ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΜΟΥΣΙΚΩΝ
ΤΗΣ ΨΑΛΤΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ
Γ
Γεωργιάδης Ἀλέξανδρος (19ος-20ὸς αἰ.). μαθητὴς τοῦ Γεωργίου ῾Ραιδεστηνοῦ Β΄· διετέλεσε πρωτοψάλτης στὸν ἅγιο Νικόλαο Γαλατᾶ.
Γεώργιος ὁ Κρής. πρόκειται γιὰ ἕναν ἀπὸ τοὺς σπουδαιοτέρους ἐκκλησιαστικοὺς μουσικούς, ποὺ ἀκμάζει ἀπὸ τὸ 1790 περίπου μέχρι τὸ 1815. ἱκανὸς συνθέτης καὶ φημισμένος μουσικοδιδάσκαλος (στὴν Πόλι, στὴ Χίο, στὶς Κυδωνίες) καὶ χωρὶς ἄμεση σχέσι μὲ ἐπίσημα ἐκκλησιαστικὰ ἢ ἄλλα ἀξιώματα. μαθητὴς τοῦ Ἰακώβου πρωτοψάλτου καὶ ἀκολούθως δάσκαλος τοῦ Γρηγορίου πρωτοψάλτου, τοῦ Χουρμουζίου Χαρτοφύλακος καὶ πολλῶν ἄλλων (ὅπως τοῦ Ἀντωνίου λαμπαδαρίου καὶ τοῦ Ἀποστόλου Κώνστα). τὸ συνθετικό του ἔργο εἶναι εὐρὺ καὶ ἀξιόλογο. ἀπὸ τὰ πολλὰ μέλη του σημειώνονται· τὸ σύντομο Μακάριος ἀνήρ (ἦχος πλ δ΄), ὁ πολυέλεος Λόγον ἀγαθόν ἢχ βαρύς, μία δοξολογία σὲ ἦχο πλ δ΄, τὸ γνωστὸ «δύναμις» τοῦ τρισαγίου, ὡρισμένοι καλοφωνικοὶ εἱρμοί, ἐκ τῶν ὁποίων ὁ σπουδαιότερος καὶ γνωστότερος εἶναι ὁ εἰς ἦχον πλ. δ΄ Τὴν δέησίν μου δέξαι τὴν πενιχράν, κοινωνικὰ τοῦ ἐνιαυτοῦ, κρατήματα, καὶ ἄλλα. τὰ περισσότερα εἶχαν μεγάλη διάδοσι στὴν ἐποχή τους, ὡρισμένα μάλιστα ψάλλονται ἀκόμη καὶ σήμερα. πέρα ἀπὸ τὸ πρωτότυπο συνθετικό του ἔργο ὁ Γεώργιος Κρὴς ἐνδιαφέρει πρὸ πάντων καὶ ὡς ἐξηγητὴς τῶν παλαιῶν μελῶν. στὴν οὐσία εἶναι ὁ συνεχιστὴς τοῦ Πέτρου Βυζαντίου καὶ ὁ σπουδαιότερος ἀμέσως πρὸ τοῦ Γρηγορίου πρωτοψάλτου. ἐπίσης ἡ συμβολή του ὑπῆρξε καθοριστικὴ στὸν τομέα τῶν ἐξηγήσεων καὶ στὴν ἁπλούστευσι τῆς ἐκκλησιαστικῆς παρασημαντικῆς. ὁ ἴδιος κατέγραψε (1794/1795) καὶ τὸ Δοξαστάριον τοῦ Ἰακώβου «ἐν πάσῃ σαφηνείᾳ» καὶ καθ᾿ ὑπαγόρευσιν ἀπευθείας τοῦ ἴδιου τοῦ συνθέτη. ὁ Γεώργιος ὁ Κρὴς εἶναι ὁ σπουδαιότερος μουσικὸς καὶ ἡ τελευταία οὐσιαστικὰ βαθμίδα στὴν ἐξέλιξι τῆς μουσικῆς σημειογραφίας πρὶν ἀπὸ τοὺς τρεῖς διδασκάλους Χρύσανθο, Χουρμούζιο, καὶ Γρηγόριο.
Γεώργιος ῾Ραιδεστηνὸς Α΄. διετέλεσε λαμπαδάριος τῆς μεγάλης ἐκκλησίας τὸ διάστημα 1616-1629 καὶ πρωτοψάλτης ἀπὸ τὸ 1629 ὣς τὸ 1638 τοὐλάχιστον. ταυτίζεται μὲ τὸν πρωτοψάλτη Γάνου καὶ Χώρας Γεώργιο.
Γεωργίου Νικόλαος. σπουδαῖος καὶ πολὺ γνωστὸς (ἀκόμη καὶ σήμερα) μουσικοδιδάσκαλος τοῦ 19ου αἰῶνος μὲ μεγάλη ψαλτικὴ, διδακτική, συνθετικὴ καὶ ἐκδοτικὴ δρᾶσι. γεννήθηκε περὶ τὸ 1790, διετέλεσε δεξιὸς ψάλτης γιὰ μικρὸ χρονικὸ διάστημα στὸν ναὸ τοῦ ἁγίου ᾿Ιωάννου τῶν Χίων στὸν Γαλατᾶ Κωνσταντινουπόλεως καὶ μετὰ ἔγινε πρωτοψάλτης στὸν ναὸ τῆς ἁγίας Φωτεινῆς στὴν Σμύρνη, ὅπου ἔψαλλε ἐπὶ 53 συναπτὰ χρόνια. δημιούργησε ἰσχυρὴ προσωπικὴ μουσικὴ παράδοσι ποὺ ἐπιβλήθηκε καὶ πέρα ἀπὸ τὴν Σμύρνη στὸν ἑλλαδικὸ κυρίως χῶρο καὶ παρέμεινε ζωντανὴ ὣς τὶς ἡμέρες μας. τὸ ὕφος του εἶναι ἡδυπαθὲς καὶ περίτεχνο καὶ διαφέρει ἀρκετὰ ἀπὸ τὸ ὕφος τῶν πατριαρχικῶν ψαλτῶν (τῶν ὁποίων ἄλλωστε συνάντησε τὶς ζωηρὲς ἐπιφυλάξεις). στὴν οὐσία πρόκειται γιὰ μία ἐξαιρετικὰ ἐνδιαφέρουσα πηγὴ τῆς μουσικῆς, ἰδιοπρόσωπη καὶ πρωτότυπη, ἀνοικτὴ σὲ μείζονες ἀλληλοεπιδράσεις. τὸ συνθετικό του ἔργο εἶναι πλουσιώτατο. ἔχει μελοποιήσει καὶ ἐκδώσει τὸ Δoξαστάριoν τοῦ Τριῳδίου καὶ Πεντηκοσταρίου (Σμύρνη 1857), στὸ ὁποῖο περιέχονται «τὰ δοξαστικὰ αὐτῶν μετὰ τῶν ἰδιομέλων καί τινων προσομοίων, νεκρωσίμων δοξαστικῶν, τῶν ἕνδεκα ἑωθινῶν καὶ τῶν ἀργῶν ἰδιομέλων». ἐπίσης ἔχει ἐκδώσει μία τρίτομη ἀνθολογία ὑπὸ τὸν τίτλο «Νέον Ταμεῖον Μουσικῆς Ἀνθολογίας» (Σμύρνη 1862 ὁ Α΄ τόμος, 1864 ὁ Β΄, καὶ 1867 ὁ Γ΄) καὶ στὴν ὁποία περιέχονται τὰ περισσότερα ἀπὸ τὰ παπαδικὰ καὶ ἄλλα μέλη του· στίχοι ἀνοιξανταρίων, στιχηρὰ ἀναστάσιμα, προκείμενα, ὀκτάηχα (ἀνάμεσα στὰ ὁποῖα τὸ ῾Ρόδον τὸ ἀμάραντον), μαθήματα διάφορα, μέλη τοῦ ἀκαθίστου, καθίσματα καὶ ἄλλα μέλη τῆς μεγάλης ἑβδομάδος, ἕνας πολυέλεος, ὁ 50ὸς ψαλμός, δοξολογίες, τυπικά, «δύναμις» κυριακῶν, δεσποτικῶν ἑορτῶν καὶ τοῦ σταυροῦ, χερουβικὰ (τρεῖς στάσεις, ἀργά, ἀργοσύντομα καὶ «μέγιστα»), Ἄξιον ἐστίν, εἱρμοὶ τῆς θ΄ ᾠδῆς ψαλλόμενοι ἀντὶ τοῦ Ἄξιον ἐστί, κοινωνικὰ πολυάριθμα τῶν κυριακῶν καὶ τοῦ ἐνιαυτοῦ, καλοφωνικοὶ εἱρμοί, ἀνάμεσα στοὺς ὁποίους ὁ πολὺ γνωστὸς Τὸ ὄμμα τῆς καρδίας μου σὲ ἦχο πλ. β΄, καὶ πολλὰ ἄλλα. πέθανε τὸ 1887, καὶ μετὰ τὸν θάνατό του ἐκδόθηκε ἕνα ἀκόμη συνθετικό του ἔργο ὑπὸ τὸν τίτλο «Νέον Ἀναστασιματάριον», ἀργὸν καὶ σύντομον (Σμύρνη 1899). μὲ τὸν Νικόλαο, ὁ ὁποῖος συνεχίζει τὴν παράδοσι τοῦ Θεοδοσίου ἱεροδιακόνου (δασκάλου τοῦ Πέτρου Πελοποννησίου) καὶ τοῦ Δημητρίου Λώτου (φίλου καὶ ἀλληλογράφου τοῦ Κοραῆ), ἡ Σμύρνη ἰσχυροποιεῖται ὡς κέντρο μουσικῆς παιδείας, ἀποκτῶντας εὐρύτερη αἴγλη καὶ ἐπιρροὴ (δίπλα ἀκριβῶς στὸ ῞Αγιον Ὅρος καὶ στὴν Κωνσταντινούπολι), ποὺ κράτησαν ὣς τὴν μικρασιατικὴ καταστροφή (αὔγουστος 1922).
Γεωργίου Πέτρος· βλέπε Πέτρος Γεωργίου ὁ Βυζάντιος.
Γρηγοριάδης Σταῦρος ἢ Σταυράκης ὁ ἐξ Αἴνου. ἦταν ἀριστερὸς ψάλτης στὸν ναὸ τῶν Εἰσοδίων στὸ Πέραν, ὅταν τὸ 1866 ἐκλήθη «ἔξωθεν» ὡς πρωτοψάλτης τοῦ πατριαρχικοῦ ναοῦ στὸ Φανάρι, ὅπου παρέμεινε μέχρι τῆς κοιμήσεώς του στὶς 29 ᾿Ιανουαρίου 1871.
Γρηγόριος πρωτοψάλτης, ἐπωνυμούμενος καὶ Λευίτης ἢ Λευιτίδης. ἀνέλαβε πρωτοψάλτης στὸν πατριαρχικὸ ναὸ τὸ 1819 μὲ λαμπαδάριό του τὸν Κωνσταντῖνο. πολυμαθὴς καὶ ἀκάματος μουσικός. γνωστὴ εἶναι ἡ προσφορὰ τοῦ Γρηγορίου στὴν ἐφεύρεσι καὶ καθιέρωσι τῆς νέας ἀναλυτικῆς μουσικῆς γραφῆς, τῆς νέας μεθόδου. ὁ θάνατος τὸν βρῆκε αἰφνιδίως τὸ 1821.