PostHeaderIcon Δανιήλ (μετάφραση, μονοτονικό)

 

 

 

Δ Α Ν Ι Η Λ

 

 

Η παρούσα μετάφραση προσφέρεται σε μονοτονικό σύστημα (και με κάποιες ακόμη ελαφρές προσαρμογές σύμφωνα με την σχολική ορθογραφία) προς διευκόλυνση των μαθητών και γενικώς των νεωτέρων στην ηλικία, οι οποίοι δυστυχώς δεν είναι εξοικειωμένοι στο να διαβάζουν πολυτονικά κείμενα. Συνιστάται όμως εντόνως σε όλους να προτιμούν την ανάγνωση της πολυτονικής μεταφράσεως που υπάρχει εδώ.

 

 

 

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

 

1

 

1 Στο τρίτο έτος της βασιλείας του Ιωακίμ, βασιλιά του βασιλείου Ιούδα, ο Ναβουχoδονόσορ, ο βασιλιάς της Βαβυλώνος, έκαμε επιδρομή εναντίον της Ιερουσαλήμ και την πολιορκούσε. 2 Ο Κυριος παρέδωσε στα χέρια του αιχμάλωτο τον Ιωακίμ, βασιλιά του Ιούδα, και επίσης ένα μέρος από τα ιερά σκεύη του ναού του Θεού, τα οποία ο Ναβουχοδονόσορ τα μετέφερε στην χώρα Σενναάρ στον ναό του θεού του. Τα σκεύη αυτά τα έβαλε μέσα στο θησαυροφυλάκιο του ναού του θεού του. 3 Και είπε ο βασιλιάς στον Ασφανέζ τον αρχιευνούχο να εκλέξη και να οδηγήση στα βασιλικά ανάκτορα από τους αιχμάλωτους Ισραηλίτες, και ιδιαίτερα από όσους κατάγονταν από βασιλικό γένος και από τους ευγενείς, 4 νέους άνδρες, οι οποίοι να μην έχουν κανένα σωματικό ελάττωμα, να είναι ωραίοι στην εμφάνιση, να κατανοούν κάθε είδος σοφίας, οξυδερκείς και ευφυείς στην επιστήμη, με ισχύ και ζωτικότητα ψυχής και σώματος, ώστε να μπορούν να υπηρετούν στο παλάτι τον ίδιο τον βασιλιά, και να τους διδάξη την γραμματεία και την γλώσσα των Χαλδαίων. 5 Διέταξε επίσης ο βασιλιάς να τους δίνουν κάθε ημέρα τροφή από την βασιλική τράπεζα και κρασί από εκείνο που πίνει ο βασιλιάς, και έτσι να τους αναθρέψουν για τρία χρόνια, και αφού γίνουν όλα αυτά, να εμφανιστούν ενώπιον του βασιλιά. 6 Μεταξύ των Ιουδαίων νέων που επελέγησαν ήσαν ο Δανιήλ, ο Ανανίας, ο Αζαρίας και ο Μισαήλ. 7 Και ο αρχιευνούχος τους άλλαξε τα ονόματα· τον Δανιήλ ονόμασε Βαλτάσαρ, τον Ανανία Σεδράχ, τον Μισαήλ Μισάχ και τον Αζαρία Αβδεναγώ.

8 Και ο Δανιήλ πήρε σταθερή και αμετάκλητη απόφασι να μη μολυνθή δοκιμάζοντας από τα φαγητά του βασιλικού τραπεζιού και από το κρασί που έπινε ο βασιλιάς. Και παρεκάλεσε επίμονα τον αρχιευνούχο, να μην τον υποχρεώση να φάη και μολυνθή. 9 Και έδωσε ο Θεός, ώστε ο Δανιήλ να βρη ευμένεια και συμπάθεια εκ μέρους του αρχιευνούχου. 10 Και είπε ο αρχιευνούχος στον Δανιήλ· «Εγώ φοβούμαι τον κύριό μου τον βασιλιά, που διέταξε ποιό να είναι το φαγητό σας και το ποτό σας. Φοβούμαι μήπως δή τα πρόσωπά σας αδύνατα (από την νηστεία) σε σύγκριση με τα συνομήλικά σας παιδιά, και γίνετε έτσι αφορμή να με καταδικάσετε, να χάσω το κεφάλι μου, με διαταγή του βασιλιά». 11 Και ο Δανιήλ είπε προς τον Αμελσάδ, τον οποίο ο αρχιευνούχος είχε ορίσει υπεύθυνο για τον Δανιήλ, τον Ανανία, τον Μισαήλ και τον Αζαρία· 12 «Καμε μία δοκιμή με εμάς τους δούλους σου για δέκα ημέρες· ας μας δώσουν όσπρια να φάμε και μόνον νερό να πιούμε. 13 Και έπειτα δες εσύ ο ίδιος τα πρόσωπά μας και τα πρόσωπα των άλλων νέων που θα τρώνε από το βασιλικό τραπέζι· και σύμφωνα με ό,τι δής, πράξε για εμάς τους δούλους σου». 14 Και δέχτηκε ο Αμελσάδ την παράκλησί τους και τους δοκίμασε για δέκα ημέρες. 15 Και μετά το τέλος των δέκα ημερών φάνηκαν τα πρόσωπά τους ωραιότερα και τα σώματά τους ρωμαλεώτερα από τους νέους που έτρωγαν από το τραπέζι του βασιλιά. 16 Και από τότε ο Αμελσάδ αφαιρούσε το βασιλικό δείπνο των τεσσάρων Ιουδαίων νέων και το κρασί που θα έπιναν, και τους έδινε όσπρια και φυτικές τροφές.

17 Και σ’ αυτούς τους τέσσερις Ισραηλίτες νέους έδωσε ο Θεός σύνεση και φρόνηση και πρόοδο στα χαλδαϊκά γράμματα και στην επιστήμη. Και μάλιστα ο Δανιήλ ήταν σε θέση να ερμηνεύη κάθε είδος οράματος και ονείρων. 18 Και μετά την λήξη του χρονικού διαστήματος, που ο βασιλιάς είχε ορίσει να παρουσιάσουν τους νέους αυτούς ενώπιόν του, ο αρχιευνούχος τους οδήγησε ενώπιον του Ναβουχοδονόσορος. 19 Και ο βασιλιάς συνομίλησε μαζί τους, και δεν βρέθηκαν από όλους τους αυλικούς και τους δούλους τού βασιλιά όμοιοι με τον Δανιήλ, τον Ανανία, τον Μισαήλ και τον Αζαρία· και από τότε προσελήφθησαν στην υπηρεσία τού βασιλιά. 20 Και σε κάθε ζήτημα σοφίας και επιστήμης, στο οποίο τους εξέτασε ο βασιλιάς, τους βρήκε δέκα φορές σοφώτερους από όλους τους εξορκιστές και τους ιερείς, που βρίσκονταν σε όλο το βασίλειό του. 21 Και ο Δανιήλ ειδικώτερα παρέμεινε στα ανάκτορα μέχρι το πρώτο έτος της βασιλείας του Κύρου, βασιλιά των Περσών.

 

 

2

 

1 Κατά το δεύτερο έτος της βασιλείας του ο Ναβουχοδονόσορ είδε ένα όνειρο τέτοιο, ώστε ταράχτηκε το πνεύμα του και έφυγε ο ύπνος από αυτόν. 2 Και διέταξε ο βασιλιάς να καλέσουν τους εξορκιστές, τους ιερείς, τους μάγους, τους Χαλδαίους γενικώς, για να πουν και να εξηγήσουν στον βασιλιά το όνειρό του, και ήρθαν και παρουσιάστηκαν ενώπιον του βασιλέως. 3 Και ο βασιλιάς τους είπε· «Είδα κάποιο όνειρο και ταράχτηκε τόσο πολύ το πνεύμα μου, που δεν το θυμάμαι». 4 Και είπαν οι Χαλδαίοι στον βασιλιά μιλώντας στα συριακά· «Βασιλιά, αιωνίως να ζήσης· πες σ’ εμάς τους δούλους σου το όνειρό σου, και εμείς θα σου αναγγείλουμε την εξήγησή του». 5 Ο βασιλιάς απάντησε στους Χαλδαίους· «Δεν έχω κάτι άλλο να πω. εάν δεν μου φανερώσετε εσείς ποιό ήταν το όνειρό μου και ποιά η ερμηνεία του, θα καταδικαστήτε σε θάνατο, και τα σπίτια σας θα διαρπαγούν. 6 Εάν όμως μου γνωστοποιήσετε το όνειρο και την ερμηνεία του, θα πάρετε από εμένα αμοιβές, δώρα και μεγάλες τιμές. Πείτε μου λοιπόν το όνειρο και την εξήγησί του». 7 Οι Χαλδαίοι του αποκρίθηκαν ξανά· «Ο βασιλιάς ας πή σ’ εμᾶς τους δούλους του το όνειρό του, και εμείς θα του ανακοινώσουμε την ερμηνεία του». 8 Και ο βασιλιάς ανταπάντησε· «Ξέρω πολύ καλά ότι εσείς προσπαθείτε να κερδίσετε χρόνο, διότι ξέρετε ότι ξέχασα το όνειρο. 9 Εάν λοιπόν δεν μου αναγγείλετε το όνειρο, είμαι βέβαιος ότι ψευδή και παραπλανητικά λόγια θα έχετε συμφωνήσει να μου πήτε, έως ότου περάση ο καιρός. Λοιπόν πείτε μου το όνειρό μου, και έτσι θα βεβαιωθώ ότι μπορείτε να μου πήτε και την ερμηνεία του». 10 Οι Χαλδαίοι αποκρίθηκαν στον βασιλιά και είπαν· «Δεν υπάρχει άνθρωπος σ’ όλη την γη, ο οποίος θα μπορέση να ανταποκριθή στην απαίτησι του βασιλιά. Διότι κανένας μέγας βασιλιάς και άρχοντας δεν έκαμε ποτέ τέτοια ερώτησι σε εξορκιστή, ιερέα ή Χαλδαίο. 11 Διότι η απαίτησι αυτή του βασιλιά είναι πολύ βαριά, και δεν υπάρχει κανένας άλλος που θα μπορούσε να αποκαλύψη στον βασιλιά το όνειρό του εκτός από τους θεούς, οι οποίοι όμως δεν κατοικούν ανάμεσα σε μας τους ανθρώπους».

12 Τοτε ο βασιλιάς με θυμό και οργή διέταξε να θανατώσουν όλους τους σοφούς της Βαβυλώνος. 13 Και το διάταγμα εξεδόθη, και άρχισαν οι εκτελέσεις των σοφών, και ανεζήτησαν τον Δανιήλ και τους φίλους του, για να τους θανατώσουν. 14 Τότε ο Δανιήλ μίλησε με σοφία και σύνεση στον Αριώχ, τον αρχιμάγειρο του βασιλιά, ο οποίος είχε αναλάβει να σκοτώση τους σοφούς της Βαβυλώνος· 15 «Άρχοντα του βασιλιά, γιατί εξεδόθη αυτή η σκληρή απόφαση εκ μέρους του βασιλιά;» Ο Αριώχ εξήγησε στον Δανιήλ την υπόθεση. 16 Τότε ο Δανιήλ πήγε στα ανάκτορα και παρακάλεσε τον βασιλιά να του δώση λίγο χρόνο, και θα γνωστοποίηση στον βασιλιά την εξήγηση του ονείρου. 17 Και κατόπιν ο Δανιήλ πήγε στο διαμέρισμά του και ενημέρωσε για την υπόθεση αυτή τον Ανανία, τον Μισαήλ και τον Αζαρία. 18 Και παρακαλούσαν τον Θεό του ουρανού να τους λυπηθή και να τους αποκαλύψη το μυστηριώδες όνειρο του βασιλιά και την ερμηνεία του, για να μη θανατωθούν ο Δανιήλ και οι φίλοι του μαζί με τους υπόλοιπους σοφούς της Βαβυλώνος. 19 Τότε την ίδια νύκτα με όραμα αποκαλύφθηκε στον Δανιήλ το μυστηριώδες όνειρο· και ο Δανιήλ δόξασε τον Θεό του ουρανού 20 και είπε· «Ας είναι δοξασμένο το όνομα του Κυρίου και τώρα και στον αιώνα τον άπαντα, διότι σ’ αυτόν ανήκει κάθε σοφία και σύνεση· 21 και αυτός μεταβάλλει εποχές και χρόνους, ανεβάζει και κατεβάζει βασιλιάδες, δίνει σοφία στους σοφούς και ορθοφροσύνη στους γνωστικούς και συνετούς· 22 αυτός αποκαλύπτει τα βαθιά και απόκρυφα μυστήρια, γνωρίζει και τα όσα γίνονται στο σκοτάδι, και μαζί με αυτόν υπάρχει πάντοτε το φως. 23 Σε σένα, Θεέ των πατέρων μου, αναπέμπω δοξολογία και ύμνο, διότι μου έδωσες σοφία και δύναμη, και μου απεκάλυψες αυτά τα οποία ζητήσαμε από σένα, και το όραμα του βασιλιά μου απεκάλυψες».

24 Τότε ο Δανιήλ παρουσιάστηκε στον Αριώχ, στον οποίο ο βασιλιάς είχε αναθέσει την εκτέλεση των σοφών της Βαβυλώνος, και του είπε· «Μη θανατώσης τους σοφούς της Βαβυλώνος, άλλα οδήγησέ με ενώπιον του βασιλιά και εγώ θα αποκαλύψω στον βασιλιά την ερμηνεία του ονείρου». 25 Τότε ο Αριὼχ επειγόντως οδήγησε τον Δανιήλ ενώπιον του βασιλιά, και του είπε· «Βρήκα έναν άντρα μεταξύ των Ιουδαίων αιχμαλώτων, ο οποίος θα ανακοινώση στην μεγαλειότητά σου την ερμηνεία του ονείρου». 26 Και ο βασιλιάς απηύθυνε τον λόγο στον Δανιήλ, του οποίου το όνομα ήταν Βαλτάσαρ· «Πράγματι μπορείς να μου φανερώσης το όνειρο που είδα και την ερμηνεία του;» 27 Και ο Δανιήλ μίλησε ενώπιον του βασιλιά και είπε· «Η απάντηση του μυστηρίου, την οποία η μεγαλειότητά σου ζητά, δεν είναι έργο των σοφών, των ιερέων, των εξορκιστών και των αστρολόγων να το ανακοινώσουν στην μεγαλειότητά σου· 28 αλλά υπάρχει πράγματι ο Θεός ο οποίος κατοικεί στον ουρανό, και αυτός αποκαλύπτει μυστήρια και γνωστοποίησε στον βασιλιά Ναβουχοδονόσορα όσα μέλλουν να συμβούν κατά τους τελευταίους χρόνους. Το όνειρό σου, βασιλιά, και οι οράσεις που είδε η διάνοιά σου, ενώ κοιμόσουν, είναι το εξής: 29 Συ, βασιλιά, καθώς ήσουν ξαπλωμένος στο κρεβάτι σου, στοχαζόσουν τι θα γίνη στο μέλλον· και ο Θεός που φανερώνει τα μυστήρια, σου γνωστοποίησε όσα πρόκειται να γίνουν. 30 Και σε μένα φανερώθηκε το μυστήριο αυτό, όχι διότι έχω εγώ σοφία μεγαλείτερη απ’ όλους τους άλλους ανθρώπους, αλλά για να καταστήσω γνωστή στην μεγαλειότητά σου την ερμηνεία του ονείρου και για να πάρης απάντηση στις απορίες της διανοίας σου. 31 Εσύ λοιπόν, βασιλεύ, έβλεπες και νά μπροστά σου ένα άγαλμα, κι ήταν πελώριο εκείνο το άγαλμα. Η όψη του ήταν έξοχη, και όπως στεκόταν όρθιο μπροστά σου και μόνο η θέα του προξενούσε φόβο. 32 Αυτού του αγάλματος η κεφαλή ήταν από καθαρό χρυσό, τα χέρια και το στήθος και οι βραχίονές του ήσαν αργυρά. Η κοιλιά και οι μηροί ήσαν χάλκινοι, οι κνήμες του σιδερένιες, 33 και τα πόδια του ήσαν εν μέρει σιδερένια και εν μέρει πήλινα. 34 Το έβλεπες, μέχρις ότου απεκόπη, χωρίς την επέμβαση κανενός ανθρωπίνου χεριού, ένας βράχος από βουνό και χτύπησε το άγαλμα στα πόδια του τα σιδερένια και πήλινα και το συνέτριψε εξ ολοκλήρου. 35 Τότε συνετρίβησαν μεμιάς ο πηλός, το σίδερο, ο χαλκός, ο άργυρος, ο χρυσός, και έγιναν σαν την σκόνη του αλωνιού το καλοκαίρι. Και ένας ισχυρός άνεμος πήρε τα κονιορτοποιημένα υλικά και τα σήκωσε, χωρίς να παραμείνη ούτε ίχνος από αυτά. Ο δε βράχος που χτύπησε το άγαλμα, έγινε μεγάλο βουνό και έπιασε όλη την γη. 36 Αυτό είναι το όνειρο, και θα πούμε τώρα στην μεγαλειότητά σου και την ερμηνεία του. 37 Εσύ, βασιλιά, είσαι βασιλιάς βασιλέων, και σου παρέδωσε ο Θεός του ουρανού βασιλεία ισχυρή, δυνατή, ένδοξη και τιμημένη. 38 Και βασιλεύεις σε κάθε περιοχή, όπου κατοικούν άνθρωποι, και παρέδωσε στα χέρια σου τα θηρία τής υπαίθρου, τα πτηνά τού ουρανού και τα ψάρια τής θαλάσσης, και σε κατέστησε κύριο όλων αυτών. Εσύ λοιπόν είσαι η χρυσή κεφαλή. 39 Έπειτα από σένα θα φανή ένα βασίλειο κατώτερο από σένα και έπειτα θα έρθη ένα τρίτο βασίλειο, αυτό είναι ο χαλκός, και θα κυριαρχήση σε όλη την γη. 40 Έπειτα θα έρθη ένα τέταρτο βασίλειο, που θα είναι ισχυρό όπως ο σίδηρος. Όπως ακριβώς ο σίδηρος συντρίβει και δαμάζει τα πάντα, έτσι και το βασίλειο αυτό θα συντρίψη και θα υποτάξη τους πάντες. 41 Και το ότι είδες τα πόδια και τα δάχτυλα του αγάλματος να είναι εν μέρει πήλινα και εν μέρει σιδερένια, τούτο σημαίνει ότι το βασί­λειο αυτό δεν θα έχη ενότητα, αλλά θα είναι διηρημένο. Και θα έχη μέσα του από την ρίζα την σιδερένια, αλλά όπως ακριβώς το είδες θα έχη το σίδερο αναμεμιγμένο με τον πηλό. 42 Τα δάχτυλα των ποδιών ήσαν εν μέρει σιδερένα και εν μέρει πήλινα. Αυτό σημαίνει ότι ένα τμήμα του βα­σιλείου θα είναι ισχυρό, ενώ το άλλο τμήμα θα είναι εύθραυστο. 43 Είδες το σίδερο ανακατωμένο με τον πηλό. Αυτό σημαίνει ότι ανακατεμένοι θα είναι οι λαοί εκείνου του βασιλείου. Δεν θα έχουν στενό σύνδεσμο ο ένας με τον άλλον, όπως ακριβώς και το σίδερο δεν αναμιγνύεται και δεν ενώ­νεται με τον πηλό. 44 Στην εποχή των βασιλέων του τετάρτου βασιλείου, ο Θεός του ουρανού θα αναδείξη ένα άλλο βασίλειο, το οποίο στους αιώνες των αιώνων δεν θα καταστραφή. Και έτσι το βασίλειο αυτό του Θεού δεν θα παραδοθή σε άλλον λαό. Θα συντρίψη και θα κομματιάση όλα τα άλλα βασίλεια· και αυτό θα εξυψωθή στους αιώνες των αιώνων. 45 Όπως ακριβώς είδες ότι χωρίς την επέμβαση ανθρωπίνων χεριών αποκόπηκε ένας βράχος από βουνό και συνέτριψε τον πηλό, το σίδερο, τον χαλκό, τον άργυρο και τον χρυσό, έτσι ο μέγας Θεός αποκάλυψε στην μεγαλειότητά σου τί θα γίνη μετά από σένα. Το όνειρο είναι αληθινό και η ερμηνεία του ακριβής».

46 Τότε ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ έπεσε πρηνής στο έδαφος και προσκύνησε τον Δανιήλ και διέταξε να προσφέρουν για χάρι του αναίμα­κτες θυσίες και ευώδη θυμιάματα. 47 Και είπε ο βασιλιάς στον Δανιήλ· «Πράγματι ο θεός σας αυτός είναι ο θεός των θεών και ο κύριος των βασι­λέων και φανερώνει τα μυστήρια, διότι μόνο εσύ μπόρεσες να αποκαλύψης το μυστηριώδες τούτο γεγονός». 48 Και ο βασιλιάς δόξασε τον Δανιήλ, του προσέφερε μεγάλα δώρα, και τον κατέστησε κυβερνήτη όλης της χώρας της Βαβυλώνος, άρχοντα των σατραπών και όλων των σοφών της Βαβυλώ­νος. 49 Και ο Δανιήλ ζήτησε από τον βασιλιά και διόρισε ως διοικητές για τα έργα τής επαρχίας τής Βαβυλώνος τον Σεδράχ, τον Μισάχ και τον Αβδεναγώ· ο δε Δανιήλ παρέμεινε στην αυλή του βασιλιά.

 

 

3

 

1 Ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ διέταξε κατά το δέκατο όγδοο έτος τής βασιλείας του και κατασκεύασαν ένα χρυσό άγαλμα. Το ύψος του ήταν εξήντα πήχεις και το πλάτος του έξι πήχεις, και το τοποθέτησε στην πεδιάδα Δεϊρά, στην επαρχία της Βαβυλώνος. 2 Κατόπιν έστειλε ανθρώ­πους να συγκεντρώσουν τους υπάτους και τους στρατηγούς, τους τοπάρ­χες, τους προϊσταμένους και τους ηγεμόνες, τους αξιωματούχους και όλους γενικά τους άρχοντες των χωρών, για να έρθουν στα εγκαίνια του αγάλ­ματος, το οποίο τοποθέτησε ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ.

3 Πράγματι συγκεντρώθηκαν οι τοπάρχες, οι ύπατοι, οι στρατηγοί, οι προϊστάμενοι υπηρεσιών, οι μεγάλοι ηγεμόνες, οι αξιωματούχοι και όλοι οι άρχοντες των χωρών στα εγκαίνια του αγάλματος που τοποθέτησε ο Ναβουχοδονόσορ ο βασιλιάς. Όλοι αυτοί στάθηκαν ενώπιον του αγάλ­ματος. 4 Και ο κήρυκας φώναξε με ισχυρή φωνή· «Ακούστε σεις, λαοί, φυ­λές και γλώσσες· 5 μόλις ακούσετε τον ήχο της σάλπιγγος, του αυλού και της κιθάρας, της σαμβύκης και του ψαλτηρίου, της συμφωνίας και κάθε άλλου είδους μουσικών οργάνων, θα πέφτετε και θα προσκυνάτε το άγαλ­μα το χρυσό, το οποίο ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ τοποθέτησε. 6 Και όποιος δεν θα πέση να προσκυνήση, θα ριχτή την ίδια ώρα στο καιόμενο καμίνι της φωτιάς». 7 Όταν λοιπόν οι λαοί άκουγαν τον ήχο τής σάλπιγ­γος, του αυλού και της κιθάρας, της σαμβύκης και του ψαλτηρίου, της συμφωνίας και κάθε άλλου είδους μουσικών οργάνων, έπεφταν στην γη όλοι οι λαοί, οι φυλές, οι γλώσσες και προσκυνούσαν το άγαλμα το χρυσό, το οποίο τοποθέτησε ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ.

8 Τότε όμως παρουσιάστηκαν ενώπιον του βασιλιά μερικοί Χαλδαίοι και κατήγγειλαν τους Ιουδαίους 9 στον βασιλιά Ναβουχοδονόσορα λέγον­τας· «Βασιλιά, να ζήσης αιωνίως. 10 Εσύ, βασιλιά, εξέδωσες διαταγή, σύμ­φωνα με την οποία κάθε άνθρωπος που θα ακούση τον ήχο της σάλπιγγος και του αυλού, της κιθάρας και της σαμβύκης, του ψαλτηρίου, της συμφω­νίας και κάθε άλλου είδους μουσικών οργάνων 11 και δεν θα πέση να προσκυνήση το χρυσό άγαλμα, θα ριχτή στο καμίνι της φωτιάς το πυρα­κτωμένο. 12 Υπάρχουν λοιπόν μεταξύ μας άνδρες Ιουδαίοι, τους οποίους μάλιστα εσύ κατέστησες αρχηγούς στα έργα της επαρχίας Βαβυλώνος, ο Σεδράχ, ο Μισάχ και ο Αβδεναγώ, οι οποίοι δεν υπάκουσαν, βασιλιά, στην διαταγή σου· δεν λατρεύουν τους θεούς σου και το άγαλμα το χρυσό που εγκατέστησες αυτοί δεν το προσκυνούν». 13 Τότε ο Ναβουχοδονόσορ κυριευμένος από θυμό και πάνω στην έκρηξη της οργής του διέταξε να φέρουν μπροστά του τον Σεδράχ, τον Μισάχ και τον Αβδεναγώ, και εκεί­νοι οδηγήθηκαν μπροστά στον βασιλιά. 14 Ο Ναβουχοδονόσορ απευθύνθη­κε προς αυτούς και τους είπε· «Πραγματικά, Σεδράχ, Μισάχ και Αβδενα­γώ, δεν λατρεύετε τους δικούς μου θεούς και δεν προσκυνάτε το χρυσό άγαλμα που τοποθέτησα; 15 Τώρα λοιπόν να είστε έτοιμοι, και μόλις ακούσετε τον ήχο της σάλπιγγος, του αυλού και της κιθάρας, της σαμβύκης και του ψαλτηρίου, της συμφωνίας και κάθε άλλου είδους μουσικών οργάνων, να πέσετε και να προσκυνήσετε το άγαλμα το χρυσό, το οποίο εγώ κατασκεύασα. Και εάν δεν προσκυνήσετε, την ίδια στιγμή θα ριχτήτε στο καμίνι της φωτιάς το πυρακτωμένο. Και ποιός θεός θα βρεθή ο οποί­ος θα σας γλιτώση απ’ τα χέρια μου;» 16 Ο Σεδράχ, ο Μισάχ και ο Αβδε­ναγώ απάντησαν στον βασιλιά Ναβουχοδονόσορα και του είπαν· «Στο ερώτημά σου αυτό δεν έχουμε ανάγκη να σου απαντήσουμε εμείς. 17 Διότι υπάρχει πράγματι ο Θεός μας ο επουράνιος, τον οποίο λατρεύουμε, και ο οποίος είναι δυνατός να μας περιφρουρήση από την φλόγα του πυρακτω­μένου καμινιού και να μας γλιτώση από τα χέρια σου, βασιλιά. 18 Αλλά και αυτό εάν δεν γίνη, μάθε, βασιλιά, ότι εμείς τους θεούς σου δεν τους λατρεύουμε, και το άγαλμα που τοποθέτησες δεν το προσκυνούμε». 19 Τότε ο Ναβουχοδονόσορ κυριεύτηκε από θυμό· η όψη του αλλοιώθηκε εναντίον των Σεδράχ, Μισάχ και Αβδεναγώ και έδωσε διαταγή να κάψουν επτά φορές περισσότερο το καμίνι, μέχρις ότου πυρακτωθή εξ ολοκλήρου. 20 Διέταξε επίσης άνδρες ισχυρούς να δέσουν τον Σεδράχ, τον Μισάχ και τον Αβδεναγώ και να τους ρίξουν στο αναμμένο καμίνι της φωτιάς. 21 Τότε οι τρεις αυτοί άνδρες δέθηκαν μαζί με τα ενδύματά τους, με τους χιτώνες τους και τις τιάρες και τις περικνημίδες τους και πετάχτηκαν στο μέσον του αναμμένου και πυρακτωμένου καμινιού, 22 διότι η διαταγή τού βασιλιά ήταν ρητή, και το καμίνι πυρακτώθηκε με το παραπάνω. 23 Οι τρεις αυτοί νέοι Σεδράχ, Μισάχ και Αβδεναγώ έπεσαν στο μέσο του αναμ­μένου και πυρακτωμένου καμινιού, και περπατούσαν ανάμεσα στις φλόγες υμνώντας τον Θεό και δοξολογώντας τον Κύριο.

24 Ο Ναβουχοδoνόσορ τους άκουσε να υμνολογούν τον Θεό και κυριεύ­τηκε από θαυμασμό, και αναπήδησε βιαστικά από τον θρόνο του και είπε στους μεγιστάνες του· «Τρεις άντρες δεμένους δεν ρίξαμε μέσα στην φωτιά;» Και εκείνοι απάντησαν στον βασιλιά· «Πράγματι, βασιλιά, έτσι είναι». 25 Και ο βασιλιάς είπε· «Αλλά τώρα εγώ βλέπω τέσσερις άντρες λυμένους να περπατούν στην μέση της φωτιάς, και δεν βλέπω να υπάρχη πάνω τους η παραμικρή βλάβη από την φωτιά, ενώ το πρόσωπο του τετάρτου είναι όμοιο με άγγελο του Θεού». 26 Τότε ο Ναβουχοδονόσορ ο ίδιος πλησίασε στην είσοδο του πύρινου καμινιού, που εξακολουθούσε να καίη, και είπε· «Σεδράχ, Μισάχ και Αβδεναγώ, δούλοι του Θεού του υψίστου, βγείτε από το καμίνι και ελάτε εδώ». Ο Σεδράχ ο Μισάχ και ο Αβδεναγώ βγήκαν μέσα από την φωτιά. 27 Και τότε μαζεύονται οι σατρά­πες και οι στρατηγοί και οι τοπάρχες και οι αξιωματούχοι του βασιλιά, και έβλεπαν με θαυμασμό τους τρεις αυτούς άντρες, διότι δεν τους είχε πειράξει καθόλου η φωτιά, ούτε μία τρίχα της κεφαλής τους δεν είχε κα­ψαλιστή, και τα ενδύματά τους δεν αλλοιώθηκαν καθόλου από την θερμό­τητα, και ούτε καν η μυρωδιά της φωτιάς δεν υπήρχε πάνω τους. 28 Ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ έλαβε τον λόγο με επισημότητα και είπε· «Ευλογημένος ας είναι ο Θεός των Σεδράχ, Μισάχ και Αβδεναγώ, ο οποίος έστειλε τον άγγελό του και γλίτωσε τα παλληκάρια του, επειδή είχαν πίστι σ’ αυτόν, και γι’ αυτό παρέβησαν την διαταγή του βασιλιά και προτίμησαν να παραδώσουν τα σώματά τους στην φωτιά, παρά να υποχωρήσουν και να λατρεύσουν και να προσκυνήσουν άλλον θεό, παρά μόνον τον θεό τους. 29 γι’ αυτό κι εγώ λοιπόν βγάζω τούτη την απόφαση· κάθε άνθρωπος οποιουδήποτε λαού, οποιασδήποτε φυλής και οποιασδήποτε γλώσσας, ο οποίος θα τολμήση να ξεστομίση βλασφημία εναντίον του Θεού των Σε­δράχ, Μισάχ και Αβδεναγώ, θα παραδοθή εις θάνατον, το δε σπίτι του και η περιουσία του θα δημευθούν· διότι δεν υπάρχει άλλος θεός, ο οποίος να μπορή με τέτοιον θαυμαστό τρόπο να σώζη τους ανθρώπους του»! 30 Τότε επίσης ο βασιλιάς όρισε τον Σεδράχ, τον Μισάχ και τον Αβδεναγώ ως διοικητές στην επαρχία τής Βαβυλώνος, τους προήγαγε τιμητικά και τους έδωσε την εξουσία, ώστε να είναι αρχηγοί όλων των Ιουδαίων, που υπήρχαν στην βασιλεία του.

(Εξέδωσε και την εξής διαταγή.) 31 «Εγώ ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ, απευθύ­νομαι σε όλους τους λαούς, τις φυλές και τις γλώσσες, που κατοικούν σε όλη την αυτοκρατορία· να έχετε πλούσια ειρήνη. 32 Μου φάνηκε καλό να σας αναγγείλω τα καταπληκτικά σημεία και τα θαυμαστά γεγονότα, τα οποία έκαμε σε μένα ο ύψιστος θεός, 33 να σας πώ πόσο μεγάλα και θαυ­μαστά ήσαν. Η βασιλεία του είναι βασιλεία αιώνια και η εξουσία του εκτείνεται σε όλες τις γενεές των γενεών».

 

 

4

 

1 «Εγώ ο Ναβουχοδονόσορ ήμουν κατά πάντα υγιής και ευτυχής στα ανάκτορά μου. 2 Είδα όμως ένα όνειρο, που με κατατρόμαξε. Και καθώς ήμουν ξαπλωμένος στο κρεβάτι μου, ταράχτηκα. Τα οράματα αυτά της διανοίας μου με συγκλόνισαν. 3 Εξέδωσα λοιπόν διαταγή να παρουσιάσουν μπροστά μου όλους τους σοφούς της Βαβυλώνος, για να μου δώσουν την ερμηνεία του ονείρου αυτού. 4 Και ήρθαν οι εξορκιστές, οι μάγοι, οι αστρολόγοι, οι Χαλδαίοι, και εγώ είπα σ’ αυτούς το όνειρό μου, αλλά εκείνοι δεν κατόρθωσαν να μου ανακοινώσουν την ερμηνεία του, 5 μέχρις ότου ήρθε ο Δανιήλ, του οποίου το όνομα είναι Βαλτάσαρ, έχει δηλαδή το όνομα του προστάτου θεού μου· αυτός λοιπόν ο Δανιήλ έχει πνεύμα θεού μέσα του, και προς αυτόν είπα το όνειρό μου, ως εξής: 6 Βαλτάσαρ, άρχοντα των εξορκιστών, γνωρίζω καλά ότι σε σένα κατοικεί το άγιο πνεύ­μα του θεού και ότι κανενός μυστηρίου η λύση δεν είναι αδύνατη για σένα. Άκουσε λοιπόν το όραμα του ονείρου μου, το οποίο είδα, και πες μου ποιά εῑναι η εξήγησή του. 7 Κοιμόμουνα στο κρεβάτι μου και είδα. Νά ένα δέντρο στο μέσο της γης, και το ύψος του πολύ μεγάλο. 8 Το δέντρο αυτό μεγάλωσε και αναπτύχτηκε υπερβολικά. Το ύψος του έφτασε μέχρι τον ουρανό και η έκταση των κλαδιών του κάλυψε τα πέρατα όλης της γης. 9 Τα φύλλα του ήσαν ωραία, και οι καρποί του άφθονοι, και σ’ αυτό το δέν­τρο εύρισκαν όλοι τροφή. Κάτω από αυτό είχαν τις φωλιές τους τα άγρια θηρία και στα κλαδιά του κατοικούσαν τα πουλιά του ουρανού. Από αυτό τρέφονταν όλα τα ζωντανά δημιουργήματα. 10 Ενώ λοιπόν ξαπλωμένος και κοιμώμενος στο κρεβάτι μου έβλεπα κατά την διάρκεια της νύχτας αυτά τα οράματα, ξαφνικά κατέβηκε απ’ τον ουρανό ένας άγιος άγγελος. 11 Και φώναξε με μεγάλη φωνή και είπε τα εξής· Κόψτε το δέντρο αυτό, μαδήστε τα κλαδιά του, τινάξτε κάτω τα φύλλα του, διασκορπίστε τον καρπό του. Ας φύγουν τρομαγμένα τα θηρία που ήσαν κάτω από αυτό, και τα πτηνά που ήσαν στα κλαδιά του. 12 Αφήστε μόνο την φύτρα των ριζών του μέσα στην γη, και με δεσμά σιδερένια και χάλκινα δέστε τον και αφήστε τον να βρίσκεται έξω στο χορτάρι, και να κοιμάται κάτω από την δροσιά του ουρανού. Θα έχη την συναναστροφή του με τα θηρία και θα τρώη το χορ­τάρι της γης. 13 Η διάνοιά του θα μεταβληθή, θα γίνη διαφορετική από την διάνοια των ανθρώπων. Θα του δοθή νους θηρίου και θα περάση ο άνθρω­πος αυτός επτά χρονικές περιόδους στην κατάσταση αυτή. 14 Η απόφαση αναγγέλθηκε με διάγγελμα από ουράνιο άγγελο και αποτελεί απάντηση σε ερώτημα, το οποίο έκαμαν οι άγιοι στον ουρανό, για να μάθουν όσοι ζουν πάνω στην γη, ότι ο Κυριος είναι ο ύψιστος, ο απόλυτος κυρίαρχος κάθε ανθρώπινης βασιλείας. Και ότι σε όποιον αποφασίση θα του δώση αυτήν την εξουσία, ακόμη και να εγκαταστήση εκεί έναν άνθρωπο άσημο και περιφρονημένο. 15 Αυτό είναι το όνειρο, το οποίο εγώ ο Ναβουχοδονόσορ ο βασιλιάς είδα. Εσύ λοιπόν, Βαλτάσαρ, πες μου την ερμηνεία του, διότι όλοι οι άλλοι σοφοί του βασιλείου μου δεν είναι ικανοί να μου φανερώ­σουν την σημασία του. Εσύ όμως, Δανιήλ, μπορείς, διότι υπάρχει μέσα σου το άγιο πνεύμα του θεού».

16 Τότε ο Δανιήλ, που ονομαζόταν και Βαλτάσαρ, έμεινε εκστατικός και άφωνος για μία ώρα περίπου, ενώ οι στοχασμοί του τον συντάρασσαν. Και του μίλησε πάλι ο βασιλιάς· «Βαλτάσαρ, μη σε πιέζει το όνειρο και η ερμηνεία του». Και ο Βαλτάσαρ του απάντησε· «Κύριε, το όνειρο αυτό ας είναι για εκείνους που σε μισούν και η ερμηνεία του για τους εχθρούς σου. 17 Το δέντρο, που είδες, το τόσο μεγάλο και ισχυρό, του οποίου το ύψος έφτανε ώς τον ουρανό, και η έκτασι των κλαδιών του απλωνόταν σε όλη την γη, 18 και τα φύλλα του ήσαν θαλλερά και ο καρπός του άφθονος, και έδινε τροφή σε όλους, το δέντρο κάτω από το οποίο κατοικούσαν τα άγρια θηρία, και στα κλαδιά του φώλιαζαν τα πουλιά του ουρανού, 19 είσαι συ, βασιλεύ, διότι πράγματι έγινες μεγάλος και ισχυρός, η μεγαλειότητά σου δοξάστηκε, και η δόξα σου έφτασε μέχρι τον ουρανό, και η κυριαρχία σου μέχρι τα πέρατα της γής. 20 Ο δε άγιος άγγελος εκείνος, τον οποίο είδε ο βασιλιάς να κατεβαίνη από τον ουρανό και να λέη· Μαδήστε το δέντρο, καταστρέψτε το, αλλά αφήστε την φύτρα των ριζών του μέσα στην γή, δέστε το με δεσμά σιδερένια και χάλκινα και αφήστε το να μένη έξω στην χλόη· θα έχη τον καταυλισμό του κάτω από την δροσιά του ουρανού, η κατοικία του θα είναι ανάμεσα στα άγρια θηρία, μέχρις ότου συμπληρω­θούν γι' αυτόν επτά χρονικές περίοδοι, 21 νά λοιπόν τώρα και η ερμηνεία του, βασιλιά· η ερμηνεία αυτή προέρχεται από αυτόν τον ύψιστο Θεό. Και αυτό που αποκαλύπτει με το όνειρο ο Θεός, θα πέση συντόμως πάνω στον κύριό μου τον βασιλιά. 22 Θα σε εκδιώξουν ανάμεσα από τους ανθρώπους, θα κατοικής με τα άγρια θηρία, θα σε ταΐζουν με χορτάρι σαν το βόδι, θα καταυλισθής στο ύπαιθρο κάτω από την δροσιά του ουρανού, θα περάσουν επτά χρονικές περίοδοι από πάνω σου, μέχρις ότου μάθης και αναγνωρί­σης ότι ο ύψιστος είναι ο απόλυτος κυρίαρχος κάθε ανθρώπινης βασιλείας και αυτός σε όποιον θέλει θα παραδώση την βασιλεία του κόσμου. 23 Και εκείνο που είπαν οι άγγελοι· “Αφήστε την φύτρα των ριζών του δένδρου”, σημαίνει ότι η βασιλεία σου θα διατηρηθή για σένα και θα την αποκτήσης ξανά, μόλις αναγνωρίσης την εξουσία της ουράνιας βασιλείας. 24 Γι’ αυτό, βασιλιά, ας γίνει δεκτή από σένα η συμβουλή μου· φρόντισε να εξαλείψης τις αμαρτίες σου με ελεημοσύνες και τις αδικίες σου με φιλανθρωπίες στους φτωχούς. Ίσως θα φανή έτσι μακρόθυμος ο Θεός για τα αμαρτήμα­τά σου».

25 ΄Ολα αυτά πράγματι συνέβησαν στον βασιλιά Ναβουχοδονόσορα. 26 Δώδεκα μήνες μετά το όνειρο αυτό, ενώ αυτός περπατούσε στον ναό του ανακτόρου του στην Βαβυλώνα, 27 είπε με έπαρση· «Αυτή δεν είναι η με­γάλη Βαβυλώνα, που εγώ ανοικοδόμησα ως πρωτεύουσα του βασιλείου μου, με την μεγάλη μου ισχύ και δύναμη, ώστε να δοξάζεται η μεγαλειότη­τά μου»; 28 Και ενώ βρισκόταν ο λόγος αυτός ακόμη στο στόμα του βασιλιά, ήρθε φωνή από τον ουρανό· «Σε σένα, βασιλιά Ναδουχοδονόσορ, απευθύνεται ο λόγος αυτός· η βασιλεία σου πέρασε, σου αφαιρέθηκε. 29 Θα σε εκδιώξουν από την κοινωνία των ανθρώπων, και η κατοικία σου θα είναι ανάμεσα στα θηρία τα άγρια. Θα σε τρέφουν με χορτάρι, σαν το βό­δι, και θα περάσουν επτά χρονικές περίοδοι επάνω σου, μέχρις ότου μάθης ότι ο ύψιστος είναι ο απόλυτος κυρίαρχος κάθε ανθρώπινης βασιλείας και αυτός σε όποιον θέλει θα παραδώση την βασιλεία του κόσμου». 30 Εκείνη την στιγμή ακριβώς εκπληρώθηκε για τον Ναδουχοδονόσορα η προφητεία (και έχασε τα λογικά του)· διώχτηκε από την κοινωνία των ανθρώπων, έτρωγε σαν βόδι χορτάρι, και η δροσιά του ουρανού έβρεχε το σώμα του, έως ότου οι τρίχες του μεγάλωσαν σαν τις τρίχες των λιονταριών, και τα νύχια του έγιναν σαν τα νύχια των αρπακτικών ορνέων.

31 «Μετά το πέρας του χρονικού αυτού διαστήματος, εγώ ο Ναβουχο­δονόσορ, σήκωσα τα μάτια μου στον ουρανό και ξαναβρήκα τα λογικά μου. Δόξασα τον ύψιστο και υμνολόγησα εκείνον που ζει αιώνια, τον δοξο­λόγησα, διότι η εξουσία του είναι εξουσία αιώνια και η βασιλεία του πα­ραμένει στις γενεές των γενεών. 32 Και όλοι οι κάτοικοι της γης λογίζον­ται σαν ένα τίποτε μπροστά του. Σύμφωνα με το θέλημά του ενεργεί στις δυνάμεις του ουρανού και στους ανθρώπους της γης. Και δεν υπάρχει κανείς που θα μπορέση να εμποδίση το παντοδύναμο χέρι του και θα του πη ελεγκτικά: τί έκαμες; 33 Εκείνον τον καιρό ξαναβρήκα τα λογικά μου και επέστρεψα στην ένδοξη βασιλεία μου. Η εμφάνισή μου αποκαταστά­θηκε, οι άρχοντές μου και οι μεγιστάνες μου με ανεζητούσαν, το βασίλειό μου έγινε πάλι ισχυρό, και προστέθηκε σε μένα ακόμη μεγαλείτερη δόξα. 34 Τώρα λοιπόν εγώ ο Ναβουχοδονόσορ υμνολογώ και εγκωμιάζω υπέρ­μετρα και δοξάζω τον βασιλιά του ουρανού, διότι όλα τα έργα του είναι αληθινά, και οι δρόμοι του δίκαιοι, και διότι μπορεί να ταπεινώση όλους όσους πορεύονται στην ζωή τους με περηφάνια».

 

 

 

 

5

 

1 Ο βασιλιάς Βαλτάσαρ παρέθεσε μεγάλο δείπνο σε χίλιους μεγιστάνες του, και μπροστά στους χίλιους βρισκόταν άφθονο κρασί. 2 Και καθώς ο βασιλιάς Βαλτάσαρ έπινε κρασί και ευφραινόταν από την γεύση του, ήρθε σε ευθυμία και είπε να φέρουν εκεί στο τραπέζι τα χρυσά και αργυρά σκεύη, τα οποία ο πατέρας του Ναβουχοδονόσορ είχε αρπάξει από τον ναό τού Σολομώντος και τα έφερε στην Βαβυλώνα· να τα φέρουν στην τράπεζα, για να πιούν με αυτά ο βασιλιάς και οι μεγιστάνές του, οι παλλακές του και οι γυναίκες του. 3 Και πράγματι έφεραν τα ιερά χρυσά και αργυρά σκεύη, τα οποία ο πατέρας του είχε πάρει από τον ναό τού Θεού στην Ιερουσαλήμ. Με τα ιερά αυτά σκεύη έπιναν ο βασιλιάς, οι μεγιστάνες του, οι παλλακές του και οι γυναίκες του. 4 Έπιναν το κρασί και υμνολογούσαν τους θεούς τους, τους χρυσούς και αργυρούς, τους χάλκινους και σιδερένιους, τους ξύλινους και τους πέτρινους.

5 Ξαφνικά κατά την ώρα εκείνη παρουσιάστηκαν δάχτυλα ανθρώπινου χεριού και έγραφαν απέναντι από την λυχνία πάνω στο αμμοκονίαμα του τοίχου του βασιλικού ανακτόρου. Ο βασιλιάς έβλεπε τον καρπό του χεριού, το οποίο έγραφε. 6 Τότε η μορφή του βασιλιά αλλοιώθηκε από τον φόβο. Οι σκέψεις του τον κατατάραζαν, οι αρθρώσεις της μέσης του σαν να διαλύθηκαν και τα γόνατά του έτρεμαν και χτυπούσαν το ένα με το άλλο. 7 Ο βασιλιάς φώναξε με μεγάλη φωνή να οδηγήσουν εκεί μάγους, Χαλδαίους, αστρολόγους και είπε στους σοφούς της Βαβυλώνος· «Εκείνος που θα καταφέρη να διαβάση αυτή την γραφή και θα μου γνωστοποιήση το νόημά της, θα ντυθή την βασιλική πορφύρα, το χρυσό περιδέραιο θα τοποθετηθή στον τράχηλό του και θα είναι ο τρίτος άρχοντας στο βασίλειό μου». 8 Έμπαιναν τότε στην αίθουσα του συμποσίου όλοι οι σοφοί τού βασιλιά και δεν μπορούσαν ούτε να αναγνώσουν την γραφή, ούτε φυσικά να γνωστοποιήσουν το νόημά της στον βασιλιά. 9 Ο βασιλιάς Βαλτάσαρ ταράχτηκε πολύ και η μορφή του προσώπου του αλλοιώθηκε από την αγωνία. Αλλά και οι μεγιστάνες του επίσης ήσαν κι αυτοί συγκλονισμένοι. 10 Την ώρα εκείνη μπήκε η βασιλομήτωρ στην αίθουσα του συμποσίου και είπε· «Βασιλιά, να ζής αιωνίως! Μη σε ταράζουν οι μαύρες σκέψεις σου και η μορφή του προσώπου σου ας μην αλλοιώνεται από την αγωνία. 11 Στο βασίλειό σου υπάρχει ένας άνθρωπος, που μέσα του κατοικεί πνεύμα θεού, και την εποχή του πατέρα σου τα πράγματα απέδειξαν ότι είχε μέσα του εγρήγορση και σύνεση. Γι’ αυτό ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ ο πατέ­ρας σου τον διόρισε άρχοντα των εξορκιστών, των μάγων, των Χαλδαίων, των αστρολόγων. 12 Διότι μέσα του υπήρχε πλούσια πνευματική δύναμη και φρόνηση και σύνεση, ώστε να ερμηνεύη τα όνειρα, να αποσαφηνίζη τα ασαφή και να λύνη τα δύσκολα προβλήματα. Αυτός είναι ο Δανιήλ, τον οποίο ο βασιλιάς τότε ονόμασε Βαλτάσαρ. Κάλεσέ τον λοιπόν τώρα, και θα σου φανερώση την εξήγηση της γραφής».

13 Τότε ο Δανιήλ οδηγήθηκε μπροστά στον βασιλιά, και ο βασιλιάς τού είπε· «Εσύ είσαι ο Δανιήλ, ο αιχμάλωτος, από τους Ιουδαίους που ο βασιλιάς πατέρας μου έφερε εδώ; 14 Άκουσα για σένα ότι έχεις πνεύμα θεού, και ότι εγρήγορση και σύνεση και πλούσια σοφία βρίσκονται μέσα σου. 15 Μέχρι τώρα παρουσιάστηκαν μπροστά μου οι σοφοί, οι μάγοι, οι αστρολόγοι, για να διαβάσουν αυτά τα γράμματα και να μου γνωστοποιή­σουν το νόημά τους. Αλλά δεν μπόρεσαν να μου πούν τίποτε. 16 Εγώ όμως έμαθα για σένα, ότι μπορείς να αποκαλύψης τις θείες αποφάσεις. Εάν λοιπόν τώρα μπορέσης να αναγνώσης την γραφή αυτή και να μου γνωστοποιήσης το νόημά της, θα ντυθής με την βασιλική πορφύρα, θα φορέσης στον λαιμό σου χρυσό περιδέραιο και θα ανακηρυχθής τρίτος άρχοντας στο βασίλειό μου». 17 Ο Δανιήλ απάντησε τότε και είπε στον βασιλιά· «Τα δώρα σου ας μείνουν σε σένα και τα πλούσια δώρα τού παλατιού σου δώσ’ τα σε κάποιον άλλον. Εγώ όμως θα διαβάσω την γραφή αυτή για σένα τον βασιλιά και θα σου γνωστοποιήσω το νόημά της. 18 Βασιλιά, ο ύψιστος Θεός έδωσε στον πατέρα σου τον Ναβουχοδονόσορα βασιλική κυριαρχία και μεγαλείο και τιμή και δόξα. 19 Εξ αιτίας τού μεγαλείου αυτού, που του έδωσε ο Θεός, όλοι οι λαοί, οι φυλές και οι γλώσσες της γής τον έτρεμαν και τον φοβούνταν. Αυτός όποιους ήθελε τους σκότωνε και όποιους ήθελε τους χτυπούσε. Αυτός όποιους ήθελε τους εξύψωνε και τους δόξαζε, και όποιους ήθελε τους ταπείνωνε. 20 Όταν όμως ο νους του κυριεύτηκε από υψηλοφροσύνη και αλαζονεία και το πνεύμα του εξ αιτίας της περηφάνιας του έγινε σκληρό, γκρεμίστηκε από τον βασιλικό θρόνο του και έχασε κάθε τιμή και δόξα. 21 Τον έδιωξαν από την κοινωνία των ανθρώπων, και η καρδιά του άλλαξε και έγινε όμοιος με τα άγρια θηρία. Έμενε μαζί με τους άγριους όνους, αντί για ψωμί έτρωγε χορτάρι σαν τα βόδια και το σώμα του το μούσκευε η δροσιά τού ουρα­νού. Έμεινε έτσι, μέχρις ότου αναγνώρισε ότι ο ύψιστος Θεός είναι ο κύριος κάθε ανθρώπινης βασιλείας και θα την δώση σε όποιον εκείνος αποφασίση. 22 Αλλά κι εσύ ο γιος του Βαλτάσαρ δεν ταπείνωσες την ψυχή σου ενώπιον του Θεού. Δεν τα ήξερες όλα αυτά; 23 Αλλά έδειξες έπαρση προς τον Κύριο τον Θεό του ουρανού, και σου έφεραν τα σκεύη του ναού του, κι εσύ και οι μεγιστάνες σου και οι παλλακίδες σου και οι γυναίκες σου πίνατε κρασί με αυτά. Και εξύμνησες τους θεούς τους χρυσούς και αργυρούς και χάλκινους και σιδερένιους και ξύλινους και πέτρινους, οι οποίοι ούτε βλέπουν ούτε ακούνε ούτε καταλαβαίνουν. Αυτούς λοιπόν τους δοξολόγησες, ενώ τον Θεό, στα χέρια του οποίου βρίσκεται η αναπνοή σου και όλη η πορεία της ζωής σου, αυτόν δεν τον δόξασες. 24 Γι’ αυτό εκ μέρους αυτού στάλθηκε ο καρπός του χεριού και έγραψε την γραφή αυτή πάνω στον τοίχο. 25 Και αυτή η αποτυπωμένη επάνω στον τοίχο γραφή λέει· “Μανή, θεκέλ, φάρες”. 26 Άκουσε λοιπόν και την ερμηνεία τής γρα­φής αυτής. “Μανή” σημαίνει· ο Θεός μέτρησε την βασιλεία σου και την τελείωσε. 27 “Θεκέλ” σημαίνει· ζυγιάστηκε η βασιλεία σου και βρέθηκε λειψή. 28 “Φάρες” σημαίνει· διαιρέθηκε η βασιλεία σου και δόθηκε στους Μήδους και στους Πέρσες. 29 Αμέσως ο Βαλτάσαρ διέταξε και έντυσαν τον Δανιήλ με την βασιλική πορφύρα, και κρέμασαν στον λαιμό του το χρυσό περιδέραιο και με έναν κήρυκα ανήγγειλε ότι ο Δανιήλ είναι ο τρίτος άρχοντας στο βασίλειό του. 30 Την ίδια όμως εκείνη νύχτα δολοφο­νήθηκε ο Βαλτάσαρ ο βασιλιάς των Χαλδαίων. 31 Την βασιλεία του την ανέλαβε ο Δαρείος ο Μήδος, που ήταν ηλικίας εξήντα δύο ετών.

 

 

6

 

1 Ο Δαρείος θεώρησε καλό να εγκαταστήση στο βασίλειό του εκατόν είκοσι σατράπες, για να είναι αυτοί άρχοντες σε όλη την αυτοκρατορία του. 2 Και πάνω από αυτούς τοποθέτησε τρεις ανώτατους διοικητές. Ένας από αυτούς ήταν ο Δανιήλ. Οι εκατόν είκοσι σατράπες ήσαν υποχρεω­μένοι να λογοδοτούν στους τρεις αυτούς, για να μην ενοχλήται ο βασιλιάς. 3 Και ο Δανιήλ ξεχώριζε από όλους, διότι είχε πλούσιο πνευματικό χάρι­σμα, και γι’ αυτό ο βασιλιάς τον διόρισε γενικό αρχηγό όλου του βασιλεί­ου του. 4 Οι δύο ανώτατοι διοικητές και οι εκατόν είκοσι σατράπες ανα­ζητούσαν, για λόγους φθόνου, να βρούν κάποια κατηγορία εναντίον τού Δανιήλ· δεν μπορούσαν όμως να του βρούν καμμία αιτία και κανένα παρά­πτωμα και κανένα σφάλμα, διότι ήταν πιστός στον βασιλιά και στα καθή­κοντά του. 5 Είπαν λοιπόν τότε οι δύο ανώτατοι διοικητές· «Δεν θα κατορθώσουμε να βρούμε εναντίον τού Δανιήλ κάποια αιτία κατηγορίας, παρά μόνο σε κάτι που να σχετίζεται με τους νόμους του θεού του». 6 Τότε οι δύο ανώτατοι διοικητές και οι σατράπες παρουσιάστηκαν ενώπιον τού βασιλιά και του είπαν· «Δαρείε βασιλεύ, να ζήσης αιωνίως. 7 Συμφώ­νησαν όλοι οι στρατηγοί και οι σατράπες και οι ύπατοι και οι τοπάρχες της αυτοκρατορίας σου να εκδοθή και να τεθή σε ισχύ βασιλική διαταγή, σύμφωνα με την οποία όποιος θα ζητήση κάτι από οποιονδήποτε άλλον, από θεό μέχρι άνθρωπο, για τριάντα ημέρες, εκτός από σένα, βασιλιά, να τον ρίχνουμε στον λάκκο των λεόντων. 8 Τώρα λοιπόν, βασιλιά, υπόγραψε αυτή την διαταγή και κοινοποίησέ την, ώστε να μην έχη κανείς το δικαίω­μα να τροποποιήση ή να ακυρώση τον νόμο των Περσών και των Μήδων». 9 Τότε ο βασιλιάς Δαρείος διέταξε να δημοσιευθή το διάταγμα, το οποίο επεκύρωσε.

10 Ο Δανιήλ όταν έμαθε ότι συντάχτηκε και δημοσιεύθηκε αυτό το διά­ταγμα, μπήκε στο σπίτι του. Τα παράθυρα του υπερώου του ήσαν ανοι­κτά απέναντι από την Ιερουσαλήμ, και τρεις φορές την ημέρα γονάτιζε και προσευχόταν και δοξολογούσε τον Θεό, όπως έκανε και τις προηγούμενες μέρες. 11 Τότε οι άνδρες εκείνοι παρακολούθησαν τον Δανιήλ και τον βρήκαν να προσεύχεται και να παρακαλά τον Θεό. 12 Παρουσιάστηκαν λοιπόν στον βασιλιά και του είπαν· «Βασιλιά, εσύ δεν υπέγραψες και δη­μοσίευσες το διάταγμα να ρίχνεται στον λάκκο των λεόντων κάθε άνθρωπος που θα ζητούσε κάτι από οποιονδήποτε άλλο, από θεό μέχρι άνθρωπο, για τριάντα ημέρες, παρά μόνον από εσένα;» Και ο βασιλιάς απάντησε· «Είναι αλήθεια αυτό που λέτε, και ο νόμος των Μήδων και των Περσών δεν πρόκειται να ακυρωθή». 13 Τότε οι άντρες εκείνοι πήγαν και μίλησαν ενώπιον του βασιλιά· «Ο Δανιήλ, ένας από τους αιχμαλώτους Ιου­δαίους, δεν υποτάχτηκε στην διαταγή σου και τρεις φορές την ημέρα προσεύχεται στον Θεό του και υποβάλλει σ’ αυτόν τα αιτήματά του». 14 Τότε ο βασιλιάς, όταν άκουσε αυτόν τον λόγο, λυπήθηκε πάρα πολύ γι’ αυτό, και πάσχιζε να σώση τον Δανιήλ από την καταδίκη, και μέχρι το βράδυ βασάνιζε την σκέψη του και αγωνιζόταν να τον γλιτώση. 15 Τότε οι άντρες εκείνοι λένε στον βασιλιά· «Έχε υπόψει σου, βασιλιά, ότι σύμφωνα με τον νόμο των Μήδων και των Περσών κανένα διάταγμα που αποφασί­ζει ο βασιλιάς δεν τροποποιείται και δεν ακυρώνεται». 16 Τότε ο βασιλιάς διέταξε και έφεραν τον Δανιήλ και τον έριξαν στον λάκκο των λεόντων. Και είπε ο βασιλιάς στον Δανιήλ· «Ο Θεός σου, τον οποίο λατρεύεις πάν­τοτε με πιστότητα, αυτός θα σε γλιτώση». 17 Έφεραν έναν βράχο και έφραξαν το στόμιο του λάκκου, ενώ ο βασιλιάς τον σφράγισε με το δαχτυλίδι του και με το δαχτυλίδι των μεγιστάνων του, ώστε να μη γίνη καμμία ευνοϊκή τροποποίηση για τον Δανιήλ. 18 Ο βασιλιάς καταλυπη­μένος επέστρεψε στο ανάκτορό του και έπεσε για ύπνο, χωρίς να δει­πνήση, και δεν του έφεραν καθόλου φαγητά, ενώ και ο ύπνος έφυγε από τα βλέφαρά του. Ο Θεός όμως έκλεισε τα στόματα των λιονταριών και δεν παρενόχλησαν καθόλου τον Δανιήλ.

19 Όταν ήρθε το πρωί με το πρώτο φως, σηκώθηκε ο βασιλιάς και βιαστικός έτρεξε στον λάκκο των λεόντων. 20 Και καθώς πλησίαζε στον λάκκο, φώναξε με φωνή δυνατή· «Δανιήλ, δούλε τού Θεού τού ζώντος, ο Θεός τον οποίο πάντοτε λατρεύεις με πιστότητα, μπόρεσε να σε σώση από το στόμα των λιονταριών;» 21 Και ο Δανιήλ απάντησε στον βασιλιά· «Βα­σιλιά, να ζήσης αιωνίως. 22 Ο Θεός μου έστειλε τον άγγελό του και έφραξε τα στόματα των λιονταριών, και έτσι κανένα από αυτά δεν με έβλαψε, διότι εγώ το ορθό και ευθύ έπραξα απέναντι του Θεού μου· αλλά και απέναντί σου, βασιλιά, δεν διέπραξα κανένα παράπτωμα». 23 Τότε ο βασιλιάς ένιωσε μεγάλη χαρά και διέταξε να βγάλουν αμέσως τον Δανιήλ από τον λάκκο. Και πράγματι τον ανέβασαν από τον λάκκο και τον βρήκαν ακέραιο και αβλαβή, διότι είχε πλήρη εμπιστοσύνη στον Θεο του. 24 Ο βασιλιάς διέταξε τότε και έφεραν τους άντρες που είχαν συκοφαντή­σει τον Δανιήλ, και τους έριξαν στον λάκκο των λεόντων, αυτούς και τα παιδιά τους και τις γυναίκες των. Και προτού καλά καλά να φτάσουν στον πάτο του λάκκου, τα λιοντάρια τους άρπαξαν και τους καταβρό­χθισαν· ακόμη και τα κόκκαλά τους τα λιάνισαν.

25 Τότε ο Δαρείος ο βασιλιάς έστειλε έγγραφη εγκύκλιο προς όλους τους ανθρώπους των λαών, των φυλών και των γλωσσών, που κατοικούσαν σε όλη την αυτοκρατορία του και είπε· «Εύχομαι να έχετε πάντοτε πλού­σια ειρήνη. 26 Εξεδόθη εκ μέρους μου τούτο το διάταγμα προς όλες τις αρχές και εξουσίες του βασιλείου μου· όλοι οι υπήκοοί μου να τρέμουν και να φοβούνται τον Θεό του Δανιήλ, διότι αυτός είναι Θεός πραγματικός και ζωντανός και αιώνια αναλοίωτος. Η βασιλεία του ποτέ δεν θα υποστή την παραμικρή καταστροφή, και η κυριαρχία του δεν θα έχη τέλος. 27 Βοηθά και προστατεύει και γλιτώνει από οποιονδήποτε κίνδυνο κάθε έναν που έχει ανάγκη, εργάζεται θαυμαστά σημεία και υπερφυσικά έργα στον ουρανό και στην γη. Αυτός είναι που έσωσε τον Δανιήλ από τα νύχια και τα δόντια των λιονταριών». 28 Και έτσι ο Δανιήλ ευτυχούσε και δοξαζόταν και πρόκοβε κατά την βασιλεία του Δαρείου και κατά την βασιλεία του Κύρου του Πέρση.

 

 

 

 

 

ΜEΡΟΣ ΔΕYΤΕΡΟ

 

7

 

1 Κατά το πρώτο έτος της βασιλείας του Βαλτάσαρ του βασιλιά των Χαλδαίων, ο Δανιήλ είδε όνειρο και θεία οράματα με την διάνοιά του, καθώς κοιμόταν επάνω στο κρεβάτι του. Και κατέγραψε αυτό το όνειρό του.

2 Εγώ ο Δανιήλ είδα την νύχτα ένα όραμα· και νά τέσσερις άνεμοι από τον ουρανό χτύπησαν και ανατάραξαν την θάλασσα την μεγάλη (την Μεσόγειο). 3 Και τέσσερα μεγάλα θηρία, διαφορετικά το ένα από το άλλο, έβγαιναν από την θάλασσα. 4 Το πρώτο έμοιαζε με λέαινα και είχε φτερά σαν του αετού. Έβλεπα με προσοχή, έως ότου μαδήθηκαν τα φτερά της, και σηκώθηκε όρθια στην γή και στάθηκε στα πόδια της σαν άνθρωπος, και της δόθηκε ανθρώπινη καρδιά. 5 Και νά εμφανίστηκε ύστερα ένα δεύτερο θηρίο σαν αρκούδα. Και στάθηκε όρθια γέρνοντας προς το ένα μέρος, και στο στόμα της ανάμεσα στα δόντια της υπήρχαν τρία πλευρά με κρέας, και μία φωνή τής έλεγε: Σήκω και φάε πολλές σάρκες. 6 Αμέ­σως πίσω από αυτό το θηρίο έβλεπα να έρχεται άλλο θηρίο, που έμοιαζε με λεοπάρδαλη. Σ’ αυτήν και στο επάνω μέρος του σώματός της υπήρχαν τέσσερις φτερούγες πτηνού, και είχε επίσης το ίδιο θηρίο τέσσερα κεφά­λια, και δόθηκε στην λεοπάρδαλη μεγάλη εξουσία. 7 Πίσω από αυτό το θηρίο είδα να έρχεται αμέσως ένα άλλο τέταρτο φοβερό θηρίο που δημι­ουργούσε κατάπληξη και τρόμο, και ήταν πάρα πολύ ισχυρό. Τα δόντια του ήσαν μεγάλα και σιδερένια· κατέτρωγε και λιάνιζε τα θύματά του, και τα υπολείμματά τους τα καταπατούσε με τα πόδια του. Το θηρίο αυτό ήταν πολύ διαφορετικό από τα προηγούμενα θηρία, και είχε δέκα κέρατα. 8 Καθώς παρατηρούσα με προσοχή τα κέρατά του, ξαφνικά ένα μικρό κέρατο φύτρωσε ανάμεσα στα άλλα. Και τρία από τα δέκα προηγούμενα κέρατα ξεριζώθηκαν από μπροστά του. Και νά φάνηκαν στο μικρό αυτό κέρατο μάτια όμοια με ανθρώπινα μάτια και στόμα που μιλούσε με κομπορρημοσύνη και αλαζονεία. 9 Παρατηρούσα με προσοχή και έβλεπα, μέχρις ότου τοποθετήθηκαν θρόνοι και ο παλαιός των ημερών κάθησε στον θρόνο. Το ένδυμά του ήταν λευκό σαν το χιόνι και οι τρίχες του κεφαλιού του λευκές σαν το καθαρό ολόλευκο μαλλί. Ο θρόνος του ήταν σαν φλόγα φωτιάς και οι τροχοί τού θρόνου του σαν φωτιά που πετάει φλόγες. 10 Ένας πύρινος ποταμός έτρεχε μπροστά του· χίλιες χιλιάδες αγγέλων τον υπηρετούσαν και μύριες μυριάδων στέκονταν δίπλα του. Στήθηκε ένα δικαστήριο και βιβλία ανοίχτηκαν. 11 Στράφηκα τότε προς τα εκεί που ακουγόταν μία φωνή με καυχησιολογίες, τις οποίες ξεστόμιζε εκείνο το μικρό κέρατο, μέχρις ότου εξοντώθηκε το θηρίο και εξαφανίστηκε, και το σώμα του παραδόθηκε να καή στην φωτιά. 12 Και τα υπόλοιπα θηρία έχα­σαν την εξουσία τους, αλλά τους δόθηκε παράτασι ζωής μέχρι έναν ορι­σμένο καιρό. 13 Παρατηρούσα προσεκτικά αυτό το νυχτερινό όραμα, και νά πλησίαζε κάποιος σαν γιος ανθρώπου πάνω στα σύννεφα του ουρανού, έφτασε στον παλαιό των ημερών και αμέσως τον οδήγησαν μπροστά του. 14 Και του δόθηκε η εξουσία, η τιμή και η βασιλεία και όλοι οι άνθρωποι λαοί, φυλές και γλώσσες θα τον υπηρετήσουν. Η εξουσία του θα είναι εξουσία αιώνια και η βασιλεία του ποτέ δεν θα καταστραφή.

15 Εγὼ ο Δανιήλ έφριξα μέσα στην ψυχή μου, και τα οράματα μέσα στο μυαλό μου με συνετάραξαν. 16 Πλησίασα τότε έναν από τους παριστα­μένους και του ζητούσα να μάθω την ακριβή σημασία όλων αυτών. Και μου είπε με ακρίβεια τα πάντα και μου εξήγησε την ερμηνεία των οραμά­των. 17 Αυτά τα τέσσερα μεγάλα θηρία, μου είπε, είναι τέσσερα βασίλεια, που το ένα μετά το άλλο θα εμφανιστούν στην γή, 18 και τα οποία θα εξαφανιστούν· και θα λάβουν την βασιλεία κατόπιν οι άγιοι του ύψιστου Θεού και θα την κρατήσουν αιωνίως. 19 Ιδιαιτέρως τότε εζήτησα ακριβέ­στερες πληροφορίες για το τέταρτο θηρίο, διότι ήταν πολύ διαφορετικό από τα άλλα τρία· υπερβολικά φοβερό· τα δόντια του σιδερένια, τα νύχια του χάλκινα. Κατέτρωγε και λιάνιζε τα θύματά του, και τα υπολείμματά τους τα καταπατούσε με τα πόδια του. 20 Ζήτησα πληροφορίες και για τα δέκα κέρατα, που υπήρχαν στο κεφάλι του, και για το άλλο κέρατο, που φύτρωσε και ξερίζωσε και πέταξε στο έδαφος τα προηγούμενα τρία· για το κέρατο εκείνο, που είχε μάτια και στόμα που μεγαλαυχούσε και αλαζο­νευόταν, και η εμφάνισή του ήταν μεγαλείτερη και πιο εντυπωσιακή από τα υπόλοιπα κέρατα. 21 Έβλεπα με προσοχή, και το κέρατο εκείνο ξεκίνη­σε πόλεμο εναντίον των ανθρώπων του Θεού και τους νίκησε, 22 μέχρις ότου ήρθε ο παλαιός των ημερών, ο οποίος έδωσε την νίκη στους αγίους ανθρώπους του υψίστου. Και έτσι έφτασε ο καιρός, κατά τον οποίο οι άγιοι κέρδισαν το βασίλειο. 23 Μου είπε λοιπόν: Το τέταρτο θηρίο είναι μία τέταρτη βασιλεία πάνω στην γη, η οποία θα είναι ανώτερη από όλες τις άλλες βασιλείες. Θα καταφάη όλη την οικουμένη, θα την ποδοπατήση και θα την κατακόψη. 24 Τα δέκα κέρατα του θηρίου αυτού συμβολίζουν δέκα βασιλείς, που θα εμφανιστούν, και ύστερα από αυτούς θα εμφανιστή ένας άλλος, ο οποίος θα ξεπεράση όλους τους προήγουμενους σε έργα κα­κά και ολέθρια, ενώ τους τρεις βασιλείς θα τους υποτάξη. 25 Αυτός ο βασι­λιάς θα ξεστομίση λόγια αλαζονικά και υβριστικά εναντίον του υψίστου Θεού. Θα καταδιώξη και θα αχρηστέψη τους αγίους του υψίστου Θεού. Θα σχεδιάση να αλλοιώση τους καιρούς και τον νόμο του Θεού. Μέχρι έναν ωρισμένο καιρό θα του παραχωρηθή μία τέτοια εξουσία. 26 Κατόπιν όμως θα στηθή το δικαστήριο του Θεού, και οι άγγελοι του Θεού θα του αφαιρέσουν την εξουσία, θα τον εξαφανίσουν και θα τον εξολοθρεύσουν εντελώς. 27 Έπειτα η βασιλεία και η εξουσία και το μεγαλείο όλων των βασιλέων, που βρίσκονται κάτω από τον ουρανό, θα δοθή στους αγίους τού υψίστου Θεού. Η βασιλεία του είναι βασιλεία αιώνια. Όλες οι αρχές θα τον υπηρετούν και θα υπακούουν σ’ αυτόν. 28 Εδώ τελειώνει η ερμηνεία του οράματος. Εγώ ο Δανιήλ τα επιβεβαιώνω αυτά. Οι σκέψεις μου για μεγάλο χρονικό διάστημα με τάραζαν και η όψη του προσώπου μου είχε αλλοιωθή πάνω μου, και γι’ αυτό διετήρησα βαθιά χαραγμένο στην μνήμη μου αυτό το όραμα.

 

 

8

 

1 Κατά το τρίτο έτος της βασιλείας του βασιλιά Βαλτάσαρ, είδα εγώ ο Δανιήλ ένα νέο όραμα, διαφορετικό από το όραμα που είχα δει προηγου­μένως. 2 Ήμουν στα Σούσα σ’ ένα φρούριο, που βρίσκεται στην περιοχή Αιλάμ και εκεί είδα σε όραμα ότι στεκόμουν κοντά στον ποταμό Ουβάλ. 3 Σήκωσα τα μάτια μου και είδα· και νά ένα κριάρι στεκόταν κοντά στον ποταμό Ουβάλ. Είχε δύο κέρατα υψηλά, το ένα ψηλότερο από το άλλο, κι αυτό το ψηλότερο ολοένα και μεγάλωνε και υψωνόταν. 4 Και είδα ότι το κριάρι αυτό χτυπούσε με τα κέρατά του προς τα δυτικά και προς τα βό­ρεια και προς τα νότια. Κανένα από τα θηρία δεν ήταν δυνατόν να προ­βάλη αντίσταση μπροστά του, κανείς δεν μπορούσε να γλιτώση από την δύναμή του. Έκανε ό,τι ήθελε και έτσι ανεδείχθη ένδοξο και μεγάλο. 5 Εγώ παρατηρούσα με πολλή προσοχή, και νά παρουσιάστηκε ένας τράγος αιγών, ο οποίος ερχόταν από τα νοτιοδυτικά και προχωρούσε πάνω σε όλη την γή, και δεν άγγιζε την γή. Και είχε ανάμεσα στα μάτια του ένα μεγαλοπρεπές περίβλεπτο κέρατο. 6 Και ήρθε μέχρι το κριάρι, που είχε τα δέκα κέρατα, το οποίο είχα δεί προηγουμένως να στέκεται κοντά στον ποταμό Ουβάλ. Έτρεξε εναντίον του με όλη την ορμή της δυνάμεώς του. 7 Τον είδα να φτάνη μέχρι το κριάρι, και εξαγριώθηκε μόλις το αντίκρισε, και χτύπησε το κριάρι, συνέτριψε και τα δύο του κέρατα, και δεν υπήρχε πλέον δύναμη στο κριάρι να αντισταθή εναντίον του τράγου. Και ο τράγος τον έριξε κατά γής και τον καταπάτησε, και δεν υπήρχε κανείς που να μπορή να τον γλιτώση από αυτόν. 8 Ο τράγος αυτός των αιγών έγινε μέγας και ένδοξος πολύ. Αλλά καθώς έφτασε στην μεγάλη αυτή δύναμη και δόξα, συνετρίβη το ένα το μεγάλο κέρατό του. Τότε φύτρωσαν τέσσε­ρα άλλα κέρατα στην θέση του ενός, που είχε συντριβή, και είχαν κατεύ­θυνση προς τα τέσσερα σημεία του ορίζοντος. 9 Από ένα από αυτά τα κέρατα βγήκε άλλο πολύ δυνατό κέρατο, το οποίο μεγάλωσε υπερβολικά με κατεύθυνση προς τα νότια και προς την ανατολή και προς την δύναμη την μεγάλη. 10 Υψώθηκε μέχρι την δύναμη του ουρανού, και ένα μέρος από την δύναμη του ουρανού και ένα μέρος από τα άστρα έπεσαν κάτω και κατεπατήθησαν. 11 Και αυτό θα συνεχιστή, μέχρι ο αρχιστράτηγος να γλι­τώση τους πιστούς από την αιχμαλωσία. Εξ αιτίας του ανθρώπου αυτού που συμβολίζεται με το μεγάλο κέρατο έπαψαν οι προσφορές των θυσιών, και υποδουλώθηκε το θυσιαστήριο σ’ εκείνον, και όλα τα έργα του κατευ­οδόθηκαν, ενώ ο άγιος ναός θα ερημωθή. 12 Και αντί για θυσία προσφέρθη­κε αμαρτία, ενώ περιφρονήθηκε εντελώς και ποδοπατήθηκε η δικαιοσύνη και η αρετή, και αυτός τα έκαμε αυτά και πέτυχε τα σχέδιά του. 13 Άκου­σα τότε έναν άγιο (άγγελο) να μιλά, και ένας άλλος άγιος (άγγελος) είπε σ’ εκείνον που μιλούσε· «Μέχρι πότε θα διαρκέση η όραση αυτή; Έως πότε θα παραταθή η κατάπαυση της θυσίας και θα παραχωρηθή η εξαι­τίας της αμαρτίας ερήμωση της περιοχής; Έως πότε ο άγιος ναός και το θυσιαστήριό του, όπως επίσης και η δύναμη, θα καταπατούνται από τους εχθρούς;» 14 Και εκείνος απάντησε· «Έως ότου περάσουν διαδοχικώς δύο χιλιάδες τριακόσια ημερονύκτια. Τότε θα καθαριστή ο ναός του Θεού από την βεβήλωση». 15 Εγώ ο Δανιήλ όταν είδα το όραμα, προσπαθούσα να κα­τανοήσω την ερμηνεία του, και τότε στάθηκε μπροστά μου κάποιος που έμοιαζε με άντρα. 16 Και άκουσα την φωνή ενός άντρα ανάμεσα από τις όχθες του ποταμού Ουβάλ, και φώναξε και είπε· «Γαβριήλ, εξήγησε σ’ αυτόν το όραμα». 17 Και αυτός ήρθε και στάθηκε πολύ κοντά μου. Και όταν με πλησίασε, εγώ αισθάνθηκα δέος και θαυμασμό και έπεσα αμέσως πρηνής με το πρόσωπο κάτω στην γή. Και εκείνος μου είπε· «Άνθρωπέ μου, το όραμα αποκαλύπτει το τέλος του καιρού (το τέλος της βασιλείας των θηρίων)». 18 Και καθώς εκείνος μου μιλούσε, εγώ είχα πέσει πρηνής με το πρόσωπό μου στο έδαφος, και με έπιασε και με σήκωσε στα πόδια μου 19 και είπε· «Λοιπόν τώρα θα σου εξηγήσω και θα σου μάθω όσα θα συμβούν, όταν θα λάβη τέλος η θεία οργή. Το όραμα αποκαλύπτει το τέλος του καιρού (το τέλος της βασιλείας των θηρίων). 20 Το κριάρι που είδες είναι ο βασιλιάς των Μήδων και των Περσών. 21 Ο τράγος των αιγών είναι ο βασιλιάς των Ελλήνων. Το μεγάλο κέρατο, που ήταν ανάμεσα στα μάτια του, αυτός είναι ο πρώτος και μεγάλος βασιλιάς των Ελλήνων. 22 Η συντριβή του μεγάλου αυτού κεράτου και τα τέσσερα άλλα, τα οποία φύτρωσαν αντ' αυτού, υποδηλώνουν τέσσερις βασιλείς από το έθνος αυτό, οι οποίοι θα εμφανιστούν, χωρίς όμως να έχουν την δύναμη του πρώτου. 23 Κατά το τέλος της βασιλείας τους, όταν πλέον θα έχουν φτάσει στο έσχατο σημείο οι αμαρτίες των αποστατών Ιουδαίων, θα εμφανιστή ένας αδιάν­τροπος βασιλιάς, πανούργος και πολυμήχανος. 24 Θα έχη μεγάλη δύναμη, θα προξενήση ανεκδιήγητες καταστροφές, θα φέρη εις πέρας τις ενέργειές του, θα κάμη ό,τι θέλει και θα καταστρέψη ισχυρούς λαούς και αυτόν ακόμη τον άγιο λαό του Θεού. 25 Ο ζυγός της τυραννικής βασιλείας του θα επεκταθή επιτυχώς στους λαούς. Θα ενεργή με δολιότητα, θα έχη αλαζο­νεία στην καρδιά του και με την πανουργία και τις μηχανορραφίες του θα καταστρέψη πολλούς, και θα πατήση πάνω στα πτώματα πολλών, για να σταθή αυτός όρθιος και περήφανος. Θα συντρίψη τους άλλους σαν να συν­τρίβη αυγά στο χέρι του. 26 Το όραμα των δύο χιλιάδων τριακοσίων ημε­ρονυκτίων έχει και αυτό το νόημά του, είναι αληθινό. Εσύ όμως σφράγισε ανερμήνευτο το όραμα αυτό, διότι αναφέρεται στο απώτερο μέλλον».

27 Έπειτα από τα οράματα αυτά εγώ ο Δανιήλ έπεσα σε ταραγμένο ύπνο και ασθένησα ελαφρώς για λίγες ημέρες· μετά συνήρθα και σηκώθη­κα και συνέχισα να διεκπεραιώνω, όπως συνήθως, τις βασιλικές υποθέσεις. Και αναλογιζόμουν με θαυμασμό το όραμα, αλλά δεν υπήρχε κάποιος να μου το εξηγήση.

 

 

9

 

1 Κατά το πρώτο έτος τής βασιλείας τού Δαρείου, του γιού τού Ασουή­ρου, από την φυλή των Μήδων, ο οποίος βασίλευσε στο βασίλειο των Χαλ­δαίων, 2 κατά το πρώτο έτος της βασιλείας του, εγώ ο Δανιήλ μελέτησα προσεκτικά τα ιερά βιβλία και κατάλαβα το σημείο εκείνο που αναφέρε­ται στον αριθμό των ετών, που αποκαλύφθηκε με προφητεία του Θεού στον προφήτη Ιερεμία, και σύμφωνα με την οποία προφητεία θα διαρκού­σε η ερήμωση της Ιερουσαλήμ επί εβδομήντα χρόνια. 3 Απευθύνθηκα τότε εγώ με θέρμη προς τον Κύριο τον Θεό, για να του υποβάλω ικεσία, με νη­στείες, φορώντας σάκκο και καθισμένος πάνω σε στάχτη. 4 Προσευχήθηκα προς τον Κύριο τον Θεό μου, και άφησα να εκχυθή το περιεχόμενο της καρδιάς μου και είπα προς αυτόν· «Κύριε, συ που είσαι ο μέγας και θαυμαστός Θεός, που τηρείς την συμφωνία σου και το έλεός σου μένει σε όσους σε αγαπούν και τηρούν τις εντολές σου, άκουσε την εξομολόγησή μου. 5 Αμαρτήσαμε, διεπράξαμε αδικίες, παραβήκαμε τον νόμο σου, απο­μακρυνθήκαμε από σένα, ξεφύγαμε από τις εντολές σου και από τα προ­στάγματά σου. 6 Δεν υπακούσαμε στους δούλους σου τους προφήτες, οι οποίοι εξ ονόματός σου μιλούσαν στους βασιλείς και στους άρχοντές μας και στους προγόνους μας και σε όλον τον λαό της χώρας μας. 7 Από σένα, Κύριε, πηγάζει κάθε αρετή, ενώ σε μάς ανήκει η καταισχύνη για τα πρόσωπά μας, όπως η περίοδος αυτή της αιχμαλωσίας μας· σε κάθε Ιου­δαίο, σε όσους κατοικούν την Ιερουσαλήμ, σε κάθε Ισραηλίτη, σε όλους εκείνους που βρίσκονται κοντά ή μακριά, σε όλα τα μέρη της γής, όπου εσύ τους διεσκόρπισες εξαιτίας των παραβάσεων, που αυτοί διέπραξαν. 8 Από εσένα, Κύριε, πηγάζει η δικαιοσύνη για μάς, ενώ σε μάς ανήκει η καταισχύνη για τα πρόσωπά μας και για τους βασιλείς μας και για τους άρχοντές μας και για τους προγόνους μας, διότι αμαρτήσαμε απέναντί σου. 9 Αλλά σε σένα τον Κύριο και Θεό μας υπάρχει ευσπλαγχνία και έλεος για μάς, οι οποίοι απομακρυνθήκαμε από εσένα. 10 Δεν υπακούσαμε στην φωνή του Κυρίου και Θεού μας, να πορευθούμε και να ζήσουμε σύμφωνα με τους νόμους, τους οποίους αυτός έθεσε ενώπιόν μας μέσω των δούλων του των προφητών. 11 Όλοι οι Ισραηλίτες παρέβησαν τον Νομο σου, παρεξέκλιναν και δεν υπάκουσαν στην φωνή σου· και έτσι έπεσε πά­νω μας η κατάρα, η ένορκη διαβεβαίωση σού του Θεού, που είναι γραμμένη στον νόμο του Μωυσή του δούλου του Θεού, διότι εμείς αμαρτή­σαμε απέναντι του Θεού. 12 Εκπλήρωσε τους λόγους, τους οποίους είχε πει εναντίον μας και εναντίον των δικαστών που μας δίκαζαν· ότι δηλαδή θα επιφέρη εναντίον μας κακά μεγάλα, που τέτοια δεν είχαν γίνει άλλοτε κάτω από τον ουρανό, σαν αυτά που συνέβησαν στην Ιερουσαλήμ. 13 Όπως είναι γραμμένο στον νόμο του Μωυσή, όλα αυτά τα κακά έπεσαν πάνω μας και εμείς δεν ικετεύσαμε θερμά τον Κύριο, δεν βάλαμε μυαλό, δεν μετανοήσαμε, δεν απομακρυνθήκαμε από τις αδικίες μας, δεν προσπα­θήσαμε να κατανοήσουμε κάθε αλήθειά σου. 14 Και όμως ο Κυριος αγρύ­πνησε για μάς και τα έστειλε πάνω μας όλα αυτά, διότι ο Κύριος ο Θεός μας είναι δίκαιος σε όλα τα έργα που πραγματοποιεί. Εμείς όμως δεν υπακούσαμε στην φωνή του. 15 Και τώρα, Κύριε Θεέ μας, συ που έβγαλες ελεύθερο τον λαό σου από την χώρα της Αιγύπτου με ακατανίκητη δύναμη και κατέστησες ένδοξο το όνομά σου μέχρι την σημερινή ημέρα, άκουσε την προσευχή μας. Αμαρτήσαμε, παραβήκαμε τον νόμο σου. 16 Κύριε, συ που έχεις άπειρη ελεημοσύνη, ας απομακρυνθή τώρα ο θυμός και η οργή σου από την πόλη σου Ιερουσαλήμ, από το άγιό σου όρος. Διότι εμείς αμαρτήσαμε και εξαιτίας των δικών μας αδικιών και των αδικιών των πατέρων μας, έγινε η Ιερουσαλήμ και ο ισραηλιτικός λαός σου περίγελως και χλεύη σε όλους τους τριγύρω λαούς. 17 Και τώρα, Κύριε Θεέ μας, άκουσε την προσευχή του δούλου σου και τις θερμές ικεσίες, που σου απευθύνει. Ας φανή ευμενές το πρόσωπό σου προς τον έρημο ναό σου, για σένα, Κύριέ μου. 18 Σκύψε, Θεέ μου, το αυτί σου και άκουσε την προσευχή μου. Άνοιξε, Κύριε, τα μάτια σου και δές τόν αφανισμό μας και την καταστροφή της πόλεώς σου, στην οποία γινόταν επίκληση και δοξα­ζόταν το όνομά σου. Δεν προσπέφτουμε ενώπιόν σου και δεν σε παρακα­λούμε να μας λυπηθής για τις ανύπαρκτες αρετές μας, αλλά χάρη στους πολλούς οικτιρμούς σου, Κύριε. 19 Άκουσε, Κύριε, την προσευχή μας, δείξε στοργή και έλεος σε μάς, πρόσεξέ μας και κάμε ό,τι πρέπει για την σωτηρία μας· εφόσον είσαι Θεός τού ελέους, μην καθυστερήσης, Κύριε, διότι το όνομά σου το επεκαλείτο και το δόξαζε η πόλη σου και όλος ο λαός σου».

20 Και ενώ εγώ συνέχιζα ακόμη να μιλώ και να προσεύχομαι προς τον Θεό, και να ομολογώ τις αμαρτίες μου και τις αμαρτίες του λαού μου και να ρίχνω την ελπίδα μου για έλεος στα πόδια του Κυρίου του Θεού μου και για την απελεύθερωση του όρους του αγίου, 21 και ενώ εγώ ακόμη έλε­γα τα λόγια της προσευχής, νά ο άνδρας Γαβριήλ, τον οποίο είχα δει και στο προηγούμενο όραμα, πετώντας ήρθε κοντά μου την ώρα της βραδινής θυσίας. 22 Και μου μίλησε και μου έδωσε να καταλάβω μερικά πράγματα, και μου είπε· «Δανιήλ, εγώ ήρθα να σε διδάξω και να σου δώσω σύνεση. 23 Όταν άρχισες να προσεύχεσαι, βγήκε μία απόφαση, και εγώ ήρθα να σου την αναγγείλω, διότι είσαι ιδιαίτερα αγαπητός στον Θεό, καθώς έχεις ευγενείς και άγιες επιθυμίες. Πρόσεξε λοιπόν τα λόγια μου, για να κατα­νοήσης με σαφήνεια όσα είδες και άκουσες στο όραμα. 24 Σε εβδομήντα εβδομάδες ετών περιορίστηκαν οι συμφορές και οι θλίψεις του λαού σου και της αγίας σου πόλεως Ιερουσαλήμ, για να τεθή τέλος στις αμαρτίες σας, για να τεθή σφραγίδα τέρματος στην αμαρτία, για να εξαλειφθούν όλες οι παρανομίες των ανθρώπων, για να εξιλεωθούν ενώπιον του Θεού οι αδικίες και να αποκατασταθή αιώνια δικαιοσύνη, και για να τεθή τέρμα και σφραγίδα πλέον σε κάθε όραμα και σε κάθε προφήτη, διότι τότε θα χρισθή προφήτης ο αγιώτατος από όλους τους προφήτες. 25 Μάθε και κατανόησε καλά, ότι από την ημέρα που θα εκδοθή διάταγμα για την ανοικοδόμηση της Ιερουσαλήμ μέχρι την ημέρα που θα εμφανιστή ο χρι­σμένος αρχηγός θα περάσουν επτά εβδομάδες ετών και άλλες εξήντα δύο εβδομάδες ετών. Μετά τις πρώτες επτά εβδομάδες θα επιστρέψουν οι Ι­ουδαίοι αιχμάλωτοι και θα ανοικοδομηθή η πλατεία και το τείχος της πό­λεως, και θα περάση έτσι η πρώτη χρονική περιόδος. 26 Και μετά τις εξήντα δύο εβδομάδες ετών θα θανατωθή ο χριστός τού Κυρίου, χωρίς να υπάρχη καμμία απολύτως ενοχή σ’ αυτόν. Η πόλη και ο άγιος ναός θα καταστραφούν μαζί με τον επόμενο άρχοντα. Θα τους κατακόψη η συμ­φορά σαν κατακλυσμός, και μέχρι το τέλος του τρομερού αλλά σύντομου πολέμου θα επέλθη ολοσχερής καταστροφή σε όλα τα επίπεδα. 27 Τότε για μία εβδομάδα ετών ο χριστός τού Κυρίου θα συνάψη μία ισχυρή νέα διαθήκη, που θα σώση πολλούς. Στα μισά της εβδομάδος αυτής θα πά­ψουν πια οριστικά να μου προσφέρουν οποιαδήποτε θυσία και σπονδή, και στο ιερό θα υπάρχη κάτι το βδελυρό που θα προκαλέση τέλεια ερήμωση. Και τέρμα στην καταστροφή θα δοθή, όταν συμπληρωθή ο ορισμένος χρό­νος.

 

 

 

10

 

1 Κατά το τρίτο έτος της βασιλείας του Κύρου, βασιλιά των Περσών, αποκαλύφθηκε στον Δανιήλ, ο οποίος ονομαζόταν και Βαλτάσαρ, προ­φητικός λόγος. Αυτός ο προφητικός λόγος ήταν αληθινός, θείος, και με μεγάλη δύναμη μέσα του. Στον Δανιήλ δόθηκε η σύνεση να κατανοήση το όραμα.

2 Τις ημέρες εκείνες εγώ ο Δανιήλ πενθούσα για τρεις ολόκληρες εβδο­μάδες. 3 Κανένα γευστικό φαγητό δεν έφαγα, κρέας και κρασί δεν έβαλα στο στόμα μου, με αρώματα δεν άλειψα το σώμα μου, μέχρις ότου συμ­πληρώθηκαν τρεις εβδομάδες. 4 Την εικοστή τέταρτη μέρα του πρώτου μήνα εγώ βρισκόμουν κοντά στον μεγάλο ποταμό, του οποίου το όνομα είναι Τίγρις, Εδδεκέλ. 5 Σήκωσα τα μάτια μου και νά είδα έναν άντρα, που φορούσε λινό ένδυμα και είχε ζωσμένη την μέση του με ζώνη κοσμη­μένη με λαμπρό χρυσάφι. 6 Το σώμα του φαινόταν σαν τον πολύτιμο λίθο θαρσίς, και το πρόσωπό του είχε την λάμψη της αστραπής. Τα μάτια του έλαμπαν σαν λαμπάδες φωτιάς, οι βραχίονες του και τα σκέλη του σαν αστραφτερός χαλκός και ο ήχος της φωνής του ήταν σαν τον ήχο πολυά­ριθμων ανθρώπων. 7 Εγώ μόνον ο Δανιήλ είδα αυτή την οπτασία, ενώ οι άντρες που ήσαν μαζί μου δεν είδαν το όραμα, αλλά τους έπιασε μεγάλος φόβος και έφυγαν τρομαγμένοι. 8 Εγώ απέμεινα μόνος εκεί και είδα την μεγάλη αυτήν οπτασία, και έγινα εντελώς ανήμπορος. Παραμορφώθηκε το πρόσωπό μου, έχασα την σωματική δύναμή μου και δεν μπορούσα ούτε να σταθώ όρθιος. 9 Άκουσα την φωνή των λόγων του, και όταν την άκουσα, κυριεύτηκα από φόβο. έπεσα κάτω με το πρόσωπο στο έδαφος. 10 Και νά ένα χέρι με ακούμπησε και με σήκωσε στα γόνατά μου 11 και μου είπε· «Δανιήλ, άνθρωπε ιδιαιτέρως αγαπητέ στον Θεό, με ευγενείς και άγιες επιθυμίες, άκου με προσοχή και προσπάθησε να κατανόησης τα λόγια που θα σου πώ. Στάσου όρθιος, διότι εγώ έχω σταλή σε σένα εκ μέρους του Θεού». Όταν μου είπε αυτόν τον λόγο, σηκώθηκα όρθιος και έντρομος. 12 Εκείνος μου είπε· «Μη φοβάσαι, Δανιήλ, διότι από την πρώτη μέρα, που έβαλες στον νού σου σκοπό να μάθης την αλήθεια, να σκληραγωγηθής και να ταλαιπωρηθής ενώπιον του Κυρίου του Θεού σου, εισακούστηκαν οι λό­γοι σου από τον Θεό και εγώ ήρθα να σου δώσω απαντήσεις. 13 Ο άρχον­τας (άγγελος) του βασιλείου των Περσών είχε σταθή απέναντί μου και για είκοσι μία ημέρες με εμπόδιζε. Και τότε ο Μιχαήλ ένας από τους πρώ­τους άρχοντες (αγγέλους) ήρθε να με βοηθήση. Τον άφησα εκεί με τον άρ­χοντα (άγγελο) του βασιλείου των Περσών, 14 και ήρθα να σε ενημερώσω, για να μάθης όσα θα συμβούν στον λαό σου κατά τις τελευταίες ημέρες. Διότι αυτό το όραμα αναφέρεται στις ημέρες εκείνες». 15 Όταν εκείνος μου είπε αυτά τα λόγια, έστρεψα το πρόσωπό μου στην γή και ένιωσα μεγάλη κατάνυξη. 16 Και νά κάποιος όμοιος με άνθρωπο άγγιξε τα χείλη μου· και άνοιξα το στόμα μου και μίλησα σ’ αυτόν που στεκόταν απέναντί μου και του είπα· «Κύριε, καθώς σε είδα, ταράχτηκε η ψυχή μου και έμεινα ανήμ­πορος. 17 Και πώς θα μπορέσω εγώ ο δούλος σου, Κύριε, να μιλήσω με σένα τον Κύριό μου; Διότι από την στιγμή αυτή με εγκατέλειψαν οι δυνάμεις μου. Και αυτή η αναπνοή μου έχει κοπή». 18 Εκείνος που έμοια­ζε με άνθρωπο, με άγγιξε πάλι, με ενίσχυσε 19 και μου είπε· «Μη φοβάσαι, άνθρωπε ιδιαιτέρως αγαπητέ στον Θεό, με ευγενείς και άγιες επιθυμίες, να έχης ειρήνη. πάρε θάρρος και δύναμκ». Και μόλις εκείνος μου μίλησε έτσι, πήρα δύναμη και είπα· «Ας μιλήση ο Κύριός μου, διότι εσύ με ενδυνάμωσες». 20 Εκείνος είπε· «Γνωρίζεις άραγε γιατί ήρθα σε σένα; Τώρα θα επιστρέψω να πολεμήσω με τον άρχοντα (άγγελο) των Περσών. όταν εγώ έφευγα, ερχόταν ο άρχοντας (άγγελος) των Ελλήνων. 21 Ήρθα για να σου αναγγείλω αυτό που είναι γραμμένο στο βιβλίο της αλήθειας. Δεν υπάρχει κανείς άλλος να με βοηθήση γι’ αυτές τις υποθέσεις, παρά μόνο ο Μιχαήλ ο δικός σας άρχοντας (άγγελος).

 

 

 

11

 

1 Κατά το πρώτο έτος της βασιλείας τού βασιλιά Κύρου απέκτησα εγώ δύναμη και ισχύ. 2 Και τώρα θα σου πώ την αλήθεια για τα μελλοντι­κά γεγονότα. Ιδού τρεις ακόμη βασιλείς θα υπάρξουν στην Περσία. Ο τέταρτος θα αποκτήση μεγάλο πλούτο, περισσότερο από όλους τους άλ­λους. Και όταν γίνη κύριος του απέραντου αυτού πλούτου, θα στραφή και θα εκστρατεύση εναντίον όλων των ελληνικών βασιλείων. 3 Έπειτα θα εμφανιστή άλλος βασιλιάς ισχυρός, θα επεκτείνη την κυριαρχία του σε μεγάλη έκτασι και θα κάνη ό,τι θέλει. 4 Και όταν θα εδραιωθή, θα κατα­στραφή και αυτός. Θα διαιρεθή το βασίλειό του στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, χωρίς όμως και να το κατέχουν οι απόγονοί του, ούτε θα κυβερ­νηθούν τα τέσσερα αυτά βασίλεια, όπως εκείνος είχε κυβερνήσει. Διότι το βασίλειό του ολόκληρο πλέον θα το μαδήσουν και θα το μοιράσουν μεταξύ τους άλλοι εκτός των απογόνων του. 5 Ο βασιλιάς των νοτίων περιοχών θα αποκτήση δύναμη μεγάλη. Ένας όμως από τους στρατηγούς του θα ανα­δειχθή ισχυρότερος από αυτόν και θα κυριάρχηση με πολλή δύναμη στο βασίλειο αυτό. 6 Έπειτα από λίγα χρόνια θα συνενωθούν, διότι η θυγατέρα του νότιου βασιλιά θα παντρευτή τον βασιλιά του βορρά. Έτσι θα συνα­φθή μεταξύ των δύο βασιλείων συνθήκη. Η θυγατέρα όμως αυτή δεν θα κρατήση την δύναμη του βασιλείου, ούτε οι απόγονοι του βασιλιά θα στα­θούν στην εξουσία. Η ίδια, οι ακόλουθοί της, η κόρη της και αυτός που θα την υποστηρίζη θα παραδοθούν τον καιρό εκείνο στην καταστροφή. 7 Ένας από τους βλαστούς τής βασιλικής εκείνης ρίζας θα σταθή με μεγάλη προε­τοιμασία και θα εκστρατεύση ενάντια στην δύναμη, θα πολιορκήση τα φρούρια του βασιλιά του βορρά, θα πολεμήση εναντίον του και θα νικήση. 8 Θα αρπάξη ως λάφυρα και θα φέρη στην Αίγυπτο τους θεούς εκείνων με τα χωνευτά τους αγάλματα, κάθε πολύτιμο αντικείμενο από άργυρο και χρυσό. Αυτός λοιπόν θα φανή δυνατότερος από τον βασιλιά του βορρά. 9 Έπειτα ο βασιλιάς του βορρά θα εκστρατεύση εναντίον του νοτίου βασιλεί­ου, εναντίον της Αιγύπτου, αλλά θα επιστρέψη (χωρίς επιτυχία) στην χώρα του. 10 Οι γιοί όμως του βασιλιά του βορρά θα συγκεντρώσουν πλήθος με­γάλων στρατιωτικών δυνάμεων, το οποίο θα επιτεθή ορμητικά και θα κα­τακλύση το νότιο βασίλειο. Θα περιέρχεται νικηφόρως την περιοχή, θα επέρχεται με ορμή και θα χτυπήση όλην την δύναμη εκείνου. 11 Τότε ο βασιλιάς του νότου θα εξαγριωθή και θα βγή στον πόλεμο και θα πολεμή­ση εναντίον του βασιλιά του βορρά. Θα παρατάξη στρατό πολύ και το μεγάλο στράτευμα του βασιλιά του βορρά θα παραδοθή στα χέρια του βασιλιά της Αιγύπτου. 12 Θα συλλάβη αιχμάλωτο τον στρατό εκείνο και θα υπερηφανευθή ο νούς του, διότι θα συντρίψη μυριάδες, αλλά τελικά δεν θα υπερισχύση. 13 Ο βασιλιάς του βορρά θα επιστρέψη και θα συγκεντρώση στρατό πολύ, πολυαριθμότερο από τον πρώτο, και έπειτα από ορισμένα χρόνια θα εκστρατεύση επιτυχώς και θα μπή στο νότιο βασίλειο με μεγάλη στρατιωτική δύναμη και με πάρα πολλά εφόδια. 14 Κατά τον καιρό εκείνο και πολλοί άλλοι θα επαναστατήσουν εναντίον του βασιλιά του νότου. Τό­τε και οι φαύλοι άνθρωποι του λαού σου θα υπερηφανευθούν και θα επα­ναστατήσουν και αυτοί, αλλά θα καταστραφούν, και έτσι θα εκπληρωθή η προφητεία. 15 Ο βασιλιάς του βορρά θα εισέλθη και θα υψώση προχώματα και προμαχώνες γύρω από τις πόλεις. Θα καταλάβη πόλεις ισχυρές, ενώ οι δυνάμεις του βασιλιά του νότου δεν θα μπορέσουν να αντισταθούν. Θα ξεσηκωθούν βέβαια οι εκλεκτοί του άνδρες κατά τον πόλεμο αυτό, αλλά και αυτοί δεν θα μπορέσουν να παρουσιάσουν αποτελεσματική αντίσταση. 16 Ο βασιλιάς του βορρά θα μπή νικητής και θα κάμη ό,τι θέλει και δεν θα υπάρχη άνθρωπος που θα μπορέση να του αντισταθή. Θα σταματήση στην περιοχή Σαβί και με την δύναμή του θα την εξολοθρεύση. 17 Θα αποφασίση να εκστρατεύση πάλι με όλον τον αυτοκρατορικό του στρατό, αλλά τελικά θα συμβιβαστή και θα ειρηνεύση με το άλλο βασίλειο. Και θα δώση μία θυγατέρα από τις γυναίκες του ως σύζυγο στον άλλο βασιλιά, ώστε μέσω αυτής να διαβρώση το άλλο βασίλειο. Εκείνη όμως δεν θα τηρήση αυτό το σχέδιο και δεν θα παραμείνη πιστή στον πατέρα της. 18 Τότε αυτός θα στραφή εναντίον της χώρας των Νήσων (της Ελλάδος), θα κυριεύση πολλές νησιωτικές περιοχές της και θα καθαιρέση τους εξευτελισμένους άρχοντές τους. Εν τέλει όμως θα ηττηθή και αυτός και ο εξευτελισμός θα επιστρέ­ψη πάνω του. 19 Έπειτα θα στρέψη την προσοχή του στην οχύρωση της χώ­ρας του. Θα εξασθενήση όμως, θα πέση, θα καταστραφή και θα εξαφανι­στή.

20 Θα εμφανιστή από την βασιλική του ρίζα ένας απόγονός του, για να βασιλέψη σε όσα εκείνος ετοίμασε. Αυτός όμως θα εκτραπή εκμεταλλευό­μενος την δόξα της βασιλείας του και τις ημέρες εκείνες θα συντριβή αλλά όχι από δολοφονική επίθεση ούτε σε πόλεμο. 21 Θα έρθη ένας άλλος στην θέση του. Αυτός όμως θα είναι μηδαμινός και δεν θα του αποδώσουν βασιλικές τιμές και αναγνώριση. Αυτός όμως θα έρθη με πολύ πλούτο και με δόλιους τρόπους και θα κυριαρχήση στο βασίλειό του. 22 Και οι στρα­τιωτικές δυνάμεις (του βασιλιά της Αιγύπτου), που κατακλύζουν σαν χεί­μαρρος τον τόπο, θα κατακλυσθούν από στρατεύματα του βασιλιά του βορρά και θα συντριβούν. Θα συντριβή επίσης τότε και ο αρχιερεύς της Διαθήκης (του Ισραήλ). 23 Και ο βασιλιάς του βορρά έπειτα από τις ειρηνι­κές συνθήκες με τον εχθρό του θα φερθή δολίως. Θα τον επισκεφθή με μικρή δύναμη και θα κατορθώση να τον ανατρέψη. 24 Θα εισβάλη σε εύφο­ρες και πλούσιες χώρες και θα κάμη πράγματα τα οποία οι πατέρες του δεν έκαμαν, ούτε οι πατέρες των πατέρων του. Θα μοιράση στις χώρες αυτές λάφυρα και πλούτη και πολύ επισιτισμό, ενώ κρυφά θα καταστρώνη πονηρά σχέδια για την καταστροφή της Αιγύπτου, αλλά όλα αυτά για λί­γον καιρό. 25 Θα ξεσηκώση τον νού του και τον στρατό του εναντίον του βασιλιά του νότου και θα εκστρατεύση εναντίον του με μεγάλη στρατιωτι­κή δύναμη. Ο βασιλιάς του νότου θα συνάψη πόλεμο εναντίον του με με­γάλη και πολύ ισχυρή δύναμη. Και δεν θα μπορέσουν αυτός και τα στρα­τεύματά του να αντισταθούν, διότι θα έχουν σχεδιάσει εναντίον του προ­δοσία. 26 Θα καταφάγουν τις προμήθειές του, θα τον συντρίψουν, θα κατα­κλύση τις δυνάμεις, και θα πέσουν πολλοί νεκροί. 27 Και οι δύο βασιλείς θα έχουν δόλιες και πονηρές καρδιές, και ενώ θα καθήσουν μαζί στο ίδιο τραπέζι, θα ψεύδωνται μεταξύ τους επιδιώκοντας να εξαπατήση ο ένας τον άλλον· αλλά δεν θα ευοδωθούν τα σχέδιά τους, διότι θα έχουν λίγο χρόνο στην διάθεσή τους. 28 Κατόπιν θα επιστρέψη ο βασιλιάς του βορρά στην χώρα του με πολύ πλούτο. Ο νούς του όμως θα μελετά πονηρά σχέ­δια εναντίον του λαού της αγίας Διαθήκης (Ισραήλ). Θα πραγματοποιήση τα πονηρά του σχέδια και έπειτα θα επιστρέψη στην χώρα του. 29 Μετά από καιρό θα επιστρέψη και θα κινηθή πάλι εναντίον του νότου, αλλά δεν θα είναι αυτή η εκστρατεία του επιτυχής, όπως η πρώτη και η δεύτερη. 30 Θα επιτεθούν εναντίον του με εξόρμηση οι Κίτιοι (από την Κύπρο), και θα ταπεινωθή. Θα καταληφθή από θυμό και θα στραφή πάλι εναντίον του λαού της Διαθήκης (Ισραήλ). Θα διαπράξη ανοσιουργήματα, θα γύριση πίσω στο βασίλειό του και θα επικεντρώση την προσοχή του στους Ιουδαί­ους εκείνους που εγκατέλειψαν τον νόμο της αγίας Διαθήκης. 31 Δικά του στρατεύματα θα εμφανιστούν και θα βεβηλώσουν τον ιερό ναο, την ιερή αυτή ακρόπολη του Ισραήλ, θα βάλουν τέρμα στις καθημερινές θυσίες και θα στήσουν κάτι το βδελυρό που θα κάνει όλους τους πιστούς Ισραηλίτες να εξαφανίζωνται από τον ιερό τόπο. 32 Και οι αποστάτες της Διαθήκης θα προτείνουν δόλια συμφωνία. Ο λαός όμως, ο οποίος γνωρίζει και πιστεύει στον Θεό του, θα υπερισχύση και θα πράξη ό,τι πρέπει. 33 Οι πιο πιστοί και συνετοί από τον λαό θα περάσουν πολλές δοκιμασίες. Θα καταδιω­χθούν για να εξοντωθούν με σπαθί και με φωτιά και με αιχμαλωσία και με διαρπαγή των υπαρχόντων τους, για μέρες. 34 Όταν βρεθούν υπό διωγμόν, θα πάρουν κάποια μικρή βοήθεια, και πολλοί θα προστεθούν με το μέρος τους αλλά δολίως και υποκριτικώς. 35 Μερικοί και από αυτούς ακόμη τους συνετούς θα ολιγοπιστήσουν πάνω στην φωτιά της δοκιμασίας, ώστε ο Κύ­ριος να εκλέξη τους πράγματι σταθερούς στην πίστη και να αποκαλυφθούν οι ανάξιοι· και όλα αυτά για ορισμένο χρονικό διάστημα. 36 Και αυτός ο ασεβής βασιλιάς θα κάμη ό,τι θέλει, θα υπερηφανευθή, θα έχη αλαζονική στάση ενάντια σε κάθε θεό, θα μιλά βλάσφημα και με έπαρση, και θα πε­τυχαίνουν τα σχέδιά του, μέχρις ότου ξεσπάση εναντίον του η θεία οργή, διότι όλα αυτά έχουν προκαθορισμένο τέρμα. 37 Δεν θα δείξη σεβασμό σε κανέναν από τους θεούς των προγόνων του, θα είναι αδιάφορος στην επι­θυμία γυναικών, δεν θα σέβεται κανένα θεό, και θα θελήση να υψώση τον εαυτό του πάνω από τους πάντες. 38 Θα σεβαστή μόνο τον θεό του πολέμου Μαωζίν, και θα του χτίση ναό, όπου θα τιμά έναν θεο, που δεν τον γνώρισαν οι πρόγονοί του. Αυτόν θα τον τιμήση με χρυσάφι και ασήμι και πολύτιμους λίθους και με ζηλευτά πολύτιμα δώρα. 39 Με την βοήθεια, όπως θα νομίζη, του ξένου αυτού θεού θα οικοδομήση οχυρωματικά έργα και καταφύγια για τις στρατιωτικές φρουρές του. Θα πολλαπλασιαστή η δόξα του, θα υποτάξη πολλούς λαούς στους συνεργάτες του και θα τους διανείμη την γή με πολλά δώρα. 40 Όταν όμως θα φτάση το τέλος των καθορισμένων καιρών, θα συγκρουστή με τον βασιλιά του νότου. Ο βασι­λιάς του βορρά θα κινηθή εναντίον του βασιλιά του νότου, με άρματα και με ιππικό και με πολύ ναυτικό. Θα εισβάλουν στην χώρα, θα την συντρίψη και θα περάση από την μία άκρη της μέχρι την άλλη. 41 Θα εισβάλη στην χώρα Σαβί, και θα εξοντωθούν πολλοί. Θα διασωθούν από τα χέρια του οι φυλές του Εδώμ και του Μωάβ και το σπουδαιότερο τμήμα των Αμμωνι­τών. 42 Θα απλώση την κυριαρχία του σε όλη την ευρύτερη περιοχή, ακόμη και η χώρα της Αιγύπτου δεν θα του ξεφύγη. 43 Θα γίνη κύριος κρυμμένων θησαυρών με χρυσάφι και ασήμι και κάθε άλλο πολύτιμο αντικείμενο της Αιγύπτου, των Λιβύων και των Αιθιόπων, που έχουν κρύψει τους θησαυ­ρούς τους στα οχυρώματά τους. 44 Ανησυχητικές όμως και επείγουσες πληροφορίες από τις ανατολικές και βόρειες περιοχές θα τον ταράξουν. Θα κινηθή εναντίον τους με πολύ θυμό, για να εξαφανίση και να εξολο­θρεύση πολλούς λαούς. 45 Θα στήση την σκηνή του επιτελείου του ανάμε­σα στις δύο θάλασσες (Μεσόγειο και Νεκρά Θάλασσα), στο όρος Σαβί το άγιο. Τότε όμως θα φτάση το τέλος του και δεν θα βρεθή κανείς να τον γλιτώση.

 

 

 

12

 

1 Εκείνο τον καιρό θα εμφανιστή ο μέγας αρχάγγελος Μιχαήλ, ο οποίος στέκεται προστάτης του ιουδαϊκού λαού σου. Θα είναι τότε περίοδος θλί­ψεως, μεγάλης θλίψεως, που όμοια της δεν έγινε από την εποχή που εμφα­νίστηκαν άνθρωποι και έθνη πάνω στην γή μέχρι την εποχή εκείνη. Και την ίδια περίοδο όμως θα σωθούν από τον λαό σου όσοι είναι γραμμένοι στο βιβλίο της ζωής. 2 Πολλοί από εκείνους που κοιμούνται τον ύπνο του θανάτου θα αναστηθούν, άλλοι μεν για την αιώνια ζωή, και άλλοι για ονει­δισμό και καταισχύνη αιώνια. 3 Όσοι εμελέτησαν και κατάλαβαν θα λάμ­ψουν σαν την λαμπρότητα του ουρανού. Και πολλοί από τους δικαίους θα λάμψουν σαν τα αστέρια στους αιώνες των αιώνων και για πάντα. 4 Και εσύ, Δανιήλ, κρύψε αυτούς τους λόγους της προφητείας και σφράγισε το βιβλίο, μέχρι να τελειώση ο καθωρισμένος καιρός. Τότε πολλοί άνθρωποι θα διδαχθούν, και θα αυξηθή έτσι η γνώση του θείου θελήματος». 5 Και εγώ ο Δανιήλ είδα και νά δύο άλλοι άντρες είχαν σταθή όρθιοι, ο ένας στην μία όχθη του ποταμού και ο άλλος στην άλλη όχθη. 6 Ένας από αυτούς είπε στον άνδρα που φορούσε ένδυμα λινό και ήταν πάνω από το νερό του ποταμού· «Πότε θα έρθη το τέρμα των θαυμασίων αυτών προφη­τειών, που είπες;» 7 Άκουσα τον άντρα τον ντυμένο με το πολύτιμο λινό ρούχο, που στεκόταν πάνω από το νερό του ποταμού και σήκωσε και το δεξί και το αριστερό του χέρι προς τον ουρανό και ορκίστηκε στον ζωντα­νό Κύριο, και είπε· «Σε ένα έτος και δύο έτη και μισό ακόμη έτος (δηλαδή 3,5 χρόνια), όταν θα ολοκληρωθή και θα πάρη τέρμα ο διασκορπισμός του λαού του Θεού και θα μάθουν το περιεχόμενο όλων αυτών των προφητει­ών». 8 Και εγώ τα άκουσα αυτά, αλλά δεν τα κατάλαβα και ρώτησα· «Κύ­ριε, πότε θα έλθη το τέλος αυτών των πραγμάτων;» 9 Και μου απάντησε· «Έλα τώρα, Δανιήλ, ησύχασε. Οι λόγοι αυτής της προφητείας θα είναι κλεισμένοι και σφραγισμένοι (δηλαδή θα παραμείνουν ανερμήνευτοι), μέ­χρι να έρθη το τέλος του καθορισμένου χρόνου. 10 Οι δίκαιοι θα αναδει­χτούν, θα λευκανθούν με τις θλίψεις, θα περάσουν από φωτιά, και πολλοί θα εξαγιαστούν· οι παράνομοι όμως θα εκτραπούν σε περισσότερες ανομί­ες, και οι ασεβείς δεν θα καταλάβουν τίποτε από την προφητεία, ενώ οι ευσεβείς και νοήμονες θα καταλάβουν τα πάντα. 11 Από την ημέρα που θα καταργηθή η καθημερινή θυσία και θα στηθή κάτι το σιχαμερό που θα ερημώση τον τόπο, θα περάσουν χίλιες διακόσιες ενενήντα ημέρες δοκιμα­σίας. 12 Μακάριος και ευλογημένος θα είναι όποιος θα υπομείνη και θα φτάση μέχρι τις χίλιες τριακόσιες τριάντα πέντε ημέρες. 13 Συ δε, Δανιήλ, τράβα να ξεκουραστής. Απομένουν ακόμη πολλές ημέρες και χρόνια, για να συμπληρωθή ο χρόνος της συντέλειας. Και θα αναστηθής κι εσύ στον ένδοξο κλήρο του λαού σου κατά τις ημέρες της συντέλειας».

 

 

 

᾿Επιμέλεια μεταφράσεως 2008-2010 Διονύσιος ᾿Ανατολικιώτης

 

 

Η παρούσα μετάφραση προσφέρεται σε μονοτονικό σύστημα (και με κάποιες ακόμη ελαφρές προσαρμογές σύμφωνα με την σχολική ορθογραφία), προς διευκόλυνση των μαθητών και γενικώς των νεωτέρων στην ηλικία, οι οποίοι δυστυχώς δεν είναι εξοικειωμένοι στο να διαβάζουν πολυτονικά κείμενα. Συνιστάται όμως εντόνως σε όλους να προτιμούν την ανάγνωση της πολυτονικής μεταφράσεως που υπάρχει εδώ.

 

᾿Επιμέλεια μεταφράσεως 2008-2010 Διονύσιος ᾿Ανατολικιώτης