Α Ν Μ Π Ο Ρ Ε Ι Σ
Άν μπορείς να μένεις νηφάλιος, όταν γύρω σου οι πάντες τά’ χουν χαμένα,
και για φταίχτη παντού σε προσβάλλουν,
Άν μπορείς σε Σέ να πιστεύεις, όταν όλοι δυσπιστούν σε σένα,
και ν’ ανέχεσαι για σε ν’ αμφιβάλλουν.
Άν μπορείς να προσμένεις, χωρίς ν’ απηυδίσεις καρτερώντας τα ίσως,
κι’ άν σε μπλέξουνε ψεύτες δε μπλέξεις κι’ εσύ με το ψέμα,
Άν μπορείς, μισημένος, να κρατάς την καρδιά σου μακριά από το μίσος,
και του έμπειρου λόγου σου, να μη δίνεις όλο το αίμα.
Άν μπορείς να ονειρεύεσαι, δίχως ποτέ των ονείρων σου σκλάβος να γίνεις,
και να σκέφτεσαι, δίχως τη σκέψη να κάνεις σκοπό της ζωής σου,
Άν μπορείς ν’ ανταμώνεις το θρίαμβο ή και την ήττα, κι αδιάφορος μείνεις,
και στους δύο αυτούς κατεργάρους εξ’ ίσου.
Άν μπορείς μιάν αλήθεια που είπες, να την δεις στρεβλωμένη απ’ ασχήμια,
έτσι, που να γίνεται φάκα στους βλάκες γελοία,
Άν μπορείς, της ζωής σου το έργο να βλέπεις συντρίμμια,
και να σκύβεις απ’ αρχή να το χτίζεις, με φθαρμένα εργαλεία.
Άν μπορείς να μαζεύεις σε στίβες, όσα κέρδη του βίου σου αξίζεις,
και με μια ζαριά, να τα χάνεις μεμιάς μαζεμένα,
Άν μπορείς και χαμένος, και πάλι απ’ το άλφα ν’ αρχίζεις,
δίχως λέξη να πεις, για τα κέρδη σου που πήγαν χαμένα.
Άν μπορείς, ν’ αναγκάσεις τα νεύρα, τους μυς, την καρδιά να δουλεύουν ακόμα για σένα,
κι’ όταν σπάσουν κι’ όταν γείρουν στο χώμα,
Άν μπορείς, κι’ έτσι ν’ αντέχεις, κι’ όταν μέσα σου στήριγμα πιά, δεν υπάρχει κανένα,
παρά μόνο η θέληση που προστάζει: «Βάστα ακόμα !».
Άν μπορείς, με τα πλήθη μιλώντας, να φυλάς την κάθε αρετή σου,
και παρέα μ’ αυστηρούς βασιλιάδες, το νου να μη χάνεις,
Άν μπορείς, κι’ όταν φίλοι κι’ εχθροί δεν μπορούν να σε βλάψουν,
εξ’ ίσου να λογαριάζεις τους πάντες, και κανέναν πιό πάνω να βάνεις.
Άν μπορείς να τρέχεις, στο κάθε λεπτό που ποτέ πιά δεν γυρίζει,
όλο το δρόμο που πρέπει να γίνει σε μιάν ώρα, με τα βάρη του εντίμου,
τότε δική σου θέ νάναι όλη η Γη , κι’ ότι κρύβει κι’ ορίζει,
και κάτι περισσότερο: ΤΟΤΕ, ΘΑΣΑΙ ΕΝΑΣ ΑΝΤΡΑΣ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ !
Ρ Ι Τ Σ Α Ρ Ν Τ Κ Ι Μ Π Λ Ι ΓΚ