ΕΠΙΛΟΓΕΣ
2. Λειτουργικὴ ζωή Θέματα ὁμιλητικῆς Λόγοι εἰς εὐαγγελικὰ ἀναγνώσματα σαββάτου Εὐαγγέλιον σαββάτου διακαινησίμου

PostHeaderIcon Εὐαγγέλιον σαββάτου διακαινησίμου

 

Ἡ ταπεινοφροσύνη τοῦ Βαπτιστοῦ1

 

Σάββατο Διακαινησίμου (Ἰω 3,22-33)

 

Ὑπῆρξε κάποια μικρὴ χρονικὴ περίοδος κατὰ τὴν ὁποία συνέπεσε νὰ βαπτίζουν καὶ ὁ Ἰωάννης ὁ βαπτιστὴς καὶ ὁ Χριστὸς σὲ διπλανὲς περιοχές. Μία παράλληλη δράση καὶ ἕνας σεβασμὸς τοῦ πρώτου πρὸς τὸν Ἰησοῦ. Ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης μᾶς ἱστορεῖ σχετικῶς στὴν περικοπή μας.

Ὁ Ἰησοῦς καὶ οἱ μαθηταί του ἦρθαν στὴν περιφέρεια τῆς Ἰουδαίας. Ἐκεῖ περνοῦσε τὶς ἡμέρες του μαζὶ μὲ τοὺς μαθητάς του, βαπτίζοντας ὅλους ὅσους προσέρχονταν. Κάπου ἐκεῖ κοντά, στὴν Αἰνών, καὶ πιὸ πέρα στὴ Σαλίμ, περιοχὲς μὲ πολλὰ νερά, βάπτιζε καὶ ὁ Ἰωάννης ὅλους ὅσους ἔφταναν ἐκεῖ. Δὲν εἶχε ἐγκλεισθεῖ ἀκόμη στὴ φυλακὴ ὁ Ἰωάννης (22-24).

Σὲ μία συζήτηση ἀνάμεσα στοὺς μαθητὰς τοῦ Ἰωάννου καὶ κάποιου Ἰουδαίου γιὰ τὸν καθαρισμό2, προφανῶς ὁ Ἰουδαῖος τοὺς ρώτησε·

– Ποιό βάπτισμα παρέχει μεγαλύτερο καθαρισμό, τοῦ Ἰωάννου ἢ τοῦ Ἰησοῦ;

Μαθαίνοντας λοιπὸν οἱ μαθηταὶ τοῦ Ἰωάννου ὅτι ὁ Ἰησοῦς βαπτίζει, τσιμπημένοι ἀπὸ αἴσθημα ζήλιας, ἦρθαν στὸν Ἰωάννη καὶ τοῦ ἀνακοίνωσαν, νομίζοντας ὅτι καὶ ὁ Ἰωάννης θ’ ἀντιδράσει ζηλότυπα·

– Διδάσκαλε, ἐκεῖνος ποὺ ἦταν μαζί σου πέρα ἀπὸ τὸν Ἰορδάνη, γιὰ τὸν ὁποῖο ἐσὺ ἔδωσες μαρτυρία (προφανῶς ἐννοοῦν τὴ βάπτιση τοῦ Ἰησοῦ, τοῦ ὁποίου σὰ ν’ ἀπαξιοῦν ν’ ἀναφέρουν τὸ ὄνομα), σοῦ κάνει ἀντίπραξη· βαπτίζει, καὶ ὅλοι πηγαίνουν σ’ αὐτὸν (25-26).

Ἀλλ’ ὁ Ἰωάννης, ποὺ κατάλαβε ὅτι τοῦ μιλοῦσαν μὲ ζηλοτυπία γιὰ τὸν Ἰησοῦ, τοὺς εἶπε·

– Δὲν μπορεῖ ἕνας ἄνθρωπος νὰ λάβει τίποτε, ἂν δὲν τοῦ ἔχει δοθεῖ ἀπὸ τὸν οὐρανό. Ἂν τὸ βάπτισμά του εἶναι δική του ἀνθρώπινη πρωτοβουλία, θὰ καταρρεύσει (27)· ἀφοῦ ὅμως, ὅπως μοῦ λέτε, προκόβει, ἀφοῦ ὅλοι πηγαίνουν σ’ αὐτόν, σημαίνει ὅτι εἶναι ἀπὸ τὸ Θεό. Ἐξ ἄλλου ἐγὼ δὲν πῆρα ἐντολὴ νὰ κάνω καμμιὰ ὀργάνωση ἢ κανένα κόμμα. Σᾶς τὸ ἐξήγησα ἀπὸ τὴν ἀρχή. Σεῖς οἱ ἴδιοι εἶστε μάρτυρες ὅτι σᾶς εἶπα· Δὲν εἶμαι ἐγὼ ὁ Χριστός· ἁπλῶς εἶμαι ἕνας σταλμένος ἀπὸ τὸ Θεὸ μὲ τὴν ἐντολὴ νὰ πορεύομαι πρὶν ἀπὸ αὐτὸν καὶ νὰ ἐξαγγέλλω τὸν ἐρχομό του (28).

Καὶ συνεχίζει ὁ Ἰωάννης νὰ μιλάει μὲ μεγάλη ταπεινοφροσύνη γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ ὑψηλὸ σεβασμὸ γιὰ τὸν Ἰησοῦ.

– Αὐτὸς ποὺ ἔχει τὴ νύφη, ὁ Ἰησοῦς δηλαδή, εἶναι ὁ γαμπρός, ἐνῷ αὐτὸς ποὺ στέκεται δίπλα του καὶ χαίρεται μὲ ἔκτακτη χαρὰ καὶ μόνο ἀκούγοντας τὴ φωνή του, ἐγὼ δηλαδή, εἶναι ὁ φίλος τοῦ γαμπροῦ. Αὐτὴ τὴ χαρὰ ὅτι εἶμαι φίλος τοῦ γαμπροῦ τὴν ἔχω μέσα μου γεμάτη. Καὶ χαίρομαι, διότι γνωρίζω ὅτι ἐκεῖνος πρέπει νὰ προκόβει καὶ νὰ δοξάζεται, ἐγὼ δὲ σιγὰ σιγὰ νὰ σβήνω (29-30).

Καὶ πράγματι μετὰ ἀπὸ λίγο ὁ Ἰωάννης φυλακίστηκε καὶ ἀποκεφαλίστηκε σ’ ἕνα χορὸ ποὺ ὀργάνωσε ὁ Ἡρῴδης. Ἡ ἀποστολή του τελείωσε3 καὶ ὁ Θεὸς τὸν κάλεσε κοντά του.

Ἐδῶ ὁ Ἰωάννης πρῶτος ὀνομάζει τὸν Ἰησοῦ νυμφίο. Μετὰ ὁ Ἰησοῦς θὰ ὀνομάσει τὸν ἑαυτό του ἔτσι, ὅταν θὰ συνομιλεῖ μὲ τοὺς μαθητὰς τοῦ Ἰωάννου, ποὺ τὸν ἀμφισβητοῦσαν. Θὰ τοὺς πεῖ· Θυμᾶστε πῶς μὲ ὀνόμασε ὁ διδάσκαλός σας Ἰωάννης; μὲ ὀνόμασε νυμφίο. Ὁ νυμφίος λοιπὸν εἶμαι.

Νύφη εἶναι ἡ ἐκκλησία. Μία νύφη. Ἕνας γαμπρός, ὁ Χριστός. Ἂς τὸ ἀκούσουν αὐτὸ οἱ σημερινοὶ οἰκουμενισταί, ποὺ θέλουν τὸ γαμπρὸ μὲ πολλὲς νύφες, καὶ τὴ νύφη μὲ πολλοὺς γαμπρούς. Δὲν θέλουν νὰ καταλάβουν πόσο βλασφημοῦν κατὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς ἐκκλησίας, ὅταν ὀνομάζουν τὶς αἱρέσεις ἐκκλησία καὶ ἀπαιτοῦν ν’ ἀποδεχτοῦν τὴ βλασφημία τους καὶ οἱ ἄλλοι. Ἀσελγαίνουν καὶ κατὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ κατὰ τῆς ἐκκλησίας. Οὔτε ἡ νύφη ἐννοεῖται νὰ ἐρωτοτροπεῖ μὲ ἄλλους γαμπρούς, δηλαδὴ θεούς, οὔτε ὁ Χριστὸς μὲ ἄλλες νύφες, δηλαδὴ θρησκεύματα καὶ αἱρέσεις. Εἷς Κύριος, μία ποίμνη.

῞Υστερ’ ἀπ’ αὐτὰ συμπληρώνει τὸ σκεπτικὸ τοῦ Προδρόμου ὁ ἴδιος ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, ποὺ γράφει τὸ Εὐαγγέλιο, λέγοντας·

– Αὐτὸς ποὺ ἔρχεται ἀπὸ πάνω, ἀπὸ τὸν οὐρανό, δηλαδὴ ὁ Ἰησοῦς, εἶναι ἀνώτερος ἀπ’ ὅλους, καὶ φυσικὰ καὶ ἀπὸ τὸν Ἰωάννη, καὶ ὡς ὁμοούσιος μὲ τὸν πατέρα του λέει αὐτὸ ποὺ εἶδε καὶ ἄκουσε ὁ ἴδιος στὸν οὐρανὸ ἀπὸ τὸν πατέρα του, τὴν πηγὴ κάθε ἀποκαλύψεως. Ἐνῷ αὐτὸς ποὺ εἶναι ἀπὸ τὴ γῆ, δηλαδὴ ὁ Ἰωάννης, ὡς ἄνθρωπος μιλάει σὰν ἐντεταλμένος τοῦ Θεοῦ, λέει ὅσα τοῦ λέει ὁ Θεός, δὲν ἔχει ὅλη τὴν ἀποκάλυψη. Ἐπαναλαμβάνω· αὐτὸς ποὺ ἔρχεται ἀπὸ τὸν οὐρανό, ὁ Ἰησοῦς, εἶναι ἀνώτερος ἀπ’ ὅλους (31).

Καὶ ἐνῷ ὁ Ἰησοῦς μαρτυρεῖ αὐτὸ ποὺ εἶδε καὶ ἄκουσε, ἐν τούτοις αὐτὰ ποὺ λέει οἱ περισσότεροι δὲν τὰ παραδέχονται. Μόνο λίγοι τὰ παραδέχονται. Πάντως αὐτὸς ποὺ παραδέχεται τὰ λόγια του, αὐτὸς κατὰ κάποιο τρόπο ὑπέγραψε ὅτι εἶναι ὁ ἀληθινὸς Θεός (32-33).

Ἀπὸ ὅσα λέει βγαίνει τὸ συμπέρασμα ὅτι δὲν λέει ψέματα, ἀλλ’ εἶναι ἀληθινός, εἰλικρινής, εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Εἶναι αὐτὸς ποὺ στάλθηκε ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ λέει τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ. Διότι δὲν τοῦ δίνει ὁ Θεὸς τὴν ἔμπνευση μὲ μέτρο, ὅπως δόθηκε στοὺς προφῆτες καὶ στὸν Ἰωάννη, ἀλλ’ ἔχει ὅλη τὴν ἀποκάλυψη καὶ τὴ θεία σοφία, δηλαδὴ τὴ θεότητα (34). Πνεῦμα σημαίνει θεότητα, διότι ἀκόμη δὲν ἦταν γνωστὸ τὸ τρίτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος.

Πράγματι στοὺς προφῆτες ὁ Θεὸς δίνει μία ἀποκάλυψη σὲ περιορισμένο βαθμὸ καὶ σὲ συγκεκριμένο χρόνο. Ἐνῷ ὁ Ἰησοῦς, μπορεῖ νὰ εἶναι ἄνθρωπος, ἀλλὰ ταυτόχρονα ὡς Θεὸς ἔχει ἀπὸ μόνος του ὅλη τὴν ἀποκάλυψη σὲ ἀπεριόριστο βαθμὸ ἀχρόνως καὶ ἀϊδίως, καὶ λαλεῖ ἀπὸ δική του θεία ἔμπνευση.

Θαυμάζει κανεὶς τὴν ταπεινοφροσύνη τοῦ Ἰωάννου προδρόμου καὶ βαπτιστοῦ. Ὁ Ἰωάννης, ὁ ταπεινὸς καὶ πρόθυμος δοῦλος τοῦ Θεοῦ, δὲν ξεχνάει ὅσα ἄκουσε ἀπὸ τὸν Ὕψιστο στὴ βάπτιση τοῦ Ἰησοῦ, ὑποκλίνεται μπροστὰ στὴ μεγαλειότητα τοῦ Γιοῦ του, τὸν ὀνομάζει νυμφίο καὶ τὸν ἑαυτό του φίλο τοῦ νυμφίου. Ἰδοὺ παράδειγμα ταπεινοφροσύνης γιὰ ὅσους ψάχνουν παραδείγματα ταπεινοφροσύνης ἀλλοῦ κι ἀλλοῦ.

Ἀπείρως πιὸ θαυμαστὴ εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, πού, ἐνῷ εἶναι Θεός, φαίνεται ὡς ἁπλὸς ἄνθρωπος. Καὶ δὲν προβάλλει τὴ θεότητά του, ἀλλὰ τὴν κρύβει διακριτικά, γιὰ νὰ αὐτενεργήσει καὶ νὰ τοποθετηθεῖ ἀπέναντί του ἐλεύθερα ὁ κάθε ἄνθρωπος ποὺ συμβαίνει νὰ τὸν γνωρίσει. Ὁ ἴδιος ἐκδηλώνει ἔμμεσα τὴ θεότητά του μὲ τὰ λόγια του καὶ τὰ ἔργα του. Ἔτσι οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι δὲν τὸν πιστεύουν, ἀλλὰ μόνον ὀλίγοι. Αὐτῶν τῶν ὀλίγων ὅμως ἡ μαρτυρία εἶναι σφραγῖδα ἐγκυρότητος τῆς θεότητός του ἀπὸ ἀνθρωπίνης πλευρᾶς, ὅσο καὶ ἂν οἱ πολλοὶ δὲν τὸν πιστεύουν.

Εὔκαιρο νὰ διερωτηθοῦμε· ἡ δική μας πίστη εἶναι μεταξὺ τῆς πίστεως τῶν ὀλίγων;

 

Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης, ἀρχιμανδρίτης

 

 

1. Γιὰ τὴν ὁμιλία αὐτὴ τὸ ὑλικὸ ἀντλήθηκε κυρίως ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Κωνσταντίνου Σιαμάκη, «Ἑρμηνεία εἰς τὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιον», Θεσσαλονίκη 1972 (λιθογραφημένο).

2. Ὁ καθαρισμὸς ἦταν εἶδος βαπτίσεως τῶν Ἰουδαίων, στηριζόμενο ὄχι στὸ Θεὸ ἀλλὰ στὶς παραδόσεις τῶν πρεσβυτέρων, ποὺ ὁ Χριστὸς τὶς ἀπορρίπτει ὅλες μὲ ἀηδία. Οἱ Ἰουδαῖοι ἐπειδὴ θεωροῦσαν μιαροὺς ὅλους τοὺς μὴ Ἰουδαίους καὶ τ’ ἀντικείμενά τους, ὅταν ἐπέστρεφαν στὸ σπίτι τους ἀπ’ ἔξω, γιὰ νὰ ξεπλύνουν τὸ «μίασμα», βυθίζονταν στὸ νερὸ οἱ ἴδιοι μαζὶ μὲ τ’ ἀντικείμενα ποὺ κουβαλοῦσαν σὲ εἰδικὲς ὑδρίες, πρὶν ἀπὸ τὸ φαγητὸ δὲ ἔπλυναν ἀπαραιτήτως τὰ χέρια τους. Συχνὰ κατέκριναν τὸν Κύριο καὶ τοὺς μαθητάς του, διότι ἔτρωγαν ἀνίπτοις χερσί. Τοῦ αὐτοῦ, ὅ.π., σ. 64.

3. Ὁ Ἰωάννης κήρυξε μόνο 6 μῆνες. Στὰ 29 του χρόνια βγῆκε στὸ κήρυγμα, καὶ στὰ 29,5 σφάχτηκε ἀπὸ τὸν Ἡρῴδη.

 

 

(δημοσίευσις 10/5/2013)­­­