ΕΠΙΛΟΓΕΣ
2. Λειτουργικὴ ζωή Θέματα ὁμιλητικῆς Λόγοι εἰς ἀποστολικὰ ἀναγνώσματα κυριακῶν ᾿Απόστολος 4ης κυριακῆς ἐπιστολῶν

PostHeaderIcon ᾿Απόστολος 4ης κυριακῆς ἐπιστολῶν

 

Παλος ζητάει τ κατ τος κατό


Κυρ. Δ΄ πιστολν (Ρω 6,18-23)

 

Ὅλη ἡ πρὸς ῾Ρωμαίους Ἐπιστολὴ εἶναι μία διδαχὴ ποὺ στάλθηκε γιὰ λόγους κατηχήσεως, χωρὶς νὰ προϋπάρξει στὴ ῾Ρώμη πρόκληση ἢ εἰδικὸς λόγος (ἀταξία, αἵρεση, διαστροφή, συκοφαντία, κλπ). Οἱ Χριστιανοὶ τῆς ῾Ρώμης παρουσίαζαν μία ἀναμφισβήτητη πρόοδο, καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος κωλυόμενος νὰ τοὺς ἐπισκεφθεῖ καὶ νὰ τοὺς μιλήσει προφορικῶς, τοὺς γράφει τὴν Ἐπιστολή, γιὰ νὰ τοὺς διδάξει γραπτῶς.

Στὰ πρῶτα 11 κεφάλαια ἀναπτύσσοντας τὸ γενικὸ θέμα σχετικὰ μὲ τὴ λύτρωση καὶ τὴν κατάκριση, στὸ μέρος τῆς περικοπῆς μας ἑστιάζει τὸ λόγο στὰ ἔθνη, τὰ ὁποῖα μὲ τὴν ἀποδοχὴ τῆς πίστεως στὸ Χριστὸ ἀποδει­κνύ­ον­ται λαὸς τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Πιὸ συγκεκριμένα στοὺς στίχους μᾶς λέει ὅτι τὰ ἔργα ὅσων βρῆκαν τὴ δικαίωσή τους ἀπὸ τὸ Θεὸ εἶναι ἔργα ἁγια­σμοῦ καὶ ὄχι ἔργα ἁμαρτίας. Καὶ μιλώντας στοὺς ῾Ρωμαίους Χριστιανοὺς σὲ β΄ πρόσωπο, γιὰ νὰ ἑλκύσει τὸ ἐνδιαφέρον λέει·

Ὀφείλετε εὐγνωμοσύνη στὸ Θεό, διότι, ἐνῷ παλιὰ ὑπηρετούσατε τὴν ἁμαρτία, τελικὰ ὑπακούσατε μὲ τὴν καρδιά σας στὸ Θεὸ καὶ παρα­δο­θήκατε στοὺς κανόνες τῆς θείας διδασκαλίας τῶν ἀποστόλων. Ἔτσι ἀφοῦ ἐλευθερωθήκατε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, γίνατε δοῦλοι στὴν ἁγιότητα. Διπλὴ εὐλογία· πρῶτον γλιτώσατε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ δεύτερον δοθήκατε ἄνευ ὅρων στὴν τελειότητα. Ὁ Ἰωάννης χρυσόστομος δίνει τὸ νόημα μὲ παρά­δειγμα. Ἕνα ὀρφανὸ παιδί, λέει, τὸ ἅρπαξαν οἱ βάρβαροι καὶ τὸ πῆγαν στὸν τόπο τους. Κάποιος τὸ παίρνει ἀπὸ τὰ χέρια τους καὶ τὸ ἀπαλλάσσει ὄχι μόνο ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσία, ἀλλὰ καὶ τὸ κάνει παιδί του, καὶ τὸ ἀνεβά­ζει σὲ ἀξία. Τὸ ἴδιο, λέει, ἔγινε καὶ μ’ ἐμᾶς. Ὄχι μόνο ἀπὸ τὰ παλιὰ ἀδα­μικὰ ἁμαρτήματα μᾶς γλίτωσε, θανατώνοντας τὴν ἁμαρτία καὶ νεκρώ­νον­τας τὰ ἀνθρώπινα, ἀλλὰ μᾶς ὁδήγησε καὶ στὴν ἀγγελικὴ ζωή.

Καὶ συνεχίζει ὁ Ἀπόστολος· Ἐπειδὴ εἶστε ἀδύνατοι ἄνθρωποι, μιλῶ μὲ τὰ ἀνθρώπινα δεδομένα καὶ λέω. Ὅπως εἴχατε κάνει δοῦλα τὰ μέλη τοῦ σώματός σας στὴν ἀνομία μὲ τὴν ἀκαθαρσία καὶ τὴν ἁμαρτία, ἔτσι τώρα ποὺ πιστέψατε στὸ Χριστό, νὰ παρουσιάσετε τὰ μέλη σας δοῦλα στὴν τε­λειό­τητα μὲ τὸν ἁγιασμό.

Τὸ μὲν ἕνα εἶναι ἀκαθαρσία, τὸ δὲ ἄλλο ἁγιασμός, τὸ μὲν ἀνομία τὸ δὲ τελειότητα. Ὑπάρχει δηλαδὴ μεγάλη διαφορὰ ἀνάμεσα στὶς δυὸ κατα­στά­σεις. Ἐν τούτοις ὁ Ἀπόστολος ἀπαιτεῖ ἴσο μέτρο. Ὅπως ἐκεῖ τότε, ἔτσι κι ἐδῶ τώρα. Ἐνῷ στὴ νέα δουλεία θὰ μποροῦσε νὰ ὑψώσει τὸν πῆχυ τῆς ἀπαι­τήσεως, ἐπειδὴ εἶναι ἀνώτερη καὶ μεγαλύτερη καὶ ἀγαθότερη (Χρυσ.). Σὰ νὰ τοὺς λέει· θὰ μπορούσατε νὰ πεῖτε ὅτι φθάσατε σὲ κατάσταση πλήρους δουλείας στὴν τελειότητα, ἂν ἡ πραγματοποίηση τῆς τελειότητος ἀποτελοῦσε τὴ γλυκύτερη ἀπόλαυσή σας, ἂν ἡ δουλεία σᾶς φαινόταν ἐλευ­θε­ρία, ἂν ἡ ἀνθρώπινη ζωή σας εἶχε πάρει ἀγγελικὲς διαστάσεις.

Διότι ὅταν ἤσασταν δοῦλοι στὴν ἁμαρτία, ἤσασταν ἐλεύθεροι ἀπὸ τὴν τελειότητα καὶ τὸν ἁγιασμό. Σὰ νὰ λέει· ἤσασταν ἑκατὸ τοῖς ἑκατὸ στὴν ἁ­μαρτία. Δὲ νοιαζόσασταν καθόλου γιὰ τὸν ἁγιασμό. Δὲν μοιράζατε τὸ πο­σο­στὸ τοῦ ἐνδιαφέροντός σας μὲ τὴν ἁγιότητα. Τὰ δίνατε ὅλα γιὰ ὅλα στὸ κακό. Καὶ τώρα λοιπὸν ποὺ εἶστε στὸν ἁγιασμό, νὰ εἶστε ἑκατὸ τοῖς ἑκατὸ στὸν ἁγιασμό. Ὄχι πενῆντα πενῆντα. Λίγο στὸν ἁγιασμὸ καὶ λίγο στὴν ἁμαρτία, σὰν ἀμφίβια. Ἀλλὰ μὲ ὅλες τὶς ψυχικές σας δυνάμεις νὰ ὑπη­ρε­τεῖτε τὴ σωτηρία σας (Χρυσ.). Ἡ ἀπαίτηση τοῦ ἀποστόλου Παύλου θυμίζει τὴν ἀπάντηση τοῦ Κυρίου στὸ νέο· Ν’ ἀγαπήσεις Κύριο τὸ Θεό σου μὲ ὅλη τὴν καρδιά σου καὶ μὲ ὅλη τὴν ψυχή σου καὶ μὲ ὅλη τὴ σκέψη σου καὶ μὲ ὅλη τὴ δύναμή σου. Νὰ μὴν περισσεύει τίποτε γιὰ τὸ κακό.

Νὰ σᾶς ρωτήσω κάτι, λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος· Ὅταν δουλεύατε στὴν ἁμαρτία, τί κέρδος εἴχατε τότε ἀπὸ τὰ ἔργα τῆς ἁμαρτίας, γιὰ τὰ ὁποῖα τώρα αἰσθάνεστε ντροπή; Ἀσφαλῶς δὲν εἴχατε κανένα κέρδος. Ἀπεναντίας μάλιστα εἴχατε ζημιὰ πνευματική, διότι τελικὰ τὸ ἀποτέλεσμα ἀπὸ τὰ ἔρ­γα ἐκεῖνα εἶναι ὁ πνευματικὸς θάνατος. Καὶ ὁ μὲν Παῦλος διακριτικότατα δὲν ἀναφέρει τὰ «κέρδη», ἀλλ’ ἂν εἶχε τέτοια πρόθεση, θὰ τοὺς ἔλεγε· Θὰ καταγράψω ἐγὼ ἐκ μέρους σας μερικὰ ἀπὸ τὰ «κέρδη» σας ἐκεῖνα· ἐνο­χές, ἀγωνίες, φόβοι, συγκινήσεις, μπούχτισμα, ἀηδίες, πώρωση, διαπόμ­πευση, ἐξαχρείωση, εὐτελισμός, ἐξάντληση, ἀπογοητεύσεις, χρεοκοπήσεις, καὶ βάλε. Εὔκολα μπορεῖ ν’ ἀναλογιστεῖ κανεὶς τὰ «κέρδη», ἂν φέρει τὸ νοῦ του στὸν ἄσωτο γιό. Ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὸν πατέρα, σπατάλες, ἀσω­τίες, ψευτοφιλίες, ἐγκατάλειψη, ξυλοκέρατα, πεῖνα, ἀθλιότητα, συμφυρμὸς μὲ τοὺς χοίρους…

Καὶ τελειώνει ὁ Ἀπόστολος· τώρα ὅμως ποὺ ἐλευθερωθήκατε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ γίνατε ἑκούσιοι δοῦλοι στὸ Θεό, ἔχετε σίγουρο τὸ πνευματικό σας κέρδος. Θὰ τὸ εἰσπράξετε σὲ ἁγιασμό, καὶ ὡς τελικὸ ἀποτέλεσμα θὰ ἔχετε τὴν αἰώνια ζωή. Ὅπως λοιπὸν εἶναι σίγουρο ὅτι τὸ σιτηρέσιο ποὺ παρέχει ἡ ἁμαρτία εἶναι ὁ θάνατος, ἔτσι εἶναι σίγουρο ὅτι τὸ δῶρο τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ζωὴ ἡ αἰώνια μαζὶ μὲ τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό.

Ὀψώνιο λεγόταν τὸ σιτηρέσιο τοῦ στρατιώτου ποὺ τοῦ δινόταν σὲ χρῆ­μα, ὁ μισθὸς τοῦ στρατιώτου ἢ τοῦ ἀξιωματικοῦ. Στὴν ἀρχαιότητα ὁ στρα­τὸς δὲν εἶχε καζάνι καὶ στρατιωτικὲς στολές. Ἔδινε στοὺς ὁπλῖτες χρῆμα, γιὰ νὰ φάει καὶ νὰ ντυθεῖ ὁ καθένας μόνος του. Ὁ Παῦλος προσέχει πολὺ τὰ λόγια του, τὶς ἀντιστοιχίες, τὶς ἀντιθέσεις, καὶ ἀκριβολογεῖ. Ἐπιλέγει μὲ θαυμαστὴ ἐπιμέλεια τὶς λέξεις καὶ τὰ νοήματα. Ἡ ἁμαρτία λοιπὸν στοὺς δούλους της δίνει γιὰ μισθὸ τὸν αἰώνιο θάνατο, τὴν κόλαση. Ἐνῷ οἱ πιστοὶ ποὺ δουλεύουν μὲ ἀφοσίωση γιὰ τὸν ἁγιασμό τους παίρνουν ἀπὸ τὸ Θεὸ τὴν αἰώνια ζωή, στὴν ὁποία κυριαρχεῖ ὁ Κύριος ἠμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Τὴν παίρνουν ὄχι σὰ μισθὸ οὔτε σὰν ἀνταμοιβὴ οὔτε σὰν ἀνταπόδοση. Τὴν παίρ­νουν ὄχι μὲ δική τους ἀξία, ἀλλὰ τοὺς τὴ χαρίζει ὁ Θεὸς σὰν δῶρο.

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὡς ὑπεύθυνος ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ δὲν ἀφήνει οὔτε τὸ παραμικρὸ περιθώριο ἀμφισβητήσεως γιὰ ὅσα λέει. Ἀντιθέτως μι­λάει μὲ σιγουριὰ καὶ σαφήνεια μὲ ὅση κανένας ἄνθρωπος γιὰ ὑλικὰ ἢ ἐπι­στη­μονικὰ ζητήματα δὲν θὰ μποροῦσε νὰ διαβεβαιώσει. Αὐτὸς ὅμως μᾶς διαβεβαιώνει χωρὶς ἀναστολὲς γιὰ πνευματικὰ καὶ οὐράνια ζητήματα τῆς ζωῆς. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ λόγος του εἶναι πειστικός. Ἐπειδὴ καὶ δὲν ἐξαναγ­κά­ζει, ἀλλ’ ἀφήνει τὸ συνομιλητή του σὲ περισυλλογὴ καὶ γόνιμο προβλη­μα­τισμό.

Βοήθησέ μας, Κύριε, νὰ ὑπηρετοῦμε τὴ σωτηρία μας «ὅλῃ ψυχῇ καὶ διανοίᾳ».

 

θανάσιος Γ. Σιαμάκης, ρχιμανδρίτης

 

(δημοσίευσις 17/6/2010)