ΕΠΙΛΟΓΕΣ
2. Λειτουργικὴ ζωή Θέματα ὁμιλητικῆς Λόγοι εἰς εὐαγγελικὰ ἀναγνώσματα κυριακῶν Εὐαγγέλιον 6ης κυριακῆς Λουκᾶ

PostHeaderIcon Εὐαγγέλιον 6ης κυριακῆς Λουκᾶ

 

Ἡ γύμνια ἀπαίτηση τῶν δαιμόνων

 

Κυριακὴ ἕκτη Λουκᾶ (Λκ 8,27-39)

 

Ἡ εὐαγγελικὴ περικοπὴ τῆς 6ης Κυριακῆς τοῦ Λουκᾶ εἶναι ἴδια μὲ ἐκείνην τῆς 5ης Κυριακῆς τοῦ Ματθαίου. Ἐννοῶ ὅτι καὶ οἱ δύο περιγράφουν τὸ ἴδιο γεγονός, τὴν ἐκδίωξη τῶν δαιμονίων, ἀλλ’ ὁ κάθε εὐαγγελιστὴς μὲ τὸ δικό του τρόπο. Ὁ μὲν Ματθαῖος μιλάει γιὰ δύο δαιμονισμένους, ὁ δὲ Λουκᾶς κάνει λόγο γιὰ τὸν κυριότερο ἀπὸ τοὺς δύο. Ἂς παρακολουθήσουμε τὸ Λουκᾶ αὐτὴ τὴ φορά.

Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ οἱ μαθηταί του μὲ πλοιάριο διέσχισαν τὴ λίμνη Γεννησαρὲτ ἀπὸ τὰ δυτικὰ πρὸς τὰ ἀνατολικά, καὶ ἀποβιβάστηκαν δίπλα στὸ χωριὸ τῶν Γαδαρηνῶν. Μόλις πάτησε τὸ πόδι του ὁ Ἰησοῦς στὴν ξηρά, συνάντησε ἕναν ἄντρα ἀπὸ τὴν πόλη αὐτή, ποὺ πολλὰ χρόνια εἶχε μέσα του δαιμόνια. Ἐκείνη τὴ στιγμὴ ἦταν γυμνός. Συνήθως δὲν φοροῦσε οὔτε τὸ ἐξωτερικό του ροῦχο (ἱμάτιον), δηλαδὴ γύριζε ὁλόγυμνος. Τὰ δαιμόνια ποὺ ἦταν μέσα του ἔτσι τὸν ἤθελαν. Ἐπίσης δὲν ἔμενε σὲ σπίτι, ἀλλὰ στὰ μνήματα. Τὰ δαιμόνια ποὺ ἔκαναν κουμάντο στὴ ζωή του προτιμοῦσαν τὰ μνήματα ὡς πομποὶ μηνυμάτων θανάτου.

Ὁ δαιμονισμένος αὐτὸς μόλις εἶδε τὸν Κύριο, ἔβγαλε κραυγή, ἔπεσε κάτω καὶ εἶπε δυνατά· Ἰησοῦ, Γιὲ τοῦ ὑψίστου Θεοῦ, τί σχέση ὑπάρχει ἀνάμεσα σ’ ἐμένα καὶ σ’ ἐσένα; (Ἐγὼ ἀνήκω σὲ ἀντίθετο στρατόπεδο. Καὶ τώρα ξαφνικὰ βρέθηκα μπροστά σου). Σὲ παρακαλῶ μὴ μὲ βασανίσεις.

Εἶναι ἀπαραίτητο νὰ διευκρινίσουμε στὸ σημεῖο αὐτὸ ὅτι φαινόταν βεβαίως νὰ μιλάει ὁ δαιμονισμένος, ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα μιλοῦσαν τὰ δαιμόνια ποὺ ἦταν μέσα του. Διότι, ἂν μιλοῦσε ὁ δαιμονισμένος, θὰ ἔλεγε· Ἰησοῦ, σῶσε με ἀπὸ τὰ δαιμόνια, ποὺ ἔκαναν τὴ ζωή μου μαρτύριο. Ἀλλ’ οἱ ἔνοχοι δαίμονες, ποὺ ἔχουν ἐκ τῶν προτέρων τὴν αἴσθηση ὅτι στὸν καιρό τους θὰ κολαστοῦν, παρακάλεσαν τὸν Ἰησοῦ νὰ μὴν τοὺς προσθέσει ἀπὸ τώρα καὶ ἄλλα βασανιστήρια.

Στὸ μεταξὺ ὁ Ἰησοῦς εἶχε διατάξει τὸ ἀκάθαρτο πνεῦμα νὰ βγεῖ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, διότι ἀπὸ πολλὰ χρόνια πρὶν τὸν εἶχε ἁρπάξει καὶ τὸν βασάνιζε ἀνελέητα. Καὶ στὸ διάστημα αὐτὸ τὸν ἔδεναν οἱ ἄνθρωποι συχνὰ μὲ ἁλυσίδες καὶ σιδερένιες ποδοπέδες καὶ τὸν φύλαγαν. ᾿Αλλ᾿ ἐκεῖνος ἔσπαζε τὰ δεσμά του καὶ σπρωχνόταν ἀπὸ τὰ δαιμόνια στὶς ἐρήμους.

Τὸν ρωτάει ὁ Ἰησοῦς· Ποιό εἶναι τὸ ὄνομά σου; Κι ἐκεῖνος ἀποκρίνεται· Λεγεών, δηλαδὴ τρία συντάγματα δαιμονίων· διότι πολλὰ δαιμόνια εἶχαν μπεῖ μέσα του. Καὶ πάλι τὸν παρακαλοῦν τὰ δαιμόνια μὲ τὸ στόμα τοῦ ταλαίπωρου ἀνθρώπου νὰ μὴν τοὺς διατάξει νὰ πᾶνε στὴν ἄβυσσο, ἀλλὰ νὰ τοὺς ἐπιτρέψει νὰ μποῦν στὸ μεγάλο κοπάδι τῶν χοίρων, ποὺ βοσκοῦσαν ἐκεῖ στὸ βουνό, κι ὁ Ἰησοῦς τοὺς ἐπέτρεψε. Καὶ βγῆκαν λοιπὸν τὰ δαιμόνια ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο καὶ μπῆκαν στὰ γουρούνια. Καὶ ὅρμησε σὰν τρελὸ τὸ κοπάδι τῶν γουρουνιῶν πρὸς τὴν ἀπόκρημνη ἀκρολιμνιά, καὶ γκρεμίστηκε ἀπὸ ψηλὰ κάτω στὰ νερὰ τῆς λίμνης καὶ πνίγηκε.

Ὅταν οἱ μισθωτοὶ βοσκοὶ τῶν χοίρων εἶδαν αὐτὸ ποὺ ἔγινε, ἔφυγαν καὶ μετέδωσαν τὴν εἴδηση στοὺς κατοίκους, ποὺ ἦταν στὴν πόλη καὶ στὰ χω­ράφια. Οἱ κάτοικοι βγῆκαν πράγματι νὰ δοῦν τὸ γεγονός, καὶ πρῶτοι οἱ ἰδιοκτῆτες τῶν γουρουνιῶν. Πῆγαν στὸν Ἰησοῦ καὶ εἶδαν τὸν πρώην δαι­μονισμένο, ντυμένο (ἔτσι τὸν ἤθελε ὁ Χριστὸς) καὶ μὲ σῶα τὰ μυαλά του, νὰ κάθεται δίπλα στὰ πόδια τοῦ Ἰησοῦ. Καὶ φοβήθηκαν. Στὸ μεταξὺ ἀπὸ τοὺς αὐτόπτες βοσκοὺς εἶχαν ἀκούσει πῶς ἔγινε καλὰ ὁ δαιμονισμέ­νος.

Ὅλοι περιμένουμε νὰ δοῦμε τώρα τοὺς Γαδαρηνοὺς νὰ εὐχαριστοῦν τὸν Ἰησοῦ ποὺ τοὺς ἀπάλλαξε ἀπὸ τὴ μάστιγα τῶν δαιμονίων καὶ ἔσωσε τὴν περιοχὴ ἀπὸ τὴν ἀπειλή, καὶ τὸν συνάνθρωπό τους ἀπὸ τὴ δυναστεία τῶν κακῶν πνευμάτων, καὶ χαλάλι τὰ γουρούνια, ἀλλὰ πρέπει νὰ ποῦμε μὲ λύπη ὅτι δὲν τὸν εὐχαρίστησαν. Ἀντιθέτως ὅλο τὸ πλῆθος τῶν γύρω χωριῶν τὸν παρακάλεσαν νὰ φύγει ἀπὸ τὰ μέρη τους, διότι τοὺς εἶχε πιάσει μεγάλος φόβος, ὅτι ὁ Ἰησοῦς θὰ τοὺς κάνει κακὸ στὶς περιουσίες τους. Βλέπετε τὰ δαιμόνια δὲν τοὺς ἔκαναν κακό, ἀλλὰ ὁ Ἰησοῦς τοὺς ἔκανε, τοὺς ἔπνιξε τὰ γουρούνια. Κι ὁ Ἰησοῦς βέβαια χωρὶς ἀντίρρηση μπῆκε στὸ πλοιάριο καὶ γύρισε πίσω στὴ δυτικὴ ὄχθη τῆς Γεννησαρέτ. Ὅταν δὲν σᾶς θέλουν σ’ ἕναν τόπο, νὰ φεύγετε ἀπ’ αὐτόν, τινάζοντας ἀκόμη καὶ τὴ σκόνη τῶν παπουτσιῶν σας, εἶχε πεῖ ἄλλοτε στοὺς μαθητάς του. Ἐδῶ τὸ ἐφαρμόζει ὁ ἴδιος.

Σπαρακτικὴ ἦταν ἡ παράκληση τοῦ πρώην δαιμονισμένου νὰ πάει κι αὐτὸς μαζί του, φοβούμενος ἴσως μήπως οἱ συμπατριῶτες του τὸν θεωρήσουν ὑπαίτιο τῆς «ζημίας» τους καὶ ξεσπάσουν ἐναντίον του, ἀλλ’ ὁ Ἰησοῦς τὸν ἀπόλυσε λέγοντας· Πήγαινε στὸ σπίτι σου, καὶ νὰ διηγεῖσαι ὅσα σοῦ ἔκανε ὁ Θεός. Κι ἐκεῖνος πῆρε θάρρος καὶ γύρισε ὅλη τὴν πόλη τῶν Γαδαρηνῶν καὶ σὰν ἀπόστολος διαλαλοῦσε ὅσα θαυμαστὰ τοῦ ἔκανε ὁ Ἰησοῦς.

Πολλὰ μπορεῖ νὰ σχολιάσει κανεὶς παίρνοντας ἀφορμὴ ἀπὸ διάφορα σημεῖα τοῦ περιστατικοῦ, ἀλλὰ θ’ ἀρκεστοῦμε μόνο σὲ ἕνα. Ὅτι ὁ γυμνισμὸς δὲν εἶναι μόδα, οὔτε ἀφέλεια· εἶναι ἀπαίτηση τοῦ δαίμονος. Καὶ ὅσες καὶ ὅσοι γυρίζουν πάντοτε, ἀλλὰ κυρίως τὸ καλοκαῖρι, σχεδὸν ξεστήθωτες καὶ μὲ μία φαρδιὰ ζώνη γιὰ φόρεμα, τὰ δὲ νέα κορίτσια μὲ τὸ σορτσάκι, ὅσο βαρὺ κι ἂν ἀκούγεται, μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἔχουν τὸ δαιμόνιό τους, στὶς διαταγὲς τοῦ ὁποίου συμμορφώνονται σὰν πειθαρχη­μένα στρατιωτάκια καὶ γυρίζουν μὲ τὸ φύλλο τῆς συκῆς ἢ καὶ χωρὶς αὐτό. Μπαίνουν ἀκόμη καὶ μέσα στοὺς ναούς, καὶ σὲ ὥρα θείας λειτουργίας ἢ πρὸ παντὸς τελέσεως μυστηρίων, μεταβάλλοντας τὸν ἅγιο τόπο σὲ τόπο σκανδάλων καὶ ὀφθαλμοπορνείας.

Τὸ λέμε αὐτό, γιατὶ οἱ ξεγυμνωμένοι δὲν ἔχουν ἴσως συνειδητοποιήσει τὴν κατοχή τους, κι ὁ ἕνας δαίμονας βλέποντας τὴ δεκτικότητα τῶν θυμάτων τους προσκαλεῖ καὶ ἄλλον καὶ ἄλλον, καὶ οἱ ψυχές, γιὰ τὶς ὁποῖες ἦρθε ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο, μεταβάλλονται μὲ τὴ θέλησή τους σὲ λεγεῶνα δαιμονίων. Ἔλεος, ἀδερφοί! Ὁ δαιμονισμένος τελικῶς ἀπαλλάχτηκε καὶ ντύθηκε καὶ βρῆκε τὰ μυαλά του. Ὁ διάβολος ξεγυμνώνει καὶ δαιμονίζει καὶ κολάζει. Ὁ Χριστὸς ντύνει καὶ σῴζει. Ζητῆστε τὴ βοήθειά του καὶ ζῆστε ἰματισμένοι καὶ σωφρονοῦντες, γιατὶ μὲ τὸν διάβολο δὲν μπορεῖ νὰ ἔχει κανεὶς καλὰ ξεμπερδέματα.

 

Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης, ἀρχιμανδρίτης

 

 

(δημοσίευσι 18/10/2012)