Εὐαγγέλιον κυριακῆς τυρινῆς
Συγχώρηση, νηστεία, θησαυρισμός
Κυρ. Τυρινῆς (Μθ 6,14-21)
Γιὰ τρία πράγματα μιλάει ὁ Κύριος στὸ εὐαγγέλιο τῆς Τυρινῆς, τὴ συγχώρηση τὴ νηστεία καὶ τὸ θησαυρισμό. Παρεξηγημένα καὶ τὰ τρία καὶ τότε καὶ τώρα, τὰ διορθώνει. Δὲν τ’ ἀπορρίπτει οὔτε τὰ ὑπερτιμᾷ. Ὑποδεικνύει πῶς πρέπει νὰ γίνονται, γιὰ νὰ ἔχουν ἀξία γιὰ τὸν ἄνθρωπο ποὺ τὰ κάνει, καὶ γιὰ τὸ Θεό. Ἂν δὲν γίνονται σωστά, ὁ Θεὸς τὰ σιχαίνεται, κι ὁ Χριστιανὸς παγιδεύεται στὴν ὑπερηφάνεια, ἐκδήλωμα σατανικό.
Πρῶτα γιὰ τὴ συγχώρηση. Ὁ οὐράνιος Πατέρας, λέει ὁ Κύριος, σᾶς συγχωρεῖ, ὅταν κι ἐσεῖς συγχωρεῖτε αὐτοὺς ποὺ σᾶς ἀδίκησαν. Ἂν δὲν τοὺς συγχωρήσετε, οὔτε κι ἐκεῖνος σᾶς συγχωρεῖ. Ἁπλὸς ἀλλ’ ἀκαταμάχητος συλλογισμός. Συγχωρεῖς; Θὰ συγχωρηθεῖς. Δὲν συγχωρεῖς; Δὲν θὰ συγχωρηθεῖς. Εἶδος μὲ εἶδος. Δὲν λέει· Πληρώνεις; Θὰ συγχωρηθεῖς. Δὲν πληρώνεις; Δὲν θὰ συγχωρηθεῖς. Πόσο μακριὰ εἶναι ἡ προτροπὴ αὐτὴ τοῦ πάπα τῶν παπικῶν ἀπὸ τὴν προτροπὴ τοῦ Χριστοῦ; Καὶ πόσο εὔκολα μία ἅγια πράξη, τὸ νὰ συγχωρήσεις αὐτὸν ποὺ σὲ ἀδίκησε, μετατρέπεται σὲ συναλλαγὴ καὶ χρηματιστήριο!
Ἐπειδὴ τὸ νὰ συγχωροῦμε εἶναι βασικὸ πρᾶγμα γιὰ τὴν εὐτυχία μας καὶ γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῆς αἰώνιας ζωῆς, ὁ Κύριος μᾶς τὸ συνιστᾷ πολλὲς φορές. Στὸ Πάτερ ἡμῶν... μᾶς προτρέπει νὰ ζητοῦμε συγχώρηση ἀπὸ τὸ Θεὸ γιὰ τ’ ἁμαρτήματά μας, ἀφοῦ κι ἐμεῖς προηγουμένως συγχωρήσουμε ὅσους μᾶς ἀδίκησαν (Καὶ ἄφες ἡμῖν ... ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν). Καὶ στὴν παραβολὴ τοῦ ὀφειλέτου τῶν μυρίων ταλάντων μᾶς λέει πάλι, ὅτι ὁ βασιλιᾶς τιμώρησε σκληρὰ τὸ δοῦλο του, ποὺ δὲν χάρισε σὲ κάποιον 100 δηνάρια, ἐνῷ ἐκεῖνος τοῦ εἶχε χαρίσει 10.000 τάλαντα, δηλαδὴ 25 τόνους χρυσάφι (ἕνα τάλαντο = 25,230 κιλά). Ὑπενθυμίζεται ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν περιορίστηκε στὰ λόγια, ἀλλὰ μᾶς ἔδωσε καὶ τὸ καλὸ παράδειγμα τῆς συγχωρήσεως. Συγχώρησε τοὺς σταυρωτάς του, ὅταν αἱμόφυρτος ἐπάνω ἀπὸ τὸ σταυρὸ παρακάλεσε τὸν Πατέρα του· Συγχώρησέ τους, Πατέρα, δὲν ξέρουν τί κάνουν.
Στὴ συνέχεια ὁ Χριστὸς μιλάει γιὰ τὴ νηστεία. Καὶ αὐτὴν ὁ διάβολος τὴν ἔχει στραβώσει· ἀπὸ ἅγια τὴν ἔκανε ἁμαρτωλή. Γι’ αὐτὸ κι ὁ Χριστὸς δίνει ὁδηγίες γιὰ τὸ πῶς πρέπει νὰ γίνεται ἡ νηστεία, γιὰ νὰ τὴ δεχθεῖ ὁ Θεὸς καὶ ν’ ἀποβεῖ ὠφέλιμη στὸν ἄνθρωπο.
Ὅταν νηστεύετε, εἶπε, δὲν χρειάζεται νὰ εἶστε σκυθρωποί, ὅπως οἱ ὑποκριταὶ φαρισαῖοι. Αὐτοὶ γιὰ νὰ φανοῦν ὅτι νηστεύουν, ἀφήνουν ἀπεριποίητο τὸ πρόσωπό τους. Σᾶς πληροφορῶ λοιπὸν ὅτι αὐτοὶ πῆραν τὸ μισθό τους. Ἐσὺ ὅμως ὅταν νηστεύεις, σαπούνισε τὸ κεφάλι σου καὶ τὸ πρόσωπό σου, γιὰ νὰ μὴ φανεῖς στοὺς ἀνθρώπους ὅτι νηστεύεις, ἀλλὰ στὸν οὐράνιο Πατέρα σου. Ἐκεῖνος βλέπει τὴ νηστεία ποὺ κάνεις κρυφά, καὶ θὰ σοῦ ἀποδώσει τὸ μισθό σου φανερά, μπροστὰ σ’ ὅλους.
Ἡ νηστεία ποὺ ἔκαναν, ὅπως τὴν ἔκαναν, οἱ φαρισαῖοι, ἦταν μουχλιασμένη. Βρομοκοποῦσε ὑποκρισία, ἐγωκεντρισμό, ἐπίδειξη, ἀνθρωπαρέσκεια, ψευτοευλάβεια, χωματίλα. Πῶς νὰ τὴ δεχτεῖ ὁ Θεός; Πῶς νὰ τὴν ἀμείψει, ἀφοῦ δὲν τὴν ἔκαναν γιὰ τὸ Θεό; Ἡ νηστεία ὅμως ποὺ ζητεῖ ὁ Χριστός, ποὺ δὲν τὴν ξέρει κανένας, γιατὶ δὲν μιλᾶμε γι’ αὐτὴν σὲ κανέναν, ὠφελεῖ τὸν πιστὸ καὶ σωματικά, γιατὶ ἀποτοξινώνει καὶ ἐξυγιαίνει τὸν ὀργανισμό, ἀλλὰ καὶ πνευματικά, γιατὶ ὁ ἄνθρωπος ἔχει μία μυστικὴ χαρὰ ὅτι κάνει κάτι, ἕνα τόσο δὰ ἐλάχιστο γιὰ τὸ Θεὸ ἀπὸ ἀγάπη. Καὶ φυσικὰ στὸ Χριστιανὸ ποὺ νηστεύει ἔτσι ὁ Θεὸς δίνει πολλὲς χάρες καὶ εὐλογίες. Τοῦ δίνει τὴ δύναμη νὰ νικάει τὰ πάθη του, ἀκόμη καὶ δαιμόνια νὰ ἐκδιώκει. Τοῦ δίνει καὶ καθαρὴ προσευχὴ καὶ συγκίνηση καὶ κατάνυξη καὶ ἁγιασμὸ καὶ βεβαιότητα γιὰ τὴ σωτηρία του.
Στὸ τέλος μιλάει ὁ Χριστὸς καὶ γιὰ τὸ ποιός εἶναι ὁ ἀληθινὸς θησαυρισμός. Συνήθως οἱ ἄνθρωποι νομίζουν θησαυροὺς τὸ χρῆμα, τὸ χρυσάφι, τὸ ἀσῆμι, τὰ πολύτιμα πετράδια, καὶ ἄλλα τέτοια γήινα, ποὺ σκουριάζουν ἢ κλέβονται ἢ σκουληκιάζουν ἢ χάνουν τὴν ἀξία τους. Πράγματα ποὺ ὅσο τὰ κατέχουν οἱ ἄνθρωποι, τὸ μυαλό τους εἶναι αἰχμαλωτισμένο σ’ αὐτά. Ἂν κλαποῦν, κλαῖνε καὶ θρηνοῦν. Ἀπὸ πλούσιοι γίνονται ξαφνικὰ φτωχοί. Ὁ Χριστὸς ὅμως μᾶς γνωρίζει κάποιους ἄλλους θησαυρούς, οὐράνιους, πνευματικούς, ποὺ δὲν κλέβονται, δὲν σαπίζουν, δὲν χάνουν τὴν ἀξία τους ποτέ. Καὶ μᾶς συνιστᾷ νὰ μαζεύουμε αὐτοὺς τοὺς θησαυρούς, καὶ σ’ αὐτοὺς νὰ εἶναι προσκολλημένο τὸ μυαλό μας. Τέτοιοι θησαυροὶ εἶναι τὰ καλὰ ἔργα. Ἔτσι μὲ τὰ γήινα κάνεις ὑπεργήινα. Ψωμίζεις, ποτίζεις, χορταίνεις, γιατρεύεις, φιλοξενεῖς, ντύνεις, στεγάζεις, ἀποφυλακίζεις τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἔχουν ἀνάγκη. Τὰ καλὰ αὐτὰ ἔργα σὲ ἀμείβουν καὶ ἐδῶ, διότι σοῦ χαρίζουν ἀληθινὴ χαρά, καὶ στὴν ἄλλη ζωή, ὅπου ὁ Πατέρας θὰ σοῦ χαρίσει τὸν ἄφθαρτο πλοῦτο τῆς αἰωνίου ζωῆς.
Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης, ἀρχιμανδρίτης
(δημοσίευσι 2/3/2011)