).
Πρόβλημα αναμφισβήτητα αποτελεί η δραστηριότητα σεκτών, των οποίων οι ακραίες αντιλήψεις και ο τρόπος ερμηνείας του Κορανίου ενισχύουν την προσφυγή στη βία (π.χ. ουαχαβίτες, σελαφίτες). Οι φονταμενταλιστές αυτοί αναπτύσσουν δραστηριότητα σε περιοχές όπως η Μέση Ανατολή και η Σαουδική Αραβία παρά την προσπάθεια εξουδετέρωσής τους.
Γενικότερα όμως ο ισλαμικός κόσμος πάσχει από αδυναμία προσαρμογής των θρησκευτικών του αναζητήσεων στα δεδομένα της διεθνούς οικονομίας. Αναζητεί ακόμη χωρίς επιτυχία τρόπους συγκερασμού των θρησκευτικών του αναζητήσεων με δυτικούς θεσμούς σε έναν παγκοσμιοποιημένο κόσμο και σε μια κυριαρχούμενη από την τεχνολογία ρευστή κοινωνική πραγματικότητα.
Χριστιανικός φονταμενταλισμός
Στον χριστιανικό κόσμο, ο αμερικανικός προτεσταντισμός αποτελεί σημείο αναφοράς στην εξωστρεφή εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Ο πολιτικός λόγος αποκτά θρησκευτικά χαρακτηριστικά (έννοια της "παγκόσμιας αποστολής", "Δυνάμεις του καλού" κ.λπ.) και ιεροποιούνται οι δυτικοί πολιτικοί θεσμοί, ενώ το κήρυγμα αλλάζει περιεχόμενο ταυτιζόμενο με την έννοια του "δυτικού πολιτισμού". Εργώδης προσηλυτιστική δραστηριότητα προτεσταντικών ομολογιών παρατηρείται στα Βαλκάνια, τη Μέση Ανατολή και σε θερμές περιοχές του πλανήτη, ενώ από την άλλη πλευρά δραστηριοποιείται σταδιακά η ρωσική πολιτική και σε σχέση με τον θρησκευτικό παράγοντα.
Ορισμένοι μίλησαν ανοιχτά για "σύγκρουση πολιτισμών" με πλέον γνωστό τον προσφάτως αποβιώσαντα Χάντινγκτον. Το κράτος του Ισραήλ εμφανίζεται από θρησκευτικούς και συντηρητικούς κύκλους στις ΗΠΑ σαν την "αιχμή του δόρατος" του δυτικού πολιτισμού στον πόλεμο κατά του Ισλάμ. Ωστόσο δεν είναι δυνατόν να υπάρξει ομοφωνία σχετικά με το σύγχρονο περιεχόμενο της έννοιας του δυτικού πολιτισμού, όταν μάλιστα αυτός εξειδικεύεται σε μέτρα όπως η δυνατότητα συνάψεως γάμου από άτομα του ιδίου φύλου, η σταδιακή αποποινικοποίηση της παιδεραστίας κ.α.
Στην Ευρωπαϊκή Ενωση οι σχέσεις Χριστιανισμού και Ισλάμ αποτελούν αντικείμενο προβληματισμού, καθόσον υπάρχουν πολυάριθμες μουσουλμανικές κοινότητες σε ορισμένες χώρες-μέλη (Γαλλία, Γερμανία). Η έλλειψη οποιασδήποτε αναφοράς στον Χριστιανισμό στο προοίμιο του λεγόμενου "Ευρωσυντάγματος" συνέβαλε στην καταψήφισή του, ενώ ερωτήματα εγείρονται ως προς την υποψηφιότητα της Τουρκίας.
Οι σχέσεις Χριστιανισμού και Ισλάμ αποτελούν μέρος ενός γενικότερου προβλήματος αυτοπροσδιορισμού των ευρωπαϊκών κοινωνιών.
Τόσο στον χριστιανικό όσο και στον ισλαμικό κόσμο διαπιστώνεται μία άνοδος του θρησκευτικού παράγοντα στη διαμόρφωση των πολιτικών εξελίξεων είτε για ουσιαστικούς είτε για προσχηματικούς λόγους. Στην περίπτωση μάλιστα χωρών με ορθόδοξη χριστιανική πλειοψηφία το πρόβλημα περιπλέκεται στο μέτρο που κέντρα εξουσίας δυτικής προέλευσης αντιμετωπίζουν με καχυποψία την υπαρκτή ή εικαζόμενη "ρωσική επιρροή". Ετσι στα Βαλκάνια υπάρχει τάση ανάδειξης και υποστήριξης μη ορθόδοξων πληθυσμών από ποικίλα κέντρα εξουσίας.
Παρά το γεγονός ότι στις εκκοσμικευμένες ευρωπαϊκές κοινωνίες δίδεται έμφαση στα προβλήματα προσαρμογής των μουσουλμάνων, στους κόλπους κυρίως της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας υπάρχει προβληματισμός για την υποστηριζόμενη από πολλούς Ευρωπαίους πολιτική περαιτέρω αποχριστιανοποιήσεως του δημοσίου βίου και ο προβληματισμός αυτός γενικεύεται στους θρησκευτικούς κύκλους εν γένει. Κοινό εν δυνάμει στοιχείο μεταξύ όλων των θρησκειών που ενεργοποιούνται στον ευρωπαϊκό χώρο αποτελεί η στάση έναντι της αθεΐας, ενώ κοινωνικά και άλλα θέματα δημιουργούν διόδους επικοινωνίας μεταξύ των εκκλησιών αλλά και σε διαθρησκειακό επίπεδο. Σε πολλές περιπτώσεις πολιτικές σκοπιμότητες ενθαρρύνουν τη δημιουργία διαχωριστικών γραμμών μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων (περίπτωση Κοσσυφοπεδίου). Εκεί καλλιεργήθηκε ο θρησκευτικός φανατισμός, για να διευκολυνθεί ο διαμελισμός της Γιουγκοσλαβίας. Αντίθετο παράδειγμα αποτελούν οι περιβόητες γελοιογραφίες του Μωάμεθ, τις οποίες ισλαμικοί κύκλοι φρόντισαν να διαδώσουν μεταξύ του ισλαμικού πληθυσμού ανά την υφήλιο, ώστε να καλλιεργηθεί το αντιδυτικό αίσθημα. Ακρίτως όμως επαναδημοσιεύθηκαν και από άλλες δυτικές εφημερίδες ρίχνοντας έτσι "λάδι στη φωτιά".
Εν κατακλείδι, ο πολύπλοκος χαρακτήρας των σχέσεων ανάμεσα στον ισλαμικό και στον χριστιανικό κόσμο προκύπτει σε μεγάλο βαθμό από πολιτικούς παράγοντες που με τη σειρά τους αποσταθεροποιούν την παγκόσμια ειρήνη.
(Εφημεριδα «Χριστιανική», Πέμπτη 5 Φεβρουαρίου 2009)