ΕΠΙΛΟΓΕΣ
2. Λειτουργικὴ ζωή Θέματα ὁμιλητικῆς Λόγοι εἰς εὐαγγελικὰ ἀναγνώσματα κυριακῶν Εὐαγγέλιον κυριακῆς ἀσώτου

PostHeaderIcon Εὐαγγέλιον κυριακῆς ἀσώτου

 

 Ἀσωτία

 

Κυρ. Ἀσώτου (Λκ 15,11-32)

 

   «Ἄσωτος» εἶναι ὁ σπάταλος, ὁ ἀκόλαστος, ὁ διεφθαρμένος, ὁ ἐξώλης. «Ἀσωτία» λέγεται ὁ βίος τοῦ ἀσώτου, ἡ σπατάλη. «Ἀσωτεύω» εἶναι τὸ ρῆ­μα ποὺ σημαίνει ζῶ σὰν ἄσωτος, κατασπαταλῶ κάποιο ἀγαθό (χρῆμα, ὑ­γεία, ὑπόληψη). Αὐτὴ τὴ λέξη χρησιμοποίησε ὁ Κύριος, γιὰ νὰ χαρα­κτη­ρί­σει τὸν τρόπο τῆς ζωῆς τοῦ νέου τῆς παραβολῆς, πού, ἀφοῦ πῆρε μερίδιο τῆς πατρικῆς περιουσίας, ἔφυγε σὲ μακρινὴ περιοχή, καὶ τὸ σκόρπισε ζών­τας ἀσώτως. Τὰ λεφτὰ ὅμως τέλειωσαν γρήγορα. Ἦρθε καὶ μία μεγάλη πεῖνα, κι ὁ νέος δὲν εἶχε οὔτε νὰ φάει. Ἀνέλαβε τότε τὴ βοσκὴ γουρουνιῶν καὶ προσπαθοῦσε νὰ κορέσει τὴν πεῖνα του μὲ χαρούπια, ποὺ ἔτρωγαν τὰ γουρούνια. Ἀπὸ πλουσιόπαιδο κατάντησε ἐλεεινὸς χοιροβοσκός. Συμβολικὰ ὅλα αὐτά, ἀλλὰ μὲ ἐμπράγματο διδακτισμό.

    Δὲν θὰ ἀδικοῦσα τὴ σύγχρονη πραγματικότητα, ἂν ἔλεγα ὅτι τὰ χρόνια μας εἶναι κατ’ ἐξοχὴν χρόνια ἀσωτίας. Ὅσα κι ἂν ἔχουν οἱ ἄνθρωποι σή­μερα, τὰ «τρῶνε» στὶς ἀγορές, στὴν πολυτέλεια, στὴν πολυφαγία, στὰ κα­ζί­νο, στὰ ἄσκοπα ταξίδια, στὰ πολυτελῆ ξενοδοχεῖα, στὰ ἀκριβὰ τσι­γά­ρα, στὰ πανάκριβα ὑφάσματα, στὰ δαπανηρὰ αὐτοκίνητα, στὴν ἀκολασία, στὰ διαζύγια, καὶ μένουν χρεωμένοι στὶς τράπεζες. Κάποιες κυρίες δὲν μπο­ροῦν νὰ κρατήσουν χρῆμα στὴ τσέπη τους. Νιώθουν «φαγούρα». Πᾶνε στὰ πολυκαταστήματα καὶ τ’ ἀποτελειώνουν σὲ λίγα λεπτά, ἀγοράζοντας ἄ­χρη­στα πράγματα. Μέρες ὑπεραφθονίας καὶ ἀσωτίας! Τὸ δυσάρεστο φαι­νό­μενο τῆς οἰκονομικῆς κρίσεως σήμερα ἔχει τὴν αἰτία του.

    Ἡ στέρηση στὴ ζωὴ τοῦ ἄσωτου νέου τῆς παραβολῆς ἔφερε κάτι τὸ εὐ­χά­ριστο, τὸ σωτήριο· τὴν ἐπιστροφή του στὸν πατέρα. Ἦταν μία ἀπόφαση ἀνάγ­κης, ἀλλὰ πάντως εἰλικρινής. «Καὶ δοῦλος νὰ εἶμαι στὸν πατέρα μου», σκέφθηκε, «θὰ περνῶ καλύτερα ἀπὸ τὴν κόλαση αὐτὴν ἐδῶ μακριά του». Ὁ πατέρας τὸν δέχτηκε μὲ πολλὴ ἀγάπη κι ἔκανε γλέντι ὑποδοχῆς γιὰ τὸ χαμένο καὶ νεκρὸ παιδί του.

    Ἀξιολογώντας τὰ δεδομένα τῆς παραβολῆς, μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι τὸ λάθος τοῦ νέου ἦταν ἡ ἀπομάκρυνσή του ἀπὸ τὴν κηδεμονία πιὰ τοῦ πα­τέ­ρα του. Ὁ μισόκαλος τοῦ τὴν παρουσίαζε ἀνυπόφορη. Τοῦ φούντωνε τὴ φαντασία του. «Φύγε, θὰ εἶσαι ἐλεύθερος. Θὰ κάνεις τὴ ζωή σου ὅπως σοῦ γουστάρει». Τὸ περίεργο ὅμως ἦταν ὅτι ὅλ’ αὐτὰ ἔμοιαζαν μὲ σαπουνό­φουσκα. Ἦταν τόσο φευγαλέα. Καὶ τὸ ὄνειρο ἀκόμη διαρκεῖ περισσότερο. Καὶ ἀντὶ γιὰ χαρὰ ὁ νέος βρῆκε δυστυχία. Ἀντὶ γιὰ ἐλευθερία βρέθηκε δε­μένος στὰ πάθη του.

    Καὶ σήμερα σὲ πολλοὺς νέους ἔτσι φαίνεται ὁ Θεός· σὰν «μπα­μπού­λας» ποὺ ἀπειλεῖ τὴν προσωπικὴ ἐλευθερία τους. Ἔτσι τοὺς τὸν παρου­σι­ά­ζουν. Ἂν εἶναι ὅμως δυνατὸν ὁ Θεός, ποὺ δίνει τὴν ἐλευθερία, ὁ ἴδιος καὶ νὰ τοὺς τὴ στερεῖ. Καὶ φεύγουν οἱ νέοι καὶ ψάχνουν γιὰ χαρά. Οὔτε ν’ ἀκούσουν γιὰ Θεό, γιὰ εὐαγγέλιο, γιὰ πίστη, γιὰ ἐγκράτεια, γιὰ μετάνοια. Κλείνουν τὰ μάτια καὶ πέφτουν στὴν ἀκολασία, στὴν ἀσωτία, στοὺς τεχνη­τοὺς παραδείσους, στὴ φυλακή, στὴν ἀπελπισία, στὸ θάνατο. Γέμισε ἡ κοινωνία ἀπὸ «φυγάδες».

    Περιττὸ νὰ λεχθεῖ βεβαίως ὅτι οἱ νέοι μας εἶναι τὰ θύματα μιᾶς καλὰ ὀργανωμένης κοινωνικῆς ἀπάτης, ποὺ παρουσιάζεται στὰ μάτια τους ἀπὸ τὴν τεχνητὴ πραγματικότητα, τὴν ὀθόνη καὶ τοὺς ψιθύρους γιὰ παρα­δεί­σους. Πρέπει νὰ ὁμολογήσουμε ὅτι οἱ νέοι μας γιὰ τὴ μάχη τῆς ζωῆς δι­α­θέ­τουν μνήμη, φαντασία, ὁράματα, μέλλον, ἀντοχή, εὐφυΐα, καὶ ἄλλα πολλά. Δὲν διαθέτουν ὅμως «ἕρμα», δηλαδὴ πεῖρα, ποὺ θὰ κρατήσει τὸ σκάφος τῆς ζωῆς τους ὄρθιο στὶς φουρτοῦνες. Στερημένοι πείρας, δείχνουν ἐμπι­στο­σύνη στοὺς κράχτες τῶν «παραδείσων» καὶ παρασύρονται καὶ ναυ­α­γοῦν.

    Ἴσως νὰ εὐθύνονται λίγο μόνο οἱ νέοι μας, θὰ ἔλεγε κάποιος, καὶ δὲν θὰ εἶχε ἄδικο. Στὸ ὅτι θὰ μποροῦσαν νὰ δανείζονται πεῖρα ἀπὸ τοὺς γονεῖς, γιὰ ν’ ἀποφεύγουν τοὺς σκοπέλους. Καὶ δὲν τὸ κάνουν. Ἀλλὰ καὶ πάλι ἔχουν δίκαιο οἱ νέοι, διότι πολλὰ παιδιὰ θὰ τὸ ἔκαναν πρόθυμα, ἂν οἱ γονεῖς τους παρέμεναν γονεῖς. Δυστυχῶς ὅμως οἱ «γονεῖς» πρόλαβαν καὶ διέλυσαν τὴν οἰκογένειά τους καὶ πότισαν τὰ παιδιά τους μὲ τὸ φαρ­μά­κι τῆς ἐγκαταλείψεως. Ὕστερα πῶς ν’ ἀποδοθεῖ εὐθύνη στοὺς νέους; πῶς τὰ παιδιά μας νὰ μὴν παραπαίουν, ὅταν οἱ ἴδιοι οἱ ἀπρόκοποι καὶ ἀνεύθυνοι γονεῖς τοὺς βάζουν τρικλοποδιά;

    Ἐδῶ εἶναι ἕνα λεπτὸ σημεῖο ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ προσέξουν οἱ νέοι μας. Ἂν ὁ πατέρας τους φάνηκε ἀνάξιος της ἀποστολῆς του, ὑπάρχει ὁ ἄλλος Πατέρας, ὁ Πανάγαθος, ποὺ εἶναι ἕτοιμος νὰ δώσει χέρι βοηθείας. Παιδιά μου, ὁ Θεὸς σᾶς ἀγαπάει καὶ περιμένει νὰ σᾶς σφίξει στὴν ἀγ­κα­λιά του. Μὴν παίρνετε ἀποφάσεις σὲ στιγμὲς δικαιολογημένης ἀπελπισίας ἢ βρασμοῦ. Σηκῶστε τὸ νοῦ σας καὶ παρακαλέστε τον. Εἶναι σίγουρο ὅτι κοντά του θὰ εἶστε εὐτυχισμένοι· εἶναι σίγουρο ὅτι θὰ σᾶς βγά­λει στὸ ξέ­φω­το τῆς ζωῆς, καὶ αὐτῆς καὶ τῆς ἄλλης, τῆς αἰώνιας.

 

    Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης, ἀρχιμανδρίτης

 

(δημοσίευσι 18/1/2011)