ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΚΟΝ ΙΕΡΩΝ AΡΧΙΕΡΑΤΙΚΩΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ
1) ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ
Την προκαθορισμένην ώραν, αφικνείται προ του Ναού, ο μέλ-λων χοροστατήσαι Αρχιερεύς, φέρων Εγκόλπιον, Σταυρόν, Επανωκαλύμμαυχον και Ράβδον.
Τούτον υποδέχονται ιστάμενοι κατ’ αντιστοιχίαν των Οφφικίων και των πρεσβειών Ιερωσύνης αυτών οι Ιερείς, φέροντες τα διάσημα αυ-τών και οι Διάκονοι. Εξ αυτών, οι μεν Αρχιμανδρίται φέρουν Επανωκαλύμμαυχον και Σταυρόν, οι δε Ιερομόναχοι Επανωκαλύμμαυχον και οι Πρωτοπρεσβύτεροι Σταυρόν.
Προηγούνται οι Αρχιμανδρίται, έπονται οι Ιερομόναχοι, ακολουθούν οι Πρωτοπρεσβύτεροι, κατόπιν οι λοιποί Πρεσβύτεροι Οφφικιούχοι και τέλος, οι υπόλοιποι Ιερείς, κατά την σειράν των πρε-σβειών της Ιερωσύνης των. Τελευταίοι, παρατάσσονται οι Διάκονοι. Όλοι αυτοί, εις παράταξιν δύο σειρών. Η κεφαλή των σειρών, ευρίσκεται πλησίον του ερχομένου Αρχιερέως, ενώ το τέλος, πλησίον του Νάρθηκος.
ΔΙΑΤΑΞΙΣ ΤΩΝ ΘΕΣΕΩΝ
ΝΑΡΘΗΞ
ΔΙΑΚΟΝΟΣ ΔΙΑΚΟΝΟΣ
ΙΕΡΕΥΣ ΙΕΡΕΥΣ
Β΄. ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΣ Α΄. ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΣ
Β΄. ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ Α΄. ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ
Β΄. ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ Α΄. ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ
ΑΡΧΙΕΡΕΥΣ
Β΄. ΔΙΑΚΟΝΟΣ ΑΡΧΙΔΙΑΚΟΝΟΣ
Εκ των παρατεταγμένων ως το ανωτέρω σχήμα Κληρικών, ο β΄. Διάκονος, κρατεί ανά χείρας τον Μανδύαν και ο α΄. τη Τάξει Αρχιμανδρίτης, την Ποιμαντορικήν Ράβδον.
Η Τάξις αυτή, προϋποθέτει οπωσδήποτε την πρό της αφίξεως του Αρχιερέως, μεταφοράν της Ποιμαντικής Ράβδου και του Μανδύου, εις τον Ιερόν Ναόν.
Όπου τούτο καθίσταται εφικτόν, ο συνοδεύων τον Αρχιερέα Αρχιδιάκονος, σπεύδων, παραδίδει την μέν Ράβδον εις τον Α΄. τη τάξει Ιερέα, ο ίδιος δέ, μή υπάρχοντος Β΄. Διακόνου, κρατεί εις τας χείρας του τον Μανδύαν.
Του Αρχιερέως ερχομένου δέ τον Νάρθηκα του Ναού, κρούονται οι κώδωνες πανηγυρικώς και οι αναμένοντες Ιερείς και Διάκονοι, ποιούσι σχήμα τω Αρχιερεί και ασπάζονται την Δεξιάν του. Μετά δέ τον ασπασμόν, επανέρχονται άπαντες, εις την ιδίαν αυτού θέσιν.
ΕΙΣΟΔΟΣ ΕΝ ΤΩ ΝΑΩ ΚΑΙ ΕΥΛΟΓΙΑ
Περατωθείσης της υποδοχής, εισέρχονται άπαντες εις τον Ιερόν Ναόν, ως κάτωθι :
Οι παρατεταγμένοι Ιερείς και Διάκονοι, κατόπιν σχετικού νεύματος του Αρχιερέως, στρέφονται πρός τον Ναόν και άρχονται βαδίζοντες ηρέμως και βραδέως, πρός το εσωτερικόν του Ναού, ανά δύο.
Πρώτοι, εισέρχονται οι Ιερείς, κατά την αντίστροφον πρός τα Οφφίκια αυτών σειράν. Έπονται οι Αρχιμανδρίται και τέλος ο Αρχιερεύς, ακολουθούμενος υπό του Αρχιδιακόνου και του β΄. τη Τάξει Διακόνου, όστις απόντος Υποδιακόνου ή απλού Ιερόπαιδος, κρατεί εις απόστασιν, την ώαν του Μανδύου.
Εις περίπτωσιν συμμετεχόντων πλειόνων Διακόνων των δύο, οι πλεονάζοντες, εις το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, συμφώνως τη Πατριαρχική Τάξει, έπονται του Πατριάρχου. Εις την Ελλαδικήν Εκκλησίαν, εισέρχονται εις τον Ναόν, προπορευόμενοι των Ιερέων, προηγουμένων των νεωτέρων.
Ευθύς άμα τη εισόδω του Αρχιερέως εις τον Ναόν, προσφέρεται υπό τινος Αναγνώστου εντός ηυπρεπισμένου δίσκου, κηρίον εκ καθα-ρού κηρού μελίσσης, όπερ ούτος ανάπτει και τοποθετεί εις το κηρο-στάσιον, ασπαζόμενος την Ιεράν Εικόνα του Εορταζομένου Αγίου.
Είτα επανέρχεται εις την θέσιν του εις τον κεντρικόν διάδρομον και κινείται με αργόν ρυθμόν, προς το κέντρον του Ναού.
Καθ’ ήν ώραν εισέρχονται άπαντες εις τον Ναόν, οι Ιεροψάλται ίστανται σιωπηλοί κάτωθι των στασιδίων των, φέροντες ράσον και αναμένουν. Αφικνουμένων πάντων εις τον Σολέα, οι μέν Ιερείς και Διάκονοι, παρατάσσονται ένθεν κακείθεν αυτού, με μέτωπον προς το κέντρον, ο δε μέλλων χοροσταστήσαι Αρχιερεύς, ίσταται εις το κέντρον ( ως τω κάτωθι σχήμα ), κάτωθεν του πολυελέου, πατών επί του Δικεφάλου, με μέτωπον προς το Ιερόν Βήμα, ενώπιον του οποίου, ποιεί σχήμα και τρίς το σημείον του Σταυρού.
ΔΙΑΚΟΝΟΣ ΔΙΑΚΟΝΟΣ
Β΄. ΙΕΡΕΥΣ ΙΕΡΕΥΣ Α΄.
ΧΟΡΟΣ Β΄. ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΣ Α΄. ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΣ ΧΟΡΟΣ
Β΄. ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ Α΄. ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ
Β΄. ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ Α΄. ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ
ΑΡΧΙΕΡΕΥΣ
Β΄. ΔΙΑΚΟΝΟΣ ΑΡΧΙΔΙΑΚΟΝΟΣ
Ακολούθως και ενώ άρχεται ευλογών διά της δεξιάς, τα τέσσαρα σημεία του ορίζοντος, οι Χοροί με προεξάρχοντα τον Πρωτοψάλτη, ψάλλουν μεγαλοπρεπώς εις Ήχον Β΄. αργώς και εις χαμηλόν τόνον, το « Εις πολλά έτη Δέσποτα » άπαξ, ενώ εις την συλλαβήν σπο, κά-μνουν σχήμα προς τον Αρχιερέα.
Οι Κληρικοί και λαϊκοί, δεχόμενοι την ευλογίαν, υποκλίνονται ελαφρώς, φέροντες την δεξιάν επί του στήθους.
Περατωθείσης της ευλογίας και συνεχιζομένου του « Εις πολλά έτη », ο Αρχιερεύς, ανέρχεται εις τον Αρχιερατικόν Θρόνον και αμέ-σως οι Ιεροψάλται, ανέρχονται και αυτοί, εις τας θέσεις των επί των στασιδίων των, ενώ οι Ιερείς και Διάκονοι, οι μέλλοντες να Ιερουργήσουν, λαμβάνουσι παρ’ αυτού « Καιρόν », ως εξής :
Προσέρχονται πρώτοι ενώπιον του Θρόνου, ο α΄. Ιερεύς και ο α΄. Διάκονος εκ δεξιών αυτού. Εάν δεν υπάρχει Διάκονος, την θέσιν αυ-τού, καταλαμβάνει ο β΄. Ιερεύς. Αμφότεροι ομού, ποιούν ταυτοχρό-νως μετάνοιαν άνευ σταυρού και ο α΄. εξ αυτών, προβαίνων ολίγον πρό του Θρόνου, ασπάζεται την δεξιάν του Αρχιερέως, δεχόμενος την ευλογίαν υπ’ αυτού. Ακολούθως, επιστρέφει οπισθοβατών εις την θέσιν του, οπότε εκκινεί ο β΄., ποιών απαραλλάκτως ως ο α΄..
Είτα ποιούν ωσαύτως ταυτοχρόνως σχήμα, φέροντες την δεξιάν επί του στήθους και απέρχονται ηρέμως εντός του Ιερού Βήματος, ο μέν Ιερεύς διά της βορείου Πύλης, ο δε Διάκονος διά της νοτίου.
Ωσαύτως και οι υπόλοιποι Ιερείς ανά δύο, από της βορείου και νοτίου Πύλης.
Οι Ιερείς οι οποίοι δεν πρόκειται να λάβουν μέρος εις την Ακολουθίαν, απλώς ποιούν σχήμα από το κέντρον του Σολέως και απέρχονται.
Σημειωτέον, ότι πλήστοι των Αρχιερέων, απαιτούν παρατύπως, την λήψιν « Καιρού » από τους Χορούς των Ψαλτών. Λέγομεν παρατύ-πως, διότι « Καιρόν », λαμβάνουν οι μέλλοντες να Ιερουργήσουν Κληρικοί, προκειμένου να ενδυθούν, τας Ιερατικάς αυτών Στολάς. Οι Ιε-ροψάλται, δεν έχουν τοιαύτην μέριμναν, καθ’ ότι « Καιρόν », λαμβάνουσι υπό του Ιερουργούντος Ιερέως, όταν πρόκειται να ενδυθούν τα ράσα των. Παραλλήλως, η Τάξις, απαγορεύει την κάθοδον των Ιεροψαλτών από τα Ιερά Αναλόγια, πρό του « Αμήν » του « Δι’ ευχών » της Απολύσεως, δι’ ΟΙΑΝΔΗΠΟΤΕ αιτίαν.
ΕΝΑΡΞΙΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ
Ο α΄. Ιερεύς εισερχόμενος εις το Άγιον Βήμα, ενδύεται αμέσως και άνευ χρονοτριβής Επιτραχήλιον και προσέρχεται ενώπιον της Αγίας Τραπέζης. Στρέφεται προς τον χοροστατούντα Αρχιερέα, ποιεί σχήμα και γυρίζοντας πάλι προς την Αγάν Τράπεζαν, ποιεί « Ευλο-γητόν » εκφώνως. Μετά το πέρας της Εκφωνήσεως, ποιεί εκ νέου σχήμα προς τον Αρχιερέα και άρχεται αναγινώσκων ασκεπής και χαμηλοφώνως τας Ευχάς του Λυχνικού, ενώ ο χοροστατών Αρχιερεύς, αναγινώσκει από διφθέρας, προσαγομένης αυτώ υπό του Αναγνώστου ή ετέρου άλλου βοηθού των Ιεροψαλτών, τον Προοιμιακόν Ψαλμόν. Κατά την ανάγνωσιν του Προοιμιακού, ο Αρχιερεύς είναι ελαφρώς εστραμμένος, προς το Άγιον Βήμα, ακροόντων αυτού πάν-των των λοιπών, ευλαβώς.
Κατά τον Μέγαν Εσπερινόν, η ανάγνωσις του Προοιμιακού συνεχίζεται, μέχρι της φράσεως « δόντος σου αυτοίς συλλέξουσιν ».
Εκ του σημείου τούτου, οι Χοροί άρχονται ψάλλοντες την συνέχειαν αυτού ( ήτοι, τα λεγόμενα « Ανοιξαντάρια » ), κατ’ αντιφωνίαν, ενώ εντός του Αγίου Βήματος, οι Διάκονοι ενδύονται τας στολάς αυτών και κατ’ αδικαιολόγητον αιτίαν, να ευτρεπίζουν τα Δικηροτρίκηρα και να τοποθετούν εις αυτά, κηρία εκ καθαρού κηρού.
Σημειώνωμεν αδικαιολόγητον ( που δυστυχώς όμως, κακώς – κάκιστα έχει επικρατήσει, « Αρχιερατικώ Δικαίω » ) καθ’ ότι τα Δικηροτρίκηρα, αποτελούν τμήμα της Αρχιερατικής αμφιέσεως, πράγμα το οποίον δεν υφίσταται εις Ακολουθίαν Εσπερινού.
Οι Ιερείς, κυκλούντες κατά την ώραν ταύτην την Αγίαν Τράπεζαν, ακροόνται του α΄. Ιερέως, όστις απαγγέλλει χαμηλοφώνως τας Ευχάς του Λυχνικού και μετά το πέρας αυτών, απέρχονται άπαντες εις τας οικείας αυτών θέσεις, προσευχόμενοι εν σιγή και ευλαβεία.
Εις το « Αλληλούϊα » των « Ανοιξανταρίων », ο Αρχιδιάκονος, εξέρχεται εκ της βορείου Πύλης, άνευ Τρικηρίου διά τους προλεγομένους λόγους και έρχεται πρό των βαθμίδων του Αγίου Βήματος, ατενίζων προς τον Αρχιερέα ποιεί σχήμα και στρεφόμενος προς την εικόνα του Χριστού περαιωθείσης της ψαλμωδίας, υψώνει την δεξιάν και κρατών διά των τριών δακτύλων το Οράριον, άρχεται απαγγέλλων πανηγυρικώς, τα « Ειρηνικά ».
Εις το πέρας εκάστης Αιτήσεως, οι Χοροί απαντούν διά του « Κύριε ελέησον », μη εξαιρουμένης και της εκφωνήσεως, κατά την οποί-αν μνημονεύεται το όνομα του χοροστατούντος Αρχιερέως, προς τον οποίον οι Χοροί, άμα τη εκφωνήσει του ονόματός του, ποιούν σχήμα προς αυτόν λέγοντες χύμα και ηρέμως το « Κύριε ελέησον » και ουχί όπως κακώς και παρατύπως, μάλλον χάριν δουλοπρεπείας έχει επι-κρατήσει, να λέγεται το « Εις πολλά έτη Δέσποτα ». Πολλοί εκ των Ιερέων μάλιστα, πιέζουν τους Χορούς των Ψαλτών, προς τούτο.
Εκείνος ( ο Αρχιερεύς ), ανταποδίδων την Ευχήν, ευλογεί τον λαόν. Ελλείψει Διακόνου, απαγγέλλει τα « Ειρηνικά » ο α΄. Ιερεύς, όστις πρό της ενάρξεως της απαγγελίας, ποιεί από του Ιερού Βήματος, σχήμα τω Αρχιερεί και είτα, άρχεται εκφωνών αυτά, ιστάμενος έμπροσθεν της Αγίας Τραπέζης.
Πληρωθέντων των « Ειρηνικών », ο α΄. Ιερεύς, απαγγέλλει ενώπιον της Αγίας Τραπέζης, την Εκφώνησιν : « Ότι πρέπει Σοί πάσα δόξα…» και περαίνων ταύτην, στρέφεται μετά του έξω του Αγίου Βή-ματος ισταμένου Αρχιδιακόνου, προς τον Αρχιερέα, ποιών σχήμα.
Ακολούθως ο Αρχιδιάκονος, εισέρχεται διά της νοτίου Πύλης εις το Ιερόν Βήμα.
Σημειωτέον, εί τύχει ο Εσπερινός εν ημέρα Σαββάτου εσπέρας, οι Χοροί των Ψαλτών, ψάλλουν κατ’ αντιφωνίαν, το Α΄. Κάθισμα του Ψαλτηρίου. Όταν ο Δεξιός Χορός, ψάλλει το « Αλληλούια », ο β΄. Διά-κονος, εξέρχεται εκ της βορείου Πύλης, έρχεται έμπροσθεν των βαθμίδων του Αγίου Βήματος, ποιεί σχήμα στρεφόμενος προς τον Αρχιερέα, δεχόμενος την ευλογίαν του και ατενίζων το Άγιον Βήμα, υψώνει την δεξιάν του χείρα, διά της οποίας κρατεί διά των τριών δακτύλων του το Οράριον, και εκφωνεί την Μικράν Συναπτήν. Ελλείψει Διακόνου, τούτο ποιεί ο β΄. Ιερεύς, αφού προηγουμένως στραφεί προς τον Θρόνον και ποιήσει σχήμα τω Αρχιερεί. Ο ίδιος, τελειώνει την Μικράν Συναπτήν, διά της Εκφωνήσεως « Ότι Σόν το κράτος..». Με το πέρας της Εκφωνήσεως, ο Ιερεύς, έρχεται εις την Ωραίαν Πύλην και ομού μετά του Διακόνου, ποιούν σχήμα τω Αρ-χιερεί και ο μέν Ιερεύς εισέρχεται εις τα ενδότερα του Αγίου Βή-ματος, ο δε Διάκονος, διά της νοτίου Πύλης.
H ΔΙΑΤΑΞΙΣ ΤΟΥ « ΚΕΛΕΥΣΟΝ »
Κατά την στιγμήν που ο Αρχιδιάκονος ή ο Ιερεύς προσφωνούν το « Της Παναγίας Αχράντου….», είς βοηθός από το Δεξιόν Αναλόγιον και είς εκ του αριστερού ή κατ’ ανάγκην είς, ρασοφορούντες, προσέρχονται εις το κέντρον του Σολέως, ενώπιον του Αρχιερατικού Θρόνου και ποιούν σχήμα τω Αρχιερεί. Μετά και την Εκφώνησιν του Ιερέως και το « Αμήν » υπό του Πρωτοψάλτου, ο α΄. βοηθός ( ήτοι ο του δεξιού Χορού, όστις ίσταται δεξιά του β΄. βοηθού ), απαγγέλλει μεγαλοπρεπώς το « Κέλευσον Δέσποτα Άγιε, ήχος…», με μου-σικήν απόχρωσιν, του φερωνύμου ήχου.
Ο Αρχιερεύς, στρέφεται προς τον αναμένοντα Πρωτοψάλτην και δίδει αυτώ την ευλογίαν, διά την έναρξιν των « Κεκραγαρίων », ενώ οι βοηθοί, παραμένουν εις τας θέσεις των, έως ότου το ψαλλόμενον Μέλος, φθάσει εις το δεύτερον « Κύριε εκέκραξα » του Κεκραγαρίου και συγκεκριμένα εις την συλλαβήν « κε » του « εκέκραξα ». Τότε αμφότεροι οι βοηθοί και ταυτοχρόνως, ποιούν σχήμα τω Αρχιερεί, στρέφονται προς το Άγιον Βήμα, ποιούν σχήμα προς αυτό και κατό-πιν επανέρχονται ησύχως εις τας θέσεις των επί των Αναλογίων.
Τελευταίως, επικρατεί η εσφαλμένη συνήθεια, οι βοηθοί ( ή ο βοη-θός ), να προσέρχονται προς ασπασμόν της δεξιάς του Αρχιερέως, πράγμα που συμφώνως τη Πατριαρχική Τάξει, συμβαίνει αργότερα, όπως θα ίδωμεν.
Η ΕΞΕΛΙΞΙΣ ΤΟΥ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ
Μετά την ευλογίαν του Αρχιερέως, ο Δεξιός Χορός άρχεται ψάλλων το « Κύριε εκέκραξα » εις τον τυχόντα ήχον. Εις το « Κατευθυνθήτω », όπερ ψάλλεται υπό του Αριστερού Χορού, ο Αρχιδιάκονος και ο β΄. Διάκονος, εξέρχονται εκ της βορείας και νοτίας Πύλης αντιστοίχως, φέροντες τα Καλυμμαύχιά των και κρατούντες εις τας δεξιάς των χείρας θυμιατόν. Εάν υπάρχει έλλειψις Διακόνων, τούτο πράττει ο Ιερεύς διά Φελωνίου. Εδώ θα πρέπει να τονισθεί εκ νέου, ότι πολλάκις γίνεται χρήσις Δικηροτρικήρων, πράγμα που χαρακτηρίζεται ανάρμοστον και εξυπηρετεί μόνο την φιλαυτίαν των Αρχιερέων και τίποτε παραπάνω, καθ’ ότι τα Δικηροτρίκηρα, αποτελούν ως προελέγχθη, μέρος της Αρχιερατικής αμφιέσεως και ως εκ τούτου, δεν έχουν ουδεμιάν θέσιν εις την Ακολουθίαν του Εσπερινού, κατά την οποίαν ο Αρχιερεύς, φέρει μόνον Επανωκαλύμμαυχον και Μανδύαν και ουχί πλήρη Αρχιερατικήν στολήν.
Οι δύο Διάκονοι με τον β΄. αριστερά του Αρχιδιακόνου, έρχονται έμπροσθεν του Αρχιερατικού Θρόνου και υψούν ταυτοχρόνως τα θυμιατά των εις ευλογίαν, αιτούνται τούτο, διά του « Ευλόγησον Δε- σποτα το θυμίαμα ». Ο Αρχιερεύς, ευλογεί κατά την Τάξιν ( ήτοι, όταν ο αριστερός Χορός, ψάλλει την φράσιν « ως θυμίαμα ενώπιόν σου » και οι δύο Διάκονοι, θυμιούν τον Αρχιερέα τρίς, υποκλινόμενοι ελαφρώς, καθ’ ήν στιγμήν εκείνος, δέχεται το θυμίαμα υποκλινόμενος και ούτος ελαφρώς, ενώ ευλογεί τούτους.
Ακολούθως, μεταβαίνουν βαδίζοντες παραλλήλως, έμπροσθεν των βαθμίδων του Ιερού Βήματος και ιστάμενοι παραπλεύρως ο είς του άλλου ( ο α΄. δεξιά και ο β΄. αριστερά ), άρχονται θυμιώντες ανά τρίς, συγχρονίζοντες τας κινήσεις των χειρών της, τας Ιεράς Εικόνας του Τέμπλου κατά την εξής σειράν : Του Κυρίου, της Θεοτόκου, του Τιμίου Προδρόμου και του Αγίου του Ναού, υποκλινόμενοι ελαφρώς, προ εκάστης Ιεράς Εικόνος, συντελουμένου του θυμιάμα-τος.
Ακολούθως, επιστρέφουν αμφότεροι πρό του Αρχιεπισκοπικού Θρό-νου και θυμιούν ταυτοχρόνως τον Αρχιερέα τρίς, εκ τριών κάθε φοράν θυμιάσεων. Μεθ’ εκάστην τριττήν θυμίασιν, οι Διάκονοι, αφέντες την δεξιάν αυτών χείραν μετά του θυμιατού κάτω και ποιούντες μικράν διακοπήν, υποκλίνονται ελαφρώς, δεχόμενοι την ευλογίαν του Αρχιερέως, όστις δέχεται εκ νέου το θυμίαμα, υποκλινόμενος ελαφρώς, ενώ διά της δεξιάς του, τους ευλογεί.
Εν συνεχεία, ο μέν Αρχιδιάκονος θυμιά τον Δεξιόν Χορόν, ο δε Διάκονος, τον Αριστερόν. Συνεχίζοντες, θυμιούν αντιστοίχως της εν τω Δεξιώ και Αριστερώ κλίτει του Ναού, ευρισκομένους πιστούς.
Περατώσαντες ταυτοχρόνως το θυμίαμα, συναντώνται εκ νέου πρό του Αρχιεπισκοπικού Θρόνου και θυμιούν τον Αρχιερέα τρίς, εκ τριών εκάστην φοράν θυμιάσεων, ως προγενεστέρως.
Εν συνεχεία, προσέρχονται πρό των βαθμίδων του Ιερού Βήματος και επαναλαμβάνουν το θυμίαμα των Ιερών Εικόνων του Τέμπλου, ως πρότερον. Τέλος, εισέρχονται εντός του Ιερού Βήματος, ο μέν Αρχιδιάκονος εκ της νοτίου Πύλης, ενώ ο β΄. Διάκονος εκ της βορείου. Αμέσως τοποθετούνται ο μέν Αρχιδιάκονος, έμπροσθεν της Αγίας Τραπέζης, ενώ ο β΄. Διάκονος όπισθεν αυτης, θυμιούντες ταύτην κυκλοτερώς, ευρισκόμενοι πάντοτε κατά μέτωπον ο είς προς τον άλλον. Κατόπιν την Αγίαν Πρόθεσιν και εν συνεχεία της εντός του Ιερού Βήματος Κληρικούς, ο Αρχιδιάκονος της εν δεξιά της Αγίας Τραπέζης και ο β΄. της εξ ευωνύμων αυτής. Τέλος, ελθόντες αμ-φότεροι ο εις έναντι του άλλου όπισθεν της Αγίας Τραπέζης, θυ-μιούν αλλήλους και αποθέτουν τα θυμιατά.
Ε Ι Σ Ο Δ Ο Σ
Ψαλλομένου του Δοξαστικού, οι μέλλοντες να εισοδεύσουν Ιερείς, ενδύονται Επιτραχήλιον και Φελώνιον, ενώ οι Αρχιμανδρίται και Πρωτοπρεσβύτεροι, φέρουν και τον επιστήθιον αυτών Σταυρόν.
Εννοείται ότι ενδύονται, οι έχοντες λάβει « Καιρόν » παρά του Αρχιερέωςς, κατά την έναρξιν του Εσπερινού. Τυχόν εκ των υστέρων αφικνόμενοι, δέον όπως εις το Δοξαστικόν, μεταβούν ανά δύο εις τον Θρόνον, εξερχόμενοι εκ της νοτίας Πύλης του Ιερού και λάβουν « Καιρόν », κατά την ιδίαν ως προεγράφη τάξιν, ίνα εν συνεχεία, επανερχόμενοι διά της αυτής Πύλης εις το Άγιον Βήμα, Ιεροφορέσουν.
Η τάξις της Εισόδου, έχει ως εξής :
Ο Αρχιδιάκονος ή ελλείψει τούτου ο τελευταίος τη τάξει Ιερεύς, λαμβάνει το θυμιατόν και ψαλλομένου του « Και νύν », έρχεται έμπροσθεν της Αγίας Τραπέζης ασκεπής. Υψών δε αυτό, λέγει προς τον α΄ τη τάξει Ιερέα : « Ευλόγησον Δέσποτα, το θυμάμα » και του Ιερέως ευλογήσαντος, θυμιά εκ των έμπροσθεν την Αγίαν Τράπεζαν τρίς, ιστάμενος επ’ ολίγον, το αυτό δε πράττει και εις τας άλλας δύο πλευράς της Αγίας Τραπέζης, ακολουθούμενος υπό των Ιερέων, ερχομένων κατά την τάξιν των Οφφικίων και των πρεσβειών της Ιερωσύνης αυτών, ωσαύτως ασκεπών.
Προηγούνται οι Αρχιμανδρίται κατά τα πρεσβεία της Ιερωσύνης, έπονται οι Πρωτοπρεσβύτεροι, οι Οφφικιούχοι Ιερείς και οι λοιποί, πάντοτε κατά τα πρεσβεία της χειροτονίας Ιερείς, οίτινες άπαντες, φέρουν Επιτραχήλιον και Φελώνιον. Του Αρχιδιακόνου φέροντος θυ-μιατόν, προηγούνται οι έτεροι Διάκονοι, με πρώτους τους νεωτέρους κατά τα πρεσβεία. Έκαστος Ιερεύς, πρό της εκκινήσεως αυτού, προσέρχεται έμπροσθεν της Αγίας Τραπέζης, υποκλίνεται πρό αυτής και άρχεται εισοδεύων, σεμνώς και σοβαρώς. Της όλης πομπής, προη-γούνται λαμπαδούχοι.
Οι πρώτοι Διάκονοι, φθάνοντες έμπροσθεν του Αρχιερατικού Θρόνου, ποιούν σχήμα τω Αρχιερεί, ευλογούντι αυτούς και παρατάσ-σονται ένθεν κακείθεν του Θρόνου, με τον αρχαιότερον εκ δεξιών και τον νεότερον, εξ αριστερών.
Ο ακολουθών αυτούς Αρχιδιάκονος, ο φέρων το θυμιατόν και υψών τούτο πρό του Αρχιερέως, αιτείται την ευλογίαν της Εισόδου, λέγων « Ευλόγησον, Δέσποτα Άγιε, την Αγίαν Είσοδον ».
Του Αρχιερέως ευλογήσαντος, ο Αρχιδιάκονος θυμιά τούτον τρίς, υποκλινόμενος ελαφρώς και ακολούθως, μεταβαίνει πρό των βαθμίδων του Ιερού Βήματος και θυμιά τας Ιεράς Εικόνας του Τέμπλου, ως και κατά την αρχήν έπραξεν.
Ακολούθως θυμιά τον Αρχιερέα εννεάκις πρό του Θρόνου, τους Ιερείς, τους Ιεροψαλτικούς Χορούς με α΄. τον Δεξιόν και τον λαόν, από της θέσεώς του. Κατά την ιδίαν ώραν, οι όπισθεν ερχόμενοι Ιερείς, φθάνοντες έκαστος πρό του Θρόνου κατά την σειράν των, ποιούν σχήμα τω Αρχιερεί, ευλογούντι αυτούς και καταλαμβάνουν τας θέσεις αυτών, ένθεν κακείθεν του Θρόνου κατά την σειράν των. Ήτοι ο α΄. Ιερεύς, ίσταται εις το δεξιόν του Αρχιερέως, ευθύς μετά τον Διάκονον, ο β΄. Ιερεύς αντιστοίχως αριστερά κ.ο.κ.
Πληρωθείσης της ψαλμωδίας του « Και νύν…», ο Αρχιδιάκονος έχων περατώσει το θυμίαμα και ιστάμενος πρό των βαθμίδων του Ιερού Βήματος, υψεί το θυμιατόν και εκφωνεί : « Σοφία, Ορθοί ».
Τότε oι Ιερείς εν χορώ προεξάρχοντος του Αρχιερέως ψάλλουσι πανηγυρικώς το « Φως ιλαρόν ».
Ψαλλομένου τούτου, ο Αρχιερεύς, ΔΕΝ λαμβάνει εις τας χείρας του Δικηροτρίκηρα διά να ευλογήσει, διότι ως προεγράφη, δεν δικαιο-λογείται η εμφάνισις αυτών, εις Ακολουθίαν Εσπερινού. Τούτο συμβαίνει ΜΟΝΟ κατά τους Εσπερινούς της Αγάπης και της Γονυκλισίας, όπου ο Αρχιερεύς, φέρει άπασαν την Αρχιερατικήν αυτού Στολήν. Εις το « Υιέ Θεού », ευλογεί διά της δεξιάς αυτού τον λαόν, του Δεξιού Χορού, ψάλλοντος το « Εις πολλά έτη Δέσποτα ».
Ο εκφωνήσας το « Σοφία ορθοί » Αρχιδιάκονος, στρέφων προς τα οπίσω, προβαίνει ολίγον και έρχεται εις το μέσον του Σολέα, ένθα και ίσταται, ατενίζων τον Αρχιερέα.
Μετά το « Φως ιλαρόν », ο β΄. Διάκονος, εκφωνεί : « Εσπέρας Προκείμενον ». Τότε ο Αρχιερεύς μετά των Ιερέων, ψάλλουν το ενδιάτακτον Προκείμενον της ημέρας. Τούτου πληρωθέντος, ο κρατών το θυμιατόν Αρχιδιάκονος, θυμιά τρίς τον Αρχιερέα και εισέρχεται εις το Άγιον Βήμα, όπου ιστάμενος πλαγίως της Ωραίας Πύλης, θυμιά ένα έκαστον των εισερχομένων Ιερέων. Οι Ιερείς, απέρχονται και ούτοι εντός του Αγίου Βήματος, κατά την τάξιν των Οφφικίων και των πρεσβειών, αφού ποιήσουν σχήμα τω Αρχιερεί ανά δύο, κατ’ ενώπιον αυτού. Το αυτό πράττουν και οι Διάκονοι, αφού προηγουμένως, είς έκαστος αυτών, ποιεί σχήμα τω Αρχιερεί. Εισερχόμενοι δε οι Ιερείς, ποιούσι σχήμα πρό της Αγίας Τραπέζης και εν συνεχεία, κυκλούσι ταύτην, κατά την σειράν πάντοτε των Οφφικίων και πρεσβειών.
ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΥΝΑΠΤΗ
Tα Αναγνώσματα, αναγινώσκει από του Θρόνου ο Αρχιερεύς, από διφθέρας, ήν προσάγει αυτώ ο Αναγνώστης. Προς τούτο, προσέρχεται ούτος πρό του Αρχιεπισκοπικού Θρόνου και ποιήσας μετάνοιαν, ασπάζεται την δεξιάν του Αρχιερέως και ανοίξας το βιβλίον, προσφέρει τούτο, προς ανάγνωσιν τω Αρχιερεί. Πρό εκάστου Αναγνώσματος, οι Διάκονοι εκ περιτροπής, αντιφωνούν το « Σοφία, πρόσχωμεν ». Μετά την λήξιν των Αναγνωσμάτων, ο Αναγνώστης ποιεί ωσαύτως μετάνοιαν, ασπάζεται την χείρα του Αρχιερέως, ποιεί σχήμα και απέρχεται.
Μετά τα Αναγνώσματα, εξέρχεται του Αγίου Βήματος εκ της βορείου Πύλης, ο β΄. Διάκονος φέρων Καλυμμαύχιον, κρατών διά της δεξιάς, το άκρον του Οραρίου αυτού και κατελθών τας βαθμίδας, ποιεί σχήμα τω Αρχιερεί, ευλογούντι αυτόν και είτα, στρεφόμενος προς το Ιερόν Βήμα, άρχεται απαγγέλλων την Εκτενή. Εις την μνημόνευσιν του ονόματος του Αρχιερέως, στρέφεται προς αυτόν, ποιών σχήμα. Τούτο πράττει και ο ενώπιον της Αγίας Τραπέζης ιστάμενος α΄. Ιερεύς, από της θέσεως αυτού, δεχόμενοι την ευλογίαν του χοροστατούντος, ενώ ο α΄. Χορός των Ψαλτών, ψάλλει εις την βάσιν του Ήχου χαμηλοφώνως και χύμα, το « Κύριε ελέησον ».
Την Εκφώνησιν « Ότι ελεήμων…», απαγγέλλει ο β΄. Ιερεύς, από της θέσεώς του, ποιήσας σχήμα, όστις περατών ταύτην, εξέρχεται ολίγον εκ της Ωραίας Πύλης και ταυτοχρόνως μετά του έξω αυτής Διακόνου, ποιούν σχήμα τω Αρχιερεί ευλογούντι αυτούς.
Σημειωτέον, ότι αι περιπτώσεις, που οι Διάκονοι εισέρχονται εις το Άγιον Βήμα από την Ωραίαν Πύλην, είναι : Κατά την Μικράν και Μεγάλην Είσοδον, μετά την ανάγνωσιν Ευαγγελίου και κατά την ώραν του Θυμιάματος εις τον Απόστολον. Επίσης, εις τας Αρχιερατικάς Θείας Λειτουργίας, εισέρχονται και εξέρχονται αυτής, εις το Εξαποστειλάριον διά να συνοδεύσουν τον Αρχιερέα, εις την λήψιν « Καιρού », εις την Έξοδον της Δοξολογίας, κατά την ώραν του θυμιάματος του Αρχιερέως μετά την Μικράν Είσοδον, εις το Χερουβικόν, εις το « Κύριε, Κύριε επίβλεψον εξ’ ουρανού », όπου ίστανται έμπροσθεν της Ωραίας Πύλης, εκατέρωθεν του Αρχιερέως.
Ο Διάκονος, εισέρχεται διά της νοτίου Πύλης.
Είθισται, οι εκφωνούντες Ιερείς, να ίστανται πρό της Αγίας Τραπέζης, του α΄. Ιερέως παραχωρούντος εις αυτούς κατά διαδοχικήν σειράν, την θέσιν του. Τούτο αποτελεί ένδειξιν αβρότητος.
Ακολουθεί η ανάγνωσις υπό του Αρχιερέως του « Καταξίωσον Κύριε », ενώ ο γ΄. Διάκονος φέρων Καλυμμαύχιον ή ο Αρχιδιάκονος, εξέρχεται εκ της βορείου Πύλης, κατέρχεται τας βαθμίδας, ποιεί σχήμα τω Αρχιερεί και στρεφόμενος προς το Ιερόν Βήμα, απαγ-γέλλει τα « Πληρωτικά ».
Ο γ΄. Ιερεύς, αφού ποιήσει σχήμα, εκφωνεί το « Ότι αγαθός…», ποιών εν συνεχεία από της Ωραίας Πύλης, ομού μετά του έξω ισταμένου Διακόνου, σχήμα τω Αρχιερεί, ευλογούντι αυτού τούτους.
Το « Ειρήνη πάσι », εκφωνεί ο Αρχιερεύς, του α΄. Ιερέως, στρεφομένου από της Αγίας Τραπέζης προς αυτόν και υποκλινομένου και του α΄. Χορού, ψάλλοντος το « Και τω πνεύματί σου ». Ο Διάκονος, εκφωνεί « Τας κεφαλάς ημών » και βγάζει το Καλυμμαύχιόν του, σκύβων την κεφαλήν του. Ο Αρχιερεύς ΔΕΝ απαγγέλλει την Ευχήν της κεφαλοκλισίας, καθ’ ότι δεν είναι ο τελών την Ακολουθίαν του Εσπερινού και απλώς χοροστατεί. Το « Είη το κράτος της βασιλείας σου...», απαγγέλλει ο δ΄. Ιερεύς ή ο τελών της Ακολουθίαν. Μετά το τέλος της Εκφωνήσεως, βάζει εκ νέου το Καλυμμαύχιόν του και μετακινούμενος προς την Ωραίαν Πύλην, ποιεί σχήμα τω Αρχιερεί, ταυτοχρόνως μετά του έξω ισταμένου Διακόνου, όστις ακολούθως, εισέρχεται διά της νοτίου Πύλης, εις το Άγιον Βήμα.
Η ΛΙΤΗ ΚΑΙ Η ΑΡΤΟΚΛΑΣΙΑ
Μετά την εκφώνησιν « Είη το κράτος…», άρχεται η Ακολουθία της Λιτής, ως εξής :
Οι Ιερείς, φέροντες άπαντες Φελώνιον και Επιτραχήλιον, οι δ’ εξ αυτών Αρχιμανδρίται, Σταυρόν και Επανωκαλύμμαυχον, οι Πρωτοπρεσβύτεροι Σταυρόν και οι Διάκονοι, άρχονται λιτανεύοντες την Ιεράν Εικόνα του Εορταζομένου Αγίου, ευτρεπισμένην καταλλήλως διά τριών κηρίων, εκκινούντες από του Ιερού Βήματος και εξερχόμενοι εκ της βορείας Πύλης τούτου, κατά την σειράν των πρεσβειών, ως εξής :
Προπορεύονται οι λαμπαδούχοι και έπονται α) οι Διάκονοι, β) είς έτερος Ιερεύς, ψάλλων έν Τροπάριον εκ της Ακολουθίας της Λιτής της Εορτής, γ) είς Διάκονος, κρατών το θυμιατόν και θυμιών την Εικόνα του Αγίου, δ) είς Ιερεύς, κρατών υψηλώς την λιτανευομένην Ιεράν Εικόνα, και ε) όλοι οι υπόλοιποι Ιερείς, κατά τα πρεσβεία της Ιερωσύνης αυτών, κρατούντες ανά χείρας αναμμένην λαμπάδα.
Ούτοι πάντες, διασχίσαντες τον Ναόν, αφικνούνται διά του Δεξιού κλίτους του Ναού εις τον Σολέα, ένθα επί τραπέζης εν τω μέσω αυτού, έχουν τοποθετηθεί προς ευλογίαν οι Άρτοι, μετά δύο φιαλών οίνου και ελαίου και κηρίων ανημμένων. Εκεί, οι μέν λαμπαδούχοι, καταλαμβάνουν τας οικείας θέσεις των, ένθεν κακείθεν των βαθ-μίδων της Ωραίας Πύλης, ο δε κρατών την Ιεράν Εικόνα Ιερεύς, προσάγει Ταύτην τω Αρχιερεί προς ασπασμόν και ίσταται όπισθεν της τραπέζης των άρτων και πρό των βαθμίδων του Ιερού Βήματος και ουχί επ’ αυτών, ως συνηθίζουν τελευταίως, με μέτωπον προς τον Αρχιερέα. Άπαντες οι λοιποί Ιερείς, ποιήσαντες σχήμα και δε-ξάμενοι την ευλογίαν, παρατάσσονται ένθεν κακείθεν του Θρόνου.
Εν τω μεταξύ, ευθύς μετά την Εκφώνησιν « Είη το κράτος…», ο Αρχιδιάκονος, λαμβάνων ανά χείρας το Επιτραχήλιον και το Αρχιερατικόν Ωμοφόριον, προσφέρει ταύτα προς τον Αρχιερέα, όστις περιβάλλεται ταύτα. Επομένως, καθ’ ήν ώραν η λιτανευτική πομπή, έχει φθάσει πρό του Αρχιερατικού Θρόνου, ο Αρχιερεύς, φορεί ήδη Επι-τραχήλιον και Ωμοφόριον.
Πληρωθέντος δε και του Μέλους του Τροπαρίου της Λιτής, άρχεται ο εκ δεξιών του Αρχιερέως ιστάμενος α΄. Διάκονος, της Δεή- σεως : « Ελέησον ημάς ο Θεός…», του β΄. Διακόνου, λέγοντος την επομένην « Έτι δεόμεθα υπέρ των ευσεβών….», του γ΄. Διακόνου την επομένην κ. ο. κ. Εάν δεν υπάρχει γ΄. Διάκονος, τας Εκφωνήσεις, αποδίδουν αντιφωνικώς, οι υπάρχοντες Διάκονοι, ενός δε μόνον υπάρχοντος, ούτος λέγει απάσας. Το « Επάκουσον ημών ο Θεός…», απαγγέλλει ο Αρχιερεύς, ως και το « Ελεήμων γάρ..». Εν συνεχεία, ευλογεί τον λαόν διά του « Ειρήνη πάσι » και απαγγέλλει το « Δεσποτα πολυέλεε…».
Του Αρχιερέως βαίνοντος προς το τέλος της άνω απαγγελίας, ο α΄.Ιερεύς, λαμβάνει ανά χείρας το θυμιατόν, προσέρχεται μετ’ αυτού, πρό του Αρχιερατικού Θρόνου και υψών τούτο, ευθύς μετά την Ευχήν, αιτείται την ευλογίαν του θυμιάματος και άρχεται ψάλλων το « Θεοτόκε Παρθένε », ή εάν είναι Δεσποτική ή Θεομητορική Ε-ορτή, το ενδιάτακτον Απολυτίκιον της Εορτής και ουχί όπως εξ αγνοίας συνηθίζεται, να ψάλλεται πάντοτε το « Θεοτόκε Παρθένε ». Με την έναρξιν της ψαλμωδίας, θυμιά τρίς τον ευλογήσαντα το Θυμίαμα Αρχιερέα και είτα περιφερόμενος βραδέως γύρωθεν της τραπέζης των Άρτων, ούς θυμιά « κύκλωθεν εν σταυρικώ τύπω ».
Συνεχίζων δε τας περιφοράς αυτού, αφικνείται τέλος πρό του Αρ-χιερέως, όν θυμιά τρίς, ακολούθως δε τους Ιερείς, Διακόνους, τους Χορούς των Ψαλτών και τον λαόν, από της θέσεώς του.
Το τέλος της ψαλμωδίας « …ότι Σωτήρα έτεκες..», ολοκληρώνεται υπό του Δεξιού Χορού. Ακολούθως ούτος, αποθέτων το θυμιατόν, λαμβάνει ανά χείρας ένα των Άρτων και ομού μετά των άλλων Ιερέων, προσάγει τούτον προς ευλογίαν τω Αρχιερεί. Του δε Αρχιερέως ευλογήσαντος, ψάλλεται υφ’ απάντων το « Πλούσιοι επτώχευσαν και επείνασαν….», εις ήχον Βαρύν Εναρμόνιον. Ειρήσθω, ότι εις την περίπτωσιν πλήθους Ιερέων, μη δυναμένων απάντων όπως άπτωνται του Άρτου, τίθενται αι χείρες των πλέον απομεμακρυσμένων, επί του ώμου του προηγουμένου αυτών Ιερέως κ. ο. κ..
Ευθύς μετά το « Πλούσιοι επτώχευσαν…», έπονται τα Απόστιχα, άτινα ψάλλονται εναλλάξ υπό των δύο Ιεροψαλτικών Χορών, ενώ ο Αρχιδιάκονος, αφαιρεί από τον Αρχιερέα το Επιτραχήλιον και το Ωμοφόριον. Είθισται πρό των Αποστίχων, να εκφωνείται ο πανηγυρικός της ημέρας.
Εις ενίας των περιπτώσεων, η Λιτή και η Αρτοκλασία, ψάλλονται εις το προαύλιον του πανηγυρίζοντος Ναού. Εις την περίπτωσιν αυτήν, οι Ιερείς, λιτανεύοντες την Ιεράν Εικόνα, εξέρχονται του Αγίου Βήματος, προσέρχονται προς τον Αρχιερατικόν Θρόνον και βαίνουν κατά Τάξιν, προς την έξοδον, ακολουθούμενοι εν τέλει υπό του Αρχιερέως, έχοντος εν τω μεταξύ, περιβληθεί Ωμοφόριον και Επιτραχήλιον.
Κατά την εν λόγω λιτάνευσιν, προηγούνται οι λαμπαδούχοι, οι Χοροί των Ψαλτών, οι νεώτεροι κατά τα πρεσβεία Ιερείς και έπονται οι Πρεσβύτεροι.
Κατά τα λοιπά, εφαρμόζεται η προδιαληφθείσα Τάξις. Ενίοτε, η Τάξις της Αρτοκλασίας, τελείται μετά τα Απόστιχα, εάν τηρηθεί το Τυπικόν του Αγίου Σάββα.
Α Π Ο Λ Υ Σ Ι Σ
Μετά το Δοξαστικόν των Αποστίχων και κατά την ώραν που ψάλ-λεται το « Και νύν…», οι δύο βοηθοί των Ιεροψαλτικών Χορών, οί-τινες απήγγειλαν το « Κέλευσον », έρχονται ομού ρασοφορούντες, έμ-προσθεν του Αρχιεπισκοπικού Θρόνου ποιούν σχήμα τω Αρχιερεί και αναμένουν. Όταν ο Αρχιερεύς, μετά το τέλος του « Και νύν », απαγγείλλει από του Θρόνου, το « Νυν απολύεις » και του α΄. Ιερέως εστραμμένου όντως προς τον λαόν από της Ωραίας Πύλης, ο β΄. βοηθός ( όστις κατά την απαγγελίαν του « Κέλευσον », ίστατο σιωπηλός ), αποτινόμενος τω Αρχιερεί, λέγει : « Εις πολλά έτη Δέσποτα. Άγιος ο Θεός…» και απαγγέλλει το Τρισάγιον ( Άγιος ο Θεός τρίς, Δόξα, Και νύν, Παναγία Τριάς, Δόξα, Και νύν, Πάτερ ημών ).
Σημειωτέον, ότι το Τρισάγιον, δύναται να απαγγελθεί εν απουσία βοηθών, από τον Αναγνώστην ή και απ’ αυτόν τον Αρχιδιάκονον.
Μετά το πέρας του Τρισαγίου και ενώ ο α΄. Ιερεύς αφού ποιήσει σχήμα τω Αρχιερεί, εκφωνεί ενώπιον της Αγίας Τραπέζης το « ‘Ότι Σού εστιν η βασιλεία…», οι δύο βοηθοί, ποιούν από της θέσεώς των σχήμα, προχωρούν έρχονται έμπροσθεν του Θρόνου, ποιούν σχή-μα, μετάνοιαν, ασπάζονται την δεξιάν του Αρχιερέως με πρώτον τον βοηθόν που είχε απαγγείλλει το « Κέλευσον », ποιούν εκ νέου μετάνοιαν, σχήμα, έρχονται οπισθοχωρούντες εις την αρχικήν των θέσιν εις το μέσον του Σολέα, ποιούν νέον σχήμα τω Αρχιερεί, στρέφονται προς το Άγιον Βήμα, ποιούν σχήμα προς αυτό, είτα στρέφονται ο είς έναντι του άλλου, ποιούν σχήμα μεταξύ των και απέρχονται εις τας θέσεις των, επί των Ιερών Αναλογίων.
Εν τω μεταξύ, ο α΄. Ιερεύς, μετά το πέρας του « Ότι σού εστιν..», στρέφεται προς τον Αρχιερέα, ποιών σχήμα προς αυτόν. Αύθις οι Χοροί των Ψαλτών, ψάλλουν τα Απολυτίκια και το Θεοτοκίον.
Σημειωτέον, ότι εις Δεσποτικάς ή Θεομητορικάς Εορτάς, επαναλαμβάνεται το Απολυτίκιον της Εορτής τρίς, μετά του « Δόξα Πα-τρί…» και « Και νύν…» εις το δεύτερον και τρίτον αντιστοίχως.
Ψαλλομένων των Απολυτικίων, εξέρχονται από της Ωραίας Πύλης, ο Αρχιδιάκονος και ο β΄. των Διακόνων, απεκδυθέντες εν τω μεταξύ τας εαυτών στολάς και ελθόντες αμφότεροι πρό του Θρόνου, ποιούν σχήμα ταυτοχρόνως και παρατάσσονται ο μέν πρώτος δεξιόθεν, ο δε δεύτερος, αριστερόθεν αυτού. Εξ αυτών, ο πρώτος, κρατεί ανά χείρας τον Σταυρόν ευλογίας.
Πληρωθέντων των Απολυτικίων, λέγει ο α΄. Διάκονος « Του Κυρίου δεηθώμεν ». Οι Χοροί « Κύριε ελέησον ». Ο Αρχιερεύς, λέγει : « Ο ών ευλογητός Χριστός ο Θεός ημών…» και οι Χοροί « Αμήν ».
Ακολούθως ο Αρχιερεύς, απαγγέλλει το « Στερεώσαι Κύριος ο Θε-ός..» και ο α΄. Ιερεύς, από της Ωραίας Πύλης, λέγει την Απόλυσιν.
Εάν είναι Αρχιμανδρίτης, φέρει Επιτραχήλιον, Φελώνιον, Σταυρόν και Επανωκαλύμμαυχον. Εάν είναι Πρωτοπρεσβύτερος, όλα τα ανωτέρω, πλήν του τελευταίου.
Η Απόλυσις, τελείται ως εξής :
Ο Ιερεύς : « Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς ».
Ο Αρχιδιάκονος ( ή ελλείψει τούτου, ο α΄ Διάκονος ) : « Δόξα Πα-τρί…Και νύν… Κύριε ελέησον τρίς, Δέσποτα Άγιε ευλόγησον ».
Ο Ιερεύς : « Δόξα σοι Χριστέ ο Θεός, η ελπίς ημών, δόξα σοι. Ο Αναστάς εκ νεκρών, Χριστός ο αληθινός Θεός ημών… ».
Διαρκούσης της Απολύσεως, ο Αρχιερεύς, διά του όν κρατεί ανά χείρας Σταυρού, άρχεται ευλογών τον λαόν, του Δεξιού Χορού, ψάλ-λοντος το « Τον Δεσπότην και Αρχιερέα ημών…».
Μετά την απαγγελίαν της Απολύσεως, ο Ιερεύς ολοκληρώνει διά του « Δι’ ευχών του Αγίου Δεσπότου ημών… και κλείνει ο Αρχιερεύς χαμηλοφώνως, με το « Δι’ ευχών των Αγίων Πατέρων ημών... ».
Τούτον, αναφέρεται και εις το Ιεροτελεστικόν πόνημα, του Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου, του από Φιλίππων.
Ο Δεξιός Χορός, κλείνει την Ακολουθίαν διά του « Αμήν ».
Ακολούθως ο Αρχιερεύς, κατελθών του Θρόνου, πορεύεται προς το Άγιον Βήμα, ένθα εισέρχεται και ασπασθείς την Αγίαν Τράπεζαν, αποβάλλει τον Μανδύαν και αποθέτει την Αρχιερατικήν Ράβδον.
Ευνόητον, ότι είς των Διακόνων, κρατεί την ώαν του Μανδύου, κατά την είσοδόν του εις το Άγιον Βήμα.