8. ᾿Εκκλησιαστικὴ μουσική — ἱστορία, θεωρία, μελοποιήσεις Μουσικολογικά ἀνάλεκτα 3. Τὸ μάθημα «Περίζωσαι»

 

ΜΟΥΣΙΚΟΛΟΓΙΚΑ ΑΝΑΛΕΚΤΑ

 

 

3. Τὸ μάθημα «Περίζωσαι»

 

Διονυσίου Ἀνατολικιώτου

δρος φιλοσοφικῆς σχολῆς Ἀθηνῶν,

μουσικολόγου - τυπικολόγου

symbole@mail.com

 

 

3. «Περίζωσαι τὴν ῥομφαίαν σου», Γρηγορίου Πρωτοψάλτου, ἦχος βαρύς, Μαθηματάριον (ἔτους 1851), σ. 14.

 

Περίζωσαι τὴν ῥομφαίαν σου ἐπὶ τὸν μηρόν σου, δυνατέ,

τῇ ὡραιότητί σου καὶ τῷ κάλλει σου·

καὶ ἔντεινε καὶ κατευοδοῦ καὶ βασίλευε

ἕνεκεν ἀληθείας καὶ πρᾳότητος καὶ δικαιοσύνης·

καὶ ὁδηγήσει με ἡ δεξιά σου.

Χαῖρε, τῶν προφητῶν τὸ κήρυγμα, πατριαρχῶν ἡ δόξα.

 

Τὸ «Περίζωσαι» εἶναι ἕνα διαδεδομένο μάθημα τοῦ πρωτοψάλ­του Γρηγορίου Λευίτου ἢ Λευιτίδου (1778-1821), τὸ ὁποῖο συνετέθη γιὰ νὰ ἀντικαθιστᾷ ἐναλλακτικὰ τὸ ἀρχαιότερο μάθημα «Ἄνωθεν οἱ προ­φῆται», ποὺ ψάλλεται πρὸ τῆς λειτουργίας στὴν περίπτωσι ποὺ ὁ ἀρχι­ερεὺς ἐνδύεται τὰ λειτουργικά του ἄμφια ἐκτὸς τοῦ ἱεροῦ βήματος. Τὸ συγκεκριμένο μάθημα εἶναι καλοφωνικὴ μελοποίησις σὲ ἦχο βαρὺ ὡρισμένων στίχων τοῦ Ψαλμοῦ 44 «᾿Εξηρεύξατο ἡ καρδία μου λόγον ἀγαθόν», ὁ ὁποῖος εἶναι ἐπίσης πολὺ γνωστός, διότι μελοποιεῖται ἀπὸ σπουδαίους μελουργοὺς ἤδη ἀπὸ τὸν 14ο αἰῶνα μέχρι τὰ νεώτερα χρό­νια (βλέπε μελοποιήσεις ᾿Ανδρέου Σιγηροῦ, Ξένου Κορώνη, ᾿Ιωάννου Κουκουζέλη, Πέτρου Μπερεκέτη, Γεωργίου Κρητός, Χουρμουζίου Χαρ­τοφύλακος, Γεωργίου ῾Ρυσίου, καὶ ἄλλων).

Συγκεκριμένα σημειώνει ὁ Γεώργιος Βιολάκης (1888) στὸ Τυπικὸ τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ ᾿Εκκλησίας· «Ἔστι δὲ πολυέλεος... τῶν θεο­μητορικῶν ἑορτῶν ὁ ψαλμὸς ΜΔ΄ Ἐξηρεύξατο ἡ καρδία μου» (Προθεω­ρία §20). Πολὺ παλαιότερα ὁ Νικηφόρος Βλεμμίδης (13ος αἰ.) στὸ ᾿Εκλογάριο, ποὺ αὐτὸς πρῶτος συνέθεσε, εἶχε ὁρίσει τὸν συγκεκριμένο ψαλμὸ ὡς ἐκλογὴ γιὰ τὴν δεσποτοθεομητορικὴ ἑορτὴ τῆς ῾Υπαπαντῆς (2 φεβρουαρίου). ᾿Ακριβῶς λόγῳ αὐτῆς τῆς χρήσεώς του ὁ ψαλμὸς 44 με­λοποιεῖται ὡς πολυέλεοςἐκλογὴ ἢ (ὀρθρινὸ) ἀντίφωνο τῶν θεομητο­ρικῶν ἑορτῶν ἀπὸ σπουδαίους μελουργοὺς ἤδη ἀπὸ τὸν 14ο αἰῶνα μέ­χρι τὰ νεώτερα χρόνια.

Ἂς σημειωθῇ ὅτι στοὺς πρώτους αἰῶνες ὁ συγκεκριμένος πολυέλεος μελοποιεῖται σὲ α΄ ἦχο, σπανιώτερα καὶ σὲ πλ. α΄, ἐνῷ μόλις τὸν 17ο αἰῶνα παρουσιάζεται καὶ σὲ δ΄ ἦχο ἀπὸ τὸν ἱερέα Μπαλάσιο. Στὸν 18ο αἰῶνα ἐπιβλητικὴ ἐμφανίζεται ἡ σύνθεσι τοῦ Πέτρου Μπερεκέτη ἐπίσης σὲ ἦχο δ΄, ἐνῷ στὸ τέλος τοῦ ἴδιου αἰῶνος μελοποιεῖται ἀπὸ τὸν Γεώργι­ο τὸν Κρῆτα καὶ σὲ ἦχο βαρύ. Στὸν ἑπόμενο αἰῶνα (19ο) ὁ ἴδιος πολυ­έλεος μελοποιήθηκε καὶ σὲ ἄλλους ἤχους (β΄, λέγετο, πλ. β΄ καὶ πλ. δ΄).

Κατὰ τὴν συνήθεια τῆς βιβλικῆς ἑβραϊκῆς ποιήσεως τὸ νόημα κάθε φράσεως ἐκτείνεται συνήθως σὲ δύο καὶ τρεῖς ἢ ἐνίοτε καὶ σὲ 4 στίχους τοῦ ποιήματος. Σήμερα θεωροῦμε –ἴσως κάπως αὐθαίρετα– ὅτι ὅλα αὐτὰ εἶναι ἕνας στίχος, ποὺ λέμε ὅτι ἀποτελεῖται κατὰ περίπτωσιν ἀπὸ δύο, τρία ἢ καὶ 4 ἡμιστίχια. Κατὰ τὴν μελοποίησι ὅμως τοῦ ψαλμοῦ ὡς πολυελέου οἱ ἐκκλησιαστικοὶ μελουργοὶ ἀκολουθοῦν τὴν ἀρχαία (καὶ φιλολογικῶς ὀρθότερη) διαίρεσι τῶν στίχων, ὁπότε τὸ «δικό μας» ἡμι­στίχιο τὸ μελοποιοῦν ὡς αὐτοτελῆ στίχο μὲ τὸ ἐφύμνιο ἀλληλούια στὸ τέλος, ἐνῷ δὲν εἶναι ἄγνωστο τὸ φαινόμενο σὲ κάποιες περιπτώσεις νὰ διχοτομοῦν ἀκόμη καὶ ἕνα τέτοιο ἡμιστίχιο σὲ δύο μέρη (δηλαδὴ ἕναν ἀρχαῖο στίχο σὲ δύο πραγματικὰ ἡμιστίχια), τὰ ὁποῖα ἐπίσης μελοποι­οῦν αὐτοτελῶς. Γι᾿ αὐτὸ τόσο στὰ ἐκκλησιαστικὰ χειρόγραφα ὅσο καὶ στὶς παλαιότερες ἔντυπες ἐκδόσεις τοῦ Ψαλτηρίου μέχρι τὸ τέλος τοὐ­λάχιστον τοῦ 18ου αἰῶνος ὁ χωρισμὸς τῶν ψαλμῶν σὲ στίχους εἶναι πολὺ διαφορετικὸς ἀπὸ αὐτὸν ποὺ ὑπάρχει στὶς νεώτερες καὶ σύγχρο­νες βιβλικὲς ἐκδόσεις. Κατὰ βάσιν ἡ μελοποίησι τῶν πολυελέων διασῴ­ζει τὴν ἀρχαία ἐκκλησιαστικὴ διαίρεσι τῶν ψαλμῶν σὲ πολλοὺς μικροὺς καὶ πραγματικοὺς στίχους.

Οἱ ψαλμικοὶ στίχοι ποὺ μελοποιεῖ ὁ Γρηγόριος πρωτοψάλτης σὲ ἕνα ἑνιαῖο αὐτόνομο μάθημα εἶναι οἱ ἑξῆς·

   Περίζωσαι τὴν ῥομφαίαν σου ἐπὶ τὸν μηρόν σου, δυνατέ,

τῇ ὡραιότητί σου καὶ τῷ κάλλει σου·

   καὶ ἔντεινε καὶ κατευοδοῦ καὶ βασίλευε

   ἕνεκεν ἀληθείας καὶ πρᾳότητος καὶ δικαιοσύνης·

   καὶ ὁδηγήσει σε θαυμαστῶς ἡ δεξιά σου. (Ψ 44: 3-4)

Στὰ μουσικὰ χειρόγραφα σταχυολογοῦνται ξεχωριστὲς μελοποιήσεις γιὰ κάθε ἕναν ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς στίχους, ἄλλοτε ἀνώνυμες ἢ μὲ τὸν χαρακτηρισμὸ «παλαιόν», ποὺ προφανῶς εἶναι καὶ οἱ παλαιότερες, καὶ ἄλλοτε ὑπὸ τὰ ὀνόματα κορυφαίων δημιουργῶν ὅπως τῶν ᾿Ανδρέου Σιγηροῦ, Ξένου Κορώνη καὶ ᾿Ιωάννου Κουκουζέλη τοῦ 14ου αἰῶνος. βέβαια δὲν μελοποιοῦνται ὡς αὐτόνομα μαθήματα, ἀλλὰ ἐντάσσονται μέσα στὴν συνολικὴ μελοποίησι ὅλων τῶν στίχων τοῦ ψαλμοῦ 44, παρ᾿ ὅτι ἤδη ἀπὸ τότε παραδίδονται ἰδιαίτερες καλοφωνικὲς μελοποιήσεις ἐπιλεγμένων στίχων ἄλλων ψαλμῶν-πολυελέων.

Στὸν 3ο στίχο τὸ ῥῆμα ἔντεινε σὲ πολλὲς σημερινὲς ἐκδόσεις συναν­τᾶται καὶ ὡς ἔντεινον· ὁ πρῶτος τύπος εἶναι προστακτικὴ ἐνεστῶτος, ὁ δεύτερος προστακτικὴ β΄ ἀορίστου. Διάφορα ἐκλεκτὰ χειρόγραφα (π.χ. κῶδιξ Λειμῶνος 65 τοῦ 11ου αἰῶνος, φ.87α· Burney MS 14 τοῦ 15ου αἰ., φ.53β· Burney MS 15 τοῦ 16ου αἰ., φ.71β), οἱ παλαιότερες λειτουργικὲς ἐκδόσεις τοῦ Ψαλτηρίου μέχρι τὸν 18ο αἰῶνα τοὐλάχιστον, τὰ ἄλλα λει­τουργικὰ βιβλία (μηναῖα, τυπικά, ἐκλογάρια, κ.λπ.), ὅλες οἱ μουσικὲς μελοποιήσεις τοῦ στίχου μέχρι σήμερα, ἀλλὰ καὶ ὅλοι οἱ ἐκκλησιαστικοὶ ἑρμηνευτὲς μέχρι τὸν Νικόδημο τὸν ᾿Αθωνίτη καὶ τὸν Πενταπόλεως Νε­κτάριο (Κεφαλᾶ) παραδίδουν τὸν τύπο ἔντεινε. Σύμφωνα λοιπὸν μὲ τὶς παραπάνω μαρτυρίες τῶν χειρογράφων καὶ τῆς λειτουργικῆς παραδό­σεως, ἀλλὰ καὶ ἐπειδὴ στὸν ἴδιο στίχο καὶ τὰ ἄλλα δύο ῥήματα εἶναι ἐπίσης σὲ χρόνο ἐνεστῶτα (κατευοδοῦ, βασίλευε), φαίνεται ὅτι ὁ ἐπι­κρατέστερος τύπος ἔντεινε εἶναι καὶ ὁ ὀρθότερος. ῾Ο στίχος ἔχει τὴν ἑξῆς ἔννοια· καὶ ἔντεινε = καὶ (σοῦ εὐχόμαστε) νὰ ἐπεκτείνῃς συνεχῶς καὶ νὰ αὐξάνῃς τὴν κυριαρχία σου· καὶ κατευοδοῦ = καὶ νὰ κατορθώ­νῃς αἰσίως καὶ μὲ ἐπιτυχία ὅ,τι ἐπιχειρεῖς· καὶ βασίλευε = καὶ νὰ βασι­λεύῃς παντοτινά, νὰ εἶσαι ὁ ἀδιαμφισβήτητος βασιλεύς.

῞Ολος ὁ ψαλμὸς 44 γενικῶς εἶναι γαμήλιο ᾆσμα καὶ εἰδικῶς ἐγκώμιο τοῦ νυμφίου βασιλέως (προφανῶς τοῦ Δαυίδ). Στὸ ψαλμικὸ ἀπόσπα­σμα τῶν 5 στίχων ποὺ μελοποιεῖ ὁ Γρηγόριος ἐξαίρεται ἡ λεβεντιά, ἡ ὡραιότητα καὶ ἡ δύναμι τοῦ νυμφίου, τὸ ὅτι βασιλεύει βασιζόμενος στὴν ἀλήθεια, στὴν πραότητα καὶ στὴν δικαιοσύνη, καὶ ἐπισημαίνεται ὅτι ἡ ἐπιδεξιότητά του θὰ τὸν ὁδηγήσῃ ἀσφαλῶς σὲ θαυμαστὰ κατορ­θώματα. Λόγῳ τοῦ περιεχομένου του ὅλος ὁ ψαλμὸς θεωρήθηκε ἀπὸ πολὺ νωρὶς ὡς μεσσιανικὸς καὶ ὅτι προφητικῶς καὶ ἀναγωγικῶς ἀναφέ­ρεται στὴν βασιλεία τοῦ νυμφίου Μεσσίου. ῾Ο ἀπόστολος Παῦλος πα­ραθέτει στίχους ἀπὸ τὸν 44 ψαλμὸ (῾Εβρ 1: 8-9 = Ψα 44: 7-8) ὡς λεγο­μένους ἀπὸ τὸν Πατέρα πρὸς τὸν Υἱό. Ἔτσι πλέον ὁ νυμφίος τοῦ ψαλ­μοῦ εἶναι σύμβολο καὶ προφητικὴ ὑποτύπωσι τοῦ β΄ προσώπου τῆς ἁγί­ας Τριάδος, τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος μὲ τὴν ἐνσάρκωσί του καὶ τὴν ἐπὶ γῆς πορεία του μέχρι τὸ θεῖον πάθος καὶ τὴν ἐκ νεκρῶν ἀνάστασί του γίνεται νυμφίος τῆς ἐκκλησίας καὶ νυμφίος τῆς ψυχῆς κά­θε πιστοῦ.

῾Ο τελευταῖος στίχος τοῦ παραπάνω ψαλμικοῦ κειμένου Καὶ ὁδηγή­σει σε θαυμαστῶς ἡ δεξιά σου μελοποιεῖται ἀπὸ τὸν Γρηγόριο διε­σκευασμένος ὡς ἑξῆς· Καὶ ὁδηγήσει με ἡ δεξιά σου· παραλείπεται δη­λαδὴ τὸ ἐπίρρημα θαυμαστῶς, ἐνῷ στὸ ῥῆμα ὁδηγήσει τὸ ἀντικείμενό του ἀπὸ β΄ πρόσωπο (σε) μετατρέπεται σὲ α΄ (με). Μὲ τὴν διασκευὴ αὐτὴ ἡ ἔννοια τοῦ στίχου καὶ ὅλου τοῦ ἀποσπάσματος μεταβάλλεται ἐλαφρῶς καὶ λαμβάνει ἕνα χριστοκεντρικώτερο νόημα. ῾Η μορφὴ τοῦ ἐπιγείου βασιλέως νυμφίου αἴρεται, καὶ ὅλο τὸ ἀπόσπασμα γίνεται τώ­ρα μία προσευχὴ πρὸς τὸν μεσσία Χριστό, τὸν ὁποῖο ὁ πιστὸς ἐπικαλεῖ­ται ὡς παντοδύναμο καὶ τὸν καλεῖ νὰ ἀναλάβῃ τὰ πνευματικά του ὅπλα, ὥστε νὰ ἐγκαθιδρύσῃ τὴν πνευματική του καὶ ἀκατάλυτη βασι­λεία. Μὲ τὸν τελευταῖο (διεσκευασμένο πλέον) στίχο ὁ ἴδιος ὁ πιστὸς ἀναφωνεῖ γεμάτος πίστι· «Καὶ ἔτσι, παντοδύναμε Κύριε, τὸ νικηφόρο δεξιό σου χέρι (δηλαδὴ ἡ θεία χάρις) θὰ μὲ ὁδηγήσῃ (στὸν πνευματικὸ ἀγῶνα καὶ στὴν τελικὴ νίκη)».

᾿Απὸ τὰ μέχρι τώρα στοιχεῖα δὲν εἶναι σαφὲς ἂν αὐτὴ ἡ τροποποίη­σι εἶναι ἠθελημένη διασκευὴ τοῦ Γρηγορίου ἢ ἂν ὀφείλεται σὲ ἄλλους λόγους, π.χ. σὲ χρῆσι χειρογράφου ἢ ἐντύπου μὲ αὐτὴν τὴν παραλλαγή, σὲ ἀντιγραφικὸ λάθος, ἢ σὲ προϋπάρχουσα μουσικὴ μελοποίησι μὲ τέ­τοια γραφή. Προφανῶς ἡ διασκευὴ αὐτὴ δὲν ἔχει γίνει μὲ διάθεσι «δι­ορθώσεως» τοῦ ψαλμικοῦ χωρίου, ἀλλὰ εἶναι μία θεμιτὴ τροποποίησι μέσα στὰ πλαίσια τῆς ἐκκλησιαστικῆς ποιήσεως, ὥστε τὸ βιβλικὸ ἀπόσπασμα νὰ λάβῃ πλέον τὴν μορφὴ καὶ διατύπωσι ἐκκλησιαστικοῦ ὕμνου καὶ νὰ θεωρηθῇ ὡς ἐκκλησιαστικὸ στιχηρό, μὲ βιβλικὴ προέλευσι σχεδὸν στὸ σύνολό του πλὴν μιᾶς λέξεως, διατηρῶντας πάντως τὸ βιβλικὸ νόημα καὶ πνεῦμα, γιὰ νὰ μελοποιηθῇ στὴν συνέχεια καλοφωνι­κῶς ὅπως καὶ τὰ ὑπόλοιπα στιχηρὰ τοῦ μαθηματαρίου.

᾿Επίσης μπορεῖ νὰ νοηθῇ ὁ διασκευασθεὶς ὕμνος ὡς λεγόμενος σὲ μία ἀκολουθία ἐκ προσώπου τοῦ χοροστατοῦντος ἀρχιερέως. Εἶναι σὰν νὰ εὔχεται ὁ ἀρχιερεὺς –μέσῳ τῶν ψαλτῶν– νὰ τὸν ὁδηγήσῃ τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ τόσο στὸ λειτουργικό του ἔργο ὅσο καὶ στὰ λοιπὰ ἀρχιερατικὰ καὶ ποιμαντικά του καθήκοντα, διότι ἔτσι πραγματώνεται ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ στὴν ἐκκλησία τῶν πιστῶν.

Μετὰ τὸ ψαλμικὸ κείμενο, ἐπακολουθεῖ ἕνα ἐκτενὲς κράτημα, καὶ τέλος ὁ Γρηγόριος σὰν κατακλεῖδα τοῦ μαθήματός του χρησιμοποιεῖ τὸν ἑξῆς στίχο·

   Χαῖρε, / τῶν προφητῶν τὸ κήρυγμα, / πατριαρχῶν ἡ δόξα.

Πρόκειται γιὰ ἐξωβιβλικὸ κείμενο, ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἂν ἐξαιρεθῇ ἡ προσφώ­νησι Χαῖρε, προκύπτει τέλειος ἰαμβικὸς δεκαπεντασύλλαβος στίχος. Σὲ παλαιότερες καλοφωνικὲς συνθέσεις συναντοῦμε δύο προδρομικὲς πα­ραλλαγὲς αὐτῆς τῆς προσθήκης.

         α) τὸ τῶν ἀνάκτων καύχημα, πατριαρχῶν ἡ δόξα.

         β) ἐκκλησιῶν ὁμόνοια, πατριαρχῶν ἡ δόξα.

Tὴν α΄ παραλλαγὴ παραδίδουν ὁ Ξένος Κορώνης (στὸν 14ο αἰ.) καὶ ὁ Δημήτριος Ταμίας (μὲ ἀκμὴ στὸν 17ο αἰ.), καὶ τὴν β΄ οἱ μελοποιοὶ ᾿Ιωάννης Κλαδᾶς (15ος αἰ.), ᾿Αντώνιος ᾿Επισκοπόπουλος (16ος αἰ.), Νι­κόλαος Στριάνος ἱερεὺς καὶ Κοσμᾶς Βαράνης μοναχός (ἀμφότεροι περὶ τὸ 1600), καὶ Γεώργιος ῾Ραιδεστηνὸς ὁ Α΄ (17ος αἰ.). ῾Η παραλλαγὴ ποὺ χρησιμοποιεῖται ἀπὸ τὸν Γρηγόριο προϋπάρχει ἤδη στὸν πολυέλεο τοῦ Πέτρου Μπερεκέτου (ὅμως σὲ ἄλλο στίχο τοῦ ἴδιου ψαλμοῦ)· ἀπὸ ἐκεῖ τὸν ἴδιο ἰαμβικὸ χαιρετισμὸ ἐπαναλαμβάνουν καὶ οἱ Γεώργιος Κρής, Χουρμούζιος Χαρτοφύλαξ, Γεώργιος ῾Ρύσιος καὶ ἄλλοι (ὅταν μελοποι­οῦν τὸν ἴδιο πάντοτε ψαλμό).

῾Η προσθήκη στοὺς στίχους τοῦ πολυελέου τέτοιων συντόμων ἐξω­ψαλμικῶν κειμένων (ἐδῶ ἑνὸς ἐγκωμιαστικοῦ χαιρετισμοῦ πρὸς τὴν Θεοτόκο) εἶναι παλαιότατη πρακτική, γνωστὴ ἤδη πρὶν ἀπὸ τὸν 14ο αἰῶνα. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ἐπιτυγχάνεται ἡ μετατροπὴ ἑνὸς ποιητικοῦ κειμένου ποὺ ἔχει διαφορετικὸ ἢ ἔστω «οὐδέτερο» ἐννοιολογικὸ περιε­χόμενο σὲ ποίημα κατάλληλο γιὰ τὴν τιμὴ καὶ ἀνύμνησι ἑνὸς ἄλλου ἑορ­τολογικοῦ γεγονότος ἢ ὁ ἐγκωμιασμὸς ἑνὸς διαφορετικοῦ ἱεροῦ προσώ­που· ἐδῶ συγκεκριμένα τὸ ἀπόσπασμα ἑνὸς μεσσιανικοῦ ψαλμοῦ ἐμβο­λιάζεται μὲ ἕναν θεομητορικὸ χαιρετισμὸ καὶ ἐν μέρει μεταβάλλεται σὲ ἐγκώμιον τῆς θεομήτορος, χωρὶς ὅμως νὰ χάνῃ καὶ τὴν πρωταρχικὴ ὑμνολογικὴ ἀναφορά του πρὸς τὸν Κύριο. Καὶ αὐτό, διότι κατὰ πρῶ­τον καὶ κύριο λόγο τῶν προφητῶν τὸ κήρυγμα καὶ τῶν πατριαρχῶν ἡ δόξα εἶναι ἀσφαλῶς τὸ ἴδιο τὸ πρόσωπο τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ· εἰδικὰ μάλιστα αὐτὸ ἰσχύει γιὰ τοὺς ἀρχιερεῖς, οἱ ὁποῖοι εἶναι διάδοχοι τῶν προφητῶν καὶ τῶν ἀποστόλων.

᾿Επειδὴ ὁ στίχος Χαῖρε, τῶν προφητῶν τὸ κήρυγμα, πατριαρχῶν ἡ δόξα ἔχει χρησιμοποιηθῆ πολλάκις ὡς θεομητορικὸς χαιρετισμὸς πρὶν ἀπὸ τὸν Γρηγόριο, εἶναι βέβαιο ὅτι καὶ στὸ παρὸν μάθημα τοῦ Γρηγορί­ου ἐννοεῖται ἐπίσης μὲ θεομητορικὴ χροιά. Ἔτσι ἡ ἐξύμνησις τοῦ προσ­ώπου τῆς Θεοτόκου, εἰδικὰ στὴν ἐκκλησιαστικὴ ποίησι, δὲν γίνεται αὐ­τόνομα, ἀλλὰ συνδέεται μὲ τὸν σημαντικὸ καὶ κομβικὸ ῥόλο ποὺ δια­δραμάτισε ἡ ταπεινὴ παρθένος τῆς Ναζαρὲτ στὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Ἔτσι ὑμνῶντας τὸν Κύριο ὁ πιστὸς αἰ­σθάνεται τὴν ἀνάγκη νὰ ἀναφερθῇ ἐπίσης ἐγκωμιαστικὰ καὶ στὴν ἀει­πάρθενο μητέρα του. ῞Ενα παράδειγμα τέτοιου τρόπου δοξολογίας τοῦ Κυρίου περιγράφεται καὶ στὸ εὐαγγέλιο. ῞Οποτε ὁ Κύριος δίδασκε στὸν λαὸ τὶς θεόπνευστες ἀλήθειες περὶ προσευχῆς, βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ πνευματικοῦ ἀγῶνος, καὶ καθὼς ἐπισφράγιζε τὴν διδασκαλία του μὲ θαυμαστὲς θεραπεῖες καὶ ἄλλες θεοσημεῖες, οἱ ἀκροατές του κατα­λαμβάνονταν ἀπὸ θαυμασμὸ καὶ ἐνθουσιασμὸ γιὰ τὸ πρόσωπό του. Σὲ μία τέτοια περίπτωσι μᾶς διηγεῖται ὁ ἱερὸς εὐαγγελιστὴς γιὰ μία γυ­ναῖκα ποὺ θέλησε νὰ ἐπαινέσῃ τὸν ᾿Ιησοῦ μὲ τὸν ἑξῆς τρόπο· Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ λέγειν αὐτὸν ταῦτα ἐπάρασά τις γυνὴ φωνὴν ἐκ τοῦ ὄχλου εἶπεν αὐτῷ· Μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καὶ μαστοὶ οὓς ἐθήλασας (Λκ 11:27). ῾Η ἐκκλησιαστικὴ ὑμνογραφία πολὺ συχνὰ λαμ­βάνει τὰ θέματά της καὶ τοὺς τρόπους ἐκφράσεώς της ἀπὸ τὴν Βίβλο, τὴν ὁποία συνειδητὰ καὶ εὐλαβῶς χρησιμοποιεῖ, ἀντιγράφει, μιμεῖται, ἀναπτύσσει καὶ ἑρμηνεύει.

Στοὺς πολυελέους μελοποιεῖται πρῶτα ὁ ψαλμικὸς στίχος καὶ συν­ημμένως τὸ πρόσθετο ἐξωψαλμικὸ κείμενο, μετὰ τὸ ὁποῖο ἀκολουθεῖ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον τὸ γνωστὸ ἐφύμνιο ἀλληλούια, ποὺ ἀποτελεῖ τὴν συνή­θη κατακλεῖδα τῶν στίχων κάθε πολυελέου. ᾿Ενίοτε ὅμως συναντᾶται –ἂν καὶ περιωρισμένο– τὸ φαινόμενο σὲ κάποιους στίχους νὰ παραλείπε­ται τὸ ἀλληλούια, εἰδικὰ ἂν ἡ ἐξωψαλμικὴ προσθήκη τελειώνει μὲ κάποια ἄλλη φράσι παρομοίως δοξολογικὴ ὅπως «εὐλογεῖτε», «δόξα», «εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας» κλπ.. Πολὺ περισσότερο ὁ Γρηγόριος στὴν παροῦσα μελοποίησι παραλείπει τὸ ἐφύμνιο ἀλληλούια, ἀφοῦ δὲν μελο­ποιεῖ ὁλόκληρο τὸν πολυέλεο κατὰ στίχο, ἀλλὰ ἕνα μουσικὸ μάθημα ποὺ συνήρμοσε ὁ ἴδιος ἀπὸ τὸ κείμενο τοῦ ψαλμοῦ. Γι᾿ αὐτὸ τὸ συγκε­κριμένο μάθημά του περατοῦται μὲ τὴν λέξι δόξα.

Ἂς προσπαθήσουμε τώρα νὰ ἀπαντήσουμε στὸ εὔλογο ἐρώτημα γιατί ὁ Γρηγόριος ἐπέλεξε νὰ μελοποιήσῃ τοὺς συγκεκριμένους στίχους, προκειμένου νὰ φτιάξῃ ἕνα νεώτερο μάθημα, ποὺ θὰ ψάλλεται κατὰ τὴν ἔνδυσι τοῦ ἀρχιερέως ἐκτὸς τοῦ ἱεροῦ βήματος, στὸ τέλος τοῦ ὄρθρου καὶ πρὸ τῆς λειτουργίας, ἐναλλακτικὰ μὲ τὸ ἀρχαῖο μάθημα Ἄνωθεν οἱ προφῆται.

Πρῶτ᾿ ἀπ᾿ ὅλα οἱ στίχοι αὐτοὶ ἔχουν μεγάλη λειτουργικὴ χρῆσι στὶς ἐκκλησιαστικὲς ἀκολουθίες, καθὼς χρησιμοποιοῦνται ὡς β΄ ἀντίφωνο στὴν λειτουργία κατὰ τὴν ῾Υπαπαντὴ τοῦ Κυρίου (2 φεβρουαρίου).

Δεύτερον, στὸ Μέγα Εὐχολόγιον ὑπάρχει ἡ ἑξῆς διάταξις γιὰ τὴν ὥρα ποὺ οἱ λειτουργοὶ ἐνδύονται τὰ ἄμφιά τους· «Εἶτα λαβὼν τὸ ὑπο­γονάτιον, εἰ ἔστι πρωτοσύγκελλος τῆς Μεγάλης ᾿Εκκλησίας ἢ ἄλλος τις ἔχων ἀξίωμα, καὶ εὐλογήσας αὐτὸ καὶ ἀσπασάμενος λέγει· Περίζωσαι τὴν ῥομφαίαν σου ἐπὶ τὸν μηρόν σου, δυνατέ, τῇ ὡραιότητί σου καὶ τῷ κάλλει σου· καὶ ἔντεινε καὶ κατευοδοῦ καὶ βασίλευε ἕνεκεν ἀληθεί­ας καὶ πρᾳότητος καὶ δικαιοσύνης· καὶ ὁδηγήσει σε θαυμαστῶς ἡ δεξιά σου· πάντοτε, νῦν καὶ ἀεί, καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν». Τὸ ἴδιο ἀκριβῶς λέγεται καὶ κατὰ τὴν ἔνδυσι τοῦ ἀρχιερέως.

Τρίτον, ἂς λάβουμε ὑπόψιν ὅτι ὁ Κωνσταντῖνος Βυζάντιος, ποὺ ἦταν ὁ διάδοχος τοῦ Γρηγορίου, δὲν εἶχε ἀκόμη συντμήσει τὸ ἀρχαῖο μάθημα «Ἄνωθεν οἱ προφῆται»· ἑπομένως τὸ μάθημα τοῦ Γρηγορίου ὡς συντο­μώτερο τοῦ ἀρχαίου θὰ ἦταν χρήσιμο καὶ γιὰ πρακτικοὺς λόγους.

᾿Εκτὸς ὅμως ἀπὸ τὰ παραπάνω ὑπάρχουν καὶ ἄλλα ἐνδιαφέροντα στοιχεῖα. Σήμερα γιὰ τὴν ὥρα τῆς ἐκτὸς τοῦ βήματος ἐνδύσεως τοῦ ἀρ­χιερέως τὰ μόνα γνωστὰ καὶ ψαλλόμενα μαθήματα εἶναι τὸ ἀρχαῖο «Ἄ­νωθεν οἱ προφῆται» καὶ τὸ ἐξεταζόμενο «Περίζωσαι»· καὶ μόνο γιὰ τὸ Πάσχα ἔχει ἀπομείνει σὰν ἐξαίρεσι τὸ ἀργὸ δοξαστικὸ «᾿Αναστάσεως ἡμέρα». Σὲ πολλὰ χειρόγραφα ὅμως μαρτυρεῖται ὅτι παλαιότερα ψάλ­λονταν ἐναλλακτικὰ στὴν ἴδια περίστασι καὶ ἄλλα μαθήματα, περισσό­τερα ἀπὸ 10. ᾿Ιδοὺ μερικὲς τέτοιες μαρτυρίες (ἀπὸ 19 διαφορετικὰ χειρόγραφα)·

— ἦχος πλ. α΄· Δεῦτε συμφώνως οἱ πιστοί (Παντελεήμονος 967, ἀρχαὶ 18ου αἰ., φ.175β ἁγ. Στεφάνου Μετεώρων 127, γ΄ τέταρτο 18ου αἰ., φ.182α).

— Δεῦτε χριστοφόροι λαοί, βοήσωμεν συμφώνως (Ξενοφῶντος 293, ἔτους 1671, φ.225β· ἁγ. Στεφάνου Μετεώρων 19, α΄ ἥμισυ 18ου αἰ. φ.258β· ἁγ. Στεφάνου Μετεώρων 127, γ΄ τέταρτο 18ου αἰ., φ.173β· Παντελεήμονος 1012, ἔτους 1768, φ.149α).

῞Οταν ἐνδύεται ὁ ἀρχιερεύς· ᾿Εν θρόνῳ καθήμενος... (Παντελεή­μονος 969, περὶ 1730-1750, φ.129β· Παντελεήμονος 1012, ἔτους 1768, φ.138β, 148α· κῶδιξ Μεταμορφώσεως Μετεώρων 92, ἔτους 1772, φ.87β· ἁγ. Στεφάνου Μετεώρων 19, α΄ ἥμισυ 18ου αἰ. φ.269β· ἁγ. Στεφάνου Μετεώρων 127, γ΄ τέταρτο 18ου αἰ., φ.181β· Διονυσίου 575, ἔτους 1764, φ.167α· Παντελεήμονος 977, περὶ 1815-1820, φ.348β).

— Εἰς τὸν οἰκουμενικὸν πατριάρχην... Λόγε Πατρὸς καὶ συμφυὲς / Πνεῦμα, ταυτότης μία... (Μ. Προφ. ᾿Ηλιοὺ (῞Υδρας) 597, τέλη 17ου αἰ., φ. 207β· ἁγ. Στεφάνου Μετεώρων 19, α΄ ἥμισυ 18ου αἰ. φ.254β· ἁγ. Στεφάνου Μετεώρων 127, γ΄ τέταρτο 18ου αἰ., φ.170α· Διονυσίου 571, ἔτους 1807, φ.180β).

— Τὸ παρὸν ψάλλεται ὅταν ἐνδύεται ὁ ἀρχιερεύς· Σὲ μεγαλύνομεν τὴν ὄντως Θεοτόκον, / ἄσπιλε παναμώμητε ἄφθορε παναγία, / χαίροις ἁγία τράπεζα φέρουσα θεῖον ἄρτον... (Παντελεήμονος 1008, δ΄ τέταρτο 17ου αἰ., φ.136α· Παντελεήμονος 967, ἀρχαὶ 18ου αἰ., φ.286α· Σινὰ 1305, α΄ ἥμισυ 18ου αἰ., 156α· Παντελεήμονος 927, β΄ ἥμισυ 18ου αἰ., φ.98α· Γρηγορίου 31, β΄ ἥμισυ 18ου αἰ., φ.150β· ἁγ. Στεφάνου Μετε­ώρων 127, γ΄ τέταρτο 18ου αἰ., φ.177α· κῶδιξ Σταυρουπόλεως 49, ᾿Ανθο­λογία ἔτους 1779, φ.250α· Διονυσίου 571, ἔτους 1807, φ.183α)

— ῞Ετερον ὅταν φορένῃ ὁ ἀρχιερεύς... Νεάγιε. Σήμερον στολίζεται ἡ ἐκκλησία, / σήμερον στολίζεται ὁ φωστὴρ τῆς ἐκκλησίας, / τὴν ἀρχιερατικὴν στολὴν ἐνδυσάμενος... (Παντελεήμονος 1012, ἔτους 1768, φ.152β· Σταυρουπόλεως 49, ᾿Ανθολογία ἔτους 1779, φ.553α).

— ἦχος βαρύς· Σὲ μεγαλύνομεν· Τὴν πύλην τὴν οὐράνιον (Παντε­λεήμονος 1012, ἔτους 1768, φ.145β· Παντελεήμονος 998, ἔτους 1818, φ.293α).

— ἦχος δ΄· Τὴν ὄντως θεοτόκον· Βάτον σε ἀκατάφλεκτον (Παντε­λεήμονος 1012, ἔτους 1768, φ.138β).

— ῞Υψιστε πάντων δέσποτα... (ἁγ. Στεφάνου Μετεώρων 19, α΄ ἥμι­συ 18ου αἰ. φ.263α).

— ἦχος βαρύς· Ψάλλων Δαυὶδ σὸς προπάτωρ (Παντελεήμονος 1012, ἔτους 1768, φ.138β).

— ῞Ετερον... ψάλλεται ἔνδον τοῦ ἁγίου Τάφου, ὅταν ἐνδύουσι τὸν πατριάρχην· ἦχος δ΄· ῾Ως ζωηφόρος, ὡς παραδείσου ὡραιότερος... (Ξενοφῶντος 293, ἔτους 1671, φ.223β· Μεταμορφώσεως 282, ἀρχὲς 18ου αἰ., φ.112β).

᾿Ιδιαίτερο ἐνδιαφέρον παρουσιάζει τὸ χφ 238 τῆς μονῆς Λειμῶνος στὴν Λέσβο, γραφὲν περὶ τὸ 1700 ἢ ἴσως καὶ λίγο νωρίτερα, στὸ ὁποῖο σῴζεται μελοποίησις τοῦ «Περίζωσαι» σὲ ἦχο βαρὺ μὲ τὴν ἔνδειξι «ὅταν ἐνδύουσι (sic) τὸν πατριάρχην εἰς τὸν ἅγιον Τάφον». ᾿Επίσης στὸν μεταγενέστερο ἁγιορειτικὸ κώδικα Παντελεήμονος 977, περὶ τὰ ἔτη 1815-1820, φ.333α, σημειώνεται· «῞Οταν ἐνδύηται ὁ ἀρχιερεὺς ψάλ­λεται τὸ παρόν· κὺρ Πέτρου Μπερεκέτη· ἦχος δ΄· Περίζωσαι τὴν ῥομ­φαίαν σου» (εἶναι ὁ στίχος ἀπὸ τὸν γνωστὸ πολυέλεο τοῦ Μπερεκέτη). ᾿Ενῷ σὲ ἄλλους κώδικες (ἐνδεικτικῶς· Παντελεήμονος 993, περὶ τὸ 1680, φ.146β· Παντελεήμονος 1005, ἀρχὲς 18ου αἰ., φ.244β· Μεταμορφώσεως 282, ἀρχὲς 18ου αἰ., φ.118β) σημειώνεται παρόμοια μεταχείρισι γιὰ ἄλλον στίχο τοῦ ἴδιου ψαλμοῦ· «῞Ετερον μάθημα· τοῦ Χρυσάφη· πλ. δ΄· Ἔντεινε καὶ κατευοδοῦ». Οἱ μαρτυρίες αὐτὲς δείχνουν ὅτι ἡ ἐπιλογὴ τοῦ Γρηγορίου δὲν ἦταν αὐθαίρετη, ἀλλὰ προϋπῆρχε παράδοσι νὰ χρη­σιμοποιοῦνται αὐτοὶ οἱ στίχοι τοῦ 44 ψαλμοῦ σὲ καλοφωνικὴ μελοποίη­σι κατὰ τὴν ἔνδυσι τοῦ ἀρχιερέως.

Τέλος στὰ χειρόγραφα δηλώνεται ὅτι τὸ παρὸν μάθημα «ἐμελοποιή­θη παρ᾿ ἐμοῦ Γρηγορίου λαμπαδαρίου δι᾿ αἰτήσεως τοῦ σεβαστοῦ γέ­ροντος ἁγίου ᾿Εφέσου κυρίου Διονυσίου» (Παντελεήμονος 915, 934, 988· Διονυσίου 690 κ.ἄ.)· ἄρα ὁ Γρηγόριος μελοποίησε τὸ ἐν λόγῳ μά­θημα ὄχι μὲ δική του πρωτοβουλία, γεγονὸς ποὺ τὸν ἀπαλλάσσει καὶ ἀπὸ κάθε ὑπόνοια περὶ καινοτομίας. Σημειωτέον ἐπίσης ὅτι ἐμελούρ­γησε τὴν νέα σύνθεσι ὅταν ἦταν ἀκόμη λαμπαδάριος (ἄρα πρὸ τοῦ 1819), διότι κατὰ τὴν τάξιν πρῶτα ψάλλεται ἡ ἀρχαία φήμη «Τὸν δε­σπότην καὶ ἀρχιερέα» ἀπὸ τὸν δεξιὸ χορὸ καὶ κάτοπιν τὸ ἑπόμενο μά­θημα («Ἄνωθεν»«Περίζωσαι») ἀπὸ τὸν ἀριστερὸ χορό.

῾Η μελοποίησι τοῦ Γρηγορίου εἶχε ἀμέσως εὐρεῖα ἀπήχησι, ἀνθολο­γήθηκε τόσο σὲ χειρόγραφα ὅσο καὶ σὲ ἔντυπα μουσικὰ βιβλία, καὶ κα­θιερώθηκε μέχρι σήμερα. Παρὰ ταῦτα τὸ παράδειγμά του δὲν εἶχε συν­έχεια καὶ δὲν γνωρίζουμε νὰ ὑπάρχουν νεώτερες μελοποιήσεις ἄλλων στίχων τοῦ ἴδιου ψαλμοῦ ὡς μαθημάτων. ῾Υπῆρξαν ὅμως διάφορες συν­τμήσεις τοῦ «Περίζωσαι» στὰ νεώτερα χρόνια. ῾Η πιὸ διαδεδομένη σύντμησι συναντᾶται στὴν Μουσικὴ συλλογὴ τοῦ Πρωγάκη (β΄ τόμος, Κων/πολις 1910), ὅπου δημοσιεύεται λιγώτερο ἀπὸ τὸ μισὸ μάθημα, πε­ρικομμένο μέχρι τὴν φράσι Καὶ βασίλευε, χωρὶς τὰ ὑπόλοιπα ψαλμικὰ λόγια, χωρὶς τὸ κράτημα καὶ χωρὶς τὴν ἐξωψαλμικὴ κατακλεῖδα. Φυσι­κὰ μὲ αὐτὴν τὴν ἄγρια περικοπὴ καταστρέφεται ἡ δομὴ τοῦ καλοφωνι­κοῦ μέλους καὶ τὸ μάθημα εἶναι ἀτελέστατο. Δυστυχῶς οἱ νεώτεροι γνώρισαν τὴν ἐν λόγῳ μελοποίησι τοῦ Γρηγορίου κυρίως ἀπὸ τὴν λειψὴ μορφή της στὴν ἔκδοσι τοῦ Πρωγάκη, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ τὸ διασκευάζουν συχνά. Σπανίως σὲ κάποιες ἄλλες ἐκδόσεις παρατίθεται μία πληρέστε­ρη μορφὴ τοῦ ἐν λόγῳ μαθήματος, στὴν ὁποία διασῴζεται σχεδὸν ὅλη ἡ μελοποίησι τοῦ ψαλμικοῦ κειμένου καὶ τῆς κατακλεῖδος, ἀλλὰ πάλι πε­ρικόπτεται τὸ κράτημα ἐκτὸς ἑνὸς πολὺ μικροῦ τμήματος. Αὐτὴ ἡ ἐλλι­πὴς γνῶσι τοῦ πλήρους καὶ αὐθεντικοῦ μαθήματος ἔχει ὁδηγήσει μάλι­στα καὶ σὲ πολλὲς παρερμηνεῖες ὡς πρὸς τὰ ἰδιώματα τοῦ ἤχου, τὶς ἕλξεις καὶ τὰ λοιπὰ φαινόμενα τοῦ μέλους ποὺ πρέπει νὰ ἐφαρμοστοῦν κατὰ τὴν ἐκτέλεσί του.

 

Τὸ κείμενον τῆς καλοφωνίας. ἦχος Ú ζω

[μέλος] Περί... A ιι... q ιι... 1 ιι... χι S ιι... χιιχιιχιι A

ιι... q ιι... A ιι... A περι περίζωσαι A

τὴν ῥομφαι... χαι... z αι... 1 αια... τὴν ῥομφαίαν σου... z

ἐπὶ τὸν μηρόν σου, δυνα... α f α δυνατέ S

τῇ ὡραιότητί σου... f ου... a καὶ τῷ κα... χα a

καὶ τῷ κάλλει... καὶ τῷ κάλλει σου f ου... a

καὶ ἔντει... καὶ ἔντεινε F καὶ κατευοδοῦ a

καὶ βασίλε καὶ βασίλευε... A ε... z εχε... S

εχε...χε... χε... ενε... ἕνεκεν S ἀληθεί...χειας

καὶ πραό... χο... χο... καὶ πραότητος A καὶ δικαιοσύ... f υ..νης q

καὶ ὁδηγήσει με z η δεξιά... χα η δεξιά σου S

[κράτημα] Εριρέμ τεριρέμ S τεριρε... ρι f ριρε... ρι f ρι ρερεμ S

ερερε... ρι f ρι ρερεμ S ερερε... ρι f ριρε ρερε S

ριρερι f ρι...ρε Q ριρερι f ρι...ρεμ A εριρε... ρι f ρι ρερε a

ριρερι f ρι... ρε q ριρε ριρι f ρι...ρεμ τερερε q

ριρε... ρεμ A εριρερεμ τερερε...ριρε z ριρε... ρερεμ a

εριριρε... ρερεμ a εριρε... ρερεμ F ριρε ριρι f ρι...ρεμ a

ριρε... ριρεμ A εριρε...ρερεμ S ερερε... ριρεμ 5

ερερε... ρερεμ S εριρεμ... ριρεμ U τερερι... ρερεμ a

ριρερι... τερερεμ U ερερε... ριρι f ριρεμ 5 ερερε... ρερεμ A

[κατακλείς] Χαῖ... eαιρε τῶν προφητῶν τὸ κήρυ... τὸ κήρυγμα S

πατριαρχῶν ἡ δό... χο ἡ δόξα (A)

 

Γιὰ τὸν βαρὺ ἦχο ὁ Χρύσανθος ὁ ἐκ Μαδύτων γράφει τὰ ἀκόλουθα στὴν Εἰσαγωγή (σελ. 43-44)· «Ἔχει ἴσον εἰς τὴν παπαδικὴν καὶ εἰς τὸ καλοφωνικὸν εἱρμολόγιον τὸν ζω, καθὼς εὐγαίνει μὲ τὰ διαστήματα τοῦ διαπασῶν συστήματος». «Οὗτος ὁ ζω κατὰ τὸ διαπασῶν δὲν εἶναι στε­ρεός, καὶ τὰ ἐκ τούτου τοῦ ζω διαστήματα ζω-νη νη-πα εἶναι ἴσα μὲ τὰ γα-δι δι-κε». «Εἰς δὲ τὴν παπαδικὴν (μεταχειρίζεται τὴν διατονικὴν κλίμακα) κατὰ τὸ διαπασῶν». ῾Ο ἴδιος διδάσκαλος στὸ Μέγα Θεωρητι­κὸν ἀναφέρει καὶ τὰ ἑξῆς. ῾Ο βαρὺς «εἰς τὸ παλαιὸν στιχηράριον καὶ εἰς τὰ παπαδικὰ μεταχειρίζεται τὴν διατονικὴν κλίμακα» (σ. 163 §363). «Εἰς τὸ παλαιὸν στιχηράριον καὶ εἰς τὴν παπαδικὴν κατὰ τὰς διαφό­ρους ἰδέας ἔχει καὶ τοὺς δεσπόζοντας φθόγγους διαφόρους» (§364). ῾Ως πρὸς τὶς καταλήξεις ὅταν ὁ βαρὺς «μεταχειρίζηται τὴν διατονικὴν κλίμακα, ἀτελῶς μὲν λήγει εἰς τὸν δι, ἐντελῶς δὲ εἰς τὸν πα καὶ εἰς τὸν ζω, τελικῶς δὲ εἰς τὸν ζω» (σ. 164 §365)· καταλήξεις ἐντελεῖς στὸν γα γίνονται κατὰ τὴν ἐναρμόνιο κλίμακα. «῾Ο δὲ κατὰ τὰ παπαδικὰ βαρὺς ἦχος διαφέρει ἀπὸ τοὺς ἄλλους ὅλους κατὰ τὸ ἴσον καὶ τὰς καταλή­ξεις» (§367).

῾Ο Χουρμούζιος στὴν δική του Εἰσαγωγὴ διαφοροποιεῖται ἀπὸ τὸν Χρύσανθο· «῞Οταν δὲ ὁδεύῃ στιχηραρικῶς ἢ εἱρμολογικῶς τότε θέλει κλίμακα ἐναρμόνιον καὶ τότε ἔχει ἴσον πάλιν τὸν αὐτὸν ζω, πλὴν καθὼς ἐβγαίνει μὲ τὰ διαστήγματα τοῦ τροχοῦ, τουτέστι βαρύτερον ἡμιτόνῳ. Καὶ ἐπειδὴ αὐτὸς ὁ ἐναρμόνιος ζω παραβαλλόμενος μὲ τὸν ζω τοῦ δια­πασῶν συστήματος δὲν εἶναι στερεός, καὶ τὰ τούτου τοῦ ἐναρμονίου ζω διαστήματα ζω-νη νη-πα εἶναι ὅμοια μὲ τὰ διαστήματα τοῦ γα-δι δι-κε...». Αὐτὸ ἀκριβῶς γράφει καὶ ὁ Στέφανος Λαμπαδάριος στὴν Κρη­πῖδα του.

῾Ο Δ. Παναγιωτόπουλος στὸ βιβλίο του «Θεωρία καὶ Πρᾶξις» σημει­ώνει γιὰ τὸν βαρὺ μεταξὺ ἄλλων καὶ τὰ ἑξῆς· «Διατονικὴν κλίμακα μὲ βάσιν τὸν ζω χρησιμοποιεῖ ὁ βαρὺς εἰς μέλη παπαδικὰ κατὰ τὸ πλεῖ­στον. Εἰς τὴν κλίμακα αὐτὴν τὸ τετράχορδον Πα-νη-ζω-κε βαίνει κατὰ τὰ αὐτὰ ἀκριβῶς διαστήματα μὲ τὸ διατονικὸν τετράχορδον Δι-Γα-Βου-Πα· ἐκ τούτου προέρχεται ἡ ὁμοιότης τοῦ μέλους τοῦ βαρέος ἤχου πρὸς τὸ εἱρμολογικὸν μέλος τοῦ δ΄ ἤχου (κατὰ τὸ τετράχορδον Δι-Γα-Βου-Πα)» (σ. 226). Σημειωτέον ὅτι ὡς εἱρμολογικὸν μέλος τοῦ δ΄ ἤχου ἐννο­εῖ ἐδῶ ὁ Παναγιωτόπουλος τὸν λέγετο (ὅπως ἐξηγεῖ στὴν σ. 197 τοῦ βιβλίου του). Καὶ συνεχίζει γιὰ τὸν βαρύ· «Εἰς μέλη τοῦ βαρέος διατο­νικοῦ συχνὰ οἱ φθόγγοι Γα καὶ Κε λαμβάνονται μὲ δίεσιν, ὁ δὲ Βου μὲ ὕφεσιν». «῞Οσον ἀφορᾷ δὲ τὸ σύστημα, τὸ διατονικὸν μέλος ἐκ τοῦ ζω ἀκολουθεῖ κλίμακα κατὰ τὸ διαπασῶν» (σ. 226). «Τὰ διατονικὰ μέλη ἐκ τοῦ ζω φθάνουν ἐπὶ τὸ ὀξὺ μὲν μέχρι τοῦ ἄνω βου, ἐπὶ τὸ βαρὺ δὲ μέχρι τοῦ κάτω δι» (σελ. 224). «Ἄλλα μέλη ἐκτείνονται ἐπὶ τὸ ὀξὺ ἀπὸ τῆς βάσεως τέσσαρας φωνὰς κατὰ τὸ πλεῖστον, περιστρέφονται δὲ περὶ τὸν Γα, διὰ τοῦτο χαρακτηρίζονται ὡς ἦχος βαρὺς τετράφωνος. Ἄλλα ἐκτείνονται ἐπὶ τὸ ὀξὺ ἐπὶ τῆς βάσεως 5 φωνὰς κατὰ τὸ πλεῖστον, περι­στρέφονται δὲ περὶ τὸ Δι (ὅπως τὰ εἱρμολογικὰ τοῦ α΄ ἤχου)· διὰ τοῦτο χαρακτηρίζονται ὡς βαρὺς πεντάφωνος ἢ πρωτόβαρος, ἐπειδὴ αἱ γραμ­μαί του εἶναι κατ᾿ οὐσίαν γραμμαὶ εἱρμολογικαὶ τοῦ α΄ ἤχου» (σ. 224-225).

῾Ο Οἰκονόμος Χαράλαμπος («Βυζαντινῆς μουσικῆς χορδή», σ. 131-134) παρατηρεῖ ὅτι στὰ ἀρχαῖα μέλη ὁ ἐκ τοῦ ζω βαρὺς ἦχος ἐφάπτεται ἀδιαφόρως σὲ ὅλους τοὺς φθόγγους τῆς κλίμακος, κάνοντας καταλήξεις ἀτελεῖς ἢ ἐντελεῖς πάνω σ᾿ αὐτούς, καὶ ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἐπιστρέφει στὴν βάσι του. ῾Η παρατήρησι αὐτὴ εἶναι ἀκριβὴς περιγραφὴ τῆς μελῳ­δικῆς πορείας τοῦ μαθήματος Περίζωσαι, ὡς ἐὰν ὁ συγγραφεὺς εἶχε κυ­ρίως αὐτὸ τὸ μάθημα ἐνώπιόν του κατὰ τὴν σύνταξι τῆς ἐν λόγῳ φρά­σεως. Σημειώνει ἀκόμη ὅτι «τὸ ἦθος τοῦ βαρέος ἤχου ἐκ τοῦ ζω κλίνει εἰς τὸ μελῳδικὸν καὶ εὔηχον». ᾿Αναφέρει ἐπίσης ὅτι διακρίνονται καὶ οἱ ἑξῆς 4 τρόποι ἢ κλάδοι, ὅπως τοὺς ὀνομάζει, τοῦ βαρέος ἤχου. «1) βα­ρὺς τετράφωνος μὲ βάσιν τὸν ζω καὶ δεσπόζοντας τοὺς πα καὶ γα. 2) βαρὺς πεντάφωνος μὲ βάσιν τὸν ζω καὶ δεσπόζοντας τοὺς πα καὶ δι. 3) βαρὺς ἑπτάφωνος μὲ βάσιν τὸν ζω, δεσπόζοντας τοὺς πα γα καὶ ἄνω ζω, ἢ τοὺς πα δι ζω, καὶ μὲ ἐντελῆ ἢ τελικὴ κατάληξι στὸν ζω ἢ τὸν ἄνω ζω. 4) βαρὺς ἐνάρμόνιος μὲ βάσιν τὸν ζω καὶ μὲ ἐναρμόνιο φθορὰ στοὺς ζω καὶ βου, μὲ δεσπόζοντας τοὺς πα γα καὶ ἄνω ζω, ἢ τοὺς πα δι ζω, καὶ μὲ ἐντελῆ ἢ τελικὴ κατάληξι στὸν ζω ἢ τὸν ἄνω ζω».

῞Οπως φαίνεται καὶ ἀπὸ τὴν δομή του, τὸ «Περίζωσαι» ἀνήκει στὸν μονομερῆ τύπο τῶν καλοφωνικῶν συνθέσεων. Δὲν ἔχει εἰσαγωγή, ἀλλὰ ξεκινᾷ μὲ τὸ ψαλμικὸ κείμενο σὲ καλοφωνικὸ μέλος. Μετὰ τὴν ὁλοκλή­ρωσι τοῦ κειμένου καὶ πρὶν ἀπὸ τὸ τέλος τῆς συνθέσεως παρεμβάλλεται τὸ ἐκτενὲς κράτημα, ποὺ σχεδὸν διπλασιάζει τὴν ἔκτασι τοῦ μαθήματος. Τὸ τέλος (κατακλείς), ὅπως ἐλέχθη καὶ προηγουμένως, εἶναι ἐξωψαλμι­κὸ κείμενο, ἕνας θεοτοκίος χαιρετισμὸς μὲ δεκαπεντασύλλαβο ἰαμβικὸ στίχο, ποὺ μελοποιεῖται ἐπίσης καλοφωνικά.

῞Οπως ὅλα τὰ παπαδικὰ μέλη καὶ ἰδίως τὰ καλοφωνικά, τὸ «Περί­ζωσαι» ἐκτελεῖται σὲ ἀργὴ χρονικὴ ἀγωγή, ἡ ὁποία προσδίδει σοβαρό­τητα καὶ μεγαλοπρέπεια στὸ μέλος· στὸ κράτημα ὅμως σημειώνεται με­ταβολὴ τῆς χρονικῆς ἀγωγῆς, ὥστε νὰ ψαλῇ σὲ χρόνο ταχύτερο τοῦ ὑπο­λοίπου μαθήματος· στὴν κατακλεῖδα ἐπανέρχεται ἡ ἀρχικὴ χρονικὴ ἀ­γωγή. ῾Επομένως ἔχουμε δύο χρονικὲς μεταβολές, στὴν ἀρχὴ καὶ στὸ τέλος τοῦ κρατήματος.

Τὸ μάθημα εἶναι τονισμένο στὸν βαρὺ ἦχο κατὰ τὰ ἀρχαῖα πρότυ­πα, διακρίνεται γιὰ τὴν ῥυθμικὴ ἐλευθερία του, καὶ περιστρέφεται συ­χνὰ (ἢ «ἐπιστρέφει» ὕστερα ἀπὸ κάθε μελικὴ ἀνάπτυξι) στὴν χαμηλό­τονη περιοχὴ τοῦ κάτω ζω μὲ ἀποτέλεσμα νὰ κυριαρχῇ ὡς βάσι ἕνα ἐν­τυπωσιακὸ ἄκουσμα, ἐπιβλητικὸ καὶ ὄντως «βαρύ». ῾Η ἀρχὴ τοῦ μέ­λους εἶναι ἤρεμη καὶ σοβαρὴ καὶ ἐντοπίζεται στοὺς βαρύτερους φθόγ­γους· ἔπειτα ὅμως ἀνέρχεται βαθμηδὸν σὲ ὀξύτερους τόνους, γιὰ νὰ καταλήξῃ στὸ τέλος στοὺς ἀρχικοὺς βαρύτερους. Τὸ μέλος στὸ σύνολό του εἶναι καλοφωνικό, ἐπιτηδευμένο καὶ ἔντεχνο, μὲ ἐπανάληψι συλ­λαβῶν καὶ λέξεων καὶ μὲ μελικοὺς πλατυσμούς.

Ἂν καὶ ἡ ἀνάπτυξι τῆς συνθέσεως γίνεται κυρίως βαθμηδόν, δηλαδὴ μὲ ἀναβάσεις ἢ καταβάσεις συνεχεῖς, ἐντούτοις συχνὰ χρησιμοποιοῦνται καὶ ὑπερβατές, συνήθως 3 ἢ 4 φωνῶν (διαστήματα 4ης ἢ 5ης), μέσα στὴν φυσικὴ πεντατονία τῆς ἀνθρώπινης φωνῆς. ᾿Ελάχιστες φορὲς χρη­σιμοποιοῦνται μεγαλείτερα διαστήματα· 2 φορὲς μόνο ἀνάβασι 5 φω­νῶν στὴν λέξι ῥομφαία, γιὰ νὰ δηλωθῇ τὸ κοπτερὸ σπαθί, μία 7φωνη ἀνάβασι (διάστημα 8ης) στὸ Βασίλευε ἀπὸ τὸν κάτω ζω στὸν ἄνω, ποὺ εἶναι φυσικὸ καὶ σχεδὸν ἀβίαστο διάστημα, καὶ μία ἀνάβασι 6 φωνῶν μετὰ τὴν λῆξι τοῦ κρατήματος γιὰ τὴν ἔναρξι τῆς κατακλεῖδος μὲ τὴν λέξι Χαῖρε, προκειμένου νὰ δηλωθῇ ἡ χαρά (ἐδῶ ἡ ὑπερβατὴ ἀνάβασι διευκολύνεται καὶ ἀπὸ τὴν ἀλλαγὴ τῆς χρονικῆς ἀγωγῆς ἀλλὰ καὶ νοη­ματικά).

Τὸ μάθημα ἔχει δύο ἐκτενεῖς μεταβολὲς κατὰ τὴν ἐναρμόνιο κλίμα­κα, μία στὴν φράσι Τῇ ὡραιότητί σου καὶ τῷ κάλλει σου καὶ ἔντεινε καὶ κατευοδοῦ καὶ μία περὶ τὸ μέσον τοῦ κρατήματος. Καὶ στὶς δύο περιπτώσεις τὸ μέλος περιστρέφεται κυρίως περὶ τὸν γα καὶ τὸν ἄνω ζω καὶ χρησιμοποιεῖ τὴν ἐναρμόνιο φθορὰ K στὸν ἄνω ζω. ῾Ο Γρηγόριος χρησιμοποιεῖ καὶ τὶς τρεῖς χρόες, τὸν ζυγὸ 2 φορές, τὸ κλιτὸν 3 φορές, καὶ τὴν σπάθη ἐπίσης 3 φορές· ὡς γνωστόν, ἡ πρώτη χρόα ἔχει ποιότητα χρωματικοῦ μέλους, ἐνῷ οἱ ἄλλες δύο ἐναρμονίου. Γενικῶς τὸ μέλος χαρακτηρίζεται ἀπὸ τροπικὲς ἐναλλαγές, μεταβολὲς κατὰ γένος (ἀπὸ διατονικὸ σὲ ἐναρμόνιο ἢ σὲ χρωματικὸ καὶ τ᾿ ἀνάπαλιν) καὶ ἀπὸ καλο­φωνικὴ ἐπιτήδευσι, στοιχεῖα ποὺ ἀπαιτοῦν ἑρμηνευτικὴ ἐμπειρία δεξιο­τεχνία καὶ ἱκανότητα.

῾Η ὅλη πλοκὴ τοῦ μαθήματος ἀνελίσσεται ὁμαλὰ καὶ περίτεχνα, ἐνῷ ἐξαντλοῦνται ὅλες οἱ δυνατότητες τοῦ βαρέος ἤχου μὲ συχνὲς ἐναλλαγὲς τῶν κλάδων του, καὶ σύντομες ἢ ἐκτενέστερες μεταβάσεις στοὺς ἄλλους ἤχους. Ἔτσι σὲ ὅλη τὴν ἔκτασι τοῦ ἔργου ἐμφανίζονται ἐναλλασσόμενα τὰ διάφορα εἴδη τοῦ βαρέος ἤχου (διατονικός, ἐναρμόνιος, τετράφωνος, πεντάφωνος, ἑπτάφωνος, πρωτόβαρυς)· ἐνίοτε ἀνεβαίνει ἀπὸ τὴν βάσι (κάτω ζω) στὴν τριφωνία (βου) καὶ μένει ἐκεῖ δημιουργῶντας σύντομη ἰδέα λεγέτου (μελικὰ τόξα μὲ κίνησι λεγέτου παρεμβάλλονται μᾶλλον συχνά)· ἀλλοῦ πατάει στὸν δίφωνο τοῦ βαρέος (πα) καὶ κατόπιν τὸ μέ­λος κινεῖται στὸ τετράχορδο πα - δι μὲ ποιότητα α΄ ἤχου· ἀλλοῦ μέσα σὲ μία ἐκτενῆ φράσι σὲ βαρὺ πεντάφωνο παρεμβάλλει σύντομο πέρα­σμα ἀπὸ ἅγια θεμελιωμένο στὴν τριφωνία (τετράχορδο δι - ἄνω νη)· ἀλλοῦ ἀπὸ τὸν βαρὺ τετράφωνο μεταβαίνει σὲ μελῳδικὴ φράσι ἐναρμο­νίου γένους γύρω ἀπὸ τὸν fαfα (γ΄ ἦχος)· ἐπίσης παρεμβάλλει μὲ δεξιο­τεχνία μελικὰ τόξα πλ. β΄, πλέκει ὀξυκόρυφες φράσεις στὴν ἀντιφωνικὴ περιοχὴ τοῦ ἄνω ζω, δύο φορὲς τὸ μέλος φτάνει μέχρι τὸν ἄνω γα, στὴν λέξι δυνατὲ ἀναπτύσσει μελικὴ κίνησι β΄ ἤχου, στὴν κατακλεῖδα ἔχει σύντομη φράσι πλ. δ΄ ἐκ τοῦ νη, καὶ φυσικὰ οἱ περισσότερες ἐντελεῖς καταλήξεις τῶν μουσικῶν θέσεων εἶναι στὸν ἄνω ἢ κάτω ζω.

Πρὶν ἀπὸ τὴν κατακλεῖδα τοῦ ὅλου μαθήματος παρεμβάλλεται τὸ ἐκτενὲς καὶ τεχνικώτατο κράτημα τοῦ Γρηγορίου, ἐνσωματωμένο μὲν στὸ μάθημα ἀλλὰ σαφῶς διακεκριμένο. Ξεκινᾷ ἀπὸ τὴν ἀντιφωνία τοῦ ἤχου (ἄνω ζω), ἐξελίσσεται μὲ τεχνικώτατο τρόπο, μεταχειρίζεται ἕναν πλοῦτο μελῳδικῶν σχημάτων καὶ καταλήγει μὲ φυσικότητα στὴν βάσι τοῦ ἤχου (ζω). Τὸ κράτημα εἶναι μονοθεματικό, εριρεμ, ὑπάγεται στοὺς τερερισμούς, ἀλλὰ ἐπικρατοῦν κυρίως οἱ συλλαβὲς ρι καὶ ρε, ἐνῷ ἡ συλλαβὴ τε ἀκούγεται ἐλάχιστα. Oἱ μετὰ διακρίσεως ἐγκατεσπαρμένοι σὲ διάφορα σημεῖα ἔρρινοι φθόνοι μ καὶ ν ὑποδηλώνουν ἴσως τὴν μετὰ ἐνδοφωνίας ἐκτέλεσι τοῦ μέλους, ὅπου αὐτὸ εἶναι πρόσφορο. Ἂν συγκρίνουμε τὸ παρὸν κράτημα μὲ τὸ ἄλλο ὁμόηχο κράτημα τοῦ ἴδιου μελουργοῦ ποὺ ὑπάρχει στὸ Καλοφωνικὸ Εἱρμολόγιο (ἔκδ. ἔτους 1835, σ. 241), θὰ διαπιστώσουμε ὅτι καὶ ἐκεῖνο ξεκινᾷ ἀπὸ τὸν ἄνω ζω καὶ καταλήγει στὴν βάσι τοῦ ἤχου· ὑπάρχουν δὲ καὶ ἄλλες ὁμοιότητες μετα­ξὺ τῶν δύο κρατημάτων, σὲ συγκεκριμένες θέσεις, κυρίως σὲ κάποιες ἐντελεῖς καταλήξεις.

᾿Εὰν προσπαθήσουμε νὰ ἀποτυπώσουμε μὲ λέξεις μία «ἀκτινογρα­φία» τῆς πορείας τοῦ μέλους, αὐτὴ θὰ εἶναι σὲ γενικὲς γραμμὲς ἡ ἑξῆς.

[Μέλος] ᾿Αρχὴ μὲ σύντομη φράσι στοὺς βαρύτερους φθόγγους γύρω ἀπὸ τὸν ζω, συνέχεια μὲ σύντομη φράσι στὴν τριφωνία τοῦ ζω (δηλ. στὸν βου· ἰδέα λεγέτου), σύντομες φράσεις στὸν πα καὶ στὸν δι (δίφω­νος τοῦ βαρέος, ἰδέα α΄ ἤχου), μελῳδικὴ ἔξαρσι μὲ κατάληξι στὸν ἄνω ζω, μελικὸ τόξο πλ. β΄ (καθοδικὴ κίνησι ἀπὸ ἄνω πα στὸν πα) μὲ κατά­ληξι στὸν διατονικὸ κάτω ζω, μελικὸ τόξο τριφωνίας (λεγέτου), σύντομη φράσι σὲ βαρὺ τετράφωνο, ἐπιστροφὴ στὴν χαμηλὴ περιοχὴ τοῦ ζω· ἐκτενὴς φράσι σὲ βαρὺ πεντάφωνο (μὲ σύντομο πέρασμα ἀπὸ ἅγια ποὺ θεμελιώνεται στὴν τριφωνία καὶ κινεῖται στὸ τετράχορδο δι - ἄνω νη), κορύφωσι μέλους, κλιτόν, μελικὴ κίνησι β΄ ἤχου, ζυγός, κατάληξι στὸν ἄνω ζω· ἐκτενὴς μελῳδικὴ φράσι ἐναρμονίου γένους γύρω ἀπὸ τὸν fαfα (γ΄ ἦχος), κορύφωσι στὸν ζω ὕφεσι, ἐπιστροφὴ στὸν γα, φράσι γύ­ρω ἀπὸ τοὺς πα καὶ δι (κίνησι α΄ ἤχου), κατάληξι κάτω ζω (πρωτόβα­ρυς)· ἐκτενὴς φράσι σὲ ἑπτάφωνο βαρύ, κλιτόν, κατάληξι στὸν ἄνω ζω, ζυγός, ἐκτενὴς θέσι πλ. β΄, κατάληξι κάτω διατονικὸς ζω· μελικὸ τόξο λεγέτου ἤχου, κλιτόν, τονικὴ ἔξαρσι μὲ κίνησι διατονικοῦ γένους, κατά­ληξι ἄνω ζω.

[Κράτημα] ᾿Εκτενὴς ὀξυκόρυφη ἀρκτικὴ φράσι, καὶ στὴν συνέχεια ὁ­μοίως ὑψίτονη ἀνάπτυξι τοῦ μέλους· τὸ κράτημα ἐξ ἀρχῆς κινεῖται στὴν ἀντιφωνικὴ περιοχὴ τοῦ ἄνω ζω μὲ κατάληξι στὸν κάτω ζω, σύντομο πέρασμα ἀπὸ βαρὺ τετράφωνο σὲ γ΄ ἦχο, ἐκτενὴς φράσι σὲ λέγετο μὲ κατάληξι στὸν κάτω ζω, βαρὺς τετράφωνος, καὶ πάλι ἐκτενὴς φράσι σὲ γα ἐναρμόνιο (γ΄ ἦχος), σπάθη, κατάληξι στὸν κάτω ζω, κορύφωσι τοῦ μέλους στὸν ἄνω ζω, μεταβολὴ σὲ πλ. β΄, ἐπιστροφὴ στὸν ἐναρμόνιο γα, σπάθη, ἐκτενὴς χρωματικὴ φράσι (πλ. β΄) μὲ κατάληξι στὸν κάτω ζω.

[Κατακλείς] Μελικὸ τόξο μὲ καθοδικὴ πορεία ἀπὸ τὸν κε στὸν φυ­σικὸ νη, σύντομη φράσι πλ. δ΄, κατάληξι στὸν ἄνω ζω, ὀξὺ μελικὸ τόξο γύρω ἀπὸ τὸν ἄνω βου (ἰδέα λεγέτου), βαθμηδὸν κατάβασι μὲ τελικὴ κατάληξι στὸν κάτω ζω.

᾿Αναμφίβολα βρισκόμαστε μπροστὰ σὲ ἕνα λαμπρὸ δεῖγμα τῆς με­λουργικῆς δεινότητος τοῦ Γρηγορίου, ὁ ὁποῖος συνέθεσε ἕνα δυναμικὸ μάθημα μὲ εὔχαρι καὶ καινότροπο μουσικὸ ὕφος, ὅπου ἀναπτύσσονται, συμπλέκονται καὶ ἀναδεικνύονται τεχνικώτατα ὅλες οἱ μελῳδικὲς ἠχο­χρωματικὲς ἀναπτύξεις καὶ ἐκφράσεις τοῦ βαρέος ἤχου σὲ μία ἀνεπα­νάληπτη μουσικὴ σύνθεσι. ᾿Αρκεῖ νὰ θυμηθοῦμε ὅτι τὸ ἀντίστοιχο κλασ­σικὸ ἀρχαῖο μάθημα «Ἄνωθεν οἱ προφῆται» ἐπιγράφεται μὲν στὸν βα­ρύ, ἀλλὰ κατ᾿ οὐσίαν αὐτὸς ὁ ἦχος ἐλάχιστα ἀκούγεται, καθὼς ἐπικρα­τοῦν οἱ φόρμες τοῦ πρώτου ἤχου συμπλεκόμενες μὲ ἐκτενεῖς θέσεις τοῦ μαλακοῦ χρώματος καὶ μόνο στὶς ἐπιμέρους ἐντελεῖς καταλήξεις τὸ μέ­λος στρέφεται στὸν ζω· ἀκόμη καὶ ἡ τελικὴ κατάληξι τοῦ «Ἄνωθεν οἱ προφῆται» γίνεται στὴν διφωνία τοῦ ζω, στὸν πα, ὅπως συνηθιζόταν ἐκείνη τὴν ἐποχὴ γι᾿ αὐτὰ τὰ μέλη.  Προφανῶς στὴν ἐποχὴ τοῦ Γρηγορίου, ἂν ὄχι καὶ νωρίτερα, πολλοὶ ἐκκλησιαστικοὶ μουσικοὶ θὰ στέκονταν μὲ ἀπορία ἀπέναντι σ᾿ αὐτὸ τὸ ἰδιότυπο ἀρχαῖο μέλος τοῦ βαρέος τοῦ Ἄνωθεν οἱ προφῆται.

῾Ο Γρηγό­ριος μὲ τὸ νέο μάθημα συνειδητὰ συνθέτει ἕνα μέλος πιὸ χαρούμενο καὶ πιὸ ἐπιβλητικό, ποὺ διαφοροποιεῖται ἀπὸ τὴν κάπως μονότονη καὶ χα­μηλὴ τονικότητα τοῦ ἀρχαίου μαθήματος· δημιουργεῖ ἕνα μέλος στὸ ὁποῖο γενικώτερα συνδυάζεται ἐξαίρετα ἡ ἀριστοτεχνικὴ χρῆσι τοῦ πα­λαιότερου μουσικοῦ ὑλικοῦ μὲ τὴν λαμπρὴ νεωτερικὴ διατύπωσι, καὶ στὸ ὁποῖο μὲ μεγάλη δεξιοτεχνία ἔκρυψε σχεδὸν ὅλη τὴν ἐκκλησιαστι­κὴ ὀκτωηχία κάτω ἀπὸ τὸ ἔνδυμα τοῦ βαρέος ἤχου. ῾Η νέα σύνθεσι ἀντικατοπτρίζει ἄριστα τὶς γενικώτερες τάσεις στὸ ἐκκλησια­στικὸ μέλος τῶν ἀρχῶν τοῦ 19ου αἰῶνος, ἐνῷ οἱ συχνὲς ἐναλλαγὲς καὶ οἱ ποικίλες μεταβολὲς ἤχων καὶ γενῶν φανερώνουν ἀσφαλῶς ἐξωτερικὲς μουσικὲς ἐπιδράσεις· καὶ εἶναι βεβαίως γνωστὴ ἡ παράλληλη ἐνασχόλη­σι τοῦ συγκεκριμένου μελουργοῦ καὶ μὲ τὴν σύνθεσι ᾀσμάτων ἐξωτερι­κῆς μουσικῆς. ᾿Επιπλέον τὸ νέο μάθημα τοῦ Γρηγορίου ἐκφράζει τὶς ἀνανε­ωτικὲς τάσεις τοῦ καιροῦ του ὄχι μόνον τὶς μουσικὲς ἀλλὰ καὶ τὶς κοι­νωνικές. Εἶναι ἔκφρασι τῆς δυναμικῆς ἀναπτύξεως τοῦ νέου ῾Ελληνι­σμοῦ καὶ προάγγελος τῆς συντελουμένης ἐθνικῆς ἀναγεννήσεως καὶ τῆς ἐπερχομένης παλιγγενεσίας.

 

 

ΚΥΡΙΩΤΕΡΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

    Χειρόγραφα. Μ. Λειμῶνος 65, Ψαλτήριον 11ου αἰῶνος. * Βρετανικοῦ μουσείου ADD MS 119352, Ψαλτήριον Θεοδώρου, τοῦ ἔτους 1066. * Μ. Λειμῶνος 30, Ψαλτήριον 14ου αἰῶνος. * Burney MS 14, Ψαλτήριον τοῦ τελευταίου τετάρτου τοῦ 15ου αἰῶνος. * Burney MS 15, δίγλωσσο (ἑλληνολατινικὸ) Ψαλτήριον τοῦ α΄ ἡμίσεος τοῦ 16ου αἰῶνος. * Κῶδιξ Σταυρουπόλεως (Βουκουρεστίου) 49, ᾿Ανθολογία ἔτους 1779.

    Ἔντυπα. Ψαλτήριον Δαυίδ, Βενετία 1486. * Ψαλτήριον Δαυὶδ προφήτου καὶ βασι­λέως, ἐν ῾Ενετίαις 1498. * Ψαλτήριον τοῦ προφήτου καὶ βασιλέως Δαυίδ, ἐξηγηθὲν παρὰ ...Θεοδωρήτου ἐπισκόπου Κύρου καὶ μεταφρασθὲν ...παρὰ ᾿Αγαπίου τοῦ Κρητός, ῾Ενετίη­σιν 1698 καὶ 1770. * Ψαλτήριον τῷ Δαυίδ, ῾Ενετίησιν 1720. * Ψαλτήριον Δαυίδ... μετὰ τῶν κατανυκτικῶν τροπαρίων καὶ εὐχῶν... καὶ μετὰ τῶν ἐτησίων Πολυελέων, ἐν Βιέννῃ 1793. * Ψαλτήριον τοῦ προφήτου καὶ βασιλέως Δαυίδ, ἐν τῷ τοῦ Πατριαρχείου τῆς Κωνσταντι­νουπόλεως τυπογραφείῳ, 1798. * Εὐθυμίου Ζυγαβηνοῦ καὶ Νικοδήμου ῾Αγιορείτου, «῾Ερ­μηνεία εἰς τοὺς 150 ψαλμούς, τόμος πρῶτος, ἐν τῇ κατὰ τὴν Κωνσταντινούπολιν τοῦ γέ­νους τυπογραφίᾳ», ἐν Κωνσταντινουπόλει 1819. * Χρυσάνθου τοῦ ἐκ Μαδύτων «Εἰσαγω­γὴ εἰς τὸ θεωρητικὸν καὶ πρακτικὸν τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς», ἐν Παρισίοις 1821. * Τοῦ ἰδίου, «Θεωρητικὸν μέγα τῆς μουσικῆς», ἐν Τεργέστῃ 1832. * Τυπικὸν τῆς Μεγάλης ᾿Εκκλησίας, ὑπὸ Γεωργίου Βιολάκη, Κωνσταντινούπολις 1888. * Ψαλτήριον τοῦ προφητά­νακτος Δαυίδ, ἐντεταμένον εἰς μέτρα κατὰ τὴν τονικὴν βάσιν, μετὰ ἑρμηνευτικῶν σημειώ­σεων, ὑπὸ τοῦ μητροπολίτου Πενταπόλεως Νεκταρίου Κεφαλᾶ, ἐν ᾿Αθήναις 1908· β΄ ἔκδο­σις, ᾿Αθῆναι 2003, ἐπιμελείᾳ Διονυσίου Μπιλάλη (᾿Ανατολικιώτου). * Οἰκονόμου Χαραλάμ­πους, «Βυζαντινῆς μουσικῆς χορδή», Θεωρητικόν, ῾Ι. Μητρόπολις Πάφου, Κύπρος 1940. * Δ. Γ. Παναγιωτοπούλου, «Θεωρία καὶ πρᾶξις τῆς βυζαντ. ἐκκλ. μουσικῆς», ᾿Αθῆναι 1947, καὶ 19864. * ῾Η Παλαιὰ Διαθήκη μετὰ συντόμου ἑρμηνείας, ὑπὸ Π. Ν. Τρεμπέλα, τόμος 1ος, ᾿Αθῆναι 1976. * Γρηγορίου Στάθη, «Γρηγόριος Πρωτοψάλτης ὁ Βυζάντιος», ᾿Αθῆναι 1976. * Τοῦ ἰδίου, «Χειρόγραφα Βυζαντινῆς μουσικῆς — ῞Αγ. Ὄρος Β΄», ᾿Αθῆναι 1976. * Τοῦ ἰδίου, «Οἱ ἀναγραμματισμοὶ καὶ τὰ μαθήματα», γ΄ ἔκδοσις, ᾿Αθήνα 1994. [θεμελιῶδες σύγγραμμα τοῦ καθηγητοῦ μου Γρ. Θ. Στάθη, ἄνευ τοῦ ὁποίου δὲν θὰ ἦτο δυνατὴ ἡ παροῦσα μελέτη.] * Τοῦ ἰδίου, «Χειρόγραφα Βυζαντινῆς μουσικῆς — Μετέωρα», ᾿Αθήνα 2006. * Μανόλη Χατζηγιακουμῆ, «Μουσικὰ Χειρόγραφα Τουρκοκρατίας», ᾿Αθήνα 1975. * Τοῦ ἰδίου, «Μνημεῖα καὶ Σύμμεικτα ᾿Εκκλησιαστικῆς Μουσικῆς», ᾿Αθήνα 1999-2014· δύο πολύτομες μουσικοφιλολογικὲς ἐκδοτικὲς σειρὲς ἠχητικοῦ καὶ ἐντύπου ὑλικοῦ· γενικὲς καὶ εἰδικὲς εἰσαγωγές· μέλη, κείμενα καὶ σχολιασμοί. [ἀπὸ τὰ ἔργα τοῦ μουσικοῦ φιλολόγου Μ. Χατζηγιακουμῆ δανείζομαι πολλοὺς μουσικοφιλολογικοὺς χαρακτηρισμοὺς καὶ ὅρους λόγῳ τῆς ἀκριβολογίας των.] * ᾿Αχιλλέως Γ. Χαλδαιάκη, «῾Ο πολυέλεος στὴν βυζαντινὴ καὶ μεταβυζαντινὴ μελοποιία», ᾿Αθῆναι 2003. * Τοῦ ἰδίου, «Χειρόγραφα Βυζαντινῆς μουσικῆς — ῞Υδρα», ᾿Αθῆναι 2005. * Δημ. Μπαλαγεώργου καὶ Φλ. Κρητικοῦ, «Χειρόγραφα Βυζαν­τινῆς μουσικῆς — Σινὰ Α΄», ᾿Αθήνα 2008. * Σεβαστῆς ᾿Α. Μαζέρα, «Τὰ μεγαλυνάρια θεοτοκία τῆς ψαλτικῆς τέχνης», ᾿Αθῆναι 2008. * Εὐχολόγιον τὸ μέγα, ἐπιστημονικὴ καὶ ἐκ­δοτικὴ ἐπιμέλεια Διονυσίου ᾿Ανατολικιώτου, ᾿Αθῆναι 2014.

    Διαδίκτυον. Βρετανικὴ βιβλιοθήκη (http://www.bl.uk/). * Biblioteca Apostolica Vaticana (https://www.vatlib.it/). * Ψηφιακὴ βιβλιοθήκη μονῆς Λειμῶνος (http://84.205.233.134/). * ᾿Ανέμη, ψηφιακὴ βιβλιοθήκη νεοελληνικῶν σπουδῶν (http://anemi.lib.uoc.gr). * Κέντρον ἐρευνῶν καὶ ἐκδόσεων (http://e-kere.gr/). * Συμβολή (www.symbole.gr). * Μέδουσα, ψηφιακὸ ἀποθετήριο (http://medusa.libver.gr/). * Ψηφιοθήκη ᾿Α.Π.Θ. (http://invenio.lib.auth.gr/). * ᾿Αναλόγιον (http://analogion.com).

 

 

 

Δημοσίευσι 11/11/2017 (στὴν ἱστοσελίδα τῆς Συμβολῆς)