ΟΙ ΑΡΧΙΚΟΙ ΠΥΡΗΝΕΣ ΤΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΤΥΠΙΚΟΥ
τοῦ Διονυσίου ᾿Ανατολικιώτου
μουσικολόγου - τυπικολόγου,
πτυχ. κοινωνικῆς θεολογίας
(symbole@mail.com)
Μιλῶ γιὰ ἐκκλησιαστικὸ τυπικὸ καὶ ὄχι γιὰ ἐνοριακό, διότι ἀπὸ τὸν 15ο αἰῶνα περίπου (ἀλλὰ καὶ νωρίτερα) τὸ τυπικὸ καὶ στὶς ἐνορίες καὶ στὰ μοναστήρια εἶναι τὸ ἴδιο· καὶ εἶναι τὸ ἴδιο στὴν δομή του, ὄχι ὅμως καὶ στὶς λεπτομέρειες. μέχρι τὸν 12ο αἰῶνα περίπου ὑπῆρχαν στὴν ἐκκλησία δύο τυπικὰ ἀκολουθιῶν, τὸ ἐνοριακὸ ἢ ᾀσματικὸ καὶ τὸ μοναστηριακό. μεταξύ τους εἶχαν πολλὲς καὶ σημαντικὲς διαφορές, διότι τὸ ἐνοριακὸ τυπικὸ ἦταν φτιαγμένο γιὰ τὸν ναὸ τῆς ἐνορίας καὶ ἀπαιτοῦσε νὰ ὑπάρχῃ ὁπωσδήποτε πρεσβύτερος γιὰ τὴν τέλεσι τῶν ἀκολουθιῶν, ἐνῷ τὸ μοναστηριακὸ τυπικὸ ἦταν φτιαγμένο γιὰ τὶς μοναστικὲς κοινότητες, θεωροῦσε δεδομένο ὅτι οἱ μοναχοὶ ἔχουν κύριο ἔργο τους τὴν προσευχὴ καὶ τὴν λατρεία, καὶ οἱ ἀκολουθίες του μποροῦσαν νὰ τελεστοῦν καὶ ἀπὸ ἁπλὸ μοναχὸ χωρὶς ἱερωσύνη. δηλαδὴ ὁ ἐνοριακὸς ὄρθρος δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ τελεσθῇ χωρὶς ἱερέα, ἐνῷ ὁ μοναστικὸς ὄρθρος δὲν χρειαζόταν ἱερέα. οἱ ἐνοριακὲς ἀκολουθίες ἦσαν ἁπλούστερες καὶ συντομώτερες, ἐνῷ οἱ μοναστικὲς συνθετώτερες καὶ μεγαλειτέρας διάρκειας. τὸ ἐνοριακὸ τυπικὸ ἦταν τὸ ἀρχαιότερο, ἀλλὰ τὸ μοναστικὸ τυπικὸ εἶχε μεγαλειτέρα καὶ πλουσιωτέρα ἐξέλιξι, γι᾿ αὐτὸ ἐν τέλει ἐπικράτησε καὶ ἀπορρόφησε τὸ ἐνοριακό. τὰ δύο αὐτὰ τυπικὰ εἶχαν ἀλληλεπιδράσεις μεταξύ τους, μέχρι ποὺ ἐπικράτησε μὲν τὸ μοναστικὸ τυπικὸ καὶ στὶς ἐνορίες, ἀλλὰ μόνον ὡς πρὸς τὴν δομὴ τῶν ἀκολουθιῶν, ποὺ ἦσαν πλέον κοινὲς καὶ στὶς ἐνορίες καὶ στὶς μονές. κατ᾿ οὐσίαν δημιουργήθηκε ἕνα τυπικὸ ποὺ περιέχει στοιχεῖα καὶ ἀπὸ τὰ δύο παλαιὰ τυπικά, γι᾿ αὐτὸ σήμερα εἶναι μᾶλλον ὀρθότερο νὰ μιλοῦμε γιὰ ἐκκλησιαστικὸ τυπικό.
Στὸ σημερινὸ τυπικὸ μποροῦμε νὰ διακρίνουμε πολλὰ στοιχεῖα εἴτε μοναστηριακὰ εἴτε ἀρχαῖα ἐνοριακά. μοναστικῆς προελεύσεως εἶναι τὰ στοιχεῖα καὶ ἡ δομὴ τῶν τακτικῶν ἀκολουθιῶν ἑσπερινοῦ, ἀποδείπνου, μεσονυκτικοῦ, ὄρθρου, καὶ ὡρῶν, καθὼς καὶ ὡρισμένων ἐκτάκτων ἀκολουθιῶν (νεκρωσίμου, παρακλήσεων, μικροῦ ἁγιασμοῦ, τοῦ πρώτου μέρους τοῦ εὐχελαίου, τῶν τυπικῶν, τῆς ἀκολουθίας τῆς τραπέζης, καὶ ἄλλων), ἐνῷ ἡ δομὴ καὶ τὰ στοιχεῖα τῶν ἱερῶν μυστηρίων κυρίως (βάπτισμα, γάμος, λειτουργία, ἀλλὰ καὶ μέγας ἁγιασμός, ἀναγνώσματα ἑορτῶν καὶ λοιπὰ) προέρχονται ἀπὸ τὸ παλαιὸ ἐνοριακὸ τυπικό. πρέπει ὅμως νὰ τονίσω ὅτι σὲ ὅλες σχεδὸν τὶς ἀκολουθίες τὰ στοιχεῖα ποὺ ἀφοροῦν τὸν κλῆρο (ἐπίσκοπο, πρεσβύτερο, διάκονο), δηλαδὴ ἐπισκοπικὲς ἢ ἱερατικὲς εὐχές, διακονικὲς αἰτήσεις, εὐλογήσεις καὶ λοιπά, εἴτε προέρχονται αὐτούσια ἀπὸ τὸ ἀρχαῖο ἐνοριακὸ τυπικὸ εἴτε ἀπὸ ἐκεῖ κατάγεται ὁ ἀρχικὸς πυρῆνάς τους. γιὰ παράδειγμα στὸν σημερινὸ ἑσπερινὸ ὁ προοιμιακὸς ψαλμός, τὰ ἀνοιξαντάρια, τὰ στιχηρὰ τοῦ «Κύριε, ἐκέκραξα», τὰ ἀπόστιχα, τὰ δοξαστικὰ καὶ τὰ θεοτοκία ἔχουν μοναστηριακὴ καταγωγή, ἐνῷ οἱ λεγόμενες «εὐχὲς τοῦ λυχνικοῦ» (ἱερατικές), οἱ ψαλμοὶ τοῦ «Κύριε, ἐκέκραξα», ἡ ἐπιλύχνιος εὐχαριστία «Φῶς ἱλαρόν», τὰ προκείμενα, τὸ «Καταξίωσον, Κύριε», τὸ «Νῦν ἀπολύεις» καὶ τὰ ἀπολυτίκια προέρχονται ἀπὸ τὴν ἀρχαία ἐνοριακὴ τάξι. ἔτσι μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ὁ ἀρχικὸς πυρῆνας τοῦ λειτουργικοῦ βιβλίου «εὐχολόγιον τὸ μέγα» ἦταν ἡ ἐνοριακὴ πρᾶξι, ἐνῷ τὸ μοναστῆρι εἶναι ὁ χῶρος στὸν ὁποῖο γεννήθηκε τὸ «ὡρολόγιον τὸ μέγα». γιὰ μερικὰ στοιχεῖα ἀκολουθιῶν πάντως δὲν εἶναι εὔκολο νὰ διευκρινισθῇ ἂν ἔχουν μοναστηριακὴ ἢ ἐνοριακὴ προέλευσι (λιτανεῖες-λιτές, κοντάκια-χαιρετισμοί, ἐπιμνημόσυνες ἀκολουθίες καὶ ἄλλα).
Σήμερα στὴ συνήθη λειτουργικὴ πρᾶξι τῆς ἐκκλησίας παρατηρεῖται τὸ ἑξῆς παράδοξο· πολλὲς φορὲς μέσα στὸ μοναστικὸ τυπικὸ καὶ στὴν μοναστηριακὴ συνήθεια διασῴζονται καὶ ἐπιβιώνουν στοιχεῖα τοῦ ἀρχαίου ἐνοριακοῦ τυπικοῦ, ἐνῷ στὴν ἐνοριακὴ πρᾶξι ἔχουν ἐπικρατήσει ὡς ἀπαραίτητα στοιχεῖα ποὺ μᾶλλον προσιδιάζουν περισσότερο στὶς μονές. ἔτσι ἀπὸ τὴν ἀρχαία λειτουργικὴ πρᾶξι τῆς ἐκκλησίας διασῴζονται σήμερα στὰ μοναστήρια ἡ ἀνάγνωσι τοῦ ψαλτηρίου, τὰ ἀρχαῖα ἀντίφωνα τῆς λειτουργίας, ἡ στιχολογία τῶν ἐννέα ᾠδῶν τοῦ ὄρθρου, τὰ διπλᾶ ἀναγνώσματα τῆς λειτουργίας, πιθανὸν οἱ λιτὲς τῶν πανηγυρικῶν ἑσπερινῶν, πάνδημες λιτανεῖες μεταξὺ ὄρθρου καὶ λειτουργίας, ἡ ὕπαρξι δύο χορῶν ψαλτῶν, ἡ ἁπλότης καὶ ἡ συντομότης τοῦ μέλους στὶς καθημερινὲς ἀκολουθίες. ἀπὸ τὴν ἄλλη στὶς ἐνορίες ἔχει ἐπικρατήσει ἡ ἀντίληψι ὅτι πλήρης ἀκολουθία εἶναι ἡ ἑορτάσιμος ᾀσματικὴ ἀκολουθία (ποιητικὸ λειτουργικὸ κείμενο καθαρῶς μοναστηριακῆς προελεύσεως), ὑπάρχει μία τάσι γιὰ αὔξησι τῶν ψαλλομένων τροπαρίων καὶ περιορισμὸ τῶν ἐλαχίστων ἐναπομεινάντων ἀναγνωσμάτων, θεωρεῖται πιστότης στὴν ἐκκλησιαστικὴ παράδοσι ἡ σιωπηρὰ «ἀνάγνωσι» τῶν ἱερατικῶν εὐχῶν (πρακτικὴ ἐπίσης μοναστηριακῆς καταγωγῆς) —δὲν ἀναφέρομαι ἐδῶ στὸ δίλημμα τῶν νεωτέρων χρόνων ἂν οἱ εὐχὲς λέγονται «μυστικῶς» ἢ «εἰς ἐπήκοον»—, γίνεται (στὶς ἐνορίες) ἄκριτη καὶ ἐνίοτε παράτυπη ἐπαύξησι τῶν ἑορταζομένων ἁγίων, σὲ πολλὲς ἐνορίες ἔχει καθιερωθῆ ἡ καθημερινὴ τέλεσι λειτουργίας, ἡ συχνὴ τέλεσι ἀγρυπνίας (καὶ μάλιστα δῆθεν «ἁγιορειτικοῦ τύπου»), ἐνῷ ἐνίοτε στὶς ἐνοριακὲς ἀκολουθίες ἀκούονται μέλη ἰδιαζόντως ἀργὰ καὶ περίτεχνα. ἔτσι στὴν ἀκολουθία τοῦ μεγάλου ἀποδείπνου, μία κατ᾿ ἐξοχὴν μοναστηριακὴ ἀκολουθία, συναντοῦμε ψαλλόμενα κατ᾿ ἀρχαῖο ἀντιφωνικὸ τρόπο βιβλικὰ κείμενα καὶ παλαιοχριστιανικὰ μέλη («Μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός», «Ἡ ἀσώματος φύσις τὰ χερουβίμ», «Παναγία δέσποινα θεοτόκε», «Κύριε τῶν δυνάμεων»), τὰ ὁποῖα εἶναι βέβαιο ὅτι προέρχονται ἀπὸ ἐνοριακὴ χρῆσι ἀρχαιοτάτων χρόνων.
Βεβαίως τὸ ἐκκλησιαστικὸ τυπικὸ τῶν ἐνοριῶν διαφοροποιεῖται σὲ ἐπὶ μέρους στοιχεῖα ἀπὸ τὸ μοναστικό, ἀλλὰ ὄχι στὴν δομή, στὸν σκελετὸ τῶν ἀκολουθιῶν. δυστυχῶς ὑπάρχει μεγάλη σύγχυσι στὸ σημεῖο αὐτό, καὶ ἐνίοτε ἐπικρατοῦν αὐθαίρετες σκέψεις καὶ πρακτικὲς στὴν τέλεσι τῶν ἀκολουθιῶν στοὺς ἐνοριακοὺς ναούς. τὸ ἰσχῦον τυπικὸ τῆς μεγάλης ἐκκλησίας, ποὺ συνέταξε καὶ ἐξέδωκε τὸ 1888 ὁ πρωτοψάλτης Γεώργιος Βιολάκης, ὅταν αὐτὸ τηρῆται μὲ σεβασμὸ καὶ πιστότητα τὸ κατὰ δύναμιν, ἀλλὰ χωρὶς ἀκρότητες, ἀσφαλῶς προφυλάσσει ἀπὸ διάφορες αὐθαιρεσίες καὶ ἐκτροπὲς ποὺ συναντοῦμε συχνὰ στὴν νεώτερη λειτουργικὴ πρᾶξι.
«᾿Εκκλησιολόγος» Πατρῶν, φύλλο 249, 4/5/2012