ΕΠΙΛΟΓΕΣ
2. Λειτουργικὴ ζωή Θέματα ὁμιλητικῆς Λόγοι εἰς τὰ εὐαγγέλια τῆς μεγάλης ἑβδομάδος μεγ. παρασκευή, «῾Η σχέσι τοῦ Υἱοῦ μὲ τὸν Πατέρα» (1ο εὐαγγέλιο)

Η ΣΧΕΣΙ ΤΟΥ ΥΙΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ


Ὄρθρος μεγάλης Παρασκευῆς (μεγάλη Πέμπτη βράδυ)

 

᾿Απὸ τὸ 1ο Εὐαγγέλιο τῶν Παθῶν (Ἰω 14,1-14)

 

Ὁ Κύριος πορεύεται σταθερὰ πρὸς τὸ σταυρό. Ὁ νοῦς του εἶναι στὸ σκανδαλισμὸ ποὺ προβλέπει ὅτι θὰ ὑποστοῦν οἱ μαθηταί του, ὅταν τὸν δοῦν στὴν ἀτίμωση καὶ στὸ θάνατο. Θέλει νὰ περάσουν τὸ σκανδαλισμὸ ὅσο γίνεται ἀνώδυνα. Ὁ ἴδιος βλέπει τὸ θάνατό του σὰν μέρος τοῦ ὅλου σχεδίου του, ἐνῷ οἱ μαθηταί του, ποὺ δὲν μποροῦν νὰ τὸν καταλάβουν, τὸν βλέπουν σὰν πανωλεθρία.

Γι’ αὐτὸ τοὺς ἐνθαρρύνει. Πρῶτα τοὺς διαβεβαιώνει ὅτι θὰ τοὺς ἔχει μαζί του καὶ στὴν ἄλλη ζωή. Ἔπειτα φανερώνει ὅτι σκοπός του εἶναι νὰ πάει κοντὰ στὸν Πατέρα· ὅτι ὁ δρόμος πρὸς τὸν Πατέρα εἶναι ὁ ἴδιος (Ἐγώ εἰμι ὁδός). Τοὺς ἀποκαλύπτει τὴ θεότητά του. Ταυτίζει τὸν ἑαυτό του μὲ τὸν Πατέρα. Τοὺς διαβεβαιώνει ὅτι ἡ πίστη τους θὰ κάνει θαύματα· ὅτι τὰ αἰτήματά τους θὰ ἐκπληρώνονται. Ὅλα θὰ τὰ ρυθμίζει ὁ ἴδιος. Ἡ ἐξουσία του εἶναι ἀπόλυτη. Ἀκόμη καὶ ὁ σταυρικός του θάνατος εἶναι κάτω ἀπὸ τὸν ἔλεγχό του. Ἀλλ’ ἂς περάσουμε στὶς λεπτομέρειες.

«Ἂς μὴν ταράσσεται ἡ καρδιά σας, τοὺς λέει. Νὰ πιστεύετε στὸ Θεό, νὰ πιστεύετε καὶ σ’ ἐμένα». Περίεργο κι ὅμως ἀληθινό. Ἐνῷ βαδίζει πρὸς τὸ θάνατο, τοὺς ζητάει πίστη. Τί σημαίνει αὐτό; Αὐτὸ σημαίνει δύο τινά· πρῶτον ὅτι ὁ θάνατός του δὲν θὰ εἶναι τὸ τέλος, ὁ ἐξαφανισμός, ἀλλ’ ἡ ἀρχὴ νέας ζωῆς, καὶ δεύτερον ὅτι ἡ νέα συμφωνία (ἡ Καινὴ Διαθήκη) στηρίζεται στὴν πίστη, ἐνῷ ἡ παλιὰ συμφωνία (Παλιὰ Διαθήκη) εἶχε στηριχθεῖ στὴν ἐπιβολὴ στὴν τρομοκρατία καὶ στὸ φόβο.

«Στὸ σπίτι τοῦ Πατέρα μου, συνεχίζει, ὑπάρχουν πολλοὶ τόποι κατοικίας, πολλὲς διαμονές». Οἱ διαμονὲς εἶναι ἤδη ἕτοιμες πρὸ πολλοῦ καὶ χωρᾶνε μέσα ὅλοι οἱ πιστοί. «Ἂν δὲν ἦταν ἕτοιμες, λέει, θὰ σᾶς ἔλεγα· πηγαίνω νὰ σᾶς ἑτοιμάσω τόπο, καὶ θὰ ἔρθω πάλι νὰ σᾶς παραλάβω κοντά μου, ὥστε ὅπου εἶμαι ἐγώ, νὰ εἶστε κι ἐσεῖς».

Ἂς σχολιάσουμε. Ποιός θὰ μποροῦσε νὰ κάνει τέτοιες δηλώσεις; Κανένας. Ὁ Ἰησοῦς ὅμως μπορεῖ. Καὶ μπορεῖ, διότι δὲν εἶναι ἕνας ἁπλὸς ἄνθρωπος, ὅπως τὸν βλέπουν αὐτὴ τὴ στιγμὴ ποὺ τοὺς μιλάει, ἀλλὰ καὶ Θεὸς παντοδύναμος. Γι’ αὐτὸ τὰ λόγια του τοὺς ἐμπνέουν σιγουριά. Εἶναι σίγουρο ὅτι τώρα ἢ ὕστερα, γρήγορα ἢ ἀργὰ θὰ τοὺς παραλάβει καὶ θὰ τοὺς ἀσφαλίσει κοντά του, στὴ δόξα του. Δὲν θὰ τοὺς ἀφήσει ἀβοήθητους.

Ἀκόμη τοὺς λέει· «Ὅπου πηγαίνω ἐγὼ τὸ ξέρετε, καὶ τὸ δρόμο τὸν ξέρετε». Θέλει νὰ τοὺς πεῖ ὅτι ὁ τόπος ὅπου πηγαίνει εἶναι ὁ Πατέρας του. Καὶ δρόμος εἶναι ὁ ἴδιος (ὁ Ἰησοῦς).

Ὁ Θωμᾶς ὅμως τὸν ρωτάει· «Κύριε, δὲν ξέρουμε ποῦ πηγαίνεις οὔτε τὸ δρόμο ξέρουμε». Ἂν ξέραμε ποῦ πηγαίνεις, θὰ μπορούσαμε νὰ ξέρουμε καὶ τὸ δρόμο. Τώρα ὅμως τὰ ἀγνοοῦμε καὶ τὰ δύο. «Πῶς μποροῦμε νὰ ξέρουμε τὸ δρόμο, ὅταν δὲν ξέρουμε ποῦ πηγαίνεις;» Τοῦ ἀπαντᾶ ὁ Κύριος· «Σας ἀποκαλύπτω πρῶτα τὸ δρόμο. Ἐγὼ εἶμαι ὁ δρόμος! Καὶ ὄχι μόνο ὁ δρόμος, ἀλλὰ καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή. Σᾶς ἀποκαλύπτω τώρα καὶ ποῦ πηγαίνω· πηγαίνω λοιπὸν στὸν Πατέρα. Ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τώρα ἤδη τὸν ξέρετε τὸν Πατέρα καὶ τὸν ἔχετε δεῖ».

«Τοῦ λέει ὁ Φίλιππος· Κύριε, δεῖξε μας τὸν Πατέρα, καὶ μᾶς φτάνει αὐτό». Ὅσο γιὰ τὸ δρόμο, εἴμαστε στὸ δρόμο, ἀφοῦ, ὅπως λές, δρόμος εἶσαι ἐσύ. «Καὶ τοῦ λέει ὁ Ἰησοῦς· Τόσο χρόνο εἶμαι μαζί σας καὶ δὲν μὲ γνώρισες, Φίλιππε; Αὐτὸς ποὺ ἔχει δεῖ ἐμένα, ἔχει δεῖ καὶ τὸν Πατέρα· γιατί λές, δεῖξε μας τὸν Πατέρα; Δὲν πιστεύεις ὅτι ἐγὼ εἶμαι μέσα στὸν Πατέρα καὶ ὁ Πατέρας εἶναι μέσα σ’ ἐμένα; Τὰ λόγια ποὺ σᾶς λέω, δὲν τὰ λέω ἐγὼ ἀπὸ μόνος μου, ἀλλ’ ὁ Πατέρας ποὺ εἶναι μέσα μου. Αὐτὸς λέει τὰ λόγια καὶ κάνει τὰ ἔργα. Σᾶς προτρέπω νὰ μὲ πιστεύετε ὅτι ἐγὼ εἶμαι μέσα στὸν Πατέρα καὶ ὁ Πατέρας εἶναι μέσα μου. Ἀκόμη κι ἂν δὲν μὲ πιστεύατε, πάλι ὀφείλατε νὰ μὲ πιστεύετε γιὰ τὰ ὑπέρλογα καὶ ὑπερφυσικὰ ἔργα ποὺ κάνω».

Σὰ νὰ τοὺς λέει· Νά ποιός θὰ εἶναι αὐτὸς ποὺ θὰ τὸν δεῖτε σὲ λίγο πάνω στὸ σταυρό. Ὄχι ἕνας κοινὸς θνητός, ἀλλὰ ὁ ἴδιος ὁ Γιὸς τοῦ Θεοῦ, ποὺ σταυρώνεται, γιατὶ θέλει νὰ σταυρωθεῖ, γιατὶ ἡ σταύρωσή του θὰ φέρει τὴν ἀνάστασή του. Καὶ ἡ ἀνάστασή του θὰ σώσει τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ τὸ θάνατο. Ἀλλὰ καὶ οἱ ἄνθρωποί του δὲν θὰ εἶναι ντροπιασμένοι, ἀλλὰ χαρούμενοι ποὺ γνώρισαν στὴ ζωή τους ἕναν τέτοιο διδάσκαλο, ποὺ ἔχει τέτοια δύναμη καὶ τέτοια ἀγάπη, ὥστε νὰ πεθαίνει γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ δὲν τὸν ἀγάπησαν.

Οἱ μαθηταί του βέβαια, σὲ λίγο θὰ ξεχάσουν ὅλα ὅσα τοὺς εἶπε, καὶ θὰ σκανδαλιστοῦν καὶ θὰ διασκορπιστοῦν σὰν πρόβατα ποὺ δὲν ἔχουν τσομπάνο. Ἀλλ’ ὁ Ἰησοῦς τοὺς τὰ λέει, ὥστε ὅταν ἀργότερα θὰ ἔρθει τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο καὶ θὰ τοὺς τὰ θυμίσει, νὰ ποῦν· Ναί, μᾶς τὰ εἶχε πεῖ ὁ Κύριος. Καὶ ὅπως μᾶς τὰ εἶπε, ἔτσι καὶ ἔγιναν.

Ὁ Κύριος εἶναι ἀξιόπιστος σὲ ὅλα. Ἀξίζει νὰ τὸν πιστεύουμε καὶ νὰ τὸν κηρύττουμε ἀκόμη καὶ μὲ κίνδυνο τῆς ζωῆς μας. Εἴμαστε ὑπερήφανοι ποὺ ἀρχηγός μας εἶναι ὁ Κύριος.

 

θανάσιος Γ. Σιαμάκης, ρχιμανδρίτης

 

ντλήθηκε π τ βιβλίο το Κ. Σιαμάκη, πόμνημα στ κατ ωάννην Εαγγέλιο, Θεσσαλονίκη 1972.

 

 

(δημοσίευσις 1/4/2010)