᾿Αρθρογραφία Γεωργίου Τσούτσου

Κανόνες Δ. Συζήτησης
῾Η χρῆσις τοῦ δημοσιευομένου ὑλικοῦ καὶ τῶν συνημμένων ἀρχείων διέπεται ἀπὸ τοὺς παρακάτω ὅρους·
α) γιὰ τὰ πνευματικὰ δικαιώματα viewtopic.php?f=138&t=430&p=1237#p1236
β) γιὰ τὰ ἐμπορικὰ δικαιώματα viewtopic.php?f=138&t=430&p=1237#p1237

Μέγας Βασίλειος καί Πλάτων

Δημοσίευσηαπό Dionysios » Σάβ 13 Μαρ 2010, 13:28:16

Η χρήση του Πλάτωνα
στο ένατο κεφάλαιο της
"Πραγματείας προς τους Νέους"
του Μεγάλου Βασιλείου


Γιώργος Αθ. Τσούτσος,
πολιτικός επιστήμων, ιστοριοδίφης, δημοσιογράφος



Κατά τις τελευταίες δεκαετίες πολλές μελέτες είδαν το φωςτης δημοσιότητας για τη σχέση Ελληνισμού-Χριστιανισμού. Η πραγματεία του Μεγάλου Βασιλείου "Προς τους νέους όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων"απετέλεσε και αποτελεί θεμελιώδες τμήμα της σχετικής βιβλιογραφίας. Η σημασία της υπήρξε μεγάλη στην Αναγέννηση οπότε και εξεδόθη είκοσι φορές σε διάστημα σαράντα ετών (1459-1500) θεωρηθείσα ως το κύριο έργο περί της αξίας των κλασικών σπουδών.(1) Τον 18ο αιώνα ο ελληνικός διαφωτισμός από το ως άνω έργο αντλεί επιχειρήματα για την αντίκρουση εμπειριστικών, αισθησιοκρατικών και εν γένει υλιστικών τάσεων.(2)

Στο ένατο κεφάλαιο αυτού του σπουδαίου έργου ο Μέγας Βασίλειος υποστηρίζει πως με τη βοήθεια και της φιλοσοφίας ( εκτός της νηστείας και της προσευχής) μπορούμε να κατανικήσουμε τα σωματικά πάθη και να καθαρίσουμε την ψυχή μας.Την φιλοσοφία όμως νοεί κυρίως ως μέσον και μέθοδο ασκήσεως. Για την επίτευξη του σκοπού της καθάρσεως της ψυχής, πρέπει, μεταξύ άλλων, να χειριζόμαστε τα αισθητήρια ὄργανα κατά τέτοιο τρόπο ώστε να αποφεύγεται ο αισθησιασμός και η ηδονοθηρία.

Ο συγγραφέας επικαλείται την ταυτότητα των πλατωνικών απόψεων επί των ανωτέρω και τεκμηριώνει τόσο τις δικές του θέσεις όσο και τις πλατωνικές στην προς Ρωμαίους Επιστολή του Αποστόλου των Εθνών Παύλου (13,14)"...της σαρκός πρόνοιαν μη ποιείσθε εις επιθυμίας"και προς Γαλάτας (5, 16) "Λέγω δε, πνεύματι περιπατείτε και επιθυμίαν σαρκός ου μη τελέσητε". Ο Β. Τατάκης επισημαίνει την συγγένεια των ως άνω απόψεων του Πλάτωνα με το χριστιανικό πνεύμα όπως αυτό εκφράζεται εν προκειμένω από τον Μέγα Βασίλειο.

Πολλοί μελετητές θεωρούν ότι ο Πλάτων απορρίπτει το ανθρώπινο σώμα, και παραθέτουν σχετικές κρίσεις κατά την ανάλυση του ένατου κεφαλαίου της Πραγματείας "Προς τους Νέους". Επί παραδείγματι ο Ν. Τζιράκης στο αξιόλογο βιβλίο του για τον Μέγα Βασίλειο και τον ελληνισμό αναφέρει χωρίς άλλη επεξήγηση τα εξής: Η ερμηνευτική προσέγγιση του κειμένου στην φράση "ου δη ουν τω σώματι δουλευτέον, ότι μη πάσα ανάγκη"δηλαδή "μόνον έτσι δεν θα είμαστε δούλοι του σώματος στο οποίο όμως θα παρέχουμε όσα του είναι αναγκαία ) χρειάζεται μεγάλη προσοχή. Τούτο, κατά τον συγγραφέα, "...επειδή , δηλαδή, ο Βασίλειος χρησιμοποιεί την πλατωνική ορολογία για το σώμα, είναι δυνατόν να θεωρηθεί και αποδέκτης της σχετικής διδασκαλίας, που είναι καταδικαστική για το ανθρώπινο σώμα "(3)

Κατά την ανάλυση του ενάτου κεφαλαίου ο Θ. Ζήσης σχολιάζει το ζήτημα της υπερβολικής περιποιήσης του σώματος και γράφει πως "τόσο ο Πλάτων που θεωρεί το σώμα κατοικητήριο της ψυχής και υποδεέστερό της, όσο και ο Παύλος που το θεωρεί ναό του "εν ημίν"αγίου πνεύματος και του "ζώντος Θεού" συμβουλεύουν τη μέτρια διατροφή του γιατί έτσι θα αποφεύγονται σοβαρές συνέπειες για την ψυχή και θα καταστέλλονται οι σαρκικές ηδονές".

Πέραν όμως της διατροφής, ο Μέγας Βασίλειος διαπιστώνει ταυτότητα αντιλήψεων μεταξύ αυτού, του Πλάτωνα και του Αποστόλου Παύλου ως προς το ότι το σώμα "..τόσο μόνο πρέπει να φροντίζουμε, όσο είναι αρκετό να τό'χουμε βοηθό ( να μας υπηρετεί) στη φιλοσοφία, όπως λέει ο Πλάτων, παρόμοια προς όσα αναφέρει ο Παύλος" ( Τοσούτον ανθεκτέον του σώματος όσον, φησί Πλάτων, υπηρεσίαν φιλοσοφία κτωμένους, εοικότα που λέγων τω Παύλω, ος παραινεί μηδεμίαν χρήναι του σώματος πρόνοιαν έχειν εις επιθυμιών αφορμήν). (4) Εκ του κειμένου του ενάτου κεφαλαίου προκύπτει ότι τόσο ο Μέγας Βασίλειος όσο και ο Πλάτων αποδίδουν την ίδια σημασία στο ρόλο του σώματος στην προσπάθεια για την κάθαρση της ψυχής και κατ'επέκταση στις μεταξύ του σώματος και ψυχής σχέσεις.

Από πλευράς φυσιολογίας ο καθηγητής Μποζώνης δεν θεωρεί ότι ο Πλάτων υποβαθμίζει τον υλικό παράγοντα. Επισημαίνει μεταξύ άλλων ότι μπορεί ο Πλάτων "...να εκφράζεται υποτιμητικά για την αίσθησι "ως μηδέν υγιές ποιούσαν "αλλά δεν αγνοεί την λειτουργικότητά της, '΄οταν αυτή δεν ανταγωνίζεται την νόησι, όπως αυτό αποδεικνύεται στον "Τίμαιο" Η υπερβολή του "Φαίδωνος"υπογραμμίζει την υπεροχή του πνεύματος την οποία ο άνθρωπος εύκολα λησμονεί και υποτιμά. Περιορίζεται στη βιολογική φάσι της ζωής του, η οποία εκτρέφει την ψευδαίσθησι, ότι το σωματοειδές έχει την αποκλειστικότητα ". Ο Πλάτων γνωρίζει ότι η ψυχή λειτουργεί μέσω του σώματος γι'αυτό και προκρίνει διαιτα και συνεχή άσκησι ενώ εξετάζει ένα προς ένα τα αισθητήρια όργανα. (5). Συνεπώς, εκτιμούμε ότι, όταν ο Πλάτων χρακτηρίζει το σώμα ως "δεσμωτήριο"της ψυχής, αναφέρεται στον υλόφρονα άνθρωπο.

Αναλύοντας τον "Φαίδρο"ο Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος υποστηριζει μεταξύ άλλων ότι "είναι βασική αρχή της πλατωνικής φιλοσοφίας να χωρίζη το σώμα από την ψυχή όχι μόνον μέσα στον άνθρωπο αλλά και μέσα σ'όλον τον κόσμο. Ο χωρισμός μάλιστα αυτός εντείνεται τόσο στον "Φαίδωνα"ώστε σκοπός της ζωής είναι η μελέτη του θανάτου. Αυτή όμως είναι η μία όψη του προβλήματος, η άλλη είναι είναι, ότι ο Πλάτων χωριζει για να ενώση. Ο σκοπός του είναι να συναιρέση τον διχασμό αυτόν του ανθρώπου σε ανώτερη ενότητα, αυτήν που αποτελεί την προσωπικότητα. Ο χωρισμός λοιπόν είναι περισσότερο μεθοδικός."(6)

Θεωρούμε ότι ο Μέγας Βασίλειος δεν υιοθετεί απλώς την πλατωνική ορολογία στο ένατο κεφάλαιο αλλά εισχωρεί βαθύτερα στο πνεύμα της.Κατά τον Π. Χρήστου, ενώ ο Μέγας Βασίλειος γράφει ότι "διά την ψυχήν καρπός είναι η χριστιανική αλήθεια, αλλά δεν είναι άχαρι το να επενδύη τον καρπόν με την θύραθεν σοφίαν ως είδος σκέπης και κοσμήματος... στην πραγματικότητα η θύραθεν σοφία είναι δι' αυτόν κάτι περισσότερον, είναι ουσιώδες στοιχείον της θεολογίας του." Πέραν της "Πραγματείας προς τους Νέους", ο Χρήστου δέχεται ότι ο Μέγας Βασίλειος "διά την παρουσίασιν"της περί Θεού ιδέας "αναγκαίως υπετάχθη εις την χρησιμοποίησιν της τρεχουσης τότε ορολογίας και μεθόδου της ελληνικής φιλοσοφίας". Τονίζει βεβαίως ο εμβριθής μελετητής του Μεγάλου Βασιλείου ότι "η περί Θεού ιδέα, τόσον αυτού όσον και ολοκλήρου της ορθοδοξίας, παραμένει καθαρώς χριστιανική, χωρίς περιττάς επιφορτίσεις ούτε από την ιουδαϊκήν ούτε από την εληνικήν παράδοσιν..."

Κατά τον γράφοντα ο Μέγας Βασίλειος υιοθετεί την πλατωνική μέθοδο πλέον της ορολογίας , όχι στο σύνολό της, αλλά στο τμήμα εκείνο που τη συνδέει με τον Απόστολο Παύλο στο ειδικό περιεχόμενο του ενάτου κεφαλαίου της Πραγματείας "Προς τους Νέους". Η έννοια της μεθοδολογικής διακρίσεως που χρησιμοποιούμε εδώ δεν σχετίζεται με την βασική μεθοδολογική πρόσβαση στην αλήθεια η οποία κατά τον Πλάτωνα είναι η διαλεκτική . Με τον όρο "μέθοδος" εννοούμε ότι για τις καταστάσεις του επίγειου βίου μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε παραδείγματα από την φιλοσοφική περιγραφή του βίου και της τέχνης όπως αυτό συμβαίνει με την χρήση από τον Μέγα Βασίλειο του Πλάτωνα.

Οπως σημειώνει γενικότερα ο Χρήστου, η ανθρωπολογία του Μεγάλου Βασιλείου "... διατηρεί τον δυναμισμόν ο οποίος προέρχεται από την χριστιανικήν παράστασιν της μεταβάσεως απο της εικόνος εις την ομοίωσιν, αλλά συγχρόνως μαρτυρεί μίαν πλατωνιζουσαν δυαρχικήν τάσιν , δια της οποίας η μεν ψυχή εμφανίζεται ως ο κατ'εξοχήν άνθρωπος , το δε σώμα υποχωρεί εις το παρασκήνιον."( 7) Σχετικά με την "Πραγματεία προς τους Νέους"ο Κ. Μουρατίδης παρατηρεί ότι "παρά τον θαυμασμόν του όμως προς την αριστουργηματικήν κατασκευήν του σώματος και την αναγνώρισιν ότι ψυχή και σώμα αποτελούν τον άνθρωπον, ο Μ. Βασίλειος ποιείται αξιολόγησιν μεταξύ αυτών, δεδομένου ότι το ουσιώδες συστατικόν του ανθρώπου είναι η ψυχή εις ην αναφέρεται η κατ'εικόνα του Θεού δημιουργία του ανθρώπου, διο και αποδίδων την πρώτην θέσιν εις την ψυχήν χαρακτηρίζει αυτήν ως τον ηγεμόνα νουν ή το ηγεμονικόν του ανθρωπίνου βίου"(8)

Τις διαπιστώσεις αυτές ενισχύει το γεγονός ότι ο Μέγας Βασίλειος στο υπό εξέταση ένατο κεφάλαιο διευκρινίζει τα σημεία διαφωνίας του με τον Πλάτωνα όπως λόγου χάρη την πλατωνική απόρριψη της παιδαγωγικής αξίας των ομηρικών επών(9 ).Ισως όμως και η διαφορά αυτή να είναι λιγότερο ριζική εάν σκεφθεί κανείς ότι ο Πλάτων καυτηριάζει κυρίως την απόδοση στους θεούς ανθρώπινων αδυναμιών. Δεν φαίνεται να υπάρχει ασυμφωνία μεταξύ του πλατωνικού έργου και του τρόπου που ερμηνεύει παιδαγωγικά ο Μέγας Βασίλειος αποσπάσματα των ομηρικών επών καθώς αυτά αφορούν πρωτίστως την καλλλίεργεια των αρετών.

Ο Μέγας Βασίλειος εν προκειμένω, θεωρούμε ότι παίρνει στοιχεία ασκητικότητος και από τον Πλάτωνα και τα εντάσσει στο πλαίσιο της χριστοκεντρικής ασκήσεως. Ως προς την σχέση ψυχής και σώματος χρησιμοποιεί ορολογία και εννοιολογικά σχήματα πλατωνικά όπως ο διαχωρισμός ψυχής και σώματος τον οποίον όμως ερμηνεύει χριστοκεντρικά. Τούτο συμβαίνει και για ένα ακόμη λόγο. Ο διαχωρισμός ψυχής και σώματος, ως αντίθεση μεταξύ σαρκός και πνεύματος, γίνεται πάντοτε από τον Μέγα Βασίλειο όταν αναφέρεται στον πεπτωκότα άνθρωπο. Τότε,"...επικαλείται ούτος ως μάρτυρα και τον Πλάτωνα και πάντα παρομοίας έχοντα απόψεις φιλόσοφον, όχι δια να αντλήση εξ αυτών την αλήθειαν, αλλά δια να καταδείξη, κυρίως εις τους ελληνίζοντας χριστιανούς, ότι και τούτων αι απόψεις συμφωνούν προς την άποψιν της Γραφής και του Παύλου. (10)

Η αντίθετη άποψη εκπροσωπείται από μελετητές όπως ο Στυλ. Παπαδόπουλος που δέχεται ότι "η πλατωνική και στωϊκή ανθρωπολογία και ηθική βρίσκεται πληθωρική στο "Προς τους νέους" και "Εις το πρόσεχε σεαυτώ". Ισχυρίζεται ότι "η περιφρόνηση ακόμα στο σώμα είναι διάχυτη στα έργα αυτά , όπως και σε άλλα, κατ'αντίθεση προς τη βιβλική θεώρηση του ανθρώπου ως ενιαίου όλου, ως απόλυτου ενότητος. Ευτυχώς ο Βασίλειος ξεπέρασε γρήγορα την επήρεια της ελληνικής φιλοσοφικής σκέψεως και θεμελιώθηκε στέρεα στην ανθρωπολογία και την κτισιολογία της Εκκλησίας, οπότε η φιλοσοφική ηθικολογία έγινε ήθος και φρόνημα εκκλησιαστικό". (11) Αμφισβητείται εδώ από τον Στ. Παπαδόπουλο η συμφωνία των ως άνω έργων του Μεγάλου Βασιλείου με τη "βιβλική θεώρηση του ανθρώπου" αλλά και η ερμηνεία που δίδει ο Μέγας Βασίλειος στις Επιστολές του Αποστόλου Παύλου.

Εν κατακλείδι σημειώνουμε ότι διαφορές και αντιθέσεις μεταξύ της πλατωνικής διδασκαλίας και της χριστιανικής θεολογίας τυγχάνουν αντικείμενο προβληματισμού σε ποικίλα ζητήματα των σχέσεων ψυχής και σώματος. Παράδειγμα αποτελεί η διερεύνηση της ψυχοσωματικής ενότητας του ανθρώπου με βάση την πλατωνική αρχή της μετενσαρκώσεως εν αντιθέσει προς την χριστιανική ψυχοσωματική ενότητα (12).




Παραπομπές

1) Μπρατσιώτης Παν.Η δια μέσου των αιώνων επιβίωσις των Τριών Ιεραρχών εις "Δελτίο του Πανεπιστημίου Αθηνών"αρ.1 Αθήνα 1939 σελ. 8 (ανάτυπο)
2) Κονδύλης Παν. Ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός, οι φιλοσοφικές ιδέες, Αθήνα 2007 σελ. 107-108
3)Τζιράκης Νικ. Μέγας Βασίλειος και Ελληνισμός Αθήνα 2007 σελ. 107-108
4)Ζήσης Θ. Ο Μέγας Βασίλειος και η θύραθεν παιδεία , Αθήνα χ.χ.σελ. 84-85
5)Μποζώνης Γ. "Η πλατωνική ψυχολογία ως αυτογνωσία"εις "Παρνασσός" τόμ. ΜΑ΄Αθήνα 1999 σελ. 39-41 (ανάτυπο)
6) Θεοδωρακόπουλος Ιωάν. Πλάτωνος Φαίδρος, Εισαγωγή, αρχαίο και νέο κείμενο με σχόλια, Αθήνα 1948 σελ. 207
7) Χρήστου Παν. Ο Μέγας Βασίλειος ΑΒ 27, Θεσσαλονίκη 1978, σελ. 240-241
8) Μουρατίδης Κ. Η Ιατρική του σώματος τύπος της κατά ψυχήν θεραπείας κατά την διδασκαλίαν του Μ. Βασιλείου Αθήνα 1968 σελ. 9 ( ανάτυπο εκ της "Θεολογίας")
9) Πετρουλάκης Νικ. "Οι παιδαγωγικές ιδέες του Μεγάλου Βασιλείου στο έργο του "Προς τους νέους όπως αν εξ ελληνικών ωφέλοιντο λόγων"εις "Τόλμη"τεύχ. 78, Αθήνα 2007 σελ. 32-33
10) Παπαδοπούλου-Τσανανά Ολ."Η ανθρωπολογία του Μεγάλου Βασιλείου ΑΒ7 Θεσσαλονίκη 1970 σ.σ. 35-36
11) Παπαδόπουλος Στυλ ". Θεολογική πορεία του Μεγάλου Βασιλείου"εις "Ιδιοπροσωπεία του Νέου Ελληνισμού "δεύτερος τόμος, Αθήνα 1983, σελ. 135-138
12) Μητρ. Περγάμου Ιωάννης, "Σχέσις Ελληνισμού και Χριστιανισμού
εις "Ελληνισμός και Χριστιανισμός "Εισηγήσεις του "Λαϊκού Πανεπιστημίου της Εκκλησίας της Ελλάδος" Αθήνα 2004 , σελ. 28-29



(Περιοδικό Φιλογένεια Τόμ. ΙΑ Τεύχ. 4 Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2009)
Άβαταρ μέλους
Dionysios
 
Δημοσ.: 3950
Εγγραφη: Πέμ 11 Σεπ 2008, 21:30:05
Τοποθεσια: ᾿Αθῆναι

Re: Μέγας Βασίλειος καί Πλάτων

Δημοσίευσηαπό Dionysios » Σάβ 13 Μαρ 2010, 13:30:03

[Τὸ παραπάνω κείμενο πολυτονισμένο.]


Ἡ χρήση τοῦ Πλάτωνα
στὸ ἔνατο κεφάλαιο τῆς
«Πραγματείας πρὸς τοὺς νέους»
τοῦ Μεγάλου Βασιλείου



Γιῶργος ᾿Αθ. Τσοῦτσος,
πολιτικὸς ἐπιστήμων, ἱστοριοδίφης, δημοσιογράφος



Κατὰ τὶς τελευταῖες δεκαετίες πολλὲς μελέτες εἶδαν τὸ φῶς τῆς δημοσιότητας γιὰ τὴ σχέση Ἑλληνισμοῦ-Χριστιανισμοῦ. Ἡ πραγματεία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου «Πρὸς τοὺς νέους· ὅπως ἂν ἐξ ἑλληνικῶν ὠφελοῖντο λόγων» ἀπετέλεσε καὶ ἀποτελεῖ θεμελιῶδες τμῆμα τῆς σχετικῆς βιβλιογραφίας. Ἡ σημασία της ὑπῆρξε μεγάλη στὴν Ἀναγέννηση, ὁπότε καὶ ἐξεδόθη εἴκοσι φορὲς σὲ διάστημα σαράντα ἐτῶν (1459-1500) θεωρηθεῖσα ὡς τὸ κύριο ἔργο περὶ τῆς ἀξίας τῶν κλασσικῶν σπουδῶν [Μπρατσιώτης Παν., «Ἡ διὰ μέσου τῶν αἰώνων ἐπιβίωσις τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν», εἰς «Δελτίο τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν», ἀρ. 1, Ἀθῆναι 1939, σελ. 8 (ἀνάτυπο)]. Τὸν 18ο αἰῶνα ὁ ἑλληνικὸς διαφωτισμὸς ἀπὸ τὸ ὡς ἄνω ἔργο ἀντλεῖ ἐπιχειρήματα γιὰ τὴν ἀντίκρουση ἐμπειριστικῶν, αἰσθησιοκρατικῶν καὶ ἐν γένει ὑλιστικῶν τάσεων [Κονδύλης Παν., «Ὁ Νεοελληνικὸς Διαφωτισμός, οἱ φιλοσοφικὲς ἰδέες», Ἀθήνα 2007, σελ. 107-108].

Στὸ ἔνατο κεφάλαιο αὐτοῦ τοῦ σπουδαίου ἔργου ὁ Μέγας Βασίλειος ὑποστηρίζει πὼς μὲ τὴ βοήθεια καὶ τῆς φιλοσοφίας (ἐκτὸς τῆς νηστείας καὶ τῆς προσευχῆς) μποροῦμε νὰ κατανικήσουμε τὰ σωματικὰ πάθη καὶ νὰ καθαρίσουμε τὴν ψυχή μας.Τὴν φιλοσοφία ὅμως νοεῖ κυρίως ὡς μέσον καὶ μέθοδο ἀσκήσεως. Γιὰ τὴν ἐπίτευξη τοῦ σκοποῦ τῆς καθάρσεως τῆς ψυχῆς πρέπει μεταξὺ ἄλλων νὰ χειριζόμαστε τὰ αἰσθητήρια ὄργανα κατὰ τέτοιο τρόπο, ὥστε νὰ ἀποφεύγεται ὁ αἰσθησιασμὸς καὶ ἡ ἡδονοθηρία.

Ὁ συγγραφέας ἐπικαλεῖται τὴν ταυτότητα τῶν πλατωνικῶν ἀπόψεων ἐπὶ τῶν ἀνωτέρω καὶ τεκμηριώνει τόσο τὶς δικές του θέσεις ὅσο καὶ τὶς πλατωνικὲς στὴν πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολὴ τοῦ ἀποστόλου τῶν ἐθνῶν Παύλου (13,14) «...τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας» καὶ στὴν πρὸς Γαλάτας (5,16) «Λέγω δέ, πνεύματι περιπατεῖτε καὶ ἐπιθυμίαν σαρκὸς οὐ μὴ τελέσητε». ῾Ο Β. Τατάκης ἐπισημαίνει τὴν συγγένεια τῶν ὡς ἄνω ἀπόψεων τοῦ Πλάτωνα μὲ τὸ χριστιανικὸ πνεῦμα, ὅπως αὐτὸ ἐκφράζεται ἐν προκειμένῳ ἀπὸ τὸν Μέγα Βασίλειο.

Πολλοὶ μελετητὲς θεωροῦν ὅτι ὁ Πλάτων ἀπορρίπτει τὸ ἀνθρώπινο σῶμα καὶ παραθέτουν σχετικὲς κρίσεις κατὰ τὴν ἀνάλυση τοῦ ἔνατου κεφαλαίου τῆς πραγματείας «Πρὸς τοὺς νέους». Ἐπὶ παραδείγματι ὁ Ν. Τζιράκης στὸ ἀξιόλογο βιβλίο του γιὰ τὸν Μέγα Βασίλειο καὶ τὸν ἑλληνισμὸ ἀναφέρει χωρὶς ἄλλη ἐπεξήγηση τὰ ἑξῆς: Ἡ ἑρμηνευτικὴ προσέγγιση τοῦ κειμένου στὴν φράση «οὐ δὴ οὖν τῷ σώματι δουλευτέον, ὅτι μὴ πᾶσα ἀνάγκη», δηλαδὴ «μόνον ἔτσι δὲν θὰ εἴμαστε δοῦλοι τοῦ σώματος, στὸ ὁποῖο ὅμως θὰ παρέχουμε ὅσα τοῦ εἶναι ἀναγκαῖα», χρειάζεται μεγάλη προσοχή. Τοῦτο, κατὰ τὸν συγγραφέα, «...ἐπειδή, δηλαδή, ὁ Βασίλειος χρησιμοποιεῖ τὴν πλατωνικὴ ὁρολογία γιὰ τὸ σῶμα, εἶναι δυνατὸν νὰ θεωρηθεῖ καὶ ἀποδέκτης τῆς σχετικῆς διδασκαλίας, ποὺ εἶναι καταδικαστικὴ γιὰ τὸ ἀνθρώπινο σῶμα» [Τζιράκης Νικ., «Μέγας Βασίλειος καὶ Ἑλληνισμός», Ἀθήνα 2007, σελ. 107-108].

Κατὰ τὴν ἀνάλυση τοῦ ἐνάτου κεφαλαίου ὁ Θ. Ζήσης σχολιάζει τὸ ζήτημα τῆς ὑπερβολικῆς περιποίησης τοῦ σώματος καὶ γράφει πὼς «τόσο ὁ Πλάτων ποὺ θεωρεῖ τὸ σῶμα κατοικητήριο τῆς ψυχῆς καὶ ὑποδεέστερό της, ὅσο καὶ ὁ Παῦλος ποὺ τὸ θεωρεῖ ναὸ τοῦ “ἐν ἡμῖν” ἁγίου πνεύματος καὶ τοῦ “ζῶντος Θεοῦ” συμβουλεύουν τὴ μέτρια διατροφή του, γιατί ἔτσι θὰ ἀποφεύγονται σοβαρὲς συνέπειες γιὰ τὴν ψυχὴ καὶ θὰ καταστέλλονται οἱ σαρκικὲς ἡδονές».

Πέραν ὅμως τῆς διατροφῆς, ὁ Μέγας Βασίλειος διαπιστώνει ταυτότητα ἀντιλήψεων μεταξὺ αὐτοῦ, τοῦ Πλάτωνα καὶ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ὡς πρὸς τὸ ὅτι τὸ σῶμα «...τόσο μόνο πρέπει νὰ φροντίζουμε, ὅσο εἶναι ἀρκετὸ νὰ τὄχουμε βοηθὸ (νὰ μᾶς ὑπηρετεῖ) στὴ φιλοσοφία, ὅπως λέει ὁ Πλάτων, παρόμοια πρὸς ὅσα ἀναφέρει ὁ Παῦλος» («Τοσοῦτον ἀνθεκτέον τοῦ σώματος ὅσον, φησὶ Πλάτων, ὑπηρεσίαν φιλοσοφίᾳ κτωμένους, ἐοικότα που λέγων τῷ Παύλῳ, ὃς παραινεῖ μηδεμίαν χρῆναι τοῦ σώματος πρόνοιαν ἔχειν εἰς ἐπιθυμιῶν ἀφορμήν») [Ζήσης Θ., «Ὁ Μέγας Βασίλειος καὶ ἡ θύραθεν παιδεία», Ἀθήνα, χ.χ., σελ. 84-85]. Ἐκ τοῦ κειμένου τοῦ ἐνάτου κεφαλαίου προκύπτει ὅτι τόσο ὁ Μέγας Βασίλειος ὅσο καὶ ὁ Πλάτων ἀποδίδουν τὴν ἴδια σημασία στὸ ρόλο τοῦ σώματος στὴν προσπάθεια γιὰ τὴν κάθαρση τῆς ψυχῆς καὶ κατ' ἐπέκταση στὶς μεταξὺ τοῦ σώματος καὶ ψυχῆς σχέσεις.

Ἀπὸ πλευρᾶς φυσιολογίας ὁ καθηγητὴς Μποζώνης δὲν θεωρεῖ ὅτι ὁ Πλάτων ὑποβαθμίζει τὸν ὑλικὸ παράγοντα. Ἐπισημαίνει μεταξὺ ἄλλων ὅτι μπορεῖ ὁ Πλάτων «...νὰ ἐκφράζεται ὑποτιμητικὰ γιὰ τὴν αἴσθησι “ὡς μηδὲν ὑγιὲς ποιοῦσαν”, ἀλλὰ δὲν ἀγνοεῖ τὴν λειτουργικότητά της, ὅταν αὐτὴ δὲν ἀνταγωνίζεται τὴν νόησι, ὅπως αὐτὸ ἀποδεικνύεται στὸν “Τίμαιο”. Ἡ ὑπερβολὴ τοῦ “Φαίδωνος” ὑπογραμμίζει τὴν ὑπεροχὴ τοῦ πνεύματος, τὴν ὁποία ὁ ἄνθρωπος εὔκολα λησμονεῖ καὶ ὑποτιμᾶ. Περιορίζεται στὴ βιολογικὴ φάσι τῆς ζωῆς του, ἡ ὁποία ἐκτρέφει τὴν ψευδαίσθησι ὅτι τὸ σωματοειδὲς ἔχει τὴν ἀποκλειστικότητα». Ὁ Πλάτων γνωρίζει ὅτι ἡ ψυχὴ λειτουργεῖ μέσῳ τοῦ σώματος, γι' αὐτὸ καὶ προκρίνει δίαιτα καὶ συνεχῆ ἄσκησι, ἐνῷ ἐξετάζει ἕνα πρὸς ἕνα τὰ αἰσθητήρια ὄργανα [Μποζώνης Γ., «Ἡ πλατωνικὴ ψυχολογία ὡς αὐτογνωσία», εἰς «Παρνασσός», τόμ. ΜΑ΄, Ἀθήνα 1999, σελ. 39-41 (ἀνάτυπο)]. Συνεπῶς ἐκτιμοῦμε ὅτι, ὅταν ὁ Πλάτων χρακτηρίζει τὸ σῶμα ὡς «δεσμωτήριο» τῆς ψυχῆς, ἀναφέρεται στὸν ὑλόφρονα ἄνθρωπο.

Ἀναλύοντας τὸν «Φαῖδρο» ὁ Ἰωάννης Θεοδωρακόπουλος ὑποστηρίζει μεταξὺ ἄλλων ὅτι «εἶναι βασικὴ ἀρχὴ τῆς πλατωνικῆς φιλοσοφίας νὰ χωρίζη τὸ σῶμα ἀπὸ τὴν ψυχὴ ὄχι μόνον μέσα στὸν ἄνθρωπο ἀλλὰ καὶ μέσα σ᾿ ὅλον τὸν κόσμο. Ὁ χωρισμὸς μάλιστα αὐτὸς ἐντείνεται τόσο στὸν “Φαίδωνα”, ὥστε σκοπὸς τῆς ζωῆς εἶναι ἡ μελέτη τοῦ θανάτου. Αὐτὴ ὅμως εἶναι ἡ μία ὄψη τοῦ προβλήματος, ἡ ἄλλη εἶναι ὅτι ὁ Πλάτων χωρίζει, γιὰ νὰ ἑνώση. Ὁ σκοπός του εἶναι νὰ συναιρέση τὸν διχασμὸ αὐτὸν τοῦ ἀνθρώπου σὲ ἀνώτερη ἑνότητα, αὐτὴν ποὺ ἀποτελεῖ τὴν προσωπικότητα. Ὁ χωρισμὸς λοιπὸν εἶναι περισσότερο μεθοδικός» [Θεοδωρακόπουλος Ἰωάν., «Πλάτωνος Φαῖδρος», εἰσαγωγή, ἀρχαῖο καὶ νέο κείμενο μὲ σχόλια, Ἀθῆναι 1948, σελ. 207].

Θεωροῦμε ὅτι ὁ Μέγας Βασίλειος δὲν υἱοθετεῖ ἁπλῶς τὴν πλατωνικὴ ὁρολογία στὸ ἔνατο κεφάλαιο ἀλλὰ εἰσχωρεῖ βαθύτερα στὸ πνεῦμα της. Κατὰ τὸν Π. Χρήστου, ἐνῷ ὁ Μέγας Βασίλειος γράφει ὅτι «διὰ τὴν ψυχὴν καρπὸς εἶναι ἡ χριστιανικὴ ἀλήθεια, ἀλλὰ δὲν εἶναι ἄχαρι τὸ νὰ ἐπενδύη τὸν καρπὸν μὲ τὴν θύραθεν σοφίαν ὡς εἶδος σκέπης καὶ κοσμήματος...» στὴν πραγματικότητα «ἡ θύραθεν σοφία εἶναι δι' αὐτὸν κάτι περισσότερον, εἶναι οὐσιῶδες στοιχεῖον τῆς θεολογίας του». Πέραν τῆς «Πραγματείας πρὸς τοὺς Νέους», ὁ Χρήστου δέχεται ὅτι ὁ Μέγας Βασίλειος «διὰ τὴν παρουσίασιν» τῆς περὶ Θεοῦ ἰδέας «ἀναγκαίως ὑπετάχθη εἰς τὴν χρησιμοποίησιν τῆς τρεχούσης τότε ὁρολογίας καὶ μεθόδου τῆς ἑλληνικῆς φιλοσοφίας». Τονίζει βεβαίως ὁ ἐμβριθὴς μελετητὴς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου ὅτι «ἡ περὶ Θεοῦ ἰδέα, τόσον αὐτοῦ ὅσον καὶ ὁλοκλήρου τῆς ὀρθοδοξίας, παραμένει καθαρῶς χριστιανική, χωρὶς περιττὰς ἐπιφορτίσεις οὔτε ἀπὸ τὴν ἰουδαϊκὴν οὔτε ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴν παράδοσιν...»

Κατὰ τὸν γράφοντα ὁ Μέγας Βασίλειος υἱοθετεῖ τὴν πλατωνικὴ μέθοδο πλέον τῆς ὁρολογίας ὄχι στὸ σύνολό της, ἀλλὰ στὸ τμῆμα ἐκεῖνο ποὺ τὴ συνδέει μὲ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο στὸ εἰδικὸ περιεχόμενο τοῦ ἐνάτου κεφαλαίου τῆς Πραγματείας «Πρὸς τοὺς Νέους». Ἡ ἔννοια τῆς μεθοδολογικῆς διακρίσεως ποὺ χρησιμοποιοῦμε ἐδῶ δὲν σχετίζεται μὲ τὴν βασικὴ μεθοδολογικὴ πρόσβαση στὴν ἀλήθεια, ἡ ὁποία κατὰ τὸν Πλάτωνα εἶναι ἡ διαλεκτικὴ . Μὲ τὸν ὄρο «μέθοδος» ἐννοοῦμε ὅτι γιὰ τὶς καταστάσεις τοῦ ἐπίγειου βίου μποροῦμε νὰ χρησιμοποιήσουμε παραδείγματα ἀπὸ τὴν φιλοσοφικὴ περιγραφὴ τοῦ βίου καὶ τῆς τέχνης, ὅπως αὐτὸ συμβαίνει μὲ τὴν χρήση ἀπὸ τὸν Μέγα Βασίλειο τοῦ Πλάτωνα.

Ὅπως σημειώνει γενικότερα ὁ Χρήστου, ἡ ἀνθρωπολογία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου «...διατηρεῖ τὸν δυναμισμὸν ὁ ὁποῖος προέρχεται ἀπὸ τὴν χριστιανικὴν παράστασιν τῆς μεταβάσεως ἀπὸ τῆς εἰκόνος εἰς τὴν ὁμοίωσιν, ἀλλὰ συγχρόνως μαρτυρεῖ μίαν πλατωνίζουσαν διαρχικὴν τάσιν, διὰ τῆς ὁποίας ἡ μὲν ψυχὴ ἐμφανίζεται ὡς ὁ κατ᾿ ἐξοχὴν ἄνθρωπος, τὸ δὲ σῶμα ὑποχωρεῖ εἰς τὸ παρασκήνιον» [Χρήστου Παν., «Ὁ Μέγας Βασίλειος» ΑΒ 27, Θεσσαλονίκη 1978, σελ. 240-241]. Σχετικὰ μὲ τὴν «Πραγματεία πρὸς τοὺς νέους» ὁ Κ. Μουρατίδης παρατηρεῖ ὅτι «παρὰ τὸν θαυμασμόν του ὅμως πρὸς τὴν ἀριστουργηματικὴν κατασκευὴν τοῦ σώματος καὶ τὴν ἀναγνώρισιν ὅτι ψυχὴ καὶ σῶμα ἀποτελοῦν τὸν ἄνθρωπον, ὁ Μ. Βασίλειος ποιεῖται ἀξιολόγησιν μεταξὺ αὐτῶν, δεδομένου ὅτι τὸ οὐσιῶδες συστατικὸν τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ ψυχή, εἰς ἣν ἀναφέρεται ἡ κατ᾿ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου, διὸ καὶ ἀποδίδων τὴν πρώτην θέσιν εἰς τὴν ψυχὴν χαρακτηρίζει αὐτὴν ὡς τὸν ἡγεμόνα νοῦν ἢ τὸ ἡγεμονικὸν τοῦ ἀνθρωπίνου βίου» [Μουρατίδης Κ., «Ἡ Ἰατρικὴ τοῦ σώματος τύπος τῆς κατὰ ψυχὴν θεραπείας κατὰ τὴν διδασκαλίαν τοῦ Μ. Βασιλείου», Ἀθῆναι 1968, σελ. 9 (ἀνάτυπο ἐκ τῆς «Θεολογίας»)].

Τὶς διαπιστώσεις αὐτὲς ἐνισχύει τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Μέγας Βασίλειος στὸ ὑπὸ ἐξέταση ἔνατο κεφάλαιο διευκρινίζει τὰ σημεῖα διαφωνίας του μὲ τὸν Πλάτωνα, ὅπως λόγου χάρη τὴν πλατωνικὴ ἀπόρριψη τῆς παιδαγωγικῆς ἀξίας τῶν ὁμηρικῶν ἐπῶν [Πετρουλάκης Νικ., «Οἱ παιδαγωγικὲς ἰδέες τοῦ Μεγάλου Βασιλείου στὸ ἔργο του “Πρὸς τοὺς νέους· ὅπως ἂν ἐξ ἑλληνικῶν ὠφέλοιντο λόγων”, εἰς «Τόλμη», τεῦχ. 78, Ἀθήνα 2007, σελ. 32-33]. Ἴσως ὅμως καὶ ἡ διαφορὰ αὐτὴ νὰ εἶναι λιγότερο ριζική, ἐὰν σκεφθεῖ κανεὶς ὅτι ὁ Πλάτων καυτηριάζει κυρίως τὴν ἀπόδοση στοὺς θεοὺς ἀνθρώπινων ἀδυναμιῶν. Δὲν φαίνεται νὰ ὑπάρχει ἀσυμφωνία μεταξὺ τοῦ πλατωνικοῦ ἔργου καὶ τοῦ τρόπου ποὺ ἑρμηνεύει παιδαγωγικὰ ὁ Μέγας Βασίλειος ἀποσπάσματα τῶν ὁμηρικῶν ἐπῶν, καθὼς αὐτὰ ἀφοροῦν πρωτίστως τὴν καλλίεργεια τῶν ἀρετῶν.

Ὁ Μέγας Βασίλειος ἐν προκειμένῳ θεωροῦμε ὅτι παίρνει στοιχεῖα ἀσκητικότητος καὶ ἀπὸ τὸν Πλάτωνα καὶ τὰ ἐντάσσει στὸ πλαίσιο τῆς χριστοκεντρικῆς ἀσκήσεως. Ὡς πρὸς τὴν σχέση ψυχῆς καὶ σώματος χρησιμοποιεῖ ὁρολογία καὶ ἐννοιολογικὰ σχήματα πλατωνικά, ὅπως ὁ διαχωρισμὸς ψυχῆς καὶ σώματος τὸν ὁποῖον ὅμως ἑρμηνεύει χριστοκεντρικά. Τοῦτο συμβαίνει καὶ γιὰ ἕναν ἀκόμη λόγο. Ὁ διαχωρισμὸς ψυχῆς καὶ σώματος, ὡς ἀντίθεση μεταξὺ σαρκὸς καὶ πνεύματος, γίνεται πάντοτε ἀπὸ τὸν Μέγα Βασίλειο ὅταν ἀναφέρεται στὸν πεπτωκότα ἄνθρωπο. Τότε, «...ἐπικαλεῖται οὖτος ὡς μάρτυρα καὶ τὸν Πλάτωνα καὶ πάντα παρομοίας ἔχοντα ἀπόψεις φιλόσοφον, ὄχι διὰ νὰ ἀντλήσῃ ἐξ αὐτῶν τὴν ἀλήθειαν, ἀλλὰ διὰ νὰ καταδείξῃ, κυρίως εἰς τοὺς ἑλληνίζοντας χριστιανούς, ὅτι καὶ τούτων αἱ ἀπόψεις συμφωνοῦν πρὸς τὴν ἄποψιν τῆς Γραφῆς καὶ τοῦ Παύλου» [Παπαδοπούλου-Τσανανᾶ Ὄλ., «Ἡ ἀνθρωπολογία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου», ΑΒ7, Θεσσαλονίκη 1970, σελ. 35-36].

Ἡ ἀντίθετη ἄποψη ἐκπροσωπεῖται ἀπὸ μελετητὲς ὅπως ὁ Στυλ. Παπαδόπουλος, ποὺ δέχεται ὅτι «ἡ πλατωνικὴ καὶ στωϊκὴ ἀνθρωπολογία καὶ ἠθικὴ βρίσκεται πληθωρικὴ στὸ “Πρὸς τοὺς νέους” καὶ “Εἰς τὸ Πρόσεχε σεαυτῷ”». Ἰσχυρίζεται ὅτι «ἡ περιφρόνηση ἀκόμα στὸ σῶμα εἶναι διάχυτη στὰ ἔργα αὐτά, ὅπως καὶ σὲ ἄλλα, κατ᾿ ἀντίθεση πρὸς τὴ βιβλικὴ θεώρηση τοῦ ἀνθρώπου ὡς ἑνιαίου ὅλου, ὡς ἀπολύτου ἑνότητος. Εὐτυχῶς ὁ Βασίλειος ξεπέρασε γρήγορα τὴν ἐπήρεια τῆς ἑλληνικῆς φιλοσοφικῆς σκέψεως καὶ θεμελιώθηκε στέρεα στὴν ἀνθρωπολογία καὶ τὴν κτισιολογία τῆς Ἐκκλησίας, ὁπότε ἡ φιλοσοφικὴ ἠθικολογία ἔγινε ἦθος καὶ φρόνημα ἐκκλησιαστικό» [Παπαδόπουλος Στυλ., «Θεολογικὴ πορεία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου», εἰς «Ἰδιοπροσωπία τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ», δεύτερος τόμος, Ἀθῆνα 1983, σελ. 135-138]. Ἀμφισβητεῖται ἐδῶ ἀπὸ τὸν Στ. Παπαδόπουλο ἡ συμφωνία τῶν ὡς ἄνω ἔργων τοῦ Μεγάλου Βασιλείου μὲ τὴ «βιβλικὴ θεώρηση τοῦ ἀνθρώπου» ἀλλὰ καὶ ἡ ἑρμηνεία ποὺ δίδει ὁ Μέγας Βασίλειος στὶς Ἐπιστολὲς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου.

Ἐν κατακλεῖδι σημειώνουμε ὅτι διαφορὲς καὶ ἀντιθέσεις μεταξὺ τῆς πλατωνικῆς διδασκαλίας καὶ τῆς χριστιανικῆς θεολογίας τυγχάνουν ἀντικείμενο προβληματισμοῦ σὲ ποικίλα ζητήματα τῶν σχέσεων ψυχῆς καὶ σώματος. Παράδειγμα ἀποτελεῖ ἡ διερεύνηση τῆς ψυχοσωματικῆς ἑνότητας τοῦ ἀνθρώπου μὲ βάση τὴν πλατωνικὴ ἀρχὴ τῆς μετενσαρκώσεως ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὴν χριστιανικὴ ψυχοσωματικὴ ἑνότητα [Μητρ. Περγάμου Ἰωάννης, «Σχέσις Ἑλληνισμοῦ καὶ Χριστιανισμοῦ», εἰς «Ἑλληνισμὸς καὶ Χριστιανισμός», Εἰσηγήσεις τοῦ Λαϊκοῦ Πανεπιστημίου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθῆναι 2004, σελ. 28-29].


(Περιοδικὸ «Φιλογένεια», τόμ. ΙΑ΄, τεῦχ. 4, Ὀκτώβριος-Δεκέμβριος 2009)
Άβαταρ μέλους
Dionysios
 
Δημοσ.: 3950
Εγγραφη: Πέμ 11 Σεπ 2008, 21:30:05
Τοποθεσια: ᾿Αθῆναι

῾Η ἔννοια τοῦ «συλλέγειν» στήν ἀρχαιότητα καί σήμερα

Δημοσίευσηαπό Dionysios » Τετ 09 Ιουν 2010, 08:57:57

Η έννοια του «συλλέγειν»
στην ελληνική αρχαιότητα
και σήμερα



Γιώργος Αθ. Τσούτσος,
πολιτικός επιστήμων, ιστοριοδίφης, δημοσιογράφος



Η συλλογή αντικειμένων έχει διαφορετική έννοια και σημασία ανάλογα με την εποχή. Στην ελληνική αρχαιότητα η συλλογή έργων τέχνης εκφράζει αυστηρά το αίσθημα της ευσέβειας. Η τέχνη βρίσκεται στην υπηρεσία της ευσέβειας, και οι άνθρωποι εναποθέτουν αναθήματα στους χώρους που είναι αφιερωμένοι στην θεότητα. Η συλλογή αναθημάτων είναι η πρώτη συλλογή, περί της οποίας μπορεί να γίνει λόγος.

Αργότερα όμως, στα ύστερα κλασσικά χρόνια και στα πρώιμα ελληνιστικά, η συλλογή έργων τέχνης αποκτά διαφορετική σημασία. Η τέχνη δεν βρίσκεται πλέον στην υπηρεσία της θρησκείας αλλά στην υπηρεσία της αισθητικής. Το μουσείο, χώρος αφιερωμένος στις μούσες, υπάρχει σε κάθε πόλη ως ειδικός χώρος αφιερωμένος στη στέγαση έργων τέχνης. Κατά τα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ. και κατά τη διάρκεια του επόμενου αιώνα αρχίζει μία νέα περίοδος, κατά την οποία η συλλογή έργων συνδέεται με την ανάγκη διαφύλαξης μιας ανεκτίμητης πολιτιστικής κληρονομιάς, η οποία όμως ταυτόχρονα εκφράζει την ιστορική αυτοσυνειδησία.

Ως πρώτο παράδειγμα αυτής της εξέλιξης μπορούμε να θεωρήσουμε την καταγραφή των Ομηρικών Επών από τον Τύραννο Πεισίστρατο τον 6ο αιώνα π.Χ.. Από τα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ. και περί τις αρχές του 4ου αιώνα στην Αθήνα και σε άλλα αστικά κέντρα γίνεται συστηματική συγκέντρωση των πρωτότυπων έργων των τραγικών και κωμικών ποιητών αλλά και ιστορικών όπως ο Ηρόδοτος και ο Θουκυδίδης. Η ιστορική συνείδηση αρχίζει να εμπεδώνεται ως σημαντικός παράγων στην αντίληψη της πραγματικότητας. Από την περίοδο αυτή και εντεύθεν παρουσιάζεται μία νέα επαγγελματική απασχόληση, αυτή των αντιγραφέων, οι οποίοι αντιγράφουν όλα τα πρωτότυπα κείμενα με σκοπό να τα διαδώσουν και διασώσουν. Κατ' αυτόν τον τρόπο σχηματίζονται τεράστιες βιβλιοθήκες όπως η βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας και η βιβλιοθήκη του Περγάμου.

Κατά τη ρωμαϊκή περίοδο συνυπάρχει η τάση της ευσέβειας με εκείνη της αισθητικής. Οπαδοί ή μύστες διαφόρων φιλοσοφικών τάσεων και κινήσεων συνδέουν την τέχνη με τη θρησκεία και το υπερβατικό εν γένει, ενώ από την άλλη πλευρά υπάρχουν πολλοί, μεταξύ των οποίων και διάσημοι, λάτρεις της αισθητικής. Πολλοί εκκλησιαστικοί συγγραφείς όπως ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, ο Ωριγένης, ο Μέγας Βασίλειος, ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, και άλλοι συνδέουν την τέχνη με τον Χριστιανισμό λόγω της ελληνικής τους παιδείας.

Η έννοια του «χόμπυ», της συλλογής για λόγους ανάπαυλας και διασκέδασης κατά τη διάρκεια του λεγόμενου «ελεύθερου χρόνου», εισάγεται μόλις τον 19ο αιώνα. Στερημένη από το υψηλό πνευματικό περιεχόμενο της αρχαιότητας η έννοια του «χόμπυ» εξυπηρετεί εντούτοις κοινωνικούς και ψυχολογικούς σκοπούς όχι ευκαταφρόνητους. Δημιουργούνται αφορμές για κοινωνικοποίηση ατόμων, τα οποία ενίοτε έχουν δυσκολία στην επαφή τους με τον κοινωνικό περίγυρο και εν γένει συνάπτονται φιλικές σχέσεις μεταξύ ανθρώπων με κοινά ενδιαφέροντα. Η δημιουργία ενός ή περισσότερων «χόμπυ» έχει ευεργετικές ψυχολογικές επιπτώσεις και σε εκείνα τα άτομα που δεν αισθάνονται ψυχολογική ικανοποίηση από το αντικείμενο της εργασίας τους. Πέραν αυτών γύρω από τις συλλογές αναπτύσσεται μια αξιόλογη και πολύπλευρη οικονομική δραστηριότητα.

H Kοινωνιολογία είναι μία από τις επιστήμες που εξετάζει την έννοια του «συλλέγειν» και τους συλλέκτες ιδιαίτερα ως φαινόμενο των ανεπτυγμένων κοινωνιών. Στις κοινωνίες αυτές η συντόμευση του χρόνου εργασίας, η επιμήκυνση της διάρκειας ζωής, η άνοδος του βιοτικού επιπέδου αποτελούν ορισμένες από τις αιτίες που συντελούν στην ανάπτυξη των συλλογών. Ιδιαίτερα έχει μελετηθεί η αμερικανική κοινωνία, στην οποία το ερώτημα «πώς θα διαθέσω τον ελεύθερο χρόνο μου» γίνεται πιεστικό και οδηγεί στην ανάπτυξη διαφόρων συλλογών. Υπολογίζεται ότι στις ΗΠΑ οι πολίτες δαπάνησαν το 1980 περί τα δύο δισεκατομμύρια δολάρια σε συλλογές διαφόρων αντικειμένων.

Στην Ελλάδα η νομοθεσία αντιμετωπίζει τις συλλογές με την ιδέα ότι αργά ή γρήγορα θα περιέλθουν στην ιδιοκτησία του κράτους, πράγμα που συχνά επαληθεύεται. Οι φιλότεχνοι, οι συλλέκτες ταυτίζονται πολλάκις με τους εθνικούς ευεργέτες και συλλέγουν για να εξυπηρετήσουν σκοπούς ιστορικούς ή αρχαιολογικούς. Είναι σπουδαία η συμβολή τους στη διάσωση και ανάδειξη ιστορικού, καλλιτεχνικού και αρχαιολογικού υλικού. Επί παραδείγματι η Εθνική Βιβλιοθήκη οφείλει πολλά στους Ελληνες που δώρησαν τις βιβλιοθήκες τους αλλά και πολύτιμο υλικό σ' αυτήν. Οι δωρητές είναι πολλοί, αλλά σημειώνουμε ενδεικτικά τις δωρεές των Μ. Ρενιέρη, Θ. Ηπίτου, Θ. Αρεταίου. Εξάλλου το ίδιο το κτίριο της Εθνικής Βιβλιοθήκης αποτελεί προσφορά των αδελφών Παναγή, Μαρίνου και Ανδρέα Βαλλιάνου εκ Κεφαλληνίας. Η Αρχαιολογική Εταιρεία που έχει προσφέρει πολλά στην αρχαιολογική έρευνα αποτελεί προσφορά της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, ενώ το πρώτο της μέγαρο κατασκευάστηκε δαπάναις των Κ. Ιωνίδη, Δ. Μπερναρδάκη, Α. Αρσάκη, Σ. Σίνα, Α. Συγγρού κ.ά..

Ενδεικτικά ακόμη αναφέρουμε την προσφορά του μεγάλου συλλέκτη Αλεξάνδρου Σούτζου προς την Εθνική Πινακοθήκη, ενώ παράδειγμα σύγχρονου φιλότεχνου ευεργέτη και συλλέκτη έργων τέχνης αποτελεί ο Λάμπρος Ευταξίας. Γόνος παλαιάς οικογενείας διακεκριμένων πολιτικών, μεταξύ άλλων ενίσχυσε το Μουσείο Μπενάκη, το Δήμο Αθηναίων, το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης και βεβαίως υπήρξε βασικός συντελεστής του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών και ιδρυτής του Μουσείου της Πόλεως των Αθηνών (ίδρυμα Βούρου-Ευταξία).


περιοδικό «Μάραθα», επετηρίδα 2010, Αθήνα 2010, σ. 295-298
Διονύσιος ᾿Ανατολικιώτης, http://www.symbole.gr
e-mail: symbole@mail.com — Skype: dionysios-anat
«γηράσκω ἀεί διορθούμενος», τρίτη 11/7/2000
Άβαταρ μέλους
Dionysios
 
Δημοσ.: 3950
Εγγραφη: Πέμ 11 Σεπ 2008, 21:30:05
Τοποθεσια: ᾿Αθῆναι

Re: ῾Η ἔννοια τοῦ «συλλέγειν» στήν ἀρχαιότητα καί σήμερα

Δημοσίευσηαπό Dionysios » Τετ 09 Ιουν 2010, 08:59:21

[Τὸ παραπάνω κείμενο πολυτονισμένο.]


Ἡ ἔννοια τοῦ «συλλέγειν»
στὴν ἑλληνικὴ ἀρχαιότητα
καὶ σήμερα



Γιῶργος ᾿Αθ. Τσοῦτσος,
πολιτικὸς ἐπιστήμων, ἱστοριοδίφης, δημοσιογράφος



Ἡ συλλογὴ ἀντικειμένων ἔχει διαφορετικὴ ἔννοια καὶ σημασία ἀνάλογα μὲ τὴν ἐποχή. Στὴν ἑλληνικὴ ἀρχαιότητα, ἡ συλλογὴ ἔργων τέχνης ἐκφράζει αὐστηρὰ τὸ αἴσθημα τῆς εὐσέβειας. Ἡ τέχνη βρίσκεται στὴν ὑπηρεσία τῆς εὐσέβειας καὶ οἱ ἄνθρωποι ἐναποθέτουν ἀναθήματα στοὺς χώρους ποὺ εἶναι ἀφιερωμένοι στὴν θεότητα. Ἡ συλλογὴ ἀναθημάτων εἶναι ἡ πρώτη συλλογή, περὶ τῆς ὁποίας μπορεῖ νὰ γίνει λόγος.

Ἀργότερα ὅμως, στὰ ὕστερα κλασσικὰ χρόνια καὶ στὰ πρώιμα ἑλληνιστικά, ἡ συλλογὴ ἔργων τέχνης ἀποκτᾶ διαφορετικὴ σημασία. Ἡ τέχνη δὲν βρίσκεται πλέον στὴν ὑπηρεσία τῆς θρησκείας ἀλλὰ στὴν ὑπηρεσία τῆς αἰσθητικῆς. Τὸ μουσεῖο, χῶρος ἀφιερωμένος στὶς μοῦσες, ὑπάρχει σὲ κάθε πόλη ὡς εἰδικὸς χῶρος ἀφιερωμένος στὴ στέγαση ἔργων τέχνης. Κατὰ τὰ τέλη τοῦ 5ου αἰώνα π.Χ. καὶ κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ ἑπόμενου αἰώνα ἀρχίζει μία νέα περίοδος, κατὰ τὴν ὁποία ἡ συλλογὴ ἔργων συνδέεται μὲ τὴν ἀνάγκη διαφύλαξης μιᾶς ἀνεκτίμητης πολιτιστικῆς κληρονομιᾶς, ἡ ὁποία ὅμως ταυτόχρονα ἐκφράζει τὴν ἱστορικὴ αὐτοσυνειδησία.

Ὡς πρῶτο παράδειγμα αὐτῆς τῆς ἐξέλιξης μποροῦμε νὰ θεωρήσουμε τὴν καταγραφὴ τῶν Ὁμηρικῶν Ἐπῶν ἀπὸ τὸν Τύραννο Πεισίστρατο τὸν 6ο αἰῶνα π.Χ.. Ἀπὸ τὰ τέλη τοῦ 5ου αἰώνα π.Χ. καὶ περὶ τὶς ἀρχὲς τοῦ 4ου αἰώνα στὴν Ἀθήνα καὶ σὲ ἄλλα ἀστικὰ κέντρα, γίνεται συστηματικὴ συγκέντρωση τῶν πρωτότυπων ἔργων τῶν τραγικῶν καὶ κωμικῶν ποιητῶν ἀλλὰ καὶ ἱστορικῶν ὅπως ὁ Ἡρόδοτος καὶ ὁ Θουκυδίδης. Ἡ ἱστορικὴ συνείδηση ἀρχίζει νὰ ἐμπεδώνεται ὡς σημαντικὸς παράγων στὴν ἀντίληψη τῆς πραγματικότητας. Ἀπὸ τὴν περίοδο αὐτὴ καὶ ἐντεῦθεν παρουσιάζεται μία νέα ἐπαγγελματικὴ ἀπασχόληση, αὐτὴ τῶν ἀντιγραφέων, οἱ ὁποῖοι ἀντιγράφουν ὅλα τὰ πρωτότυπα κείμενα μὲ σκοπὸ νὰ τὰ διαδώσουν καὶ διασώσουν. Κατ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο σχηματίζονται τεράστιες βιβλιοθῆκες ὅπως ἡ βιβλιοθήκη τῆς Ἀλεξάνδρειας καὶ ἡ βιβλιοθήκη τοῦ Περγάμου.

Κατὰ τὴ ρωμαϊκὴ περίοδο συνυπάρχει ἡ τάση τῆς εὐσέβειας μὲ ἐκείνη τῆς αἰσθητικῆς. Ὀπαδοὶ ἢ μύστες διαφόρων φιλοσοφικῶν τάσεων καὶ κινήσεων συνδέουν τὴν τέχνη μὲ τὴ θρησκεία καὶ τὸ ὑπερβατικὸ ἐν γένει, ἐνῷ ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρὰ ὑπάρχουν πολλοί, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ διάσημοι, λάτρεις τῆς αἰσθητικῆς. Πολλοὶ ἐκκλησιαστικοὶ συγγραφεῖς ὅπως ὁ Κλήμης ὁ ᾿Αλεξανδρεύς, ὁ ᾿Ωριγένης, ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ ᾿Ιωάννης ὁ Χρυσόστομος, καὶ ἄλλοι συνδέουν τὴν τέχνη μὲ τὸν Χριστιανισμὸ λόγῳ τῆς ἑλληνικῆς τους παιδείας.

Ἡ ἔννοια τοῦ «χόμπυ», τῆς συλλογῆς γιὰ λόγους ἀνάπαυλας καὶ διασκέδασης κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ λεγόμενου «ἐλεύθερου χρόνου» εἰσάγεται μόλις τὸν 19ο αἰῶνα. Στερημένη ἀπὸ τὸ ὑψηλὸ πνευματικὸ περιεχόμενο τῆς ἀρχαιότητας, ἡ ἔννοια τοῦ χόμπυ ἐξυπηρετεῖ ἐντούτοις κοινωνικοὺς καὶ ψυχολογικοὺς σκοποὺς ὄχι εὐκαταφρόνητους. Δημιουργοῦνται ἀφορμὲς γιὰ κοινωνικοποίηση ἀτόμων, τὰ ὁποῖα ἐνίοτε ἔχουν δυσκολία στὴν ἐπαφή τους μὲ τὸν κοινωνικὸ περίγυρο, καὶ ἐν γένει συνάπτονται φιλικὲς σχέσεις μεταξὺ ἀνθρώπων μὲ κοινὰ ἐνδιαφέροντα. Ἡ δημιουργία ἑνὸς ἢ περισσότερων «χόμπυ» ἔχει εὐεργετικὲς ψυχολογικὲς ἐπιπτώσεις καὶ σὲ ἐκεῖνα τὰ ἄτομα ποὺ δὲν αἰσθάνονται ψυχολογικὴ ἱκανοποίηση ἀπὸ τὸ ἀντικείμενο τῆς ἐργασίας τους. Πέραν αὐτῶν γύρω ἀπὸ τὶς συλλογὲς ἀναπτύσσεται μία ἀξιόλογη καὶ πολύπλευρη οἰκονομικὴ δραστηριότητα.

῾H Κοινωνιολογία εἶναι μία ἀπὸ τὶς ἐπιστῆμες ποὺ ἐξετάζει τὴν ἔννοια τοῦ συλλέγειν καὶ τοὺς συλλέκτες ἰδιαίτερα ὡς φαινόμενο τῶν ἀνεπτυγμένων κοινωνιῶν. Στὶς κοινωνίες αὐτὲς ἡ συντόμευση τοῦ χρόνου ἐργασίας, ἡ ἐπιμήκυνση τῆς διάρκειας ζωῆς, ἡ ἄνοδος τοῦ βιοτικοῦ ἐπιπέδου, ἀποτελοῦν ὁρισμένες ἀπὸ τὶς αἰτίες ποὺ συντελοῦν στὴν ἀνάπτυξη τῶν συλλογῶν. Ἰδιαίτερα ἔχει μελετηθεῖ ἡ ἀμερικανικὴ κοινωνία, στὴν ὁποία τὸ ἐρώτημα «πῶς θὰ διαθέσω τὸν ἐλεύθερο χρόνο μου» γίνεται πιεστικὸ καὶ ὁδηγεῖ στὴν ἀνάπτυξη διαφόρων συλλογῶν. Ὑπολογίζεται ὅτι στὶς ΗΠΑ οἱ πολῖτες δαπάνησαν τὸ 1980 περὶ τὰ δύο δισεκατομμύρια δολάρια σὲ συλλογὲς διαφόρων ἀντικειμένων.

Στὴν Ἑλλάδα ἡ νομοθεσία ἀντιμετωπίζει τὶς συλλογὲς μὲ τὴν ἰδέα ὅτι ἀργὰ ἢ γρήγορα θὰ περιέλθουν στὴν ἰδιοκτησία τοῦ κράτους, πρᾶγμα ποὺ συχνὰ ἐπαληθεύεται. Οἱ φιλότεχνοι, οἱ συλλέκτες ταυτίζονται πολλάκις μὲ τοὺς ἐθνικοὺς εὐεργέτες καὶ συλλέγουν γιὰ νὰ ἐξυπηρετήσουν σκοποὺς ἱστορικοὺς ἢ ἀρχαιολογικούς. Εἶναι σπουδαία ἡ συμβολή τους στὴ διάσωση καὶ ἀνάδειξη ἱστορικοῦ, καλλιτεχνικοῦ καὶ ἀρχαιολογικοῦ ὑλικοῦ. Ἐπὶ παραδείγματι ἡ Ἐθνικὴ Βιβλιοθήκη ὀφείλει πολλὰ στοὺς Ἕλληνες ποὺ δώρησαν τὶς βιβλιοθῆκες τους ἀλλὰ καὶ πολύτιμο ὑλικὸ σ' αὐτήν. Οἱ δωρητὲς εἶναι πολλοί, ἀλλὰ σημειώνουμε ἐνδεικτικὰ τὶς δωρεὲς τῶν Μ. Ρενιέρη, Θ. Ἠπίτου, Θ. Ἀρεταίου. Ἐξάλλου τὸ ἴδιο τὸ κτίριο τῆς Ἐθνικῆς Βιβλιοθήκης ἀποτελεῖ προσφορὰ τῶν ἀδελφῶν Παναγῆ, Μαρίνου καὶ Ἀνδρέα Βαλλιάνου ἐκ Κεφαλληνίας. Ἡ Ἀρχαιολογικὴ Ἑταιρεία, ποὺ ἔχει προσφέρει πολλὰ στὴν ἀρχαιολογικὴ ἔρευνα, ἀποτελεῖ προσφορὰ τῆς ἰδιωτικῆς πρωτοβουλίας, ἐνῷ τὸ πρῶτο της μέγαρο κατασκευάστηκε δαπάναις τῶν Κ. Ἰωνίδη, Δ. Μπερναρδάκη, Α. Ἀρσάκη, Σ. Σίνα, Α. Συγγροῦ κ.ἄ.

Ἐνδεικτικὰ ἀκόμη ἀναφέρουμε τὴν προσφορὰ τοῦ μεγάλου συλλέκτη Ἀλεξάνδρου Σούτζου πρὸς τὴν Ἐθνικὴ Πινακοθήκη, ἐνῷ παράδειγμα σύγχρονου φιλότεχνου εὐεργέτη καὶ συλλέκτη ἔργων τέχνης ἀποτελεῖ ὁ Λάμπρος Εὐταξίας. Γόνος παλαιᾶς οἰκογενείας διακεκριμένων πολιτικῶν, μεταξὺ ἄλλων ἐνίσχυσε τὸ Μουσεῖο Μπενάκη, τὸ Δῆμο Ἀθηναίων,τὸ Μουσεῖο Κυκλαδικῆς Τέχνης καὶ βεβαίως ὑπῆρξε βασικὸς συντελεστὴς τοῦ Μεγάρου Μουσικῆς Ἀθηνῶν καὶ ἱδρυτὴς τοῦ Μουσείου τῆς Πόλεως τῶν Ἀθηνῶν (ἵδρυμα Βούρου-Εὐταξία).

περιοδικὸ «Μάραθα», ἐπετηρίδα 2010, Ἀθήνα 2010, σ. 295-298
Διονύσιος ᾿Ανατολικιώτης, http://www.symbole.gr
e-mail: symbole@mail.com — Skype: dionysios-anat
«γηράσκω ἀεί διορθούμενος», τρίτη 11/7/2000
Άβαταρ μέλους
Dionysios
 
Δημοσ.: 3950
Εγγραφη: Πέμ 11 Σεπ 2008, 21:30:05
Τοποθεσια: ᾿Αθῆναι


Προηγούμενη

Επιστροφή στην Κοινωνικές καί πολιτικές ἐπιστῆμες

Μελη σε συνδεση

Μέλη σε αυτή την Δ. Συζήτηση: Δεν υπάρχουν εγγεγραμμένα μέλη και 2 επισκέπτες

cron