ΕΠΙΛΟΓΕΣ
2. Λειτουργικὴ ζωή Θέματα ὁμιλητικῆς Λόγοι εἰς εὐαγγελικὰ ἀναγνώσματα σαββάτου Εὐαγγέλιον 2ου σαββάτου Ματθαίου

PostHeaderIcon Εὐαγγέλιον 2ου σαββάτου Ματθαίου

 

Τρεῖς ἅγιες προτροπές

 

Σάββατο Β΄ ἑβδομάδος Ματθαίου (Μθ 7,1-8)

 

Ὁ Κύριος στὸ ἀνάγνωσμα κάνει λόγο γιὰ τρία πράγματα· α) νὰ μὴν κατακρίνουμε τοὺς ἄλλους, β) νὰ προσέχουμε σὲ ποιοὺς μιλᾶμε γιὰ τὰ ἅγια της πίστεως, καὶ γ) τὰ αἰτήματά μας πρὸς τὸ Θεὸ νὰ εἶναι ἐπίμονα. Ἂς τὰ δοῦμε μὲ τὴ σειρά.

Μὴν κρίνετε, λέει, γιὰ νὰ μὴν κριθῆτε. Μὲ τὴν αὐστηρότητα ποὺ κρίνετε τοὺς ἄλλους, μὲ τὴν ἴδια θὰ κριθῆτε κι ἐσεῖς ἀπὸ τὸ Θεό. Καὶ μὲ τὸ μέτρο ποὺ τοὺς μετρᾶτε, θὰ μετρηθῆτε (1-2).

Μὲ ἐλάχιστες λέξεις εἶπε κάτι πολὺ σπουδαῖο. Εὔκολο στὴν κατανόηση, δύσκολο στὴν πράξη. Νὰ μὴν κατακρίνουμε τοὺς ἄλλους, γιὰ νὰ μὴν κατακριθοῦμε κι ἐμεῖς ἀπὸ τὸ Θεό. Συνήθως κατακρίνουμε τοὺς ἄλλους χωρὶς ἀγάπη γνώση καὶ ἀφορμή. Λησμονοῦμε ὅτι τὴν κρίση ὁ Θεὸς τὴν ἀνέθεσε στὸ Γιό του, διότι ὡς ἄνθρωπος ἀγαπᾷ τὸν ἄνθρωπο, καὶ ὡς καρδιογνώστης Θεὸς τὸν γνωρίζει καλά. Καὶ θὰ τὸν κρίνει δίκαια. Γι’ αὐτὸ εἶναι ἀνάγκη ν’ ἀποδώσει αὐτὸς δικαιοσύνη στὸν κάθε ἄνθρωπο.

Καὶ ὁ Ἰωάννης Χρυσόστομος τονίζει ὅτι ἀπαραίτητο στοιχεῖο τοῦ νὰ κρίνει κανεὶς εἶναι ἡ ἀγάπη. Νὰ μὴν πῶ, ρωτάει ρητορικά, ὅτι εἶναι κακὸ ἡ πορνεία; Νὰ μὴ διορθώσω τὸν ἀσελγαίνοντα; Διόρθωσέ τον, ἀπαντᾷ ὁ ἴδιος, ἀλλ’ ὄχι σὰν ἐχθρός του ποὺ ζητάει τὴν τιμωρία του, ἀλλὰ σὰν γιατρὸς ποὺ κατασκευάζει φάρμακα. Δὲν λέει ὁ Χριστός, μὴ σταματήσεις κάποιον ἀπὸ τοῦ νὰ ἁμαρτάνει, ἀλλὰ μὴν τὸν καταδικάζεις ἄσπλαχνα.

Ἄλλο ἔλεγχος λοιπὸν κι ἄλλο κατάκριση. Ὁ ἔλεγχος γίνεται ἀπὸ ἀγάπη καὶ συνήθως φέρνει καλὸ ἀποτέλεσμα. Ἡ κατάκριση γίνεται ἀπὸ περιφρόνηση καὶ δημιουργεῖ ἀντιδράσεις. Κι ὁ ἀπόστολος Παῦλος συνιστᾷ στὸν Τιμόθεο· Ἔλεγξον, ἐπιτίμησον. Καὶ στὸν Τίτο· Ἔλεγχε αὐτοὺς ἀποτόμως. Ἀλλ’ ἐννοεῖ ν’ ἀσκοῦν τὸν ἔλεγχο μὲ ἀγάπη καὶ μετριοπάθεια. Διότι ἡ σιωπὴ εἶναι δικαιολόγηση καὶ ἐνθάρρυνση τοῦ κακοῦ.

Ὅταν κανεὶς κρίνοντας τὸν ἄλλο λεπτολογεῖ καὶ ἀκριβολογεῖ, θὰ πρέπει νὰ ἔχει ὑπ’ ὄψη του ὅτι μὲ τὸ ἴδιο μέτρο, δηλαδὴ αὐστηρότητα λεπτολογία καὶ ἀκρίβεια, θὰ κριθεῖ καὶ αὐτὸς ἀπὸ τὸ Θεό.

Καὶ συνεχίζει ὁ Κύριος.

Ἐξάλλου γιατί βλέπεις τὸ ἀχυράκι στὸ μάτι τοῦ ἀδερφοῦ σου, καὶ τὸ δοκάρι ποὺ εἶναι μέσα στὸ μάτι σου δὲν τὸ νιώθεις; ἢ πῶς θὰ πεῖς στὸν ἀδερφό σου· Ἄφησέ με νὰ βγάλω τὸ ἀχυράκι ἀπὸ τὸ μάτι σου, τὴ στιγμὴ ποὺ τὸ δοκάρι ὑπάρχει στὸ δικό σου μάτι; Ὑποκριτά, βγάλε πρῶτα τὸ δοκάρι ἀπὸ τὸ μάτι σου, καὶ τότε θὰ διακρίνεις τὸ ἀχυράκι στὸ μάτι τοῦ ἀδερφοῦ σου, γιὰ νὰ τὸ βγάλεις (3-5).

Σὰν ἀχυράκι ἐννοεῖ τὰ μικρὰ ἁμαρτήματα. Σὰ δοκάρι, χοντρὸ καὶ μακρὺ ξύλο ποὺ χρησιμοποιεῖται γιὰ τὴ στέγαση τῶν σπιτιῶν, ἐννοεῖ τὰ μεγάλα καὶ κραυγαλέα ἁμαρτήματα. Ἡ δοκὸς χρησιμοποιήθηκε ἐπιτυχέστατα ἐδῶ ἀπὸ τὸν μάστορα (τέκτονα) Κύριο μὲ κάποια λαϊκὴ ἔννοια ὑπερβολῆς, γιὰ νὰ φανεῖ ἡ διαφορὰ τῶν μικρῶν καὶ τῶν πολὺ μεγάλων ἁμαρτημάτων.

Λογικότερο εἶναι ἕνας ποὺ ἔχει μικρότερα ἁμαρτήματα νὰ ἐλέγξει τὸ συνάνθρωπό του ποὺ ἔχει μεγάλα ἁμαρτήματα, ἐνῷ εἶναι παράλογο, αὐτὸς ποὺ ἔχει πολὺ μεγάλα ἁμαρτήματα νὰ ἐλέγχει αὐτὸν ποὺ ἔχει μικρὰ ἁμαρτήματα. Αὐτὸ τὸ δεύτερο πιὰ ἂν δὲν εἶναι ὑποκρισία. Ὁ Κύριος ἀφήνει ὁ νοῦς τῶν ἀκροατῶν του νὰ τρέξει στοὺς φαρισαίους, ποὺ ἐνῷ ἦταν κατάφορτοι ἀπὸ ἁμαρτήματα μεγάλα καὶ ἠχηρά, ἐν τούτοις ἔκαναν τὸ δάσκαλο καὶ τὸν ἐλεγκτὴ στοὺς ἁπλοὺς ἀνθρώπους.

Πολὺ σωστὰ ἐπισημαίνει ὁ Ἰωάννης χρυσόστομος· Ἂν τὸ κάνεις αὐτὸ ἀπὸ πραγματικὸ ἐνδιαφέρον, δεῖξε πρῶτα ἐνδιαφέρον γιὰ τὸν ἑαυτό σου, γιὰ τὰ δικά σου μεγάλα ἁμαρτήματα. Ἀλλ’ ἐὰν καταφρονεῖς τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό του καὶ δὲν ἐνδιαφέρεσαι, τότε εἶναι φανερὸ ὅτι καὶ τὸν ἀδερφό σου δὲν τὸν κρίνεις ἀπὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὰ μικρὰ ἁμαρτήματά του, ἀλλὰ διότι θέλεις νὰ τὸν ξευτελίσεις. Ὁ Κύριος δὲν ἀπαγορεύει τὸν ἔλεγχο ἢ τὴ διόρθωση, ἀλλὰ δὲν θέλει νὰ δείχνουμε ἀμέλεια ἢ ἀνοχὴ στὰ δικά μας ἁμαρτήματα, καὶ νὰ πηδᾶμε στ’ ἁμαρτήματα τῶν ἄλλων. Τετραγωνικὴ λογική. Βαθιὰ ἐνδοσκόπηση. Ἀφαίρεση τῆς μάσκας.

Νὰ μὴ δίνετε τὸ ἅγιο στὰ σκυλιά, προσθέτει ὁ Κύριος, καὶ νὰ μὴ ρίχνετε τὰ μαργαριτάρια σας μπροστὰ στοὺς χοίρους, γιὰ νὰ μὴν τὰ τσαλαπατήσουν μὲ τὰ πόδια τους καὶ γυρίσουν πίσω καὶ σᾶς κομματιάσουν (6).

Ὡς ἅγιον καὶ μαργαρίτας ἐννοεῖ τὴν πίστη. Ὡς κύνας καὶ χοίρους ἐννοεῖ τοὺς ἀθεράπευτα ἀσεβεῖς καὶ ἀκάθαρτους, αὐτοὺς ποὺ δὲν ὑπάρχει ἐλπίδα ν’ ἀλλάξουν. Καὶ τὰ μὲν ζῷα εἶναι αὐτὰ ποὺ εἶναι ἀπὸ ἔνστικτο, ἐνῷ οἱ ἄνθρωποι φτάνουν στὸ ἐπίπεδο τῶν ζῴων μὲ γνώση καὶ συνείδηση. Σ’ αὐτοὺς δὲν ἀνοίγουμε συζήτηση γιὰ τὴν πίστη καὶ τὴν ἁγιότητα, διότι δὲν θὰ συγκινηθοῦν, δὲν θὰ φιλοτιμηθοῦν. Κι ἂν πάρουν κάτι, πολὺ σύντομα θὰ τὸ πατήσουν μὲ τὴ βρόμικη καὶ διεστραμμένη ζωή τους. Ἐπὶ πλέον θὰ ἐρεθισθοῦν καὶ θὰ μεταβληθοῦν σὲ αἱρετικοὺς ἢ διῶκτες τῆς πίστεως· καὶ θὰ προκύψει μεγαλύτερο κακό.

Αἰτεῖτε καὶ θὰ σᾶς δοθεῖ, ζητεῖτε καὶ θὰ βρεῖτε, χτυπᾶτε τὴν πόρτα καὶ θὰ σᾶς ἀνοιχτεῖ (7-8).

Τὸ ἴδιο λέει πάλι ὁ Κύριος καὶ μὲ τὰ τρία ρήματα (αἰτεῖτε, ζητεῖτε, κρούετε). Ἁπλῶς μὲ τὴν ἐπανάληψη αὐξάνει τὴν ἔμφαση. Ἂν ἐπιμένεις σὲ ἀνθρώπους, συνήθως τοὺς ἐξοργίζεις. Ἂν ἐπιμένεις στὸ Θεό, στὸ τέλος κερδίζεις. Παράδειγμα ἐπιμονῆς ἡ Χαναναία. Ἡ ἐπιμονή της νίκησε. Ἐνῷ στὴν ἀρχὴ ὁ Χριστὸς προσποιήθηκε ὅτι δὲν ἔχει διάθεση νὰ τὴ βοηθήσει, αὐτὴ μὲ τὴν ἐπιμονή της καὶ τὴν ταπεινοφροσύνη της τὸν ἔκανε τελικὰ νὰ τὴν βραβεύσει λέγοντας· Γυναῖκα, εἶναι μεγάλη ἡ πίστη σου, ἂς γίνει ὅπως θέλεις. Καὶ θεραπεύθηκε ἡ κόρη της τὴν ἴδια ὥρα.

Ἀπὸ τὸν εὐαγγελιστὴ Λουκᾶ διασῴζεται ἕνα παράδειγμα τοῦ Κυρίου, μὲ τὸ ὁποῖο λίγο ἢ πολὺ εἰσηγεῖται νὰ ζητοῦμε ἀπὸ τὸ Θεὸ μέχρι ἀναιδείας. Σύμφωνα μὲ τὸ παράδειγμα, πῆγε φίλος πρὸς φίλον τὴ νύχτα καὶ τοῦ ζητοῦσε τρία ψωμιά, διότι ἐκτάκτως, εἶπε, τοῦ ἦρθε ἐπισκέπτης· καὶ ἐνῷ ἐκεῖνος στὴν ἀρχὴ ἐνωχλήθηκε, διότι κοιμόταν μὲ τὰ παιδιά του, στὸ τέλος σηκώθηκε καὶ τοῦ ἔδωσε ὅ,τι τοῦ ζητοῦσε. Γιατί; Γιὰ τὴν ἐπιμονή του ποὺ ἄγγιξε τὰ ὅρια τῆς ἀναίδειας.

Τὰ τρία θέματα φαίνονται ἀνεξάρτητα καὶ ἄσχετα μεταξύ τους. Κι ὅμως γιὰ τὸν Ἰωάννη χρυσόστομο ἔχουν στενὴ ἑνότητα. Ἐπειδή, λέει, ὁ Κύριος παρότρυνε τοὺς ἀκροατάς του νὰ διορθώνουν τοὺς ἄλλους, διακρίνοντας ποιοί εἶναι πονηροὶ (φαρισαῖοι) καὶ ποιοί ὄχι, καὶ ποιοί εἶναι σκυλιὰ καὶ ποιοί ὄχι, κι ἐπειδὴ εἶναι μεγάλη ἡ ἀδιαφάνεια μέσα στὸν ἄνθρωπο, προσθέτει καὶ τὴν κορωνίδα τῆς εὐκολίας, τὴ βοήθεια ἀπὸ τὸ Θεὸ μὲ τὴν ἐπίμονη προσευχή.

 

Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης, ἀρχιμανδρίτης

 

(δημοσίευσι· ἰούλιος 2013)