ΕΠΙΛΟΓΕΣ
2. Λειτουργικὴ ζωή Θέματα ὁμιλητικῆς Λόγοι εἰς εὐαγγελικὰ ἀναγνώσματα κυριακῶν Εὐαγγέλιον κυριακῆς τυφλοῦ

PostHeaderIcon Εὐαγγέλιον κυριακῆς τυφλοῦ

 

θελόκακοι φαρισαοι

 

Κυρ. Τυφλο (ω 9,1-38)

 

    Γιὰ τὸ εἶδος αὐτὸ τῶν ἀνθρώπων ἰσχύει τὸ Ο μ πείσεις κἂν μ πεί­σῃς. Κι ἂν δὲν πείθονται σὲ μαθηματικοὺς συλλογισμούς, μικρὸ τὸ κακό· ἂν ὅμως ἀντιτάσσονται στὰ ἔργα τοῦ Χριστοῦ, τὰ λαμπρότερα ἀπὸ τὸν ἥλιο, καὶ ἀμφισβητοῦν τὴ θεανδρική του προσωπικότητα, τότε δὲν μπορεῖ νὰ μένει κρυφὴ ἡ ἠθελημένη κακία καὶ ἡ διεστραμμένη προαίρεση, ποὺ γίνονται ἡ παντοτινὴ καταδίκη καὶ κόλασή τους. Ἂς δοῦμε τὸ εἶδος τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν στὸ πρόσωπο τῶν φαρισαίων.

    Ὁ Ἰησοῦς ἀλείφει λάσπη στὶς ἄδειες κόγχες τοῦ γεννημένου τυφλοῦ κι ἐκεῖνος ἀποκτᾶ μάτια ὑγιῆ καὶ πλούσιο φῶς. Ἡ «κακὴ» αὐτὴ πράξη ἔγινε ἡμέρα Σάββατο. Οἱ ἁπλοὶ ἄνθρωποι γιὰ τὸ πρωτάκουστο στοὺς αἰῶνες ση­μεῖο ἀποκαλοῦν τὸν Ἰησοῦ προφήτη, ἀλλ’ οἱ φαρισαῖοι ἀμφισβητοῦν τὸ θαῦ­μα καὶ τὸ θαυματοποιό. Οὔτε τὸ ὄνομά του δὲν θέλουν νὰ προφέρουν. Μῖσος ἀθεράπευτο τρέφουν κατὰ τοῦ Ἰησοῦ, διότι τάχα παρέβη τὴν ἀργία τοῦ σαββάτου, στὴν πραγματικότητα ὅμως διότι κέρδισε τὸ θαυμασμὸ καὶ τὴν ἐμπιστοσύνη τῶν ἀνθρώπων. Δεινὸ ἡ κακεντρέχεια.

    Ρωτοῦν τὸ θεραπευθέντα οἱ φαρισαῖοι πῶς ἀνέβλεψε, κι ἐκεῖνος λέει πάλι ὅσα εἶπε προηγουμένως στοὺς γείτονές του· Ἕνας ποὺ λέγεται Ἰησοῦς, εἶπε, ἔκανε πηλὸ μὲ τὸ σάλιο του, ἄλειψε τὶς κόγχες μου, νίφθηκα στὴ στέρνα μὲ ἐντολή του, κι ἀπέκτησα τὸ φῶς. Ἀκοῦν, δὲν μποροῦν ν’ ἀμφισβητήσουν τὸ γεγονός, καὶ διχάζονται κι αὐτοί. Ἄλλοι λένε ὅτι εἶναι ἁμαρτωλός, διότι δὲν τήρησε τὴν ἀργία τοῦ σαββάτου κι ἄλλοι δὲν μπο­ροῦν νὰ πιστέψουν ὅτι ἕνας ἁμαρτωλὸς μπορεῖ νὰ κάνει τέτοιο θαῦμα· ἄρα εἶναι δίκαιος. Ζητοῦν τὴ γνώμη τοῦ πρώην τυφλοῦ, κι ἐκεῖνος λέει ἀπερίφραστα ὅτι εἶναι προφήτης. Ἐκεῖνοι δὲν τὸν πιστεύουν. Περίμεναν βέβαια νὰ ἐκφράσει κάποια ἀμφιβολία, γιὰ νὰ διαβάλουν τὸ θαῦμα, ἀλλ’ ἐκεῖνος δὲν τοὺς ἔκανε τὴ χάρη· εἶπε τὴν ἀλήθεια.

    Οἱ περισσότεροι φαρισαῖοι παρὰ ταῦτα ἐπιμένουν στὴν ἀμφισβήτηση. Μήπως παίρνουν τέλος οἱ συζητήσεις, ὅταν οἱ ἄνθρωποι δὲν θέλουν νὰ πει­σθοῦν; Ὕστερα ἀπὸ ἀπόφασή τους νὰ διώξουν ἀπὸ τὴ συναγωγὴ τὸν ὁ­ποιον­δήποτε θὰ ὁμολογοῦσε τὸν Ἰησοῦ μεσσία, ἐνεργοῦν σὰν τρομοκράτες. Καλοῦν γιὰ ν’ ἀνακρίνουν τοὺς γονεῖς του, λὲς καὶ ὁ πρώην τυφλὸς ἦταν ἀν­ή­λικος. Ἐκεῖνοι, ἂν καὶ ἁπλοὶ ἄνθρωποι, διαισθάνονται τὶς κακὲς προ­θέ­σεις τους καὶ ἀπὸ φόβο ζυγίζουν τὰ λόγια τους. Ἐπιβεβαιώνουν ὅτι εἶναι γιός τους, ὅτι γεννήθηκε τυφλός, ἀλλὰ «δὲν ξέρουν» πῶς ἔγινε καλά. Ρω­τῆ­στε τὸν ἴδιο, τοὺς εἶπαν, «Αὐτὸς ἡλικίαν ἔχει,... αὐτὸς περὶ ἑαυτοῦ λα­λή­σει». Ἀφῆστε μας ἥσυχους. Μὴ μᾶς μπλέκετε. Ἡ ἐπανάληψη τοῦ «αὐτὸς» φα­νερώνει πόσο τρομοκρατημένοι ἦταν.

    Οἱ μισαλλόδοξοι πάλι δὲν πείθονται. Ζητοῦν ὁπωσδήποτε κάποια ἁ­μαρ­τωλὴ πτυχὴ στὴν ὑπόθεση, γιὰ νὰ πιαστοῦν, ἀλλὰ τελικὰ δὲν θὰ βροῦν, διότι δὲν ὑπάρχει. Ἁμαρτωλὴ καὶ κακὴ εἶναι μόνο ἡ πρόθεσή τους. Καλοῦν λοιπὸν ξανὰ τὸν πρώην τυφλὸ καὶ ἐμμέσως θέλουν νὰ τὸν παρασύρουν νὰ θεωρήσει τὸν εὐεργέτη του ἁμαρτωλό. Δόξαζε τὸ Θεό, τοῦ λένε· ἐμεῖς ξέ­ρου­με ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς εἶναι ἁμαρτωλός. Καὶ τὸν ξαναρωτοῦν πῶς ἔγινε καλά. Ἐκεῖνος αἰσθάνεται τὴν ἐκβιαστικὴ ἐξώθηση καὶ τὴν πείσμονα ἀπιστία τους καὶ μὲ ψυχραιμία τοὺς λοιδορεῖ καὶ τοὺς εἰρωνεύεται· Μὰ σᾶς εἶπα, τί μὲ ρωτᾶτε καὶ μὲ ξαναρωτᾶτε; μήπως θέλετε νὰ γίνετε μα­θη­ταί του;

    Σκύλιασαν οἱ φαρισαῖοι γιὰ τὴν εἰρωνεία καὶ τὸν ἔβρισαν. Τὴ θεώρησαν μεγάλη προσβολή. Σὺ εἶσαι μαθητής του, τοῦ λένε· ἐμεῖς εἴμαστε μαθηταὶ τοῦ Μωϋσέως. Τὸ Μωϋσῆ τὸν γνωρίζουμε, ἀλλ’ αὐτουνοῦ δὲν γνωρίζουμε ἀπὸ ποῦ κρατάει ἡ σκούφια του. Σημειώνεται ἐδῶ ὅτι ἔλεγαν χοντρὸ ψέ­μα. Διότι νωρίτερα εἶχαν ὁμολογήσει ὅτι ξέρουν τὸν πατέρα του καὶ τὴ μητέρα του (6,42· 7,41-42· 58). Τόσο εἶναι τὸ μῖσος τους τώρα, ὥστε δὲν τοὺς νοιάζει ποὺ ἀντιφάσκουν. Ὁ πρώην τυφλὸς τὰ καταλαβαίνει ὅλα καὶ ἁρπάζει τὴν εὐκαιρία. Μὲ ἁπλὸ συλλογισμὸ τοὺς ἀπαντάει· Τὸν κατη­γο­ρήσατε προηγουμένως ὅτι εἶναι ἁμαρτωλός. Ἀλλ’ ὁ Θεός, ὅπως ξέρετε, τοὺς ἁμαρτωλοὺς δὲν τοὺς ἀκούει. Ἀκούει μόνο τοὺς θεοσεβεῖς. Ἄρα, γιὰ νὰ μὲ κάνει καλά, σημαίνει ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἰσακούστηκε ὡς θεοσεβής.

    Οἱ φαρισαῖοι μὴ μπορώντας νὰ διαψεύσουν τὸ ἐπιχείρημα, προχωροῦν στὴ βία. Τὸν ἀποδοκιμάζουν. Μᾶς ἔγινες καὶ δάσκαλος, τοῦ λένε, σὺ ποὺ μία ζωὴ κολυμπᾶς στὴν ἁμαρτία. Καὶ τὸν διώχνουν. Ἀλλὰ τὸν διωγμένο γιὰ τὴν ἀλήθεια τὸν δέχεται ὁ Χριστός, καὶ τὸν ρωτάει· Σὺ πιστεύεις στὸ Γιὸ τοῦ Θεοῦ; Ποιός εἶναι, ἄνθρωπέ μου, γιὰ νὰ τὸν πιστέψω; Αὐτὸς ποὺ εἶ­ναι μπροστά σου καὶ σοῦ μιλάει. Τότε ὁ πρώην τυφλὸς κατάπληκτος εἶπε· Πιστεύω, Κύριε, καὶ τὸν προσκύνησε σὰν Θεό. Ὁ Χριστὸς στὴ Σα­μα­ρεί­τιδα ἀποκάλυψε ὅτι εἶναι ὁ μεσσίας, καὶ στὸν πρώην τυφλὸ ἀπο­κα­λύ­πτει τώρα ὅτι εἶναι ὁ μονογενὴς Γιὸς τοῦ Θεοῦ. Τὶς μεγάλες ἀποκαλύψεις, ὅπως βλέπουμε, δὲν τὶς κάνει ὁπωσδήποτε σὲ πεπαιδευμένους, ἀλλὰ συνή­θως στὰ μωρὰ τοῦ κόσμου, στοὺς ἀγράμματους καὶ ταπεινοὺς ἀνθρώπους.

    Τὸ πεῖσμα τῶν φαρισαίων συναντᾶται σήμερα στὸ εὐρὺ στρῶμα κυρίως τῶν λεγομένων λογίων καὶ ἐπιστημόνων, ποὺ ἐπιχειροῦν τὸ αἴσθημα τῆς μειονεξίας τους (κόμπλεξ) νὰ τὸ μεταδώσουν καὶ στοὺς ἁπλοὺς ἀνθρώ­πους. Φυσικοί, ἀστρονόμοι, ἀστροναῦτες, γεωλόγοι, πανεπιστημιακοί, μέσα πληροφόρησης, ἔχουν μπροστά τους τὶς ἀποδείξεις γιὰ τὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ, κι ὅμως τὶς ἀρνοῦνται πεισμόνως καὶ διακηρύττουν ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεός, δὲν ὑπάρχει παράδεισος, ὁ κόσμος εἶναι ἀποτέλεσμα ἐξέλιξης, καὶ πολλὰ ἄλλα ἀνεύθυνα, μισαλλόδοξα καὶ κακεντρεχῆ. Φύγωμεν, δελφοί, τὴ μισαλλοδοξία, τὴν κακεντρέχεια, τὴν ἐθελοκακία, τῶν σύγχρονων φαρι­σαί­ων, ποὺ τὴν κοσμοθεωρία τους τὴν παρουσιάζουν γιὰ ἐπιστήμη. Μείνω­μεν στὴν ἁπλότητα τῆς Σαμαρείτιδος καὶ στὴν εἰλικρίνεια καὶ λογικὴ τοῦ τυφλοῦ.

 

    Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης, ἀρχιμανδρίτης

 

(δημοσίευσις 29/5/2011)