1. Βίβλος ῾Ερμηνεία καὶ σχολιασμός ῾Η διάβασις τῆς ᾿Ερυθρᾶς θαλάσσης

 

῾Η διάβασις τῆς ᾿Ερυθρᾶς θαλάσσης

 

 

     (Τὸ παρὸν κείμενο ἐστάλη ὡς ἐπιστολὴ πρὸς δημοσίευσιν στὴν ἐφημε­ρίδα ΠΟΛΙ­ΤΗΣ τῆς Φλώρινας.  ὁ τίτλος ἐτέθη ἀπὸ τὴν «Συμβολή».)

 

    Κύριε διευθυντά,

    Χαίρομαι, διότι μοῦ δίδεται καὶ πάλι ἡ εὐκαιρία, ἀπὸ δημοσίευμα τῆς ἔγκριτης ἐφημερίδος σας (24 Σεπ.), σχετικὸ μὲ τὸ ἄνοιγμα τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσης καὶ τὸ πέρασμα τῶν Ἰσραηλιτῶν, νὰ πῶ πῶς ἔχει τὸ πρᾶγμα, πρὸς ἐνημέρωση τῶν καλῶν σας ἀναγνωστῶν. Καὶ σᾶς εὐχαριστῶ ἐκ τῶν προτέρων γιὰ τὴ φιλοξενία.

    Οἱ δημοσιευμένες πληροφορίες τοῦ ἐθνικοῦ κέντρου ἀτμοσφαιρικῶν ἐρευνῶν τοῦ πανεπιστημίου Κολοράντο ΗΠΑ (Δρ Ντροὺς) λένε περίπου ὅτι· «Ἕνας ἰσχυρὸς ἀνατολικὸς ἄνεμος μὲ ταχύτητα 100 χλμ/ὥρα, ποὺ φυ­σοῦσε ὅλη τὴ νύχτα, μπορεῖ νὰ ἀπώθησε τὰ νερὰ ὕψους περίπου δυὸ μέ­τρων, σὲ ἕνα σημεῖο ὅπου ὁ ποταμὸς Νεῖλος, σὲ κάποια καμπή του μὲ σχή­μα U, πιστεύεται ὅτι ἑνωνόταν μὲ μία παράκτια λιμνοθάλασσα… Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ εἶναι δυνατὸ νὰ δημιουργήθηκε μία στενὴ χερσαία δίοδος, ποὺ ἔκλεισε ξανὰ μόλις ὁ ἄνεμος κόπασε… Στὴν πραγματικότητα ἦταν μέσῳ αὐτοῦ τοῦ σημείου (ἡ διάβαση) καὶ ὄχι τῆς σημερινῆς Ἐρυθρᾶς θάλασσας. Ἡ “γέφυρα” αὐτὴ (ἀπὸ ὅπου οἱ Ἰσραηλῖτες κατάφεραν, περπατώντας πάνω σὲ λασπωμένο ἀλλὰ ἀσφαλὲς ἔδαφος, νὰ φτάσουν ἀπέναντι) ἐκτι­μᾶται ὅτι εἶχε μῆκος 3-4 χλμ.».

    Τὰ παραπάνω εἶναι ἡ πιὸ πρόσφατη «ὀρθολογιστικὴ» ἑρμηνεία ἐπιστη­μόνων, μὴ θεολόγων, κοντὰ στὶς πολλὲς ἄλλες, ποὺ ἔχουν ἐκφερθεῖ παλιό­τερα, ἀπὸ ὁμοίους τους.  Ἐμεῖς καὶ μόνο ἐπειδὴ εἶναι αἱρετικοὶ προτε­στάν­τες δὲν ἔχουμε καμμιὰ ὑποχρέωση νὰ δεχτοῦμε τὴν ἑρμηνεία τους, ἔστω κι ἂν τὰ ἐπιχειρήματά τους ἦταν ἄτρωτα. Πολὺ περισσότερο τώρα ποὺ εἶναι διάτρητα. Σὲ λόγια αἱρετικῶν δὲν δίνουμε ἐμπιστοσύνη ποτέ, ὅπως καὶ στὰ λόγια τοῦ διαβόλου ὅσο ἀληθοφανῆ ἢ κολακευτικὰ κι ἂν εἶναι.

    Πέραν τούτων πρέπει νὰ ἐπισημανθεῖ ὅτι ἡ ἑρμηνεία τους  εἶναι γεμάτη ἀβεβαιότητα («μπορεῖ», «πιστεύεται», «εἶναι δυνατό»). Ἀλλὰ καὶ ἡ μέ­θο­δος τῆς προσομοιώσεως (simulation) μὲ ἠλεκτρονικὸ ὑπολογιστὴ εἶναι μία διεργασία ἀδοκίμαστη καὶ ἀστάθμητη, πού, ὅπως λένε οἱ εἰδικοί, μπορεῖ νὰ δώσει ὑποκειμενικὴ ἀναπαράσταση στὸ ἀποτέλεσμα, ἀνάλογα μὲ τὰ δε­δομένα ποὺ θὰ δοθοῦν στὸν ὑπολογιστὴ γιὰ τὴ σύνθεση τῆς ἀναπαρα­στά­σεως. Ἄλλο προσομοίωση λοιπὸν καὶ ἄλλο πραγματικότητα.

    Περιττὸ νὰ ποῦμε ὅτι ὁ Δρ Ντροὺς καὶ ἡ ὁμάδα του προσδιορίζουν αὐ­θαιρέτως κάποιο ἀβαθὲς σημεῖο, ὄχι τῆς Ἐρυθρᾶς, ἀλλὰ τοῦ Δέλτα τοῦ Νείλου(!!) ὡς σημεῖο τῆς διαβάσεως τῶν Ἰσραηλιτῶν. Κοντὰ σ’ αὐτὰ πρέ­πει νὰ προστεθεῖ καὶ τὸ ὅτι μιλοῦν γιὰ ἄνεμο, ποὺ ἀσκεῖ μία δυναμική, ποὺ παραμερίζει τὰ νερά, λὲς καὶ ὁ ἄνεμος δὲν ρυθμίζεται ἀπὸ τὸ Θεό, ἀλλ’ εἶναι ἀκυβέρνητος καὶ ἀδέσποτος καὶ αὐτόνομος. Μὲ ὅλα αὐτὰ κα­τα­φέρ­νουν νὰ θορυβήσουν κάποιες ἀστήρικτες ψυχὲς καὶ νὰ τὶς βάλουν σὲ δια­λογισμοὺς δυσπιστίας στὴ βιβλικὴ ἀφήγηση.

    Ἂς δοῦμε ὅμως τὴ βιβλικὴ ἀφήγηση (Ἔξ 14,16-29), σὲ πιστὴ μετά­φραση, ποὺ κάνω, καὶ ἂς ἐπικεντρωθεῖ ἡ προσοχή μας στὴν αὐθεντικότητα, τὴν ἀ­πλότητα, καὶ τὶς λεπτομέρειες τοῦ θεοπνεύστου κειμένου, ποὺ δια­σκε­­δά­ζουν τὶς ἀκατάσχετες φαντασιώσεις τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν.

    Εἶπε ὁ Κύριος στὸ Μωϋσῆ· Πὲς στοὺς Ἰσραηλῖτες νὰ ζέψουν τὰ ζῷα στ’ ἅρματά τους. Καὶ σὺ σήκωσε τὴ ῥάβδο σου ψηλὰ καὶ ἅπλωσε τὸ χέ­ρι σου πρὸς τὴ θάλασσα καὶ σχίσε την στὰ δύο, κι ἂς περάσουν οἱ Ἰσ­ρα­ηλῖτες ἀπὸ τὴν ξηρὰ τὴν ἀνάμεσα ἀπὸ τὴ θάλασσα (στ. 15-16).

    [Σχόλιο· Τὸ σχίσιμο τῆς θαλάσσης δὲν ἔγινε τυχαῖα· πρὶν γίνει, τὸ ἤξερε ὁ Μωϋσῆς, καὶ ἀπ’ αὐτὸν καὶ ὁ λαός. Γι’ αὐτὸ κι ὁ ἀέρας φύσηξε ἀκριβῶς τὴν κατάλληλη ὥρα, ποὺ ἔπρεπε νὰ περάσει ὁ λαός. Ἐπίσης ἡ γῆ δὲν ἦταν λάσπη, ἀλλὰ στεγνὴ ξηρά].

    Καὶ ἐγὼ θὰ σκληρύνω μὲ πεῖσμα τὴν καρδιὰ τοῦ φαραὼ καὶ ὅλων τῶν Αἰγυπτίων, καὶ θὰ μποῦν στὴν ξηρὰ πίσω τους. Καὶ θὰ δοξαστῶ μ’ αὐ­τὸ ποὺ θὰ γίνει στὸ φαραὼ καὶ σ’ ὅλη τὴ στρατιά του καὶ στὰ ἅρ­μα­τα καὶ στοὺς ἵππους του. Καὶ καθὼς θὰ δοξάζομαι μὲ τὴν καταστροφὴ τοῦ φαραὼ τῶν ἁρμάτων καὶ τοῦ ἱππικοῦ του, θὰ μάθουν ὅλοι οἱ Αἰγύ­πτιοι ὅτι ἐγὼ εἶμαι ὁ Κύριος καὶ ὁ ἐξουσιαστής (στ. 17-18).

    [Μποροῦσαν ἐξ ἀρχῆς νὰ δειλιάσουν καὶ νὰ μὴν μποῦν μέσα στὸ χερ­σαῖο διάδρομο, καὶ νὰ γλιτώσουν τὴν πανωλεθρία. Ἀλλ’ ἡ καρδιά τους σκλη­ρύν­θηκε. Τὸ ἔβαλαν πεῖσμα νὰ ἐναντιωθοῦν καὶ πάλι στὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τοῦ λαοῦ του, ὅπως πολλὲς φορὲς μέχρι τώρα εἶχαν ἐναντιωθεῖ. Καὶ αὐτὴ τὴ φορὰ βέβαια ἡ σκλήρυνση τῆς καρδιᾶς τους ἦταν ἀπὸ τὸ Θεό, ποὺ ἔπρεπε νὰ τοὺς τιμωρήσει γιὰ ὅσα κακὰ τοῦ εἶχαν κάνει στὸ πρόσωπο τοῦ λαοῦ].

    Καὶ σηκώθηκε ὁ ἄγγελος τοῦ Θεοῦ, ποὺ προπορευόταν τῆς στρατιᾶς τῶν Ἰσραηλιτῶν καὶ πῆγε πίσω. Σηκώθηκε δὲ καὶ ἡ στήλη τῆς νεφέλης ἀπὸ μπροστά τους καὶ πῆγε καὶ αὐτὴ πίσω τους. Καὶ μπῆκε καὶ στά­θη­κε ἀνάμεσα στὶς δυὸ στρατιές, τῶν Αἰγυπτίων καὶ τῶν Ἰσραηλιτῶν. Καὶ ἔγινε σκοτάδι καὶ ὁμίχλη. Καὶ πέρασε ἡ νύχτα, καὶ σ’ ὅλη τὴ διάρκειά της δὲν συγκρούστηκαν μεταξύ τους (στ. 19-20).

    [Σχόλιο· Τοὺς ἀσφαλίζει ὁ Θεὸς τοὺς Ἰσραηλῖτες μὲ διπλὴ ἀσφάλεια, ἄγγελο καὶ νεφέλη σκοτεινή, ποὺ σχημάτισαν ὑπερφυσικὸ διαχώρισμα, ποὺ δὲν ἐπέτρεπε στοὺς Αἰγυπτίους νὰ πέσουν πάνω στοὺς Ἰσραηλῖτες, παρ’ ὅλο ποὺ τοὺς εἶχαν δίπλα τους].

    Καὶ σήκωσε ὁ Μωϋσῆς τὸ χέρι του πρὸς τὴ θάλασσα καὶ πέρα­σε ὁ Θεὸς τὴ θάλασσα κάτω ἀπὸ σφοδρὸ νότιο ἄνεμο ὅλη τὴν νύχτα καὶ ἔκανε τὴ θάλασσα ξηρά, καθὼς τὸ νερὸ σχίστηκε στὴ μέση. Καὶ μπῆκαν οἱ Ἰσραη­λῖτες στὴ θάλασσα περπατώντας σὲ ξηρά. Καὶ τὸ νερὸ δεξιὰ κι ἀριστε­ρὰ εἶχε γίνει τεῖχος.  Καὶ οἱ Αἰγύπτιοι μπῆκαν καὶ τοὺς κατα­δίω­ξαν ἀπὸ πί­σω τους. Μπῆκαν τὸ ἱππικὸ τοῦ φαραὼ καὶ τὰ ἅρματα καὶ οἱ ἀνα­βάτες κι ἔφτασαν στὴ μέση τῆς διαδρομῆς (21-23).

    [Σχόλιο· Λέγεται ξεκάθαρα ὅτι ὁ ἄνεμος ἦταν νότιος, ὄχι ἀνατολικός. Γίνεται λόγος γιὰ θάλασσα, κι ὄχι γιὰ ποτάμι. Ὁ παραμερισμὸς τῶν ὑδά­των, σύμφωνα μὲ τὴ ἱστόρηση τῆς Ἐξόδου, ἔγινε σὲ πολλὲς ὧρες. Ἀλλὰ καὶ σύμφωνα μὲ τὴν ὁμάδα τοῦ Ντροὺς ἔγινε σὲ πολλὲς ὧρες. Ἡ ὁμάδα δηλα­δὴ ἐπιβεβαιώνει τὴ Βίβλο. Τὸ φαινόμενο αὐτὸ τῆς διχοτομήσεως τῶν ὑδά­των συνέβη ἄλλη μία φορὰ στὸν Ἰορδάνη πάλι μὲ θαυματουργικὸ τρόπο, καθὼς ὁ προφήτης Ἠλίας πάταξε τὰ νερὰ τοῦ Ἰορδάνου «καὶ διῃρέθη τὸ ὕδωρ ἔνθα καὶ ἔνθα», καὶ πέρασε τὸ ποτάμι αὐτὸς καὶ ὁ Ἐλισαιέ (Δ΄ Βα 2,8). Πουθενὰ δὲν μαρτυρεῖται νὰ ἔγινε μὲ τυχαῖο φύσημα ἀέρος].

    Τὰ χαράματα ὁ Κύριος μὲ τὴν πύρινη νεφέλη εἶδε τὴ στρατιὰ τῶν Αἰγυπτίων καὶ τὴν πανικόβαλε. Καὶ ἔδεσε τὸν ἕνα μὲ τὸν ἄλλο τοὺς ἄξο­νες τῶν ἁρμάτων καὶ τοὺς ἔσυρε βιαίως. Καὶ εἶπαν οἱ Αἰγύπτιοι· Ἂς φύ­γουμε ἀπὸ μπροστά τους. Διότι ὁ Κύριος πολεμάει ὑπὲρ αὐτῶν ἐμᾶς τοὺς Αἰγυπτίους. Καὶ εἶπε τότε ὁ Κύριος στὸ Μωϋσῆ· Ἅπλωσε τὸ χέρι σου πρὸς τὴ θάλασσα, γιὰ νὰ ξαναφέρω τὸ νερό, καὶ ἂς σκεπάσει τοὺς Αἰγυ­πτίους καὶ τὰ ἅρματα καὶ τοὺς ἀναβάτες (24-26).

    [Σχόλιο· Προτοῦ ἀκόμη ξημερώσει, περνοῦσαν τὴ θάλασσα. Ὁ Θεὸς κα­τέ­βαλε τοὺς Αἰγυ­πτίους πρῶτα μὲ ψυχολογικὸ πόλεμο. Μὲ τὸ «ἂς φύγου­με» ὑπονοεῖται ὅτι οἱ Αἰγύπτιοι πανικόβλητοι γύρισαν πρὸς τὰ πίσω, κι ἔπεσαν ὁ ἕνας πάνω στὸν ἄλλο. Σύγχυση φρενῶν. Ἄλλοι πήγαιναν πρὸς τὰ μπρὸς κι ἄλλοι πρὸς τὰ πίσω. Τὰ ἅρματα κόλλησαν τὸ ἕνα μὲ τὸ ἄλλο μὲ ἀνεξήγητο τρόπο. Κατάλαβαν ὅτι ἔπεσαν σὲ παγίδα, κι ὅτι ἔφτα­σε ἡ ὥρα τους. Ὁ πνιγμὸς τῶν Αἰγυπτίων ἔγινε πρὶν φέξει. Ὁ Κύριος εἶναι παρὼν πάνω ἀπὸ τὰ κε­φάλια τους, δίνει ὁδηγίες ὡς ἀρχιστράτηγος καὶ ῥυθμίζει τὶς λεπτο­μέ­ρειες τῆς καταστροφῆς των].

    Ἅπλωσε λοιπὸν ὁ Μωϋσῆς τὸ χέρι του πρὸς τὴ θάλασσα καὶ ξα­να­ῆρ­θε τὸ νερὸ στὸ διάδρομο τῆς ξηρᾶς τὰ ξημερώματα. Οἱ δὲ Αἰγύπτιοι προσ­πάθησαν νὰ φύγουν κάτω ἀπὸ τὸ νερό, ἀλλ’ ὁ Κύριος τοὺς τίναξε μέσα στὴ θάλασσα. Καὶ γυρίζοντας πίσω τὸ νερὸ κάλυψε τὰ ἅρματα καὶ τοὺς ἀναβάτες καὶ ὅλη τὴ δύναμη τοῦ φαραώ, ὅλους ὅσοι μπῆκαν στὴ θάλασσα πίσω ἀπὸ τοὺς Ἰσραηλῖτες, καὶ δὲν ἔμεινε ζωντανὸς οὔτε ἕνας. Ἀντιθέτως οἱ Ἰσραηλῖτες μέσα στὴ θάλασσα βάδι­σαν διὰ ξηρᾶς, καθὼς ἀκόμη τὸ νερὸ ἦταν τεῖχος στὰ δεξιὰ καὶ στ’ ἀριστερά. Καὶ ἔ­σω­σε ὁ Κύριος τὴν ἡμέρα ἐκείνη τὸν Ἰσραὴλ ἀπὸ τὰ χέρια τῶν Αἰγυ­πτίων. Καὶ εἶδαν οἱ Ἰσραηλῖτες τοὺς Αἰγυπτίους νεκρούς, ἐκβρασμένους στὴν παραλία (27-29).

    [Καὶ ἡ ἐπαναφορὰ τῶν ὑδάτων δὲν ἔγινε τυχαίως, ἀλλὰ τὴν ὥρα ἀκρι­βῶς ποὺ χρειαζόταν. Γιατί; Διότι ἦταν καὶ αὐτὴ κάτω ἀπὸ τὸν ἄμεσο ἔ­λεγ­χο τοῦ παντοδυνάμου Θεοῦ, ποὺ ἐνεργοῦσε μὲ ἐντολές του πρὸς τὸ δοῦλο του Μωϋσῆ. Ὅλα προσχεδιασμένα καὶ προμελετημένα. Τίποτε τυχαῖο καὶ συμπτωματικό].

    Σὲ ποιὸν νὰ πιστέψουμε λοιπόν; Στοὺς Ἀμερικανοὺς ἀπίστους καὶ αἱ­ρε­τι­κοὺς καὶ φαντασιωμένους ἢ στὴ διαυγέστατη ἐξιστόρηση τῆς Βίβλου; Στὶς ἀβέβαιες ὑποθέσεις τῶν προτεσταντῶν ἢ στὴν ἀναντίρρητη αὐθεντία τῆς Γραφῆς; Στὶς ἀνεύθυνες γενικότητες τῆς «ἐπιστημονικής» προ­πα­γάν­δας ἢ στὶς λεπτομέρειες τοῦ ἱεροῦ κειμένου ποῦ καθηλώνουν; Ἀπὸ ὅ,τι κα­ταλαβαίνουμε, οἱ προτεστάντες δὲν θὰ παύσουν νὰ γεννοῦν ψεύτικες ἑρμη­νεῖες, καὶ τὰ ἐκδοτικὰ-οἰκονομικὰ συγκροτήματα δὲν θὰ παύσουν νὰ αἰ­φνι­διάζουν τοὺς ρηχοὺς καὶ νὰ τοὺς τὶς μοσχοπωλοῦν. Οἱ ἄνθρωποι δὲν ἐνδιαφέρονται ν’ αὐξήσουν τὴν πίστη τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ τὰ πορτοφόλια τους. Γιατὶ τέτοιες εἰδήσεις, ὄχι ἁπλῶς πουλᾶνε, ἀλλὰ καὶ «σπάζουν τα­μεῖα», ὅπως συνηθίζεται νὰ λέγεται στὶς περιπτώσεις ὑπερκερδῶν. Ἐ­μεῖς ἂς εἴμαστε φρόνιμοι ὡς οἱ ὄφεις καὶ ἀκέραιοι ὡς αἱ περιστεραί.

 

    Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης, ἀρχιμανδρίτης