ΕΠΙΛΟΓΕΣ
7. Χριστιανικοὶ τομεῖς ᾿Αναφορὲς σὲ πρόσωπα τῆς ἐκκλησίας

 

᾿Εννέα χρόνια ἀπὸ τὴν κοίμησί του

 

 

Ἀρχιμανδρίτης Κωνσταντῖνος Οἰκονόμου

 

Ἱεροκήρυξ τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Πατρῶν

 

(Βραχνέικα 1931 – Πάτρα 2003)

 

 

῾Ο ἀείμνηστος ἀρχιμανδρίτης Κωνσταντῖνος Οἰκονόμου γεννήθηκε τὸ 1931 στὰ Βραχνέικα τῶν Πατρῶν. ἦταν πνευματικὸ τέκνο τοῦ ἀρχιμανδρίτου Γερβασίου Παρασκευοπούλου, ἀπὸ τὸν ὁποῖο καὶ ἔλαβε τὴν συμμαρτυρία γιὰ τὴν χειροτονία του. ἀπὸ μικρὸς ἦταν πολὺ εὐσεβής, σοβαρὸς καὶ φιλακόλουθος, ἐνῷ εἶχε ἐπιλέξει νὰ ὑπηρετήσῃ τὴν ἐκκλησία καὶ νὰ ἱερωθῇ, γι᾿ αὐτὸ ἀργότερα σπούδασε θεολογία στὸ πανεπιστήμιο ᾿Αθηνῶν. ἐκάρη μοναχὸς στὴν μονὴ τῆς Παναγίας Γηρο­κο­μη­τίσ­σης, ἡ ὁποία εἶναι γνωστὴ καὶ ὡς μονὴ τοῦ Γηροκομείου ἢ «Γηροκομειό». τὴν κουρά του καὶ κατόπιν τὴν χειροτονία του ἐτέλεσε ὁ τότε μητροπολίτης Πατρῶν Κωνσταντῖνος, ὁ ὁποῖος τοῦ ἔδωσε καὶ τὸ ὄνομά του, ἐπειδὴ τὸν ἐκτιμοῦσε ἰδιαιτέρως. ἐχειροτονήθη διάκονος καὶ κατόπιν πρεσβύτερος παίρνοντας παράλληλα τὸ ὀφφίκιο τοῦ ἀρχι­μαν­δρί­του καὶ διετέλεσε ἱεροκήρυξ τῆς μητροπόλεως Πατρῶν. σὲ σχετικὰ σύντομο χρονικὸ διάστημα μετὰ τὴν χειροτονία του ὁ τότε μητροπολίτης ἀνέθεσε στὸν ἀρχιμανδρίτη Κωνσταντῖνο τὴν ἡγουμενία τῆς μονῆς Γηροκομείου, θέσι στὴν ὁποία παρέμεινε μόνον γιὰ ἕνα χρόνο καὶ κατόπιν παρῃτήθη.

     ῾Ο μακαριστὸς ἀρχιμανδρίτης

Κωνσταντῖνος Οἰκονόμου, 1965.

 

῾Ο μακαριστὸς ἀρχιμανδρίτης Κωνσταντῖνος ἦταν ἄνθρωπος εὐαίσθητος, εὐγενὴς καὶ λεπτὸς στοὺς τρόπους, πάντοτε ὅμως εὐθὺς στὴν δήλωσι τῆς ἀληθείας, χωρὶς ὑπεκφυγὲς καὶ ὑπονοούμενα, ἀλλὰ καὶ χωρὶς ἐριστικὴ διάθεσι. ἐσέβετο τὴν προσωπικότητα τοῦ συνομιλητοῦ του, καὶ εἰδικὰ στοὺς ἐξομολογουμένους μιλοῦσε μὲ τὴν γλῶσσα τῆς πείρας καὶ τῆς αὐθεντικότητος ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ τὴν γνῶσι τῆς ἀληθείας.

῾Υπῆρξε σεμνὸς καὶ μετρημένος κληρικός, πολὺ πιστὸς καὶ πολὺ προσε­κτι­κός. ἦταν ἄνθρωπος γνησίας προσευχῆς καὶ πολὺ φιλα­κό­λουθος. τοῦ ἦταν ἀδιανόητο σὲ ὅλη του τὴν ζωὴ νὰ λείψῃ ἀπὸ τὴν ἐκκλησία μία κυριακὴ ἢ κάποια γιορτὴ «εἴτε ὡς λειτουργὸς εἴτε ὡς λειτουργούμενος». στὶς ὁμιλίες του καὶ στὰ κατηχητικὰ μαθήματά του ἀναφερόταν πολὺ συχνὰ στὴν προσευχή. λόγῳ τῆς πίστεώς του, τῆς σοβαρότητός του καὶ τῆς ἀκεραιότητος τοῦ χαρακτῆρός του ἦταν σεβαστὸς σὲ ὅλη τὴν ἐκκλησία τῶν Πατρῶν.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Στὸν ναὸ τοῦ ἁγίου Διονυσίου Πατρῶν

διαβάζοντας τὸ εὐαγγέλιο, 1996.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Ἦταν ἔμπειρος καὶ ἱκανώτατος πνευματικὸς-ἐξομολόγος, καὶ μά­λι­στα ἔδινε ἰδιαίτερη βαρύτητα στὴν ἐξομολόγησι παιδιῶν, ἐφήβων καὶ νέων. πολλὰ πνευματικά του τέκνα ποὺ ἦσαν φοιτητὲς καὶ νέοι ἐκείνη τὴν ἐποχὴ θυμοῦνται μὲ εὐγνωμοσύνη καὶ συγκίνησι μὲ πόση ἀγάπη καὶ μακροθυμία τοὺς καθωδηγοῦσε ὁ μακαριστὸς κληρικὸς σὲ ἐκεῖνα τὰ δύσκολα χρόνια. τὰ πνευματικά του τέκνα ἤθελε νὰ τὰ προσανατολίζῃ πρὸς τὸν Χριστὸ καὶ ὄχι πρὸς τὸν ἑαυτό του. ἐπὶ πολλὰ χρόνια ἐπίσης διατηροῦσε κατηχητικὰ καὶ ὁμάδες γιὰ ἐφήβους καὶ νέους. τὰ μαθήματά του ἦταν σοβαρὰ καὶ ἄκρως ἐκκλησιαστικά, μὲ θέματα γύρω ἀπὸ τὴν πνευματικὴ ζωή, δοσμένα μὲ τρόπο κατάλληλο γιὰ τὶς ἡλικίες ποὺ ἐδίδασκε, ἀλλὰ πάντοτε μὲ βάσι τὶς ῞Αγιες Γραφὲς καὶ τοὺς πατέρες τῆς ἐκκλησίας.

῾Ως πνευματικὸς-ἐξομολόγος εἶχε τὸ χάρισμα νὰ εἶναι αὐστηρὸς χωρὶς αὐστηρότητα, δηλαδὴ νὰ εἶναι κατὰ τὴν ἐξομολόγησι ἀκριβὴς στὴν διδασκαλία καὶ σύμφωνος μὲ τοὺς κανόνες τῆς ἐκκλησίας, χωρὶς νὰ ἐξουθενώνῃ ἢ νὰ μειώνῃ τὸν ἐξομολογούμενο, χωρὶς νὰ τοῦ δημιουργῇ πρόσθετο βάρος τύψεων καὶ ἐνοχῶν, ἀλλὰ νὰ τὸν ὁδηγῇ στὴν σωτηριώδη μετάνοια· οὔτε φυσικὰ ἔφτανε στὸ ἄλλο ἄκρο τῆς ὑπερβολικῆς ἐπιεικείας ἢ «οἰκονομίας», ὥστε νὰ δίνῃ τὴν ἐσφαλμένη ἐντύπωσι ὅτι κάποιο ἁμάρτημα δὲν εἶναι σοβαρὸ καὶ ὅτι δὲν εἶναι πρόσκομμα στὴν πνευματικὴ ζωή.


 

 

 

 

 

 

᾿Εργαζόμενος στὴν βιβλιοθήκη

τοῦ σπιτιοῦ του στὴν Πάτρα

στὴν ὁδὸ μητροπολίτου

Νεοφύτου. 1970.

 

 

 

 

 


᾿Αγαποῦσε ὁ ἴδιος τὴν ἁπλότητα καὶ νουθετοῦσε καὶ τὰ πνευματικά του τέκνα νὰ εἶναι ἁπλοὶ ἄνθρωποι στὴν ζωή τους. ἡ ἁπλότητά του φαίνεται ἀκόμη στὸ ὅτι τὴν τελευταία εἰκοσαετία τῆς ζωῆς του τὴν ἔζησε στὸ μοναστῆρι τῆς μετανοίας του σχεδὸν ἔγκλειστος (ἔβγαινε ἔξω ἀπὸ τὸ μοναστῆρι μόνον γιὰ ἐντεταλμένη ἐκκλησιαστικὴ διακονία), μέσα σὲ ἕνα μικρό, ταπεινὸ καὶ σκοτεινὸ κελλάκι μὲ ἕνα μικρὸ παράθυρο, ποὺ χωροῦσε μόνον τὸ κρεβάτι του, ἕνα μικρὸ γραφεῖο καὶ ἕνα μικρὸ μέρος τῆς βιβλιοθήκης του. ὁ χῶρος ἦταν ἀσφυκτικὰ μικρός, γεμᾶτος ῥάφια μὲ χαρτιά, κασέττες καὶ βιβλία. καὶ ὅμως ἐκεῖ δεχόταν τοὺς ἐπισκέπτες του, ἐκεῖ ἐξωμολογοῦσε πολλὲς φορές, ἐκεῖ ἔκανε τὰ μαθήματα τῶν ὁμάδων.

῾Ως ἱεροκήρυξ τῆς μητροπόλεως Πατρῶν ἔνιωθε μεγάλη εὐθύνη καὶ αἰσθανόταν ὡς δύσκολο φορτίο αὐτὴν τὴν θέσι. εἶχε ὀργώσει τὴν ὕπαιθρο τῶν Πατρῶν καὶ εἴτε μὲ τὰ κηρύγματά του εἴτε ὡς πνευματικὸς εἶχε καθοδηγήσει καὶ εἶχε ἀνακουφίσει πολλὲς ψυχές. ἔδινε ἰδιαίτερη βαρύτητα στὰ κηρύγματά του καὶ ἐκήρυττε συνεχῶς, σὲ κάθε λειτουργία, σὲ ἑσπερινούς, στὴν «Διακίδειο σχολὴ Πατρῶν», στὸν ῥαδιοφωνικὸ σταθμὸ τῆς μητροπόλεως. τὸ κήρυγμά του ἦταν πάντοτε μεστό, σοβαρό, ἐκκλησιαστικὸ καὶ ὀρθόδοξο.

 

 

 

 

 

 

 

 

Πρόσωπο γαλήνιο

καὶ ἀποφασιστικό.

Βραχνέικα 1992.

 

 

 

 

 

 


Ἦταν ἰδιαιτέρως φιλόβιβλος, καὶ γι᾿ αὐτὸ φρόντιζε νὰ ἀγοράζῃ κάθε νέο βιβλίο ποὺ κυκλοφοροῦσε. διέθετε ἴσως τὴν καλλίτερη, πλουσιώτερη καὶ πιὸ ἐνημερωμένη χριστιανικὴ βιβλιοθήκη τῶν Πατρῶν. ἐπειδὴ ἀκριβῶς τοῦ ἄρεσε νὰ διαβάζῃ πολύ, συχνὰ ἔκανε δῶρα βιβλία σὲ πνευματικά του τέκνα καὶ σὲ ἐπισκέπτες τῆς μονῆς, ἰδίως νέους, τὰ ὁποῖα βιβλία τὰ ἀγόραζε βεβαίως καὶ τὰ πλήρωνε ἀπὸ τὴν τσέπη του.

Κατὰ καιροὺς ἐξέδιδε διάφορα φυλλάδια («῾Ομολογητής», «Πρὸς τοὺς νέους» κ.λπ.), ποὺ τὰ ἔγραφε εἴτε μόνος του εἴτε μὲ τὴν βοήθεια πνευματικῶν του τέκνων καὶ τὰ ἐξέδιδε ἄλλοτε μὲ δακτυλογράφησι καὶ φωτοτύπησι, ἄλλοτε μέσῳ τυπογραφείου. σκοπὸς αὐτῶν τῶν προσπαθειῶν του (φυλλάδια, ἔντυπα, κηρύγματα δακτυλογραφημένα καὶ φωτοτυπημένα καὶ δωρεὰν διανομή τους) ἦταν νὰ ἐπικοινωνῇ κυρίως μὲ τοὺς νέους καὶ νὰ τοὺς βοηθῇ στὸν ἐν Χριστῷ ἀγῶνά τους.

 


 

 

 

 

 

 

 

 

 

῾Ο ἀείμνηστος πατὴρ Κωνσταντῖνος Οἰκονόμου (ἀριστερὰ) μαζὶ μὲ τὸν σημερινὸ ἡγούμενο τῆς μονῆς Γηροκομείου ἀρχιμανδρίτην Συμεὼν Χατζῆν.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

῾Ο πατὴρ Κωνσταντῖνος ἄφησε ὡς πνευματικὴ παρακαταθήκη πολλὲς ὁμιλίες καὶ ἄλλα κείμενα, σὲ χειρόγραφα καὶ μαγνητοταινίες. τὸ 1983 μία σειρὰ ὁμιλιῶν του πάνω στὴν μεγάλη ἑβδομάδα φρόντισε νὰ δακτυλογραφηθοῦν, νὰ φωτοτυπηθοῦν καὶ νὰ βιβλιοδετηθοῦν ὅλες μαζὶ σὰν σὲ βιβλίο μὲ τίτλο «Τὸ μεγάλο χρονικό», τὸ ὁποῖο τὸ μοίραζε δωρεάν. τὸ ἔργο τῆς ζωῆς του ὅμως εἶναι τὸ ἕνα καὶ μοναδικὸ σύγγραμμά του ποὺ ἐξέδωσε «τύποις» καὶ ποὺ φυσικὰ εἶναι ἕνα βιβλίο γιὰ τοὺς νέους, ἕνα ἐφόδιο γιὰ τὴν ἐν Χριστῷ ζωὴ καὶ τὸν πνευματικό τους ἀγῶνα, τὸ ὁποῖο ἐπίσης τὸ μοίραζε δωρεάν. ὁ τίτλος του εἶναι πολὺ ἐκφραστικός· «Στὴ μάχη γιὰ τὴν ἁγνότητα». τὸ 1989 ἐξεδόθη τὸ 1ο τεῦχος (72 σελίδων) καὶ τὸ 1995 τὸ 2ο (184 σελίδων). στὸ 2ο τεῦχος προαναγγέλλετο ἡ ἔκδοσι τοῦ 3ου τεύχους (ἀναγράφονταν καὶ τὰ κεφάλαια ποὺ θὰ περιελάμβανε), μὲ τὸ ὁποῖο θὰ ὡλοκληρωνόταν τὸ βιβλίο. δυστυχῶς λόγῳ τῆς κλονισμένης ὑγείας του δὲν μπόρεσε νὰ τὸ ἐκδώσῃ· ἀσφαλῶς θὰ ὑπάρχῃ στὰ χειρόγραφά του. μακάρι οἱ συγγενεῖς καὶ τὰ πνευματικὰ τέκνα τοῦ πατρὸς Κωνσταντίνου σύντομα νὰ μπορέσουν νὰ μεριμνήσουν, ὥστε νὰ δοθῇ στὸ φῶς τῆς δημοσιότητος τὸ 3ο τεῦχος τῆς «Μάχης γιὰ τὴν ἁγνότητα», ἀλλὰ καὶ ἄλλα κείμενά του ὅπως «Τὸ μεγάλο χρονικὸ» καὶ ὅλο τὸ ἄλλο πλούσιο κηρυγματικὸ ὑλικὸ ποὺ εἶχε συγκεντρώσει στὸ μικρὸ καὶ ἀπέριττο κελλί του.

 

 

 

 

 

 

 

 

Στὸν παλαιὸ ναὸ τοῦ ἁγίου ᾿Ανδρέου Πατρῶν, 30 αὐγούστου 1987, κατὰ τὸ μυστήριο τοῦ γάμου τοῦ πνευματικοῦ του τέκνου ᾿Αλεξάνδρου Κολιόπουλου, ἐκδότου σήμερα τοῦ «᾿Εκκλησιολόγου Πατρῶν».

 

 

 

 

 

 

 

Τοὺς τελευταίους μῆνες τῆς ἐπίγειας ζωῆς του ἦταν βαριὰ ἄρρωστος καὶ κλινήρης. τὸ σάββατο 24 μαΐου 2003, τρεῖς μόλις ἡμέρες μετὰ τὴν ὀνομαστική του ἑορτή, ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ. ἡ ἐξόδιος ἀκολουθία τελέστηκε τὴν ἑπομένη, κυριακὴ 25 μαΐου στὶς 4.30 τὸ ἀπόγευμα χοροστατοῦντος τοῦ τότε μητροπολίτου Πατρῶν μακαριστοῦ Νικοδήμου. ὁ ναὸς καὶ ὁ περίβολος τῆς μονῆς ἦσαν ἀσφυκτικὰ γεμάτοι ἀπὸ κόσμο. ἐπικηδείους ἐξεφώνησαν ὁ μητροπολίτης Νικόδημος καὶ ὁ ἡγούμενος τῆς μονῆς Γηροκομείου ἀρχιμανδρίτης Συμεών. ὅλοι εἶχαν τὴν βεβαιότητα ὅτι ὁ ἀοίδιμος κληρικὸς βρίσκεται δίπλα στὸν Κύριό του, τὸν ὁποῖο λάτρευσε καὶ μὲ ταπείνωσι διακόνησε σὲ ὅλη του τὴν ζωή.

Τὴν εὐχή του νὰ ἔχωμε. αἰωνία του ἡ μνήμη!

 

 

Διονύσιος ᾿Ανατολικιώτης

 

 

«᾿Εκκλησιολόγος», φ. 251, 19/5/2012