ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΜΟΥΣΙΚΩΝ
ΤΗΣ ΨΑΛΤΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ
Ι
᾿Ιάκωβος (Γιακουμῆς ἢ Γιακουμάκης) ὁ Βυζάντιος. δομέστικος στὸ πατριαρχεῖο περίπου ἀπὸ τὸ 1764, λαμπαδάριος τὸ 1784 καὶ πρωτοψάλτης ἀπὸ τὸ 1789 ὣς τὸ 1800. ἐκκλησιαστικὸς μουσικὸς ἀπὸ τοὺς πιὸ σπουδαίους τοῦ 18ου αἰῶνος. εὐδοκίμησε ἐντελῶς ἰδιαίτερα στὸν τομέα κυρίως τῆς μελοποιίας, παράλληλα μὲ τὴν ψαλτική, τὴν διδακτικὴ καὶ τὴν ἄλλη του δρᾶσι. μέσα στὸ γενικώτερο ἀνανεωτικὸ κλῖμα τῆς δεύτερης μεγάλης ἀκμῆς (1770-1820) στὴν ἱστορία τῆς ἐκκλησιαστικῆ μουσικῆς, ὁ Ἰάκωβος ὑπῆρξεν ὁ περισσότερο «ἐκκλησιαστικός» καὶ παραδοσιακός. τὸ σπουδαιότερο ἔργο του εἶναι ἡ νέα μελοποίησι (1794/1795) τοῦ δοξασταρίου «κατὰ συντομώτερον τρόπον ἐκ θέσεων στιχηρῶν τε καὶ εἱρμολογικῶν». ἀποτελεῖ χαρακτηριστικὸ δεῖγμα τῶν ἀνανεωτικῶν τάσεων τοῦ τέλους τοῦ 18ου αἰῶνος, ἀλλὰ καὶ τῆς δυναμικῆς ἐπιβιώσεως τῆς ὣς τότε μουσικῆς παραδόσεως. σ' αὐτὸ ὁ Ἰάκωβος προσπάθησε «νὰ περιλάβῃ ὅλας τὰς παλαιοτέρας θέσεις τοῦ στιχηραρίου, χωρὶς νὰ ἀφήσῃ οὔτε τῶν νεωτέρων τὰς τετριμμένας» (Χρύσανθος, «Θεωρητικὸν μέγα τῆς Μουσικῆς», Τεργέστη 1831, σ. LIII). ἔχει συνθέσει ἐπίσης τὰ κεκραγάρια, τὰ δογματικὰ θεοτοκία τῆς ὀκτωήχου, τὰ πασαπνοάρια τῶν αἴνων καὶ τὰ ἕνδεκα ἑωθινά, ὅλα «συντετμημένα ἐκ τῶν παλαιῶν μετὰ καλλωπισμοῦ». μὲ τὴν μορφὴ αὐτὴ τὸ δοξαστάριο, τὸ ὁποῖο γράφτηκε καθ' ὑπαγόρευσι τοῦ Ἰακώβου «ἐν πάσῃ σαφηνείᾳ τῇ χειρὶ Γεωργίου τοῦ Κρητὸς καὶ μαθητοῦ αὐτοῦ», διαδόθηκε πολὺ γρήγορα καὶ ἀπέκτησε στὴν πρᾶξι μεγάλη ἐπιβολή. ἡ νέα αὐτὴ μελοποίησι τοῦ δοξασταρίου ἀπὸ τὸν Ἰάκωβο ἀποτελεῖ ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ σημαντικὰ μουσικὰ γεγονότα τοῦ 18ου αἰῶνος καὶ κατ᾿ οὐσίαν στηρίζεται στὴν παλαιότερη παράδοσι τοῦ στιχηραρίου τοῦ Γερμανοῦ Νέων Πατρῶν (σύνθεσι 1665). ἔχει μεταφρασθῆ στὴν νέα μέθοδο ἀπὸ τὸν Χουρμούζιο Χαρτοφύλακα (ἔτος μεταγραφῆς 1816). ἡ 1η ἔκδοσι τοῦ δοξασταρίου ἔγινε στὴν Κωνσταντινούπολι τὸ 1836 σὲ δύο τόμους ἀπὸ τὸν ἐκδότη Θεόδωρος τὸν Φωκαέα. ἐκτὸς ἀπὸ τὸ δοξαστάριο, μὲ ὅ,τι αὐτὸ περιέχει, ὁ Ἰάκωβος ἔχει συνθέσει ἀκόμη ὀκτὼ κατ' ἦχον δοξολογίες (μερικὲς μάλιστα ψάλλονται συχνὰ καὶ σήμερα), ὡρισμένα μαθήματα, καλοφωνικοὺς εἱρμούς, χερουβικά, καὶ ἄλλα λιγότερο συνηθισμένα μέλη. δηλαδὴ πέρα ἀπὸ τὸ στιχηραρικὸ ἐκαλλιέργησε πρὸ πάντων τὸ εἶδος τοῦ παπαδικοῦ μέλους. ἐπίσης πρέπει νὰ προστεθῇ ὅτι εὐδοκίμησε ἀκόμη ὡς στιχοποιὸς καὶ ὡς συνθέτης ᾀσμάτων ἐξωτερικῆς μουσικῆς. γενικώτερα τὸ ἔργο του ἔχει συντεθῆ σχεδὸν ὁλόκληρο κατ' ἀργοσύντομον τρόπο, ὑποβάλλει δὲ τὴν αἴσθησι ἑνὸς κατανυκτικοῦ καὶ «ἐκκλησιαστικοῦ» πράγματι μουσικοῦ ὕφους. ὡρισμένα μέλη του (κεκραγάρια, πασαπνοάρια αἴνων) ψάλλονται ἀκόμη καὶ σήμερα στὸν πατριαρχικὸ ναὸ στὸ Φανάρι. ὁ πρωτοψάλτης ᾿Ιάκωβος εἶχε ἐπίσης ἀξιόλογες γραμματικὲς γνώσεις, καθὼς ὁ πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ τοῦ ἀνέθεσε νὰ διορθώσῃ τὰ τυπογραφικὰ σφάλματα ποὺ εἶχαν εἰσχωρήσει στὰ ἐκκλησιαστικὰ βιβλία μὲ τὶς συνεχεῖς μετατυπώσεις. πέθανε στὶς 23 ἀπριλίου 1800.
᾿Ιωακὶμ Β΄ πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως· βλέπε Κοκκώδης ἢ Κουρσουλούδης ᾿Ιωακίμ.
᾿Ιωάννης. πρωτοψάλτης τῆς μεγάλης τοῦ Χριστοῦ ἐκκλησίας. πέθανε τὸν ἰούλιο τοῦ 1866.
᾿Ιωάννης Κλαδᾶς· βλέπε Κλαδᾶς ᾿Ιωάννης.
᾿Ιωάννης Κουκουζέλης· βλέπε Κουκουζέλης ᾿Ιωάννης.
᾿Ιωάννης (ἢ Γιάγκος) ὁ Βυζάντιος ὁ Νεοχωρίτης. λαμπαδάριος τοῦ πρωτοψάλτου Κωνσταντίνου ἀπὸ τὸ 1831 ὥς τὸ 1855 καὶ πρωτοψάλτης ἀπὸ τὸ 1856 μέχρι τὸ 1866. ἐξέδωσε τὸ «᾿Αναστασιματάριον», τὸ «Εἱρμολόγιον τῶν Καταβασιῶν», ἀλλὰ καὶ τὴν τετράτομη «Μουσικὴ Πανδέκτη» (Κωνσταντινούπολις 1850-1851).
᾿Ιωάννης ὁ Τραπεζούντιος. πρωτοψάλτης στὸ πατριαρχεῖο, ὁ ὁποῖος διαδέχτηκε τὸν δάσκαλό του Παναγιώτη Χαλάτζογλου καὶ δεσπόζει μέχρι τὸ 1769. ὁ πατριάρχης Κύριλλος Ε΄ ὁ ἀπὸ Νικομηδείας (στὴν δεύτερη πατριαρχεία του 1752-1757) ἐπέτρεψε στὸν ᾿Ιωάννη τὸν Τραπεζούντιο νὰ συντομεύσῃ τὸ ᾀσματικὸ μέρος τῆς ἀκολουθίας. ἐπίσης ἀπὸ τὸν ᾿Ιωάννη ἀρχίζει ἡ ἀνάλυσις τῆς ἀρχαίας παρασημαντικῆς, καθὼς ἀναφέρει καὶ ὁ Χρύσανθος· «...μετεχειρίσθη τρόπον τοῦ γράφειν ὅς τις εἶναι διάφορος τοῦ παλαιοῦ καὶ κλίνει εἰς τὸ ἐξηγηματικόν, καὶ ἐστάθη αὐτὸς ῥίζα τοῦ ἐξηγηματικοῦ τρόπου, ὃν μετεχειρίσθη ὁ μαθητὴς αὐτοῦ Πέτρος». μὲ αὐτὴν τὴν ῥιζοσπαστικὴ καινοτομία του ὁ ᾿Ιωάννης πρωτοψάλτης ἐγκαινιάζει ἀποφασιστικὰ τὴν ἀναλυτικὴ ἁπλούστευσι τῆς σημειογραφίας, τὴν ὁποία ὡλοκλήρωσαν ὁ μαθητής του Πέτρος ὁ Πελοποννήσιος καὶ οἱ μεταγενέστεροι Πέτρος ὁ Βυζάντιος καὶ Γεώργιος ὁ Κρής.
Ἰωαννίδης Νικόλαος ὁ Νεοχωρίτης. γεννήθηκε τὸν μάιο τοῦ 1839 καὶ πέθανε τὸν ἀπρίλιο τοῦ 1883 σὲ ἡλικία μόλις 45 ἐτῶν. ἦταν μαθητὴς τοῦ πρωτοψάλτου Ἰωάννου τοῦ Βυζαντίου. ἔψαλλε σὲ διάφορους ναοὺς τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ παρὰ τὸν σχετικὰ σύντομο βίο του ἀνέδειξε πολλοὺς μαθητές.
Ἰωάσαφ ἱερεὺς ὁ ῾Ρῶσος. σημαντικὸς μουσικὸς τοῦ 19ου αἰῶνος. γεννήθηκε στὸ Ἀνδρονίκιο τῆς Καισαρείας Καππαδοκίας, ἦταν μαθητὴς τοῦ Νικολάου Γεωργίου στὴν Σμύρνη, ὅπου σπούδασε, καὶ ἐκάρη μοναχὸς στὴν ῥωσικὴ μονὴ τοῦ ἁγίου Παντελεήμονος Ἄθω, ἀπὸ ὅπου ἔλαβε καὶ τὸ προσωνύμιο ῾Ρῶσος. κατόπιν μετέβη στὴν Κωνσταντινούπολι, ὅπου ἔψαλε σὲ διάφορους ναούς, ἐνῷ ἀργότερα πῆγε στὴν ῾Ρουμανία. γνώριζε ἐπίσης τὴν εὐρωπαϊκὴ καὶ τὴν ἀραβοπερσικὴ μουσική, συνεργάστηκε μὲ τὸν πρωτοψάλτη τῆς μεγάλης ἐκκλησίας Σταυράκη καὶ μὲ τὸν «Ἑλληνικὸ μουσικὸ σύλλογο», μελοποίησε διάφορα μαθήματα, ἐνῷ ἐξέδωσε καὶ μουσικὰ βιβλία, κυρίως θεωρητικὲς πραγματεῖες.
᾿Ιωσὴφ ᾿Αθωνίτης μοναχός· βλέπε Μπαϊρακτάρης ᾿Ιωσήφ.