᾿Ισίδωρος Κρικρῆς, ἐπίσκοπος Τράλλεων, Πάτμος 1990 (δύο βίντεο)
Δύο μοναδικὰ βίντεο μεγάλης διάρκειας βλέπουν γιὰ πρώτη φορὰ τὸ φῶς τῆς διαδικτυακῆς δημοσιότητος μέσῳ τῆς παρούσης ἱστοσελίδος. καὶ τὰ δύο βίντεο παρουσιάζουν τὸν μακαριστὸ ἐπίσκοπο Τράλλεων νὰ χοροστατῇ σὲ ἀκολουθίες τῆς μεγάλης ἑβδομάδος τοῦ ἔτους 1990. τὸ πρῶτο ἔχει διάρκεια 72 λεπτὰ (72΄ 38΄΄) καὶ παρουσιάζει τὴν ἀκολουθία τοῦ ἱεροῦ νιπτῆρος. τὸ δεύτερο βίντεο ἔχει διάρκεια 82 λεπτὰ (81΄ 52΄΄) καὶ δείχνει τὰ ἐγκώμια. ὑπάρχουν ἀποσπάσματα καὶ ἀπὸ ἄλλες ἀκολουθίες καὶ λιτανεῖες τῶν ἡμερῶν ποὺ ἐπιτελοῦνται κατὰ τὸ χαρακτηριστικὸ τυπικὸ τῆς μονῆς τοῦ ἁγίου ᾿Ιωάννου τοῦ Θεολόγου Πάτμου. μετὰ τὰ δύο βίντεο ἀκολουθεῖ μία βιογραφία τοῦ μακαριστοῦ γέροντος ᾿Ισιδώρου, τὴν ὁποία ἔγραψε εἰδικῶς γιὰ τὴν παροῦσα εὐκαιρία ἱερομόναχος, πνευματικὸ τέκνο τοῦ ἀοιδίμου καὶ ἀδελφὸς τῆς μονῆς Πάτμου, ὁ ὁποῖος καὶ εἶχε στὴν κατοχή του τὰ δύο βίντεο ποὺ μᾶς παρεχώρησε, γιὰ νὰ δημοσιευθοῦν πρὸς τιμὴν καὶ μνήμην μακαριστοῦ ἐπισκόπου καὶ ἡγουμένου ἀλλὰ πρὸς ψυχικὴν ὠφέλειαν τῶν πιστῶν, γιὰ ἰδιωτικὴ καὶ μόνον χρῆσι καὶ ὄχι γιὰ ἐμπορική. ἀσφαλῶς τὰ δύο βίντεο εἶναι ἐνδιαφέροντα καὶ ἀπὸ πολλὲς ἄλλες ἀπόψεις, εἶναι δὲ τὰ δύο πρῶτα βίοντεο ποὺ παρουσιάζει ἡ ἱστοσελὶς τῆς «Συμβολῆς», ἐνῷ εὐελπιστοῦμε ὅτι θὰ ἀκολουθήσουν καὶ ἄλλα
῾Ιερὸς νιπτήρ, Πάτμος, μεγάλη ἑβδομὰς 1990.
᾿Εγκώμια, Πάτμος, μεγάλη ἑβδομὰς 1990.
Ο ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΤΡΑΛΛΕΩΝ ΙΣΙΔΩΡΟΣ
῾Ο μακαριστὸς ᾿Επίσκοπος Τράλλεων κυρὸς ᾿Ισίδωρος (κατὰ κόσμον Κωνσταντῖνος Στ. Κρικρῆς) γεννήθηκε στὸ ἁγιασμένο νησὶ τοῦ Δωδεκανησιακοῦ συμπλέγματος τὴν Πάτμο στὶς 14 ᾿Οκτωβρίου τοῦ 1938 ἀπὸ τὸν Σταῦρο Κρικρῆ καὶ τὴν σύζυγό του ῾Ελένη τὸ γένος Μαγουλᾶ. ῾Ο πατέρας του χρημάτισε Δήμαρχος τοῦ νησιοῦ, ἐνῷ ὁ ἀδελφὸς τοῦ πατέρα του ᾿Αρχιμανδρίτης Θεοφάνης Κρικρῆς χρημάτισε ῾Ηγούμενος τῆς Μονῆς τοῦ Θεολόγου.
Τελειώνοντας τὴν φοίτησή του στὴν Πατμιάδα ᾿Εκκλησιαστικὴ Σχολὴ σὲ ἡλικία 18 ἐτῶν εἰσῆλθε ὡς δόκιμος μοναχὸς στὸ Μεγάλο Μοναστήρι, καὶ τὸ ἑπόμενο ἔτος ἐκάρη μοναχὸς ἀπὸ τὸν τότε Καθηγούμενο τῆς Πάτμου ᾿Αρχιμανδρίτη Μελέτιο Μαριόλο, μετονομασθεὶς Γερμανός. Δύο χρόνια μετά, τὸ 1959, χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Λέρου, Καλύμνου καὶ ᾿Αστυπαλαίας ᾿Ισίδωρο, ὁ ὁποῖος τὸν μετονόμασε σὲ ᾿Ισίδωρο.
Τελειώνοντας τὴν Λογιστικὴ Σχολὴ ᾿Αθηνῶν εἰδικεύθηκε γιὰ δυὸ χρόνια στὸ τότε περίφημο Κέντρο τῆς Grotta Ferrata τῆς ᾿Ιταλίας στὴ συντήρηση τῶν χειρογράφων. ᾿Επιθυμοῦσε νὰ συνεχίσει τὶς σπουδές του στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τῆς Χάλκης, καὶ γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸ ἔγραψε πρὸς τὴ Μονὴ καὶ ὁ Πατριάρχης ᾿Αθηναγόρας, ἀλλὰ ἡ ᾿Αδελφότης τῆς Μονῆς τὸν κάλεσε νὰ ἐπιστρέψει πίσω καὶ τοῦ ἀνέθεσε καθήκοντα Γραμματέως καὶ Λογιστοῦ. ᾿Οργάνωσε μεθοδικὰ τὴν Γραμματεία, ἐνῷ παράλληλα ἀσχολήθηκε καὶ τακτοποίησε τὴν περίφημη Βιβλιοθήκη καὶ τὸ Σκευοφυλάκιο τῆς Μονῆς.
῾Ως Διάκονος, ᾿Εφημέριος, Λογιστής, Γραμματεύς, Βιβλιοφύλαξ καὶ Σκευοφύλαξ τῆς Μονῆς διακόνησε μὲ ἰδιαίτερο μεράκι καὶ ἀξιοζήλευτη ἐργατικότητα. Γιὰ ὅλα αὐτὰ ἡ ᾿Αδελφότητα τῆς Μονῆς, παρὰ τὸ σχετικὰ νεαρὸ τῆς ἡλικίας του, ἦταν 37 χρονῶν, τὸ 1975 τὸν ἐξέλεξε Καθηγούμενο καὶ Πατριαρχικὸ Ἔξαρχο Πάτμου. ῾Η πρώτη ἡγουμενεία του ἀπὸ τὸ 1975 μέχρι τὸ 1982 ἦταν μιὰ περίοδος ἀνακαινιστικὴ γιὰ τὴν Μονή. Τὸ ῾Ηγουμενεῖο, τὰ Γραφεῖα, τὸ μικρὸ Σκευοφυλάκιο, ἀρκετὰ ἀπὸ τὰ κελλιὰ καὶ πολλοὶ ἄλλοι χῶροι τῆς Μονῆς ἀνακαινίσθηκαν· ἡ δὲ ᾿Αδελφότητα ἐμπλουτίστηκε μὲ νέα μέλη.
Τὸ 1982 παραιτήθηκε τῆς ῾Ηγουμενείας, γιὰ νὰ ἐπανεκλεγεῖ τὸ 1986. ῾Η δεύτερη ἡγουμενεία του, ποὺ διήρκεσε ἀπὸ τὸ 1986 μέχρι τὸ 1997, θὰ μποροῦσε νὰ χαρακτηρισθεῖ ὡς ἡ λαμπρότερη περίοδος τῆς νεώτερης ἱστορίας τοῦ αἰωνόβιου μοναστηριοῦ. Συνέχισε τὸ ἀνακαινιστικὸ ἔργο τῶν χώρων τῆς Μονῆς, συνέστησε τὰ δύο ἐργαστήρια συντήρησης τῶν χειρογράφων καὶ τῶν εἰκόνων. Οἱ τοιχογραφίες τοῦ Καθολικοῦ καθαρίστηκαν, ἐνῷ τὰ τέμπλα τοῦ Καθολικοῦ καὶ τῶν παρεκκλησίων τοῦ ῾Οσίου Χριστοδούλου καὶ τῆς Παναγίας ξαναπέκτησαν τὸ ἀρχικό τους κάλλος. ᾿Εξασφάλισε τὴν ἰατροφαρμακευτικὴ περίθαλψη τῶν Πατέρων τῆς Μονῆς. Πέτυχε τὴν ἀνανέωση καὶ ἐπαύξηση τῶν προνομίων τῆς Μονῆς καθὼς καὶ τὴν ἁγιοκατάταξη τοῦ ἱδρυτοῦ τῆς Πατμιάδος Σχολῆς ῾Αγίου Μακαρίου τοῦ Καλογερᾶ.
᾿Επανέφερε τὸ Κοινοβιακὸ σύστημα στὴ Μονή. ᾿Ανακαίνισε καὶ ἐπαύξησε τὰ Καθίσματα, ἐνῷ πέτυχε τὴν ἀπόκτηση Μετοχίου στὴν ᾿Αθήνα. ᾿Αγωνίσθηκε γιὰ τὴν ἐπάνδρωση τῆς Μονῆς μὲ νέους ἀδελφούς (ἐπὶ τῶν ἡμερῶν τῆς β΄ ἡγουμενικῆς του θητείας οἱ ἐγκαταβιοῦντες ᾿Αδελφοὶ ξεπερνοῦσαν τοὺς εἴκοσι), χωρὶς νὰ ὑπολείπεται τὸ ἐνδιαφέρον του γιὰ τὰ δύο γυναικεῖα Μοναστήρια τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς καὶ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ «Μητρὸς τοῦ ᾿Ηγαπημένου», τὰ ὁποῖα ἔτυχαν τῆς ἰδιαίτερης φροντίδας του. Εὐαισθησία μεγάλη ἔδειχνε ἐπίσης γιὰ τὰ θέματα τῆς ᾿Εξωτερικῆς ῾Ιεραποστολῆς.
Νοικοκύρεψε τὰ οἰκονομικὰ τῆς Μονῆς καὶ πέτυχε καλύτερα ἔσοδα ἀξιοποιώντας μὲ τὸν καλύτερο δυνατὸ τρόπο τὴν περιουσία τῆς Μονῆς, ἐνῷ ἀσκοῦσε μὲ ἰδιαίτερη εὐαισθησία τὸ τεράστιο Φιλανθρωπικὸ ἔργο τῆς Μονῆς. ᾿Οργάνωσε καὶ ἔφερε σὲ αἴσιο πέρας, λόγῳ τῆς πείρας, τοῦ ζήλου καὶ τῶν ἱκανοτήτων του, τοὺς δύο μεγάλους ἑορτασμούς, τῆς ᾿Ενακοσαετηρίδος ἀπὸ τὴν ἵδρυση τῆς Μονῆς τὸ 1988, καὶ τῆς Χιλιενακοσαετηρίδος ἀπὸ τὴν συγγραφὴ τῆς ᾿Αποκαλύψεως τὸ 1995, μὲ τὴν συμμετοχὴ ὅλων τῶν ᾿Ορθοδόξων ᾿Εκκλησιῶν καὶ τῆς ῾Ελληνικῆς Πολιτείας. Τὸ 1990 ἡ Μήτηρ Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ ᾿Εκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἐκτιμώντας τὴν μεγάλη του προσφορὰ τὸν ἐξέλεξε ᾿Επίσκοπο Τράλλεων, τιμώντας ἔτσι τὸ πρόσωπό του, χωρὶς ὅμως νὰ καταλύεται ἡ καθεστηκυῖα τάξη τῆς Μονῆς.
᾿Οξύνους, ἐπιβλητικὸς καὶ μεγαλοπρεπὴς στὴν ὄψη, εὐπροσήγορος καὶ ἀρχοντικὸς στοὺς τρόπους, εὐγενής, φιλακόλουθος στὸ ἔπακρον, φιλόξενος, πονόψυχος, ἐλεήμων, στοργικός, παραδοσιακός, ἀνεξίκακος καὶ συγχωρητικός, γνώστης ἱκανὸς τῆς θύραθεν καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς Γραμματολογίας (μαθήτευσε κοντὰ στὸν ἀείμνηστο Γέροντά του ᾿Αρχιμανδρίτη Μελέτιο Μαριόλο, Προηγούμενο τῆς ῾Ιερᾶς Μονῆς Πάτμου), ἀναδείχθηκε ἄριστος χειριστὴς τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας, τὸ ὕφος, τὸν λυρισμό, τὴν πλαστικότητα καὶ τὸ πλούσιο λεξιλόγιο τῆς ὁποίας γνώριζε νὰ χρησιμοποιεῖ μὲ πολλὴ ἄνεση. Ἄφησε πίσω του κείμενα, τὰ ὁποῖα ἀναδίδουν τὸ ἄρωμα τῆς μακραίωνης Πατμιακῆς παράδοσης καὶ τὰ ὁποῖα χαρακτηρίζονται ἀπὸ εὔστοχες σκέψεις, εὐσεβεῖς στοχασμούς, ἱερὰ συναισθήματα καὶ θεολογικὴ ἀκρίβεια.
Τὸ 1997 παραιτήθηκε ἀπὸ τὴν θέση τοῦ Καθηγουμένου καὶ Πατριαρχικοῦ ᾿Εξάρχου Πάτμου γιὰ λόγους ὑγείας καὶ ἀποσύρθηκε στὴν ᾿Αθήνα, γιὰ νὰ παρακολουθεῖται ἀπὸ τοὺς θεράποντας ἰατροὺς τὸ εὔθραυστον τῆς ὑγείας του, μέχρι ποὺ στὶς 14 Μαΐου τοῦ 2007 ἀπεβίωσε ἀπὸ καρδιακὴ προσβολή. ῾Η ἐξόδιος ἀκολουθία ψάλθηκε στὴν ᾿Αθήνα ἀπὸ τὸν μακαριστὸ ἤδη ᾿Αρχιεπίσκοπο ᾿Αθηνῶν κυρὸ Χριστόδουλο, μὲ τὸν ὁποῖο συνδεόταν μὲ μακροχρόνια φιλία, καὶ τὴν ἑπομένη στὸ Καθολικὸ τῆς Μονῆς Πάτμου ἀπὸ πλειάδα ᾿Αρχιερέων, ἐνῷ ἡ ταφή του ἔγινε στὴν ἀγαπημένη του ᾿Εψιμιὰ στὸν ναὸ τοῦ ἁγίου ᾿Ισιδώρου, τὸν ὁποῖο ἔκτισε μὲ δικές του δαπάνες καὶ στὸν ὁποῖο, ὅσο ζοῦσε, ἀποσυρόταν γιὰ μόνωση, περισυλλογὴ καὶ προσευχή.
π. Α. Μ.