ΕΠΙΛΟΓΕΣ
2. Λειτουργικὴ ζωή Θέματα ὁμιλητικῆς Λόγοι εἰς ἀποστολικὰ ἀναγνώσματα κυριακῶν ᾿Απόστολος 3ης κυριακῆς ἐπιστολῶν

PostHeaderIcon ᾿Απόστολος 3ης κυριακῆς ἐπιστολῶν

 

ΠΛΗΜΜΥΡΑ Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

 

Κυρ. Γ΄ πιστολν (Ρω 5,1-10)

 

    Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀπέδειξε πιὸ πάνω ὅτι τὸν ἄνθρωπο δὲν τὸν σῴζει ὁ μωσαϊκὸς νόμος, ἀλλ’ ἡ πίστη στὸ Θεό. Λόγου χάριν τὸν πατριάρχη Ἀ­βραάμ, ποὺ μέχρι τὰ ἑκατό του χρόνια δὲν εἶχε παιδιὰ (ἡ γυναῖκα του Σάρ­ρα ἦταν τότε 90 ἐτῶν), τὸν ἔσωσε τὸ ὅτι πίστεψε σ’ αὐτὸ ποὺ τοῦ εἶπε ὁ Θεός, ὅτι θὰ τὸν κάνει πατέρα πολλῶν ἐθνῶν, ἔστω κι ἂν ἡ φύση του καὶ ἡ φύση τῆς γυναίκας του ἔλεγαν τὸ ἀντίθετο.

    Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ ὅλους ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους. Μᾶς ὑποσχέθηκε ὁ Θεὸς ὅτι θὰ μᾶς στείλει τὸ Γιό του ποὺ θὰ γίνει ἄνθρωπος, θὰ θανατωθεῖ καὶ θὰ σβήσει τὶς ἁμαρτίες μας, καὶ μὲ τὴν ἀνάστασή του θὰ μᾶς πα­ρου­σιάσει μπροστά του ξεπλυμένους καὶ ἀθῴους ἀπὸ τὴν προπατορικὴ ἁ­μαρ­τία καὶ τὶς προσωπικές μας ἁμαρτίες. Ἂν πιστέψουμε σ’ αὐτό, στὸ ὅτι ἤδη ὁ Γιός του ἦρθε θανατώθηκε καὶ ἀναστήθηκε γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας, τότε λοιπὸν ἡ πίστη μας αὐτὴ μᾶς σῴζει. Καὶ βγάζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος τὸ συμπέρασμα: Ἀφοῦ λοιπὸν πιστέψαμε ὅτι ὁ Γιὸς τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἄνθρωπος καὶ πέθανε καὶ ἀναστήθηκε καὶ ἔσβησε τὶς ἁμαρτίες μας καὶ μᾶς παρου­σίασε μπροστὰ στὸ Θεὸ λευκοὺς καὶ ἀθῴους, δὲν εἴμαστε πιὰ ἐχθροὶ τοῦ Θεοῦ, ἀλλ’ ἔχουμε εἰρηνικὲς σχέσεις μαζί του καὶ ἀπολαμβάνουμε τὴν ἀγά­πη του. Καὶ αὐτὰ τὰ ὀφείλουμε στὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό.

    Ἐπίσης στὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, ποὺ πιστέψαμε, ὀφείλουμε καὶ τὸ ὅτι μᾶς ἔφερε στὴ χάρη, στὴν ὁποία στεκόμαστε καὶ καυχόμαστε μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι θὰ μποῦμε καὶ στὴν αἰώνια δόξα τοῦ Θεοῦ. Δὲν μᾶς εἶναι τώρα πιὰ φοβερὸς καὶ ἀπειλητικὸς ὁ Θεός, ἀλλ’ ἄκρως ποθητὸς καὶ εὐχάριστος. Πρέπει νὰ σημειωθεῖ ὅτι ἡ χάρη, γιὰ τὴν ὁποία μιλάει ἐδῶ ὁ ἀπόστολος, δὲν εἶναι μία κούφια καὶ χωρὶς περιεχόμενο λέξη. Χάρη εἶναι ὅτι γίναμε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ μὲ υἱοθεσία καὶ ὅτι ὁ Θεὸς ἔγινε πατέρας μας καὶ ὅτι εἴμαστε κληρονόμοι τῶν ἀγαθῶν τοῦ Θεοῦ, τῆς δόξης του καὶ τῆς ζωῆς του.

    Καυχόμαστε ὅμως ὄχι μόνο γιὰ τὴν ἐλπίδα ὅτι θ’ ἀπολαύσουμε τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ. Καυχόμαστε καὶ γιὰ τὶς θλίψεις ποὺ θὰ περάσουμε, ἕως ὅτου φθάσουμε ἐκεῖ. Τὶς θλίψεις ποὺ τὶς ἐπιτρέπει στὴ ζωή μας ὁ Θεός. Δὲν γκρινιάζουμε, δὲν πικραινόμαστε, δὲν ἀγαναχτοῦμε, δὲν ἀπελπιζόμαστε γι’ αὐτές, ἀλλὰ καυχόμαστε ποὺ μᾶς τὶς δίνει ὁ Θεός. Καὶ ξέρουμε σίγουρα ὅτι ἡ θλῖψι φέρνει ὑπομονή, καὶ ἡ ὑπομονὴ φέρνει δοκιμή, δηλαδὴ κάθαρ­ση, ἐξάσκηση, ἀντοχή, δύναμη. Καὶ ἡ δοκιμὴ φέρνει ἐλπίδα. Καὶ ἡ ἐλπίδα δὲν μᾶς ντροπιάζει ποτέ, διότι ἐλπίζουμε σ’ αὐτὸν ποὺ μᾶς ἀγαπάει, αὐ­τὸν ποὺ μᾶς ἔχει πλημμυρίσει τὴν καρδιὰ ἀπὸ τὴν ἀγάπη του. Ἐλπίζουμε στὸ Θεὸ Πατέρα.

    Δὲν στηρίξαμε τὶς ἐλπίδες μας σὲ κάποιον ποὺ δὲν μᾶς ἀγαπάει ἢ καὶ μᾶς ἐχθρεύεται, ἀλλὰ στὸ Θεό, πού, ὅπως εἴπαμε, μᾶς ἀγαπάει. Καὶ γιὰ τὴ μεγάλη καὶ ἀληθινὴ ἀγάπη του μᾶς ἐγγυᾶται τὸ ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ μᾶς ἔδωσε Ἐκεῖνος κατὰ τὴ βάπτισή μας. Καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μὲ τὴ σειρά του μᾶς ἔδωσε τὰ χαρίσματα τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν, τῆς δικαιώσεως, καὶ τῆς υἱοθεσίας, ποὺ εἶναι γιὰ μᾶς ἐγγύηση ὅτι θὰ ἐκπληρωθεῖ ἡ ἐλπίδα μας, ὅτι θὰ γίνουμε κληρονόμοι τῆς αἰώνιας δόξης τοῦ Θεοῦ πατέρα.

    Ἡ μεγάλη καὶ ἀληθινὴ ἀγάπη του πρὸς ἐμᾶς φαίνεται καὶ μέσῳ τοῦ Γιοῦ του. Διότι ὅταν ἀκόμη ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι ἤμασταν ἄρρωστοι πνευ­μα­τικὰ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ δὲν μπορούσαμε μὲ κανένα τρόπο μόνοι μας ν’ ἀ­παλλαγοῦμε ἀπὸ τὴν ὀργὴ τοῦ Θεοῦ, τότε ἀκριβῶς στὸν κατάλληλο καιρό, πέθανε γιὰ νὰ μᾶς ἀπαλλάξει ἀπὸ τὴν ὀργὴ τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ μᾶς σώσει.

    Στὸ σημεῖο αὐτὸ ὁ ἀπόστολος Παῦλος κάνει σὲ παρένθεση μία σύγκριση καὶ λέει· ἂς μὴ μᾶς διαφεύγει ὅτι εἶναι δύσκολο, πολὺ δύσκολο, νὰ βρεθεῖ ἄνθρωπος ποὺ νὰ πεθάνει γιὰ κάποιον δίκαιο συνάνθρωπο. Μικρὴ ἡ πι­θανότητα νὰ πεθάνει κάποιος γιὰ κάποιον καλόν. Ἐνῷ ὁ Χριστὸς πέθανε γιὰ μᾶς, ποὺ ὄχι καλοὶ δὲν ἤμασταν, ἀλλὰ καὶ πολὺ κακοὶ καὶ πολὺ ἁ­μαρτωλοί. Καὶ ξανάρχεται στὸ συλλογισμό του.

    Ἐνῷ ὁ Θεὸς ἀποδεικνύει περίτρανα τὴν ἀγάπη του πρὸς ἐμᾶς ἀπὸ τὸ ὅτι, ἐνῷ ἤμασταν ἀκόμη ἁμαρτωλοὶ καὶ ἄξιοι σιχαμάρας, ἐκεῖνος ὄχι μόνο δὲν μᾶς σιχάθηκε καὶ δὲν ἀδιαφόρησε γιὰ τὴ σωτηρία μας, ἀλλ’ ἔστειλε τὸ Γιό του. Καὶ ὁ Γιός του πέθανε γιὰ μᾶς. Ἄνθρωπος δὲν πεθαίνει γιὰ δί­καιο ἄνθρωπο, ἀλλ’ ὁ δίκαιος Γιὸς τοῦ Θεοῦ πέθανε γιὰ τοὺς ἄδικους καὶ ἁμαρτωλοὺς ἐμᾶς. Κι ἂν τότε ποὺ ἤμασταν μέσα στὴν ἁμαρτία, πέθανε γιὰ μᾶς ὁ Χριστός, πολὺ περισσότερο τώρα ποὺ εἴμαστε καθαροί, διότι μᾶς καθάρισε μὲ τὸ αἷμα του, θὰ σωθοῦμε ἀπὸ τὴν ὀργὴ τοῦ Θεοῦ. Κι ἂν τότε, ποὺ ἤμασταν ἁμαρτωλοὶ καὶ ὡς ἐκ τούτου ἐχθροὶ τοῦ Θεοῦ, συμ­φιλι­ω­θήκαμε μὲ τὸ Θεὸ μὲ τὸ θάνατο τοῦ Γιοῦ του, πολὺ περισσότερο τώρα ποὺ εἴμαστε συμφιλιωμένοι, θὰ σωθοῦμε μὲ τὴ ζωή του, ὄχι πιὰ μὲ τὸ θά­νατό του.

    Μεγάλη, ἀπέραντη, ἀνεξάντλητη ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γιὰ μᾶς. Πόση ἡ ἀγάπη ἡ δική μας πρὸς Αὐτόν;

 

    Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης, ἀρχιμανδρίτης

 

    (δημοσίευσις 9/6/2010)