Εὐαγγέλιον 1ου σαββάτου Λουκᾶ
Ὁ Κύριος φιμώνει τὸ διάβολο
Σάββατο α΄ ἑβδομάδος Λουκᾶ (Λκ 4,31-36)
Ὁ Κύριος βρισκόταν στὴ Ναζαρέτ, τὴν πόλη ὅπου εἶχε ἀνατραφεῖ. Ἐκεῖ διέτρεξε τὸν κίνδυνο οἱ συμπατριῶτες του Ναζωραῖοι νὰ τὸν γκρεμίσουν ἀπὸ τὸ χεῖλος τοῦ βουνοῦ, ἐπειδὴ τὸν ἀπέρριψαν ὡς διδάσκαλό τους, ἀλλ’ ἐκεῖνος τὴν τελευταία στιγμὴ πέρασε μὲ θαυμαστὸ τρόπο ἀνάμεσά τους ἀβλαβὴς καὶ εἶπε τὸ γνωστὸ λόγο, ποὺ ἔγινε παροιμία, «κανένας προφήτης δὲν εἶναι δεκτὸς στὴν πατρίδα του».
Καὶ ἀπὸ τὴ Ναζαρέτ, ἱστορεῖται στὸ ἀνάγνωσμα, κατέβηκε στὴν Καπερναοὺμ τὴν πόλη τῆς Γαλιλαίας, κι ἐκεῖ δίδασκε τὸ λαὸ κάθε σάββατο (31).
Ἡ Ναζαρὲτ εἶναι ἡ πόλη ὅπου ἡ παρθένος ἔλαβε τὸν εὐαγγελισμὸ ὅτι θὰ γεννήσει τὸ σωτῆρα τοῦ κόσμου. Σ’ αὐτὴν ἐγκαταστάθηκε ἡ ἴδια μὲ τὸν Ἰωσὴφ μετὰ τὴν ἐπιστροφή τους ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο. Ἐκεῖ μαζί τους διέμενε καὶ ὁ Ἰησοῦς μέχρι ποὺ βγῆκε στὴ δημόσια δράση του. Ὅπως εἴδαμε πιὸ πάνω καὶ ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὴν ἀμφισβήτηση τοῦ Ναθαναήλ, οἱ κάτοικοί της δὲν εἶχαν καλὸ ὄνομα.
Ἡ Καπερναοὺμ ἦταν μεγάλη πόλη τῆς ἐπαρχίας τῆς Γαλιλαίας κτισμένη στὰ ΒΔ παράλια τῆς λίμνης Γενησαρέτ. Διέθετε ρωμαϊκὴ φρουρά, λιμάνι, τελωνεῖο (ἀπὸ αὐτὸ κάλεσε τὸν πρώην τελώνη Ματθαῖο ὡς μαθητή του). Ὁ Κύριος τὴν πόλη αὐτὴ τὴν εἶχε σὰν ὁρμητήριο στὶς περιοδεῖες καὶ στὸ κήρυγμα. Συχνὰ τὴν ὀνόμαζε «πόλη του».
Σ’ αὐτὴν ἐκτὸς ἀπὸ τὴ θεραπεία τῆς πεθερᾶς τοῦ Πέτρου καὶ τοῦ γιοῦ τοῦ βασιλικοῦ ἔκανε καὶ ἄλλες πολλὲς ἰάσεις δαιμονιζομένων καὶ κακῶς ἐχόντων. Στὴν περικοπή μας βλέπουμε νὰ διδάσκει στὴ συναγωγὴ τὸ Σάββατο καὶ νὰ κάνει μέσα σ’ αὐτὴν τὸ πρῶτο του σημεῖο, νὰ θεραπεύει ἕναν ποὺ εἶχε ἀκάθαρτο πνεῦμα. Καὶ ἡ ἔκπληξή τους, ὅπως σημειώνεται στὸ ἀνάγνωσμα, ἦταν μεγάλη, καθὼς τοὺς δίδασκε, διότι τὰ λόγια του περιεῖχαν ἐξουσία (32).
Οἱ γραμματεῖς στὴ συναγωγή τους δίδασκαν τετριμμένα πράγματα μὲ ὑποθέσεις καὶ ἀβάσιμες ἑρμηνεῖες. Ἡ ὅλη διδασκαλία τους ἦταν ἄκαρπη, βαρετὴ καὶ κουραστική. Ἐνῷ ὁ Κύριος μιλώντας μὲ δική του ἐξουσία ποὺ ἀντλοῦσε ἀπὸ τὴ θεότητά του τραβοῦσε τὴν προσοχή τους. Ὅπως διαβάζουμε στὴν ᾿Επὶ τοῦ ὄρους ὁμιλία του, συχνὰ ἔλεγε· «Ἀκούσατε τί εἶπαν οἱ παλιοὶ διδάσκαλοι· ἐγὼ ὅμως σᾶς λέω…» Διόρθωνε δηλαδὴ τὶς ἀτέλειες τοῦ Μωϋσέως καὶ τῶν ἄλλων προφητῶν, καὶ ὁ λαὸς θαύμαζε τὴν ἐξουσία του.
Ἐκείνη τὴν ἡμέρα λοιπόν, μᾶς περιγράφει ἡ περικοπή μας, στὴ συναγωγὴ ἦταν καὶ ἕνας ἄνθρωπος ποὺ εἶχε μέσα του πνεῦμα ἀκαθάρτου δαιμονίου, καὶ μὲ δυνατή, σχεδὸν ἄγρια καὶ ἀπειλητικὴ κραυγὴ εἶπε·
– Παράτα με, Ἰησοῦ Ναζαρηνέ· τί σχέση ὑπάρχει ἀνάμεσα σ’ ἐμᾶς καὶ σ’ ἐσένα; ἦρθες ἐδῶ γιὰ νὰ μᾶς καταστρέψεις; σὲ ξέρω ποιὸς εἶσαι. (Καὶ ἐνῷ θὰ περίμενε κανεὶς νὰ πεῖ ἕναν κακὸ λόγο γιὰ τὸν Ἰησοῦ, τελικὰ δὲν τὰ καταφέρνει, καὶ ὅλως παραδόξως βγάζει γι’ αὐτὸν ἕνα σπάνιο καὶ θερμὸ ἔπαινο). Εἶσαι ὁ ἅγιος τοῦ Θεοῦ (33-34), εἶπε.
Τὸ δαιμόνιο ἔπαθε ὅπως ἄλλοτε ὁ ψευδοπροφήτης Βαλαάμ, ποὺ κλήθηκε νὰ καταραστεῖ τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ, ἀλλ’ ἀντὶ νὰ καταραστεῖ, ἔπλεξε τὸ ἐγκώμιό του καὶ τὸν εὐλόγησε.
Εἶναι χαρακτηριστικὸ τὸ ἄρθρο «ὁ», στὴ φράση «ὁ ἅγιος τοῦ Θεοῦ», ποὺ σημαίνει ὁ μοναδικός, ὁ πηγαῖος, ὁ φύσει ἅγιος. Ὁ Ἀθανάσιος Ἀλεξανδρείας πολὺ εὔστοχα σχολιάζει· Ἕνας εἶναι ὁ φύσει ἅγιος, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἐνῷ οἱ ἄλλοι ὅλοι μετέχουν κατά τι στὴν ἁγιότητα· οὔτε φύσει ἅγιοι εἶναι οὔτε ὅλη τὴν ἁγιότητα ἔχουν ὅπως ἐκεῖνος.
Τότε ὁ Ἰησοῦς μάλωσε αὐστηρὰ τὸ ἀκάθαρτο πνεῦμα λέγοντας·
– Κλεῖσε τὸ στόμα σου καὶ βγὲς ἀπὸ αὐτόν.
Καὶ βγῆκε τὸ δαιμόνιο ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, ἀφοῦ πρῶτα τὸν ἔρριξε κάτω, χωρὶς νὰ τοῦ προκαλέσει κάποια σωματικὴ βλάβη (35).
Ὁ Χριστὸς δὲν ἀνέχεται ἐπαίνους ἀπὸ τὸ ἀκάθαρτο πνεῦμα. Τὸ διατάσσει ἀμέσως νὰ σιωπήσει καὶ ν’ ἀπομακρυνθεῖ. Ἔτσι ἔκανε καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴ μαντευομένη στοὺς Φιλίππους. Αὐτὸ ὀφείλει νὰ κάνει καὶ ὁ κάθε Χριστιανός. Τὸ ν’ ἀναφέρουν κάποιοι κήρυκες κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ κηρύγματός των τὴ γνώμη τοῦ ἀκαθάρτου καὶ ψευδολόγου διαβόλου γιὰ κάποια πρόσωπα, μέσῳ τῶν δαιμονιζομένων, γιὰ νὰ ἐπιβεβαιώσουν ὅτι τὰ πρόσωπα αὐτὰ εἶναι τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἔσχατη μωρία, διότι τελικῶς ἐπικαλοῦνται ὡς μάρτυρα τὸν πατέρα τοῦ ψεύδους, τοῦ δίνουν κῦρος, καὶ ἀφήνουν τὸ λαὸ νὰ ἐννοήσει ὅτι εἶναι θεμιτὸ κάποτε νὰ δέχεται ὡς ἀληθινὰ τὰ λόγια του. Μὲ ὅλα αὐτὰ κάνουν τὸ ἀντίθετο ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ ἔκανε ἐδῶ ὁ Χριστός. Στὸ διάβολο δὲν δίνουμε ποτὲ ἐμπιστοσύνη· ποτὲ διάλογο μαζί του· μόνο ἐπιτίμηση καὶ ἀπομάκρυνση.
Ἀξίζει νὰ σχολιάσουμε τὴ λεπτομέρεια ὅτι ἔρριξε κάτω τὸ δαιμονιζόμενο, ἀλλὰ δὲν τοῦ προκάλεσε σωματικὴ βλάβη. Ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ δὲν ἐπέτρεψε στὸ δαιμόνιο νὰ προκαλέσει ζημιὰ ἢ θάνατο. Καὶ ἀπὸ τὸ γεγονὸς αὐτὸ φαίνεται καθαρὰ ὅτι εἶναι περιορισμένη καὶ ἐλεγχόμενη ἡ δύναμη τοῦ διαβόλου πάνω στὸν ἄνθρωπο. Τοῦτο διδάσκεται ἐκτενῶς στὸ βιβλίο τοῦ Ἰώβ.
Καὶ θαμπώθηκαν ὅλοι οἱ παριστάμενοι καὶ ἔλεγαν μεταξύ τους. Ποιὸς εἶναι αὐτὸς ὁ δυνατὸς λόγος ποὺ βγῆκε ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Ἰησοῦ; Διατάσσει μὲ ἐξουσία καὶ δύναμη τὰ ἀκάθαρτα πνεύματα, καὶ βγαίνουν καὶ ἀπομακρύνονται (36).
Ὅλα τὰ ἔργα τοῦ Χριστοῦ προκαλοῦν θαυμασμὸ σὲ ὅσους ἔχουν καθαρὸ τὸ μυαλό τους ἀπὸ τὰ πάθη. Ὁ θαυμασμὸς εἶναι ἰσχυρὸ προσκλητήριο γιὰ εἰλικρινῆ προσέγγιση τοῦ Χριστοῦ.
Ἂς ἔχουμε λοιπὸν νοῦ καὶ αἰσθήματα ἁπλὰ καὶ καθαρὰ καὶ τὸ θάμβος τῆς δυνάμεως τοῦ Κυρίου θὰ κινεῖ τὰ χείλη μας σὲ ἀκατάπαυστη δοξολογία τοῦ ἁγίου ὀνόματός του.
Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης, ἀρχιμανδρίτης
Ρωτήθηκε κάποτε ὁ μητροπολίτης Φλωρίνης Αὐγουστίνος (1967-1999) σὲ εὐρεῖα συνεστίαση· Μέχρι ποῦ φτάνει ἡ ἐξουσία τοῦ διαβόλου ἐπὶ τοῦ ἀνθρώπου; Καὶ ἐκεῖνος, πρὶν ν’ ἀπαντήσει, ζήτησε τὴ γνώμη τῶν συνδαιτυμόνων ὀνομαστῶν θεολόγων τοῦ ἀμέσου περιβάλλοντός του, ἀλλὰ δὲν ἔλαβε τὴν κατάλληλη ἀπάντηση, τὴν ὁποία τελικῶς ἔδωσε ὁ παριστάμενος Κωνσταντῖνος Σιαμάκης μὲ παράδειγμα. Ὁ ἄγριος σκύλος, εἶπε, εἶναι δεμένος ἀπὸ τὸν κορμὸ ἑνὸς δέντρου μ’ ἕνα μακρὺ σχοινί. Ἂν ὁ ἐπισκέπτης περάσει στὸν κύκλο τῆς ἐξουσίας του, ὁ σκύλος θὰ τὸν ξεσχίσει· ἐὰν κινεῖται ἔξω ἀπὸ τὴ σφαῖρα τῆς ἐξουσίας του, δὲν κινδυνεύει. Ἡ περιορισμένη ἐξουσία τοῦ διαβόλου ἐπὶ τοῦ ἀνθρώπου, πρόσθεσε, διδάσκεται στὸ θεόπνευστο βιβλίο τοῦ Ἰώβ. Ὁ μητροπολίτης ἐνθουσιάστηκε. Ἤμουν παρών.
(δημοσίευσις· σεπτέμβριος 2013)