ΕΠΙΛΟΓΕΣ
2. Λειτουργικὴ ζωή Θέματα ὁμιλητικῆς ῾Ομιλίαι εἰς ἑορτίους ἡμέρας καὶ μνήμας ἁγίων (14 σεπτ.) Ποιός φταίει γιὰ τὸ θάνατο;

 

Ποιός φταίει γιὰ τὸ θάνατο;

 

Ὁ Θεὸς δὲν ἔκαμε τὸν θάνατο οὔτε κι εὐχαριστιέται νὰ χάνονται τελείως τὰ ζωντανὰ δημιουργήματά του. Ἀπὸ ποῦ λοιπὸν ἔρχονται σ’ ἐμᾶς οἱ ἀρρώστιες κι ὅλα τὰ δυσάρεστα ἀπὸ τότε ποὺ ἐμφανίσθηκε ὁ θάνατος; Ἀπὸ τὴν ἀρχικὴ παρακοή μας πρὸς τὸν Θεό· ἀπὸ τὴν προγονική μας ἁμαρτία στὸν παράδεισο. Ὥστε οἱ διάφορες ἀρρώστιες κι ὅλοι οἱ σατανικοὶ πειρασμοὶ προέρχονται ἀπὸ τὴν ἁμαρτία.

Ἐξ αἰτίας τῆς ἁμαρτίας ντυθήκαμε τοὺς δερμάτινους χιτῶνες, τὸ θνητὸ τοῦτο ἀρρωστημένο καὶ πονεμένο σῶμα· μετακομίσαμε ἀπὸ τὸν χῶρο τῆς τρυφῆς καὶ κατοικοῦμε τώρα στὸν πρόσκαιρο καὶ φθαρτὸ τοῦτο κόσμο· καταδικασθήκαμε νὰ ζοῦμε μιὰ ζωὴ γεμάτη θλίψεις καὶ συμφορές. Σὰν δρόμος λοιπὸν εἶναι ἡ ἀρρώστια, δύσκολος κι ἀπότομος, στὸν ὁποῖο μᾶς ὁδήγησε ἡ ἁμαρτία· τὸ τέλος τοῦ δρόμου εἶναι ὁ θάνατος.

Ποιός εἶναι ὁ θάνατος τῆς ψυχῆς; Εἶναι ἡ ἐγκατάλειψη τοῦ Θεοῦ. Ὅταν τὸ φῶς τοῦ ἥλιου κάνει τὴν ἐμφάνισή του στὸν κόσμο, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρχει συγχρόνως καὶ τὸ σκοτάδι· ἂν τὸ φῶς ὅμως ἐξαφανισθεῖ κι ἐγκαταλείψει τὸν τόπο, τότε γίνεται βαθὺ σκοτάδι. Ἔτσι κι ὅταν ὁ Θεός, ποὺ εἶναι αὐτοζωὴ καὶ ζωὴ γιὰ ὅλα τὰ ζωντανὰ πλάσματα, εἶναι παρὼν στὴν ψυχή μας, τότε εἶναι ἀδύνατον νὰ εἶναι συγχρόνως σ’ αὐτὴν παρὼν κι ὁ θάνατος. Ὅταν ὅμως τὴν ἐγκαταλείψει ὁ Θεός, ἐπέρχεται στὴν ψυχὴ ὁ θάνατος, ποὺ δὲν τὸν ἔκανε ὁ Θεός· αἰτία, γιὰ νὰ ἐγκαταλείψει ὁ Θεὸς μιὰ ψυχή, εἶναι μόνο ἡ ἀνθρώπινη ἁμαρτία. Βλέπετε λοιπὸν ὅτι ὁ θάνατος δὲν προέρχεται ἀπὸ τὸν Θεό, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία;

Ἀλλοίμονο! Ἐμεῖς οἱ ἴδιοι προκαλέσαμε τὸν θάνατό μας, ἐπειδὴ ἐγκαταλείψαμε μὲ τὴ θέλησή μας τὸν Δεσπότη, ποὺ μᾶς ἔκτισε γιὰ νὰ ζοῦμε αἰώνια. Μοιάζουμε δυστυχῶς τότε μὲ τοὺς ἀνθρώπους ἐκείνους ποὺ μέρα μεσημέρι, ὅταν ὁ ἥλιος λάμπει, αὐτοὶ κλείνουν τὰ μάτια τους, γιὰ νὰ μὴ βλέπουν τὸ λαμπρὸ φῶς του.

Ποιὸς φταίει, ὁ Ἀδὰμ ἢ ἐμεῖς; Ἴσως πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους κατηγοροῦν τὸν Ἀδάμ, πὼς πολὺ εὔκολα πείσθηκε στὸν πονηρὸ σύμβουλο καὶ παράκουσε τὴν θεϊκὴ ἐντολή, καὶ μὲ τὴν παρακοή του αὐτὴ μᾶς προξένησε τὸ θάνατο. Δὲν εἶναι ὅμως τὸ ἴδιο νὰ θελήσει κανεὶς νὰ δοκιμάσει κάποιο θανατηφόρο βοτάνι, πρὶν λάβει πεῖρα, καὶ τὸ νὰ ποθεῖ νὰ φάει ἀπ’ αὐτό, ἀφοῦ μὲ τὴν πεῖρα ἔμαθε ὅτι εἶναι θανατηφόρο. Γιατὶ ἐκεῖνος ποὺ ρουφάει ἀπὸ τὸ δηλητήριο καὶ προξενεῖ στὸν ἑαυτό του τὸν θάνατο, ἐνῷ γνωρίζει πὼς εἶναι θανατηφόρο, εἶναι ἄξιος μεγαλύτερης κατηγορίας ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο ποὺ πίνει τὸ δηλητήριο, χωρὶς νὰ γνωρίζει τὰ ἀποτελέσματά του.

Ὁ Ἀδὰμ παρέβη τὴν συμβουλὴ κι ἐντολὴ τοῦ ἀγαθοῦ, ἀφοῦ ξεγελάστηκε ἀπὸ τὸν πονηρὸ σατανᾶ, χωρὶς νὰ ἔχει ἐμπειρία τοῦ κακοῦ. Ἐμεῖς ὅμως οἱ σημερινοὶ ἄνθρωποι παρακοῦμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ καὶ ὑπακοῦμε στὶς ἐντολὲς τοῦ πονηροῦ, ἐνῷ γνωρίζουμε τὸ κακὸ ἀποτέλεσμα καὶ τὶς τιμωρίες ποὺ μᾶς περιμένουν. Γι’ αὐτὸ κι ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς εἶναι πολὺ περισσότερο ἄξιος νὰ κατηγορηθεῖ καὶ νὰ τιμωρηθεῖ ἀπὸ τὸ Θεό, παρὰ ὁ προπάτοράς μας Ἀδάμ.

Πῶς θὰ σωθοῦμε; Ἂς μετανοήσουμε λοιπόν, ἀδελφοί. Ἂς ἐπιδείξουμε πράξεις θεάρεστες, καρποὺς ἄξιους τῆς μετανοίας μας, γιὰ νὰ κληρονομήσουμε τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Αὐτὴ ἔφθασε ἤδη πολὺ κοντά μας· ἂς μὴν ἀπομακρυνθοῦμε ἀπ’ αὐτὴν μὲ τὰ πονηρὰ ἔργα μας. Φανερώθηκε ἡ αἰώνιος ζωή. Ἂς τὴν κερδίσουμε ὅσο μποροῦμε μὲ τὶς ἀρετές.

Ἂς ἀποφύγουμε τὴν ἀθλιότητα ὅλων ἐκείνων τῶν ἀνθρώπων, ποὺ συνεχίζουν νὰ κάθονται στὸ σκοτάδι καὶ στὴ σκιὰ τοῦ θανάτου. Ἂς ἀποκτήσουμε τὰ ἔργα τῆς μετάνοιας· φρόνημα ταπεινό, κατάνυξη καὶ πένθος πνευματικό· καρδιὰ γεμάτη εὐσπλαγχνία, ποὺ ἀγαπᾷ τὴν δικαιοσύνη· καρδιὰ εἰρηνική, ἀνεκτική, ἡ ὁποία μὲ χαρὰ νὰ ὑποφέρει τοὺς διωγμούς, τὶς κατηγορίες καὶ τὶς συκοφαντίες γιὰ χάρη τῆς ἀλήθειας καὶ τῆς δικαιοσύνης.

 

 

Γρηγορίου Παλαμᾶ, ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, «Ὁμιλία 31η στὴ λιτανεία τοῦ τιμίου Σταυροῦ».