᾿Απόστολος κυριακῆς πατέρων (ἰουλίου)
Ὁδηγίες Παύλου πρὸς Τίτον
Κυρ. (᾿Ιουλίου) Δ΄ οἰκ. συν. (Ττ 3,8-15)
Ὅλες οἱ οἰκουμενικὲς σύνοδοι χωρὶς ἐξαίρεση στὸ διάστημα τῆς δισχιλιετοῦς ζωῆς τῆς ἐκκλησίας ἀντιμετώπισαν αἱρετικοὺς καὶ διετύπωσαν κάποιους ὅρους ἢ δόγματα τῆς μιᾶς ἁγίας καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς ἐκκλησίας, μὲ τοὺς ὁποίους πρόβαλαν τὶς ὀρθὲς θέσεις τῆς Ἐκκλησίας καὶ καταδίκασαν τὶς ἄτοπες δοξασίες τῶν αἱρέσεων. Καὶ ἡ Δ΄ οἰκουμενικὴ σύνοδος, ποὺ συγκλήθηκε στὴ Χαλκηδόνα τῆς Βιθυνίας (451), καταδίκασε τὸ μονοφυσιτισμὸ στὸ πρόσωπο τοῦ αἱρεσιάρχου Εὐτυχοῦς, ἡγουμένου κάποιας μονῆς τῆς Κωνσταντινουπόλεως.
Οἱ μονοφυσῖτες, ποὺ ζοῦν μέχρι σήμερα στοὺς ἀραβικοὺς καὶ ἀρμενικοὺς πληθυσμοὺς ὑπὸ τὴν ὀνομασία μεταχαλκηδόνιοι, ἀρνοῦνται τὴν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ μετὰ τὴν ἀνάσταση, καὶ λένε γι’ αὐτὴν ὅτι ἐξαφανίστηκε, διότι ἀπορροφήθηκε ἀπὸ τὴ θεία φύση του. Ἀλλ’ ἡ Δ΄ οἰκουμενικὴ σύνοδος δογμάτισε ὅτι ὁ «ἕνας καὶ ὁ αὐτὸς Χριστός, Υἱός, Κύριος, μονογενὴς γνωρίζεται ἀπὸ δύο φύσεις ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀδιαιρέτως, ἀχωρίστως, καὶ πουθενὰ ἡ διαφορὰ τῆς φύσεως δὲν καταστρέφεται λόγῳ τῆς ἑνώσεώς των, ἀλλὰ σῴζεται ἡ ἰδιότητα τῆς κάθε μιᾶς καὶ ἑνώνεται σὲ ἕνα πρόσωπο καὶ μία ὑπόσταση» (Δοσίθεος).
Καὶ ἐπειδὴ ὁ λόγος περὶ αἱρέσεων, γι’ αὐτὸ καὶ σήμερα ἡ ἀποστολικὴ περικοπὴ ἀπὸ τὴν πρὸς Τίτον Ἐπιστολὴ στρέφεται γύρω ἀπὸ μία ἀπὸ αὐτές. Μιλάει γιὰ τὴν παλιὰ παναίρεση τοῦ γνωστικισμοῦ. Ὁ γνωστικισμὸς ἦταν ἕνα κρᾶμα νεοπλατωνικῶν, ἰουδαϊκῶν καὶ ἀνατολικῶν ἰδεῶν, ποὺ προσπαθοῦσε νὰ «στηρίξει» τὴ χριστιανικὴ διδασκαλία μὲ ξένα διδάγματα, γιὰ νὰ ὑψωθεῖ ἔτσι ἡ πίστη σὲ γνώση. Ἕνα πλοκάμι τοῦ γνωστικισμοῦ ἦταν καὶ ὁ νικολαϊτισμός, ποὺ ἀπασχολοῦσε ἄμεσα τότε τὸν Τίτο, ἐπίσκοπο Κρήτης.
Ὁ Τίτος ἦταν στενὸς συνεργάτης τοῦ ἀποστόλου Παύλου, πρώην εἰδωλολάτρης καὶ ῾Ρωμαῖος πολίτης. Στὴν πίστη τὸν ἔφερε ὁ ἀπόστολος Παῦλος χωρὶς περιτομή. Ἀργότερα οἱ ψευδάδελφοι ἀπαίτησαν νὰ περιτμηθεῖ, καὶ περιτμήθηκε (Γα 2,4), γιὰ νὰ μὴν ἐξαγριωθοῦν, χωρὶς βέβαια νὰ πιστεύει ὅτι εἶναι ἀπαραίτητη, ὅπως ἄλλωστε εἶχε ἀποφασίσει καὶ ἡ ἀποστολικὴ σύνοδος.
Ὁ Τίτος ὡς ἐπίσκοπος Κρήτης στὴν πρὸς αὐτὸν Ἐπιστολὴ δέχεται ἀπὸ τὸ διδάσκαλό του Παῦλο ὁδηγίες γιὰ τὸ δύσκολο ἔργο του, καὶ κυρίως γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τῶν νικολαϊτῶν. Οἱ αἱρετικοὶ αὐτοὶ εἶναι, τοῦ λέει μὲ ἄκρα συντομία, γνωστοὶ ἀπὸ τρία γνωρίσματα· α) Δὲν πιστεύουν ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι Κύριος καὶ Θεός, ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος, β) Ἡ ζωή τους εἶναι ἀκόλαστη, καὶ γ) Δείχνουν ἀπείθεια καὶ ἀντίσταση στοὺς ὑπεύθυνους τῆς ἐκκλησίας (1,13-2,1). Ἡ γάγγραινα τοῦ ἀκόλαστου νικολαϊτισμοῦ διακρίθηκε γιὰ ὀργιαστικὲς ἐπιδόσεις, ἀχαλίνωτη ἔκδοση σὲ πορνεῖες καὶ παρὰ φύση ἀσέλγειες μὲ τὸ σχῆμα τῆς λατρευτικῆς πράξεως. Τὶς ὁδηγίες ὁ Παῦλος τὶς δίνει στὸν Τίτο, ποὺ δὲν πρόκειται νὰ τὸν παρεξηγήσει ὅτι τὸν ὑποτιμᾶ ἢ νὰ πεισμώσει, γιὰ νὰ τὶς ἀκούσουν ἔμμεσα οἱ εὔθικτοι καὶ πείσμονες Κρῆτες, ποὺ θὰ διαβάσουν τὴν Ἐπιστολή του.
Στοὺς 7 στίχους, ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἀποτελεῖται ἡ ἀποστολικὴ περικοπή, ποὺ εἶναι καὶ ὁ ἐπίλογος τῆς Ἐπιστολῆς, ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀπευθύνει στὸν Τίτο τὶς ἑξῆς συμβουλές. Ὀλ’ αὐτά, λέει, ποὺ σοῦ ἔγραψα λίγο πιὸ πάνω (στ. 4-7) γιὰ τὴ λύτρωσή μας, τὴν ἀναγέννησή μας καὶ τὴν κληρονομία τῆς αἰώνιας ζωῆς, εἶναι λόγια ἀξιόπιστα. Καὶ αὐτὰ τὰ λόγια θέλω κι ἐσὺ νὰ τὰ λὲς μὲ βεβαιότητα καὶ αὐτοπεποίθηση στοὺς Χριστιανούς, ποὺ ἔχουν πιστέψει στὸ Θεό, γιὰ νὰ φροντίζουν νὰ πρωτοστατοῦν ἀκούραστα στὰ καλὰ ἔργα. Καὶ ὡς καλὰ ἔργα ἐννοῶ αὐτὰ τὰ ὁποῖα μόλις πιὸ πάνω ἀνέφερα (2,2-10· 3,1-2).
Σὲ συμβουλεύω ἐπίσης, λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ν’ ἀποφεύγεις τὶς μωρὲς καὶ χωρὶς νόημα συζητήσεις καὶ τὶς ἀπέραντες καὶ ἀτέλειωτες γενεαλογίες τῶν εἰδωλολατρῶν γιὰ τοὺς ψευτοθεούς τους. Ἀκόμη ν’ ἀπομακρύνεσαι ἀπὸ τὶς φιλονικίες καὶ τὶς διαμάχες τῶν Ἰουδαίων τὶς γύρω ἀπὸ τὸ μωσαϊκὸ νόμο, διότι εἶναι ἀνώφελες καὶ μάταιες.
Νὰ ἔχεις ὑπόψη σου ὅτι αἱρετικὸ ἄνθρωπο, ποὺ ἐπιμένει νὰ προκαλεῖ διχοστασίες καὶ σκάνδαλα, ὕστερα ἀπὸ μία πρώτη καὶ μία δεύτερη συμβουλὴ παράτα τον καὶ ἀπόφευγέ τον, γνωρίζοντας ὅτι ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος ἔχει διαστραφεῖ καὶ ἁμαρτάνει ἐνσυνείδητα, καταδικαζόμενος ἀπὸ τὴν ἴδια του τὴ συνείδηση.
Τέλος ὁ ἀπόστολος Παῦλος δίνει συμβουλὲς στὸν Τίτο γιὰ ὑλικὴ φροντίδα καὶ ἀγάπη πρὸς κάποια συγκεκριμένα πρόσωπα, συνεργάτες του, ποὺ τὰ κατονομάζει, ἀλλὰ καὶ μιλάει γι’ αὐτὰ τιμητικῶς. Ὅταν θὰ σοῦ στείλω, λέει, τὸν Ἀρτεμᾶ ἢ τὸν Τυχικό, φρόντισε νὰ ἔρθεις γρήγορα κοντά μου στὴ Νικόπολη τῆς Ἠπείρου, ὅπου ἀποφάσισα νὰ ξεχειμωνιάσω. Τὸ νομοδιδάσκαλο Ζηνᾶ καὶ τὸν Ἀπολλὼ ξεπροβόδισέ τους, ἀφοῦ τοὺς ἐφοδιάσεις προηγουμένως ἐπιμελῶς μὲ ὅλα τ’ ἀπαραίτητα ὑλικὰ ἐφόδια, γιὰ νὰ μὴν τοὺς λείψει τίποτε στὸ ταξίδι τους. Μὲ τὴν εὐκαιρία αὐτὴ τῆς ἐπιμελοῦς προετοιμασίας καὶ φροντίδος ἂς μαθαίνουν καὶ οἱ δικοί μας νὰ πρωτοστατοῦν στὰ καλὰ ἔργα. Νὰ συντρέχουν καὶ νὰ βοηθοῦν τοὺς ἀδελφοὺς στὶς ἀπαραίτητες ἀνάγκες τους. Ἔτσι δὲν θὰ εἶναι ἀργοὶ καὶ ἄκαρποι. Πολὺ ὄμορφα ἐδῶ ὁ Ἀπόστολος κινητοποιεῖ τὰ φιλάνθρωπα αἰσθήματα τῶν Χριστιανῶν. Σὲ χαιρετοῦν ὅσοι εἶναι κοντά μου. Χαιρέτα ὅσους μᾶς ἀγαποῦν ἐν Χριστῷ.
Συμπέρασμα. Ὅλοι οἱ αἱρετικοὶ γενικὰ εἶναι φλύαροι ἐριστικοὶ καὶ φιλόνικοι, μὲ μιὰ λέξη ἀγύριστα κεφάλια. Ἡ ζωή τους ἐπιλήψιμη καὶ ἀκάθαρτη ἠθικῶς, ὅσο κι ἂν φαίνονται ἠθικοί. Συνήθως σκοντάφτουν στὴ θεότητα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ καὶ δὲν ὑποτάσσονται στὴν ἐκκλησία. Δὲν ἀξίζει ν’ ἀσχολεῖται κανεὶς μαζί τους συνεχῶς. Μόνο μία ἢ δυὸ φορές. Ἂν δὲν μᾶς ἀκούσουν, ὕστερα τοὺς ἀφήνουμε νὰ τοὺς καταδικάσει ἡ συνείδησή τους.
Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης, ἀρχιμανδρίτης
(δημοσίευσι· 15 ἰουλίου 2010)